|
Είδε και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα.
Μέσα στον φετινό ορυμαγδό των σήριαλ που θυμίζουν εποχές «παχιών αγελάδων» να μη ξέρεις τί να πρωτοδείς εν μέσω σκληρού ανταγωνισμού, προσωπικά πήρα μια πρώτη γεύση από το «Αυτή η νύχτα μένει», βασικά λόγω βολικής μέρας και ώρας κι επίσης λόγω δελεαστικού τρέιλερ, χωρίς να έχω δει σημειωτέον την ταινία ή να έχω διαβάσει το βιβλίο, που σημαίνει ότι για μένα ήταν μια «παρθένα» θέαση…
Ωστόσο ψάχνοντας λίγο την υπόθεση, διαπίστωσα ότι η πρωτότυπη του βιβλίου ή της ταινίας με την παρούσα του σήριαλ, ουδεμία σχέση! Για την ακρίβεια πρόκειται για πλήρη… αλλαγή των φώτων με μια εντελώς διαφορετική ιστορία που (και καλά!) «βασίζεται στο βιβλίο του Θάνου Αλεξανδρή» και φέρει αυτούσιο τον τίτλο του! Δεν ξέρω πόσο θεμιτό είναι αυτό δεοντολογικά αλλά σίγουρα είναι παραπλανητικό για τους γνωρίζοντες την υπόθεση που έχοντας αυτήν κατά νου, επέλεξαν το συγκεκριμένο σήριαλ…

Στο οποίο συναντάμεένα επαρχιακό σκυλάδικο της «αποφράδας» δεκαετίας του ’80 που το δανεικό χρήμα έρρεε με τη σέσουλα εκμαυλίζοντας τους πάντες… με ιδιοκτήτη βαρύ κι ασήκωτο σαν μπουλντόζα, βλοσυρό κι αμίλητο σαν σφίγγα, φουλ τσαμπουκαλή και νταλκαδιασμένο από κρυφούς ερωτικούς καημούς, καπνίζοντα ως φουγάρο να ντουμανιάζει το σαλόνι μας…Επίσης βλέπουμε έναν παρομοίως βαρύ και σκοτεινό δήμαρχο με δυο κόρες να ετοιμάζουν το ετήσιο μνημόσυνο της χαμένης συζύγου και μάνας, όπου λίγο πριν ο βαρυπενθών ανακαλύπτει την κρυφή της ερωτική σχέση με τον ιδιοκτήτη του μπουζουξίδικου και για εκδίκηση ζητά από τον φίλο του αστυνομικό διοικητή να κυνηγήσει ανελέητα αυτόν και το μαγαζί του… Ακόμα βλέπουμε δυο «μυστηριώδεις τραγουδιάρες» με ύποπτο παρελθόν να καταφτάνουν πακέτο για δουλειά στο μαγαζί, τον άσωτο αδελφό του δημάρχου να ξημεροβραδιάζεται στο «άντρο ακολασίας» και γενικώς τον περίγυρο καθενός εκ των δύο πρωταγωνιστών, ως δύο κόσμοι διαμετρικά αντίθετοι με τα δικά τους ένοχα μυστικά, να συγκρούονται μέχρις εσχάτων για την επικράτηση…

Εντάξει, εμπεδώσαμε ότι πρόκειται για… «Άλλη νύχτα μένει», ασχέτως οικειοποίησης του γνωστού τίτλου και για όσους αγνοούμε το πρωτότυπο, μη έχοντας μέτρο σύγκρισης κρίνουμε το παρόν ως καινούργια αυτόνομη μυθοπλασία που είναι… Η οποία προφανώς για να γίνει πιο πιασάρικη, εμπορική κι ανταγωνιστική για τα νούμερα, ακολούθησε την πάγια τηλεοπτική συνταγή που υπαγορεύει μπόλικο μυστήριο, ένοχα πάθη, κρυμμένα μυστικά, γερή δόση από μελόδραμα, διαρκή κυνηγητά, παράνομες ερωτοδουλειές, ατέλειωτους τσαμπουκάδες, κάπου στο βάθος έναν φόνο, βιασμό κλπ. κι εδώ – ένεκα η περίσταση- ως ελκυστική γαρνιτούρα άφθονα καψουροτράγουδα της δεκαετίας, να ξυπνούν νταλγκαδιάρικες μνήμες στους πάλαι ποτέ θαμώνες των «ναών» όπου κατέθεσαν με ευλάβεια περιουσίες, κινητές κι ακίνητες…

Όταν όμως η σειρά αναγράφει ότι «βασίζεται» σε ένα βιβλίο, που ακόμα κι αν δεν το έχει διαβάσει κάποιος είναι προφανές από την περιγραφή και σχολιασμό του ότι αφορά στη ζωή της νύχτας σε παρακμιακά σκυλάδικα με έναν κόσμο ιδιαίτερο στην αυθεντικότητά του να πρωταγωνιστεί, ΔΕΝ μπορούν οι δημιουργοί της σειράς να τον θέτουν ως «φόντο», ως επιμέρους κομμάτι ετερόκλητων ιστοριών της «μέρας», ως γρανάζι μιας πολυσύνθετης, άσχετης πλοκής και να ισχυρίζονται ότι… βασίζονται στο βιβλίο! Από πού κι ως πού;;; Επειδή απλά κράτησαν το σκυλάδικο σε ρόλο «περιφερειακό» ή «συνδετικό» ή «παράλληλο» αντί για πρωταγωνιστικό; Μα έτσι αλλοιώνεται όχι μόνο η δομή, αλλά κυρίως το πνεύμα του πρωτότυπου κειμένουκι απορώ πώς συναίνεσε ο συγγραφέας για χρήση του ονόματός του και παραχώρηση του τίτλου ως κράχτη- παγίδα σε κάτι εντελώς άσχετο παραπλανώντας κουτοπόνηρα τον θεατή, με αντάλλαγμα τη δωρεάν διαφήμιση του βιβλίου του!
Παρακολουθώντας μέχρι στιγμής (και καθόλου φανατικά) τη νέα μυθοπλασία, διαπιστώνουμε ότι πρόκειται για ένα τραβηγμένο από τα μαλλιά συνονθύλευμα άσχετων καταστάσεων σε μια στημένη προσπάθεια να χωρέσουν τα πάντα όλα! Από την κουλτούρα των μπουζουκιών και τον κόσμο ή υπόκοσμο της νύχτας, μέχρι οικογενειακά δράματα πάσης φύσεως από δέκα μπάντες, αστυνομικά μυστήρια, απαγορευμένοι έρωτες, βιασμοί και κακοποιήσεις, παρεμβάσεις δημοσιογράφων και παπαροκάδων, πολιτικές καριέρες με άρωμα ΠΑΣΟΚ και πολλά ακόμη ετερόκλητα, χωρίς να ξέρουμε τί άλλους λαγούς από το καπέλο θα βγάλουν στην πορεία οι αχόρταγοι σεναριογράφοι και πώς θα δέσουν όλα τούτα τα ασύνδετα νήματα με αληθοφάνεια… Θα μου πεις κι αν δεν δέσουν και μείνουν μετέωρα, έτσι για το εμπορικό θεαθήναι και την ποικιλία του πράγματος, οι πρώτοι θα είναι ή οι τελευταίοι που δημιουργούν έναν ασυνάρτητο αχταρμά για μπούγιο;;

Γιατί προς τα εκεί οδηγείται το πράγμα με τόσους περιφερειακούς χαρακτήρες χωρίς εμφανή λόγο ύπαρξης παρά μόνο για «γέμισμα», με τόσες παράλληλες προσωπικές ιστορίες να μπουρδουκλώνονται, με τόσο ανύπαρκτη συνοχή στην πλοκή να χάνεις τον μπούσουλα… Αρκούμενοι προς το παρόν σε βαρετά κλισέ με συνεχείς μαγκιές και τσαμπουκάδες… σε εκνευριστικά αργοκίνητες σκηνές με τον εκάστοτε ήρωα να ατενίζει απλανώς το άπειρο ή να περιφέρεται άσκοπα κατά τα «κουλτουριάρικα» πλάνα διότι «μη κοιτάτε που καταπιανόμαστε με σκυλάδικο, εμείς κάνουμε υψηλή τέχνη»… σε μπόλικο μελόδραμα με κλάψες και υστερίεςανάμεσα στις δυο μυστηριώδεις τραγουδιάρες που επαναλαμβάνουν μέχρι αηδίας τους ίδιους διαλόγους χωρίς να προκύπτει κάποιο στοιχείο… σε μόνιμο κατσάδιασμα της σιτεμένης αρχιτραγουδιάρας σε ρόλο «μαμάς» προς τον αγριωπό ιδιοκτήτη που μπροστά της ψαρώνει, επίσης με πανομοιότυπους διαλόγους στο ίδιο μοτίβο να μπουχτίζεις…

Κι επειδή στην παλιά τηλεοπτική συνταγή, η έλευση των «Άγριων μελισσών» πρόσθεσε μια καινούργια με θεαματική επιτυχία, η τάση- μόδα πλέον επιτάσσει το εγγυημένο κόνσεπτ «επαρχία- παλιά δεκαετία» με πληθώρα σήριαλ να το αντιγράφουνμέχρι να καεί κι αυτό από την υστερική κατάχρηση ως συνήθως… Εδώ επιλέχθηκε το Αγρίνιο και η δεκαετία του ΄80 συν πολλούς… «μελισσοκομικούς» ηθοποιούς με φιλοδοξίες για νούμερα, ωστόσο όταν πρόκειται για συγκεκριμένη εποχή που επιπλέον προλάβαμε και θυμόμαστε, η παραγωγή οφείλει να προσέξει τις λεπτομέρειες που προδίδουν προχειρότητα, από τα ρούχα, τα παπούτσια, τα αξεσουάρ, τα χτενίσματα που ουδόλως θυμίζουν ΄80, μέχρι το…υπερλουσάτο καμαρίνι που πιο πολύ παραπέμπει σε ταινία Χόλυγουντ παρά σε επαρχιακό μπουζουξίδικο!

Και με τους κεντρικούς ήρωες Μπισμπίκη- μαγαζάτορα και Στάνκογλου- δήμαρχο (να δω σε πόσα ακόμα θα πετύχουμε τον συγκεκριμένο που κατάντησε σούπα!), να έχουν αναγάγει την τυποποίηση σε … επιστήμη και εμπρός στο δρόμο που χάραξε ο Μπέζος! Μόνιμα σε ρόλο σκληρού, απρόσιτου, μουντρούχου, αντικοινωνικού, παγωμένου όπως εδώ και όπως αλλού εντελώς προβλέψιμοι, λες και υποκριτική τέχνη σημαίνει κόλλημα στην ίδια μανιέρα εσαεί, επειδή βολεύει το φυζίκ, μέχρι ο θεατής να πει ήμαρτον! Πόση απογοήτευση αλήθεια για καλούς ηθοποιούς να επαναπαύονται στη «βολή» τους χωρίς να τολμούν.. Και πόση απογοήτευση για τους υπόλοιπους επίσης καλούς, να υπηρετούν μια (επιεικώς) μετριότητα που πασχίζει άτεχνα να πει «κάτι», αντιμετωπίζει «»ενοχικά» το θέμα της, αναλώνεται σε μελούρες, υπερβολές, επαναλήψεις φορτωμένη περικοκλάδες, σέρνεται αργοκίνητα ψάχνοντας στόχο…
Κάτι μου λέει ότι «αυτή η (άλλη) νύχτα» δύσκολα θα μείνει… Κρίμα, γιατί αν εστίαζε χωρίς άχρηστους περισπασμούς στο κυρίως ζητούμενο του βιβλίου που δήθεν «βασίζεται», παρουσιάζοντας απενοχοποιημένα έναν κόσμο γοητευτικά αυθεντικό μέσα στην ιδιαιτερότητα της παρακμής του, θα πρόσφερε μια σειρά εξαιρετική αλλά ΔΕΝ… μακριά νυχτωμένη ετούτη η νύχτα, με τον τηλεθεατή να εύχεται γρήγορο ξημέρωμα!
..
Ακολουθήστε το Kulturosupa.gr στα social media