Διάσημοι Έλληνες που έγραψαν την δική τους ιστορία όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό και κατάφεραν να βραβευτούν με Oscar.
Η Ελλάδα είχε στο παρελθόν καλλιτέχνες που έγραψαν την δική τους ιστορία και κατάφεραν να αναγνωριστούν ακόμη και στο εξωτερικό. Θα δούμε τους διάσημους Έλληνες που κατάφεραν να πάρουν βραβείο Oscar και μας έκαναν να φουσκώσουμε από περηφάνια.
Η αλήθεια είναι πως δεν γίνεται να περηφανευόμαστε για επιτεύγματα άλλων. Ένας άνθρωπος που τα καταφέρνει καλά σε οποιοδήποτε τομέα της ζωής του, καταρχάς το κάνει για τον ίδιο και για την σκληρή δουλειά που κατέβαλλε.
Όμως όπως και να το κάνουμε, όταν ένας Έλληνας αναγνωρίζεται στο εξωτερικό, αποτελεί θύμα συζήτησης γιατί δεν είναι αυτονόητο. Δεν έχουμε τα ίδια μέσα, δεν έχουμε τα λεφτά και τις παραγωγές, οπότε σίγουρα είναι κάτι που σε κάνει να νιώθεις όμορφα.
Ότι κάποιος από μία μικρή χωρά σαν την Ελλάδα, κατάφερε να κερδίσει βραβείο Oscar ή να συνεργαστεί με μεγάλα αστέρια του εξωτερικού. Σήμερα θα δούμε παλιούς καλλιτέχνες που έγραψαν την δική τους ιστορία και κατάφεραν να κερδίσουν βραβείο Oscar.
Η Κατίνα Παξινού κέρδισε το Oscar Β’ Γυναικείου ρόλου
Τρία χρόνια μετά την κυκλοφορία του βιβλίου του Έρνεστ Χέμινγουεϊ «Για ποιον χτυπά η καμπάνα» η Paramount Pictures αγοράζει τα δικαιώματα του βιβλίου έναντι του ποσού των 150.000 δολαρίων! Ένα συγκλονιστικό ποσό για την εποχή εκείνη.
Σκηνοθέτης ήταν ο Σαμ Γουντ και ο πρωταγωνιστικός ανδρικός ρόλος πήγε στο Gary Cooper. Από την άλλη τη Μαρία την υποδύθηκε η Ingrind Bergman. Οι υπεύθυνοι του στούντιο δυσκολεύτηκαν πολύ με την Pilar, την Ισπανίδα πατριώτισσα και σύντροφο του αρχηγού των ανταρτών.
Έκαναν πολλά δοκιμαστικά αλλά δεν κατάφερναν να βρουν την ιδανική. Κάποιος από τους υπεύθυνους λοιπόν σκέφτηκε την Κατίνα Παξινού που κάνει ήδη επιτυχία εκείνη την εποχή στο Broadway. Της τηλεφωνούν και η συνομιλία θεωρείται μέχρι και σήμερα θρυλική.
Μάλιστα την είχε αφηγηθεί και η ίδια με τον γνωστό της χιουμοριστικό τρόπο σε συνέντευξή της. «Ο συνομιλητής μου με ρώτησε αν είχα παίξει στον κινηματογράφο και απάντησα όχι. Με ρώτησε αν ήθελα να πάω στο Χόλιγουντ και απάντησα πάλι όχι.
Τέλος, με ρώτησε, αν ήμουν διατεθειμένη να λάβω μέρος σε ένα φιλμ της Paramount και απάντησα πάλι όχι. Η Μonique McCall, η μάνατζέρ μου, όταν της είπα πόσο πολύ είχα στενοχωρηθεί, ενθουσιάστηκε. Μου είπε ότι αν είχα δεχτεί αμέσως, θα είχα κάνει ένα μεγάλο σφάλμα.
Photo via: ethnos.gr
Η άρνησή μου, θα προκαλούσε μεγαλύτερο ενδιαφέρον στους παραγωγούς οι οποίοι θα με αναζητούσαν σύντομα». Ακριβώς αυτό συνέβη. Οι άνθρωποι της Paramount επανήλθαν και της ζήτησαν να κάνει δοκιμαστικό για το ρόλο της Pilar.
Εκείνη λοιπόν με το γνωστό της ταπεραμέντο και την έντονη προσωπικότητά της αρνήθηκε αφού πίστευε πως κανένα δοκιμαστικό δεν μπορεί να καταγράψει το βάθος της ερμηνείας της. Σύμφωνα με την ίδια, δεν ήταν αυτός ο τρόπος για να καταλάβουν πως θα αποδώσει τον ρόλο.
Μετά από συζητήσεις που διήρκησαν εβδομάδες δέχτηκε μεν να κάνει το δοκιμαστικό αλλά με τον δικό της ξεχωριστό τρόπο. Πιο συγκεκριμένα, η Paramount έστειλε μία κάμερα στο ξενοδοχείο της στη Νέα Υόρκη κι εκείνη στάθηκε μπροστά της φορώντας ένα μαύρο, βραδινό φόρεμα.
Είπε: Η Paramount έστειλε μια κάμερα στο ξενοδοχείο της στη Νέα Υόρκη κι εκείνη στάθηκε ατρόμητη μπροστά της φορώντας ένα μαύρο, βραδινό φόρεμα λέγοντας: «Είμαι η Κατίνα Παξινού.
Ξέρω καλά πως με προορίζετε για το ρόλο της Pilar και σας τονίζω πως έχω νιώσει τόσο καλά αυτή τη γυναίκα, ώστε όχι μόνο μπορώ να παίξω το ρόλο της, αλλά να μιλήσω και να γελάσω όπως τη φαντάστηκε ο ίδιος ο συγγραφέας.
Επειδή όμως έχω μια φήμη, που δεν εννοώ να τη χάσω με μια γελοία δοκιμή, σας λέω πως δεν θα γυρίσω καμία δοκιμαστική σκηνή ως Pilar, παρά μονάχα όταν συζητήσω τις απόψεις μου με τον ίδιο τον (σ.σ. σκηνοθέτη) Sam Wood . Διαφορετικά, κύριοι, λυπάμαι, αλλά δεν θα μπορέσω να σας ευχαριστήσω. Χαίρετε!».
Photo via: tovima.gr
Ο ρόλος ήταν δικό της και στις 2 Μαρτίου του 1944 στην 16η Τελετή Απονομής των Oscars ήταν η πρώτη Ελληνίδα που κράτησε στα χέρια της το χρυσό αγαλματίδιο. Παράλληλα ήταν και η πρώτη μη Αμερικανίδα που βραβεύτηκε ενώ στον συγκινητικό της λόγο δήλωσε:
«Το Όσκαρ δεν είναι δικό μου. Ανήκει στην Ελλάδα. Θα ήθελα να αφιερώσω αυτό το βραβείο στους συναδέλφους μου στο Εθνικό Θέατρο της ρημαγμένης από τον πόλεμο Αθήνας. Ελπίζω να είναι όλοι τους καλά».
Ο Μάνος Χατζιδάκις βραβεύτηκε με Oscar Καλύτερου Τραγουδιού για τα “Παιδιά του Πειραιά”
Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν στενός φίλος με τη Μελίνα Μερκούρη και τον Ζυλ Ντασέν και ήταν εκείνοι που του ζήτησαν να γράψει το τραγούδι για την ταινία Ποτέ την Κυριακή, που πρωταγωνίστησε η πρώτη και σκηνοθέτησε ο δεύτερος.
Στις 17 Απριλίου του 1961 λοιπόν, κερδίζει το Oscar αλλά δεν είναι εκεί για να το παραλάβει. Οι παρουσιαστές ήταν αμήχανοι και τον καλούσαν από τα μικρόφωνα να το παραλάβει, ενώ ταυτόχρονα προσπαθούσαν να καλύψουν το χρόνο με…χιούμορ.
«Είναι ο κύριος Μάνος Χατζιδάκις στην αίθουσα;» ρωτάει η παρουσιάστρια με τον βασικό παρουσιαστή της βραδιάς Μπομ Χόουπ να απαντά: «Έρχεται με λεωφορείο από τη Γιουγκοσλαβία…». Αφού ο σκηνοθέτης ήταν άφαντος ο Μπομπ Χόουπ πήρε στα χέρια του το Oscar και είπε:
«Περίμενα πάντα αυτή τη στιγμή…». Λίγες εβδομάδες μετά οι υπεύθυνοι των Βραβείων έστειλαν μεν το Oscar στον συνθέτη αλλά χάθηκε κατά τη μεταφορά. Όταν χρειάστηκε να φωτογραφηθεί με αυτό ο Χατζιδάκις δανείστηκε της Παξινού.
Photo via: ertnews.gr
Η Ακαδημία Κινηματογράφου του έστειλε ένα αντίγραφο που λέγεται ότι το χρησιμοποιούσε για να στερεώσει τη…πόρτα. Σε αρκετές συνεντεύξεις του μάλιστα τα επόμενα χρόνια, ο τεράστιος Χατζιδάκις τόνιζε ότι δεν αγάπησε ποτέ ούτε τα Παιδιά του Πειραιά ούτε και τα Oscars.
Σε κείμενο τους με τίτλο: «Η Ρωμαϊκή Αγορά έτσι όπως γέννησε τα τραγούδια μου» είχε γράψει: «…Και το επίσημο κράτος με γιόρτασε για το Όσκαρ που πήρα ερήμην μου και έξω απ’ τα δικά μου σχέδια. Πάλεψα χρόνια για ν’ αφαιρέσω αυτό τον «τίτλο τιμής» από την πλάτη μου…».
Μάλιστα λέγεται ότι ένα βράδυ του 1963 ο Χατζιδάκις δειπνούσε με τη Μαρία Κάλλας στο Παρίσι και τέσσερις μουσικοί πλησίασαν το τραπέζι τους. Ξεκίνησαν να παίζουν το Τα Παιδιά του Πειραιά και η Κάλλας τους ακολούθησε τραγουδώντας χαμηλόφωνα.
Όταν τελείωσε το τραγούδι, ο Μάνος έσκυψε και της ψιθύρισε: «Δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι η μεγαλύτερη τραγουδίστρια του κόσμου θα τραγουδούσε τόσο μέτρια, αυτό το μέτριο τραγούδι».
Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου κέρδισε Oscar Καλύτερης Πρωτότυπης Μουσικής
Στις 29 Μαρτίου, ανήμερα των γενεθλίων του, το 1982 κερδίζει το Oscar για τη σύνθεσή του στη ταινία Οι Δρόμοι της Φωτιάς που δεν παρέλαβε ποτέ…γιατί τον πήρε ο ύπνος. Μάλιστα έμαθε τα αποτελέσματα το επόμενο πρωί.
Photo via: kathimerini.gr
«Δεν ξαφνιάστηκα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το περίμενα. Η προηγούμενη βραδιά μου πέρασε όπως όλες τις βραδιές, χωρίς καμία ιδιαίτερη αγωνία, γιατί ξέρω πάρα πολύ καλά ότι συνήθως δεν είμαι από τους μουσικούς που βραβεύονται, αφού η δουλειά μου δεν είναι γραμμένη με προδιαγραφές βραβείων.
Γράφω χωρίς ποτέ να υπολογίζω ότι αυτό που κάνω μπορεί να έχει και κάτι άλλο εκτός από την προσωπική μου επαφή με τη μουσική. Τίποτα δεν θα αλλάξει στη ζωή μου, θα είμαι ο ίδιος άνθρωπος, θα έχω τις ίδιες συνήθειες, θα ζω στο ίδιο σπίτι μόνο που θα έχω και ένα Όσκαρ».
Έγινε παγκοσμίως γνωστό ως Vangelis και ήταν αυτοδίδακτος αλλά και ευφυής. Συνέθετε από τα 5 του χρόνια και ξεκίνησε στην Ελλάδα την καριέρα του συμμετέχοντας σε πρωτοποριακές progressive rock μπάντες των 60’s όπως ήταν αρχικά οι Forminx και στη συνέχεια η Aphrodite’s child με τον Ντέμη Ρούσσο και τον Λουκά Σιδερά.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’60 φεύγει με τον Ρούσσο για το Παρίσι όπου και ξεκινά να πειραματίζεται σε διαφορετικά μουσικά είδη. Το ’70 είναι πλέον ένας από τους σημαντικότερους και πιο γνωστούς συνθέτες στον κόσμο. Πρωτοπόρος της ηλεκτρονικής ορχηστρικής μουσικής.
Σε συνέντευξή του είχε δηλώσει: «Δεν είναι θέμα έμπνευσης. Η μουσική υπάρχει παντού και το μόνο που πρέπει είναι να την εντοπίσεις. Εγώ στις ταινίες ειδικά, λειτουργώ ως το κανάλι μέσω του οποίου η μουσική αναδύεται από το χάος του θορύβου που προκαλούν οι κινηματογραφικές εικόνες».
Photo via: athensvoice.gr
Ο Κώστας Γαβράς βραβεύτηκε με Oscar Διασκευασμένου Σεναρίου για την ταινία Ο Αγνοούμενος
Ο Κώστας Γαβράς κέρδισε το βραβείο το 1983 αλλά και σε αυτή την περίπτωση δεν ήταν εκεί για να το παραλάβει. Το παρέλαβε ο συν σεναριογράφος της ταινίας Ντόναλντ Στιούρτ.
Η ταινία βασιζόταν στο ομώνυμο βιβλίο του Τόμας Χάουζερ που αναφέρεται στην αληθινή ιστορία του Αμερικανού δημοσιογράφου Τσάρλι Χόρμαν που εξαφανίστηκε στη Χιλή του Πινοσέτ.
Ο Κωνσταντίνος Γαβράς γεννήθηκε στα Λουτρά Ηραίας Αρκαδίας στις 12 Φεβρουαρίου 1933 και μεγάλωσε στην Αθήνα. Ενταγμένος στην Αριστερά, όπως και ο πατέρας του έφυγε για το Παρίσι το 1952, λόγω του δυσμενούς πολιτικού κλίματος στη χώρα. Σπούδασε αρχικά Φιλολογία στην Σορβόνη και στη συνέχεια στη Σχολή Κινηματογράφου του Παρισιού (IDHEC).
Photo via: ethnos.gr
Ξεκίνησε την κινηματογραφική του σταδιοδρομία ως βοηθός σκηνοθέτης, κοντά σε γνωστά ονόματα του γαλλικού κινηματογράφου όπως Ιβ Αλεγκρέ, Ρενέ Κλεμάν, Ρενέ Κλερ και Ζακ Ντεμί.
Η ταινία που τον έκανε παγκοσμίως γνωστό είναι το «Ζ» (1963) που είναι βασισµένο στο βιβλίο του Βασίλη Βασιλικού για τη δολοφονία του βουλευτή της Ε∆Α Γρηγόρη Λαµπράκη και προτάθηκε για Oscar Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας. Ο ίδιος στη βιογραφία του έχει διηγηθεί εκείνη την βραδιά με αξιοσημείωτο τρόπο.
«Παρ’ όλες τις ελπίδες µας και τις πέντε υποψηφιότητες, εκείνο το βράδυ δεν πήραμε παρά μόνο δύο: για το μοντάζ και ως η καλύτερη ξένη ταινία για την Αλγερία. Η μεγαλύτερη απογοήτευση ήταν για τον Ρούγκοφ, που µου εξηγούσε ότι κάθε Όσκαρ αντιστοιχούσε σε περίπου ένα εκατομμύριο δολάρια παραπάνω στο box-office.
Της καλύτερης ταινίας, πολλά εκατομμύρια . Αυτά τα «πολλά εκατομμύρια» θα τα εισέπραττε το «Midnight Cowboy» µε τον Ντάστιν Χόφφµαν και τον Τζον Βόιτ. Βγαίνοντας, βλέπω έναν κοντούλη κύριο να εγκαταλείπει την παρέα του και να κατευθύνεται προς εμένα. «Ονομάζομαι Φρανκ Κάπρα και η ταινία σας Ζ …».
Η έκπληξή µου – «Στ’ αλήθεια είναι αυτός; Λάθος θα άκουσα!» – µὲ κάνει να χάσω αυτά που µου λέει, αλλά το σπουδαιότερο ήταν πως είναι ΑΥΤΟΣ ! Πλησιάζει ο Περρέν. Ο Κάπρα αναγνωρίζει τον ηθοποιό. Του τονίζω ότι είναι επίσης και ο παραγωγός.
Μας μίλησε κι άλλο, μετά χαιρέτησε κι έφυγε µε γρήγορα βηµατάκια προς τους φίλους του. Με τον Ζακ κοιταζόμαστε κάμποση ώρα σιωπηλοί. Ο Χόρχε είναι δυσαρεστημένος που δεν τον φωνάξαμε να έρθει κοντά µας, αλλά ὁ Ζακ κι εγώ αναρωτιόμασταν ακόμη μήπως είχαμε δει κανένα όραμα».
Η Θεώνη Βαχλιώτη – Όλντριτζ βραβεύτηκε με Oscar Κοστουμιών για τη ταινία «The Great Gatsby», 1974
Γεννήθηκε σε μία μονοκατοικία στο Κολωνάκι και ο πατέρας της ήταν ένας από τους πιο γνωστούς δικηγόρους των Αθηνών αλλά και εξαιρετικά ιδιόρρυθμος. Η Θεώνη με τα τρία της αδέρφια μεγάλωσαν με Γερμανίδα νταντά. Ο πατέρας τους ήθελε να έχουν γερμανική πειθαρχία και να μορφωθούν στο έπακρον.
Photo via: ertnews.gr
Οι άντρες της οικογένειας μάλιστα ήθελε να πολιτευτούν και η Θεώνη να κρατήσει επάξια το σπίτι ενός συζύγου πολιτικού. Εκείνη όμως είχε άλλα όνειρα και σε συνέντευξή της αποκάλυψε πως εκείνη που την ενέπνευσε να ακολουθήσει την ενδυματολογία ήταν η θεία της Αριάδνη.
«Το πρώτο μου ενδυματολογικό σοκ ήταν η άφιξη της θείας μου της Αριάδνης, γυναίκας του θείου μου, στο εξοχικό μας στη Γλυφάδα. Έφτασε με μια πορτοκαλί φαρδιά πιτζάμα που δεν είχε καμία σχέση με τη μάνα μου και τις υπόλοιπες «Μπουμπουλινες» -υποταγμένες γυναίκες στον δεσποτισμό του άντρα τους, που με περιέβαλαν.
Έτσι χάρη στη θεία Αριάδνη, της οποίας την πιτζάμα χρόνια αργότερα έβαλα στη «Φαίδρα», για πρώτη φορά, αφενός μου μπήκε η υποψία ότι υπάρχουν κι άλλου είδους γυναίκες, αφετέρου, κατάλαβα την κοινωνική εντύπωση που ασκεί το ρούχο-κοστούμι».
Αφού αποφοίτησε από την αμερικάνικη σχολή στην Αθήνα σκέφτηκε να ασχοληθεί με την μόδα, όμως ο πατέρας της ήταν κάθετος. Όμως της επέτρεψε να σπουδάσει θέατρο στις ΗΠΑ και πιο συγκεκριμένα στη σχολή θεάτρου Goodman στο Σικάγο.
Όταν είδε την ταινία του 1945, Καίσαρας και Κλεοπάτρα έμεινε άφωνη από τα ρούχα της Βίβιαν Λι. Παντρεύτηκε τον συμφοιτητή της Τομ Όλντριτζ και στις διακοπές τους στη Νέα Υόρκη το 1949, παρακολούθησαν το «Λεωφορείο ο Πόθος» και το «Θάνατο του Εμποράκου» στο Μπρόντγουεϊ κι εκεί υποσχέθηκε ο ένας στον άλλον ότι θα το κατακτήσουν.
Το ζευγάρι μετακόμισε στη Νέα Υόρκη μόλις το 1959 άγνωστοι μεταξύ αγνώστων. Η ίδια είπε ότι η καριέρα της ξεκίνησε με μια τυχαία συνάντηση στο Μανχάταν με την Τζέραλντιν Πέιτζ, η οποία επρόκειτο να πρωταγωνιστήσει στο «Γλυκό Πουλί της Νιότης».
Τη σύστησε στον Ελία Καζάν ο οποίος της ζήτησε να φτιάξει ένα αξέχαστο φόρεμα για την Πέιτζ κι εκείνη έκανε ένα θαύμα. Τη νύχτα της πρεμιέρας, κοίταξε τα ονόματα της μαρκίζας, Πέιτζ, Kαζάν, Πολ Νιούμαν και Τένεσι Ουίλιαμς, και σκέφτηκε: «Πού πας από εδώ και πέρα όταν ξεκινάς με τους καλύτερους στην κορυφή;».
Photo via: kathimerini.gr
Και τότε εντελώς ανορθόδοξα ήρθε η πρόταση για τα κοστούμια στο «The Great Gatsby». Λόγω αλλαγής παραγωγών, ο σκηνοθέτης Τζακ Κλέιτον την δύο εβδομάδες πριν από τα γυρίσματα, δίνοντάς της ένα πρόγραμμα με δύο μήνες περιθώριο για την κρίσιμη σκηνή του πάρτι.
Κατάφερε να ντύσει τη Μία Φάροου έτσι ώστε να ταιριάζει με τις περιγραφές του Σκοτ Φιτζέραλντ. Σκεφτόταν τις φράσεις της παιδικής της ηλικίας: «Οι πλούσιοι δεν λερώνονταν, δεν τους ένοιαζε, πίστευαν ότι μπορούσαν να τα πετάξουν όλα».
Η Όλντριτζ επέμεινε να πάρει στην ομάδα της τον άγνωστο τότε νεαρό σχεδιαστή Ραλφ Λόρεν όπου στην ταινία ήταν μόνο ως ράφτης και προμηθευτής πουκαμίσων.
Ο Βασίλης Φωτόπουλος βραβεύτηκε με Oscar Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης και Σκηνικά για Ασπρόμαυρη Ταινία 1964 για τον Αλέξη Ζορμπά
Αν και έγινε γνωστή για τη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, τον πρωταγωνιστή Άντονι Κουίν και τη σκηνοθεσία του Μιχάλη Κακογιάννη, ο Βασίλης Φωτόπουλος ήταν υπεύθυνος για τα σκηνικά και τα κοστούμια.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κανονικά θα έπρεπε να είναι το δεύτερο Oscar της καριέρας του, μιας και έναν χρόνο νωρίτερα με το Αμέρικα Αμέρικα του Ηλία Κοζάν, ο Κοζάν αφαίρεσε από τους τίτλους της ταινίας το όνομα του Φωτόπουλου. Έτσι το βραβείο το πήρε μόνο ο Αμερικανός Τζιν Κάλαχαν που είχε την επιμέλεια των σκηνικών αντικειμένων.
Photo via: ertnews.gr
Όταν ζήτησε εξηγήσεις από τον Καζάν εκείνος απάντησε: «Μα ποιος θα πίστευε ότι αυτά τα σκηνικά έγιναν από ένα Ελληνόπουλο»; Από το 1965 έως το 1974 έζησε και εργάστηκε κατά βα΄ση σε θεατρικές παραστάσεις με εξαίρεση το 1965 που επέστρεψε στον κινηματογράφο για χάρη του Φράνσις Φορντ Κόπολα στην ταινία του Τώρα που έγινες άνδρας.