Γράφει ο Γιώργος Τοκμακίδης για την Κουλτουρόσουπα
Το δεύτερο μέρος της τριλογίας μόλις κυκλοφόρησε στις κινηματογραφικές αίθουσες. Εμείς, από μεριάς μας, θυμόμαστε την πρώτη φορά που έγινε απόπειρα να μεταφερθεί το καθολικό έργο επιστημονικής φαντασίας του Φρανκ Χέρμπερτ στην οθόνη. Τι συνέβη σε αυτή την ταινία; Αποτελεί πιστή μεταφορά του βιβλίου στην οθόνη; Γιατί ο σκηνοθέτης Ντέιβιντ Λιντς δεν επιθυμεί να μιλάει για την ταινία του; Πάμε να δούμε!!!
Υπόσχεση:
Ανά τα χρόνια, αρκετοί μνηστήρες επιχείρησαν να φέρουν στο κινηματογραφικό φως το βιβλίο του Φρανκ Χέρμπερτ. Πρώτος από αυτούς ήταν ο Άρθουρ Τζέικομπ, ο παραγωγός της σειράς ταινιών εξίσου επιστημονικής φαντασίας: «Πλανήτης Των Πιθήκων» (Planet of the Apes).
Ο ξαφνικός θάνατος του παραγωγού οδήγησε τα δικαιώματα να περάσουν στον «auteur» σκηνοθέτη Αλεχάντρο Γιοντορόφσκι. Αυτό το όνομα θα συνδεθεί με τον κόσμο του βιβλίου «Dune», αλλά και με την υποθετική φράση «τι θα γινόταν αν». Ο Γιοντορόφσκι είχε μεγάλα σχέδια για αυτή την ιστορία. Αναλογιζόταν μια ταινία με την εξωφρενική διάρκεια των 10-12 ωρών για να αποδώσει με πλήρη πιστότητα το βιβλίο επί της οθόνης. Ακόμα, σε πρόσφατο ντοκιμαντέρ είχαμε τη δυνατότητα να δούμε τα φιλόδοξα σχέδια των κουστουμιών, κτιρίων, οχημάτων, σετ, σκαφών. Το καστ φαντάζει ακόμα πιο ενδιαφέρον με τον Όρσον Γουέλς, τον Μικ Τζάγκερ και τον Σαλβαντόρ Νταλί να αναλαμβάνει τον ρόλο του αυτοκράτορα. Αν και αυτή η ταινία δε θα γίνει ποτέ πραγματικότητα, μία έκφανση της ταινίας αυτής θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί σε μορφή «animation» (δίνω καλές ιδέες!).
Τα υπέρογκα κεφάλαια για την επίτευξη της υπέρμετρης πλευράς της φιλοδοξίας του σκηνοθέτη δεν βρέθηκαν. Τα δικαιώματα άλλαξαν ξανά χέρια και πέρασαν στον Ιταλό παραγωγό Ντίνο Ντε Λορέντις. Εκείνος με τη σειρά του προσέγγισε τον Ρίντλεϊ Σκοτ. Κάπου στο ενδιάμεσο και το όνομα του μεγάλου κλασικού Ντέιβιντ Λιν έπεσε στο τραπέζι. Ο εν λόγω σκηνοθέτης είχε παραδώσει ένα από τα αριστουργήματα της έβδομης τέχνης, «Λόρενς της Αραβίας» (Lawrence of Arabia, 1962). Επιστρέφοντας στον Σκοτ, αρνήθηκε λόγω του αιφνίδιου θανάτου του μεγάλου του αδελφού, και ασχολήθηκε με το κλασικό πλέον «BladeRunner».
Λόγος:
Ένας άλλος Ντέιβιντ, ο Ντέιβιντ Λιντς κατά τα τέλη της δεκαετίας του ‘70 με τις ταινίες του «Eraserhead» (1977) και «Άνθρωπος Ελέφαντας» (The ElephantMan, 1980) αποτελεί ένα καυτό καλλιτεχνικό όνομα στους κόλπους της βιομηχανίας. Ο Τζορτζ Λούκας, δημιουργός του «Πολέμου των Άστρων» τον προσεγγίζει για να τον πείσει να σκηνοθετήσει την τρίτη ταινία της δικής του τριλογίας.
Ο Ντέιβιντ Λιντς αρνείται και θέλει να καταπιαστεί με κάτι που θα είναι δικό του και θα φέρει τη φωνή του. Προσεγγίζεται τότε από τον διαβόητο Ιταλό παραγωγό, Ντίνο Ντε Λορέντις με την πρόταση να φέρει το βιβλίο του Χέρμπερτ στην οθόνη. Ο Ντέιβιντ Λιντς αρχίζει και σκέφτεται την πρόταση πολύ σοβαρά…
Πλοκή:
Βρισκόμαστε 10.000 χρόνια μπροστά, σε έναν φανταστικό μελλοντικό κόσμο, όπου η αυτοκρατορία και οι υπόλοιποι αρχοντικοί οίκοι διαφεντεύουν το σύμπαν. Η πιο σημαντική ουσία στον γαλαξία είναι το μπαχαρικό «Μελάνζ». Με αυτό, οι άνθρωποι αποκτούν διορατικότητα και τα ταξίδια στο διάστημα γίνονται επιτρεπτά. Αυτή η ουσία βρίσκεται μονάχα στον πλανήτη Αρράκις. Ο οίκος των Ατρειδών αποκτά όλο και μεγαλύτερη δύναμη με αποτέλεσμα να αποτελεί απειλή για τον αυτοκράτορα. Ο αυτοκράτορας σε συνεννόηση με τον οίκο των Χαρκόνεν, εχθρών των Ατρειδών θα στήσει μια παγίδα για να τους εξολοθρεύσει. Ο γιος του Δούκα των Ατρειδών, Πωλ, θα επιβιώσει και θα ζητήσει την εκδίκηση του για αυτή την προδοσία, σε έναν κόσμο που τον θεωρούν «εκλεκτό» και «σωτήρα» τους.
Σκηνοθεσία:
Ο Ντέιβιντ Λιντς σκηνοθετεί και γράφει το σενάριο που βασίζεται στο βιβλίο. Λαμβάνει κάποιες αποφάσεις για να τονίσει περαιτέρω τη φύση των χαρακτήρων, και αφήνει εκτός ό,τι θεωρεί πως θα καθυστερήσει την ταινία του. Βέβαια, στην απομάκρυνση σκηνών ίσως να ευθύνεται και το γεγονός ότι η αρχική διάρκεια της ταινίας ξεπερνούσε κατά πολύ την επιθυμητή των παραγωγών και του Χόλυγουντ.
Ο ρυθμός της ταινίας δεν μπορεί να προσδιοριστεί με βεβαιότητα. Στην αρχή τα πράγματα αφήνονται αργά να κυλήσουν και να εξηγηθούν. Από τη μέση και μετά και μέσα από «voiceover» το μοντάζ τρέχει με την απεικόνιση διπλοτυπίας. Ο τόνος από την άλλη, ήδη από τα πρώτα καρέ είναι σοβαρός. Τα πράγματα που συμβαίνουν στην ιστορία δεν μπορούν να έχουν ανάλαφρη υφή και ως εκ τούτου, κωμικές στιγμές λείπουν επαρκώς από την ταινία.
Ο σκηνοθέτης βασίζεται στην εξήγηση δια του λόγου και της εικόνας. Γνωρίζει το υλικό που διαθέτει στα χέρια του, όπως γνωρίζει ότι ο μέσος θεατής θα χαθεί με τα ονόματα και τους πλανήτες. Δίνει μεγάλη βαρύτητα και σημασία στη δημιουργία κινηματογραφικών σετ, ώστε να αναδεικνύει και να διαχωρίζει τους χαρακτήρες του. Η αίθουσα του αυτοκράτορα είναι επιχρυσωμένη. Το κάστρο του Δούκα Ατρείδη είναι πέτρινο με χαμηλό φωτισμό. Ο θάλαμος του Βαρόνου Χαρκόνεν είναι βιομηχανικός με έντονα χρώματα. Το ίδιο ισχύει για τα κουστούμια και το μακιγιάζ, τα οποία καθιστούν διαφορετικούς τους χαρακτήρες μεταξύ τους.
Ο Λιντς επιλέγει να ακολουθήσει το βιβλίο όσον αφορά τον διάλογο. Οι χαρακτήρες αλληλεπιδρούν, επικοινωνούν, αλλά ακούμε τις σκέψεις τους, τις υποψίες τους. Με το που οι πρωταγωνιστές μεταβούν στον Αρράκις, ένας νέος κόσμος ανοίγεται, και με βεβαιότητα μπορεί να πει κανείς ότι οι εικόνες από τις σελίδες του Φρανκ Χέρμπερτ ζωντανεύουν στην οθόνη. Η εικόνα που στο τέλος παραδίδεται είναι ένας συνδυασμός γυρισμάτων σε εξωτερικό χώρο(στο Μεξικό), αλλά και σε εσωτερικό (κινηματογραφικό σετ).
Ερμηνείες:
Στον ρόλο του Πωλ Ατρείδη, έχουμε τον τότε πρωτοεμφανιζόμενο Κάιλ Μακλάχαν. Η επιλογή του ηθοποιού είναι πλήρως δικαιολογημένη. Το πρόσωπο του είναι συγχρόνως αυτού του παιδιού που ενηλικιώνεται, αλλά και ενός ώριμου άνδρα. Η ιστορία εξελίσσεται, όπως και ο χαρακτήρας ενηλικιώνεται, με τον Μακλάχαν να δείχνει τη μεταβολή αποκλειστικά στην ερμηνεία του. Ο ενθουσιώδης νέος μετατρέπεται σε μαχητή-προφήτη.
Πρώτη του συμπρωταγωνίστρια και βασικός χαρακτήρας του βιβλίου είναι η μητέρα του Πωλ Ατρείδη, Τζέσικα. Η αρχόντισσα Τζέσικα υποδύεται από την Φραντσέσκα Άννις. Η ηθοποιός στην ταινία δεν έχει μεγάλο ρόλο. Εντούτοις, και μέχρι τη μέση της ταινίας έχει μία ισχυρή παρουσία. Το βλέμμα των θεατών πέφτει πάνω της και στη σεκάνς της επίθεσης στην πόλη των Ατρειδών δίνεται η ευκαιρία στην ηθοποιό να λάμψει.
Πατέρας του Πωλ Ατρείδη, Δούκας Λίτο Ατρείδης υποδύεται από τον Γερμανό ηθοποιό Γιούργκεν Πρόκνοβ. Ο ηθοποιός προερχόμενος από την ταινία γερμανικής παραγωγής «Το Υποβρύχιο» (Das Boot, 1981) δίνει έναν μεστό Δούκα Ατρείδη. Το βλέμμα του είναι ατσάλινο και σοβαρό. Τα μάτια του είναι εκφραστικά όταν ο χαρακτήρας του αισθάνεται τρόμο. Είναι μια άψογη επιλογή, η οποία όμως λόγω ιστορίας δεν έχει μεγάλη διάρκεια.
Αντίπαλο δέος του Δούκα, αλλά και του Πωλ είναι ο Βαρόνος Χαρκόννεν που υποδύεται από τον Κένεθ Μακμίλαν. Σε αυτό τον χαρακτήρα, ο Ντέιβιντ Λιντς έδωσε στυλιστικά χαρακτηριστικά που δε διαθέτει στο βιβλίο. Είναι ένας απαίσιος, σαδιστής, σιχαμερός και υποχθόνιος ανταγωνιστής. Αποδίδει με μεγάλη ακρίβεια αυτού που του ζητείται και γίνεται μισητός ήδη από την αρχή. Σαν ρόλος είναι ο πιο ενδιαφέρων, καθώς ο ηθοποιός έχει τη δυνατότητα να εξευτελίσει τον ήδη έκφυλο χαρακτήρα και το διασκεδάζει στην πορεία.
Το καστ συμπληρώνει ο εξαιρετικός πάντοτε πλέον Σερ Πάτρικ Στιούαρτ. Υποδύεται τον «Γκέρνι», τον υπαρχηγό του Δούκα και κάνει εξαιρετική δουλειά. Η κορμοστασιά του, η φωνή του, όλη του η σκηνική του παρουσία είναι μια πολλή ευχάριστη έκπληξη και προσθήκη. Παρόμοια δουλειά κάνει και ο Μαξ Βον Σίντοου ως επιστήμονας «ΛίετΚάινς».
Σε μικρότερους ρόλους έχουμε την Λίντα Χαντ ως «οικονόμο Μέιπς», την Σον Γιάνγκ ως «Τσάνι» και τον τραγουδιστή Στινγκ ως «Φέιντ Ράουθα». Όλοι οι ηθοποιοί είναι εξίσου ευχάριστες προσθήκες, μόνο που δεν έχουν χρόνο να αναπτυχθούν μέσα στα στενά πλαίσια της ταινίας.
Τεχνικό κομμάτι;
Η ταινία έχει ένα εξαιρετικό τμήμα που δουλεύει ασύστολα και πυρετωδώς για να αποδώσει την πολυπλοκότητα του κόσμου. Τα κουστούμια και τα σκηνικά είναι πραγματικά ο θησαυρός της ταινίας. Η στολή των Φρέμεν είναι αξεπέραστη. Η καινούργια ταινία είναι βαθύτατα επηρεασμένη από το σχέδιο αυτής. Στις σεκάνς, όπου απεικονίζονται οι επιθέσεις, οι καταστροφές και οι μάχες, οι μινιατούρες κτιρίων και οχημάτων είναι πλήρως λειτουργικές.
Έχοντας μιλήσει για όλα αυτά, ο σχολιασμός πηγαίνει στην απόδοση των μεγάλων σκουληκιών που ζουν στην έρημο του Αρράκις, του «Ντιουν». Η μεταφορά τους είναι εξωπραγματική, ζωντανεύουν επί της οθόνης πλάσματα που υπήρχαν μονάχα στις σελίδες του βιβλίου και γίνεται με εξαιρετικό τρόπο. Ως έναν βαθμό και σε κάποιες τους σκηνές, η χρήση των πρώιμων ψηφιακών εφέ είναι ορατή, αλλά όταν το πρακτικό μπαίνει σε λειτουργία, η ταινία εξυψώνεται.
Η μουσική της μπάντας «Toto» θα περίμενε κανείς να είναι ανάλαφρη και χορευτική. Η αλήθεια είναι όμως πως το κεντρικό θέμα της ταινίας είναι επιβλητικό και πομπώδες. Δεν το ξεχνάς εύκολα, και σίγουρα σου δίνει να καταλάβεις ότι η ιστορία που θα δεις, δεν έχει σχέση με τις υπόλοιπες.
Αποτίμηση:
Ο Ντέιβιντ Λιντς αποφάσισε να αναλάβει το πρότζεκτ με μεράκι, αλλά όλα αυτά άλλαξαν όταν έχασε τη δυνατότητα να έχει τον τελικό λόγο για το αποτέλεσμα που θα δοθεί. Ο καλλιτέχνης δε μιλάει για αυτή την ταινία και όταν οι παραγωγοί κυκλοφόρησαν μια άλλη πολύωρη εκδοχή της ταινίας, ο Λιντς απαίτησε να διαγραφεί το όνομα του από τους τίτλους αρχής και τέλους.
Η ταινία «Dune» καλείται να φέρει στην κινηματογραφική ζωή μία πολυδιάστατη ιστορία με πολλούς χαρακτήρες. Καταφέρνει λίγο από όλα, αλλά όχι σε μεγάλο βαθμό. Φέρνει, ναι, τους χαρακτήρες του βιβλίου, αλλά γρήγορα τους βγάζει εκτός δράσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό του χαρακτήρα του Ντάνκαν Άινταχο. Στο βιβλίο έχει μεγάλο ρόλο μετά την επίθεση στην πόλη των Ατρειδών, ενώ στην ταινία όχι. Όσον αφορά τους υπόλοιπους ηθοποιούς και τους χαρακτήρες τους, ήδη έχουν διατυπωθεί τα σχόλια.
Η ταινία δεν καλωσορίστηκε πλήρως από κοινό και κριτικούς και εκείνη την εποχή θεωρήθηκε εισπρακτική αποτυχία. Η κληρονομία που άφησε ωστόσο πίσω της, δημιούργησε ένα «καλτ» κοινό.
Θα έβαζα με ταπεινότητα όπως πάντα ένα 7,1/10 για την προσπάθεια του Ντέιβιντ Λιντς να δημιουργήσει το δικό του έπος.
Dune, 1984 εγχρ. Διάρκεια: 2 ώρες και 17 λεπτά Είδος: Επιστημονική φαντασία Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Λιντς
Πρωταγωνιστές: Κάιλ Μακλάχαν, Φραντσέσκα Άννις,Γιούργκεν Πρόκνοβ, Κένεθ Μακμίλαν, Πάτρικ Στιούαρτ, Μαξ Βον Σίντοου, Λίντα Χαντ, Σον Γιάνγκ, Στινγκ.