Είδε ο Γιώργος Τοκμακίδης και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Εν Συντομία Εισαγωγή:
Η ιστορία του κινηματογράφου έχει αποδείξει έμπρακτα ότι ορισμένες συνεργασίες ανάμεσα στις τάξεις των ηθοποιών μέλλουν να στιγματίζουν τις μεταξύ τους σχέσεις και σαν μία ανεπίσημη υπόσχεση που δίνεται ανάμεσα τους, να κρατείται και να τηρείται μέσα από ένα κοινό νέο φιλμ. Τα παραδείγματα πολλά με τις περιπτώσεις να ποικίλλουν. Σήμερα θα μιλήσουμε για το «καταδικασμένο» κινηματογραφικό ζευγάρι των Ράλφ Φάινς και Ζιλιέτ Μπινός στην ταινία του Ουμπέρτο Παζολίνι με τίτλο: «Η Επιστροφή» (The Return, 2024).
Πλοκή;
Η νήσος Ιθάκη βρίσκεται σε παρακμή! Ο βασιλιάς Οδυσσέας τηρώντας τον όρκο του, εκστρατεύει με τους πιο ικανούς άνδρες του νησιού για την Τροία. Πίσω του αφήνει τον πατέρα του, Λαέρτη, τη γυναίκα του και βασίλισσα, Πηνελόπη και τον γιο του, Τηλέμαχο. Έχουν περάσει 20 χρόνια πια και ο Οδυσσέας δεν έχει επιστρέψει στη πατρίδα του, με αποτέλεσμα να έχουν συγκεντρωθεί στο ανάκτορο του διεκδικητές, μνηστήρες της βασίλισσας και του θρόνου. Ελάχιστοι θεωρούν ότι ο Οδυσσέας θα επιστρέψει, ενώ ο Τηλέμαχος είναι πλέον πεπεισμένος για τον χαμό του πατρός του. Στις ακτές της Ιθάκης ξεβράζεται ένας άνδρας θαλασσοπνιγμένος, καταβεβλημένος και ταλαιπωρημένος. Ο βασιλιάς επέστρεψε, αλλά με καμία δάφνη και τιμή… Ο Οδυσσέας θα κριθεί αντιμέτωπος με την παρουσία των τυχοδιωκτών στο σπιτικό του, την οικονομική εξάντληση του βασιλείου του, τις μετατραυματικές του ενοχές, αλλά και την ίδια τη σύζυγο του, Πηνελόπη, που την εγκατέλειψε για τόσα πολλά χρόνια. Η ανακατάληψη της ζωής του δε θα είναι εύκολή υπόθεση, και ο Οδυσσέας θα χρειαστεί να θυμηθεί ποιος ήταν και να πράξει το αιματηρό δέον…
Πίσω από τις κάμερες:
Η ταινία βασίζεται στο δεύτερο μισό του κύκλου των ραψωδιών (ν-ω) του έργου του Ομήρου με προφανή τίτλο: «Οδύσσεια». Ο Ουμπέρτο, γιος του ιταλού σκηνοθέτη Πάολο Παζολίνι, προσεγγίζει την ιστορία που έχει επιλέξει να έχει στα χέρια του με μία εξανθρωπισμένη κατεύθυνση. Ακολουθεί τη δοκιμασμένη γραμμή που έθεσαν ο σκηνοθέτης Βόλφγκανγκ Πήτερσεν και ο σεναριογράφος Ντέιβιντ Μπένιοφ στην ταινία με τίτλο: «Τροία» (Troy, 2004). Κάθε μυθολογικό στοιχείο, από θεϊκή οντότητα, μέχρι θεόρατο τέρας βγαίνει εκτός αφηγηματικής εξίσωσης και όσα συμβαίνουν φέρουν στοιχεία ρεαλισμού. Η Αθηνά δεν είναι εκείνη που μεταμορφώνει τον Οδυσσέα σε γέρο ζητιάνο, τα χρόνια έχουν περάσει και η ίδια η ζωή έχει καταστήσει τον ήρωα μας, σκιά του πάλαι ποτέ άρχοντα της Ιθάκης. Το ίδιο συμβαίνει και με την ύπαρξη της Καλυψώς. Στη ταινία αναφέρεται πως αν ο Οδυσσέας είναι ζωντανός, φήμες τον θέλουν να βρίσκεται με μία γυναίκα σε άλλο νησί, δίχως αναφορά στο όνομα ή την ιδιότητα της.Αυτό δίνει την ευκαιρία στον δημιουργό να πλησιάσει τους ήρωες και να τους χειριστεί ως αληθινούς ανθρώπους σε εξίσου αληθινές συνθήκες και πλαίσιο. Αυτό είναι μεταξύ άλλων και το στοίχημα του καλλιτέχνη, να φέρει την ιστορία του Οδυσσέα στο σήμερα αναφερόμενος σε πραγματικές καταστάσεις της πραγματικής ζωής, κάτι που μπορεί με την κατάλληλη ανάγνωση να ολοκληρωθεί με επιτυχία, δεδομένης της διαχρονικότητας του έργου.
Το πρώτο κάδρο της ταινίας ομολογεί τόσο τον ρυθμό, όσο και τον τόνο της ταινίας. Ο αέρας, τα βράχια, η θάλασσα, όλα εκείνα τα στοιχεία που διαμορφώνουν το φυσικό περιβάλλον του χώρου, που διαδραματίζονται τα γεγονότα, ανήκουν στην ελληνική γη. Πράγματι, το φιλμ ανοίγει με τρόπο γνώριμο για τα δικά μας μάτια και μας θυμίζει, ότι η Οδύσσεια πέρα από κομμάτι της «Δυτικής» λογοτεχνίας, είναι προπαντός αναπόσπαστο μέρος της ελληνικής γραμματείας, και αν επρόκειτο να απεικονιστεί με κάποιον τρόπο, αυτό θα πρέπει να γίνει στο «σπίτι» της. Αυτός είναι και ο λόγος που η παραγωγή σέβεται την πρωταρχική της πηγή και μεταφέρεται στα νησιά του Ιονίου, όπως η Κέρκυρα, στην Πελοπόννησο, αλλά και στην Ιταλία.
Ο σκηνοθέτης επιθυμεί και κινηματογραφεί κλασικά, δίχως την χρήση ψηφιακών μέσων. Το φυσικό περιβάλλον και ορισμένα κατασκευασμένα σκηνικά συνθέτουν την εικόνα που θέλει να αναδείξει, με τους ηθοποιούς να επιχειρούν σε χωράφια, θάλασσα, δάση και βράχια. Ελάχιστες ταινίες μένουν πιστές στις πρώιμες απόπειρες κινηματογράφησης και σίγουρα δεν προέρχονται εξ’ Αμερικής .Όταν εισερχόμαστε σε εσωτερικό χώρο, διατηρείται μία «μινιμάλ» προσέγγιση, ας μη ξεχνάμε βρισκόμαστε στην «Εποχή του Χαλκού», και το φως προέρχεται συνήθως από φωτιά που τρεμοπαίζει. Οι σκηνές δράσης, όπου αυτές υφίστανται, απομακρύνονται από ηρωικά πλάνα, αλλά αρκούνται στον ελιγμό και την ταχύτητα του πολεμιστή και δε του βετεράνου. Είναι άμεσες, γρήγορες και κοφτές με τη βία να αποδίδεται δίχως στυλ και υπερβολή.
Μπροστά από τις κάμερες:
Στον πρωταγωνιστικό ρόλο, όπως προείπαμε έχουμε τον Ράλφ Φάινς, ο οποίος πραγματικά αφήνει το ράσο κατά μέρους από την ταινία «Κονκλάβιο» και μεταμορφώνεται σε μίαστοιχειωμένη εκδοχή του Οδυσσέα. Ο ηθοποιός εμφανίζεται τραυματισμένος τόσο στο σώμα, όσο και στην ψυχή. Ο Φάινς ερμηνεύει έναν νικημένο από τη ζωή νικητή του πολέμου. Το βάρος δίνεται στα μάτια, ιδίως όταν διηγείται «τα κατορθώματα» του, για τα οποία αισθάνεται πια ντροπή. Ο ρόλος είναι δραματικός και οι ισορροπίες ενισχύονται αφενός από το αρχικό γράψιμο, αφετέρου από την τελική ερμηνεία. Μία σκηνή όμως είναι ικανή για να τον αλλάξει τελείως, να τον κάνει να ασπαστεί πλήρως το παρελθόν του, και την ιδιότητα του ως μαχητής της ζωής, με τον πολυβραβευμένο ηθοποιό να αποτελεί την απόλυτή πλέον εικόνα του γνωστού ομηρικού ήρωα. Μέχρι χθες είχαμε ηθοποιούς όπως ο Κέρκ Ντάγκλας, ο Αρμάντ Ασσάντε, ο Σόν Μπίν (τον οποίο θα θέλαμε πολύ να δούμε να συνεχίζει τον ρόλο του μετά από την ταινία «Τροία»), σήμερα έχουμε και τον Ράλφ Φάινς!
Συμπρωταγωνίστρια του είναι η πάντοτε ακαταμάχητη και κλασάτη Ζιλιέτ Μπινός. Μία συνεργασία, που μετράει από το 1992 αρχικά με την ταινία «Ανεμοδαρμένα Ύψη» (Wuthering Heights) και έπειτα τον «Άγγλο Ασθενή» (English Patient, 1996) του Άντονι Μιγκέλα. Η ηθοποιός φέρνει επί της οθόνης την εικόνα και την υπόσταση της «Πηνελόπης», όπως ακριβώς την έχουμε φανταστεί όλα αυτά τα χρόνια. Είναι δυναμική, αλλά η ισχύ της δεν πηγάζει μήτε από τη θέση της, μήτε από τη σωματική της διάπλαση, αλλά από την επιμονή της στην απόφαση που διακρίνει το ήθος της. Με την ταινία να προχωράει προοδευτικά, βλέπουμε με ποιον τρόπο σφίγγει ο κλοιός γύρω της με την ίδια να αδυνατεί να στηρίξει πλέον τη θέση της. Λυγίζει και «σπάει», με την Μπινός να επικοινωνεί την απελπισία της με τον πιο άριστο και ταιριαστό τρόπο. Η χημεία της με τον Φάινς εκπέμπει στην ίδια ακριβώς συχνότητα, όπως άλλωστε ορίζεται και η σχέση συνεργασίας ανάμεσα στους δύο ηθοποιούς. Η συνάντηση τους έχει τον χρόνο που απαιτείται και παραπάνω, παρά το γεγονός ότι σε εκείνο το σημείο θα ταίριαζε να πέσουν οι τίτλοι τέλους. Ο Παζολίνι δεν αφήνει την ευκαιρία να χαθεί ή να μεταφερθεί δίχως λόγια.
Το καστ συμπληρώνεται από τους Τσάρλι Πλάμερ στον ρόλο του «Τηλέμαχου» και τον Μαρβάν Κενζάρι στον ρόλο του «Αντίνοου». Σε αυτούς τους δύο χαρακτήρες ο σκηνοθέτης παρουσιάζει μία διαφορετική εικόνα, από αυτή που έχουμε συνηθίσει. Ο χαρακτήρας του Τηλέμαχου συγκεκριμένα έχει μία πορεία άρνησης εντός της ταινίας. Δε διαθέτει την αναμενόμενη και αντίστοιχη δυναμική, ενώ κινείται από τον ίδιο του τον εκνευρισμό. Ο χαρακτήρας του Αντίνοου από την άλλη, αν και στις ραψωδίες φαίνεται να είναι ηγετική φιγούρα στο στρατόπεδο των μνηστήρων, ο απόλυτος ανταγωνιστής, μέσα στην ταινία ακολουθεί διαφορετική πορεία, σε βαθμό τραγική. Ενδεχομένως στην αρχή να είχε τα ίδια κίνητρα, όπως οι υπόλοιποι, αλλά με τα χρόνια ανέπτυξε αληθινά συναισθήματα και αυτά είναι που τον κινούν.
Καταλυτικός Επίλογος:
Η ταινία διέθετε περιορισμένα οικονομικά κεφάλαια και ως εκ τούτου και διανομή. Μονάχα, εκείνοι που έχουν περιέργεια θα αναζητήσουν αυτή την ταινία και σε αυτούς ακριβώς απευθύνει κάλεσμα. Ο Ουμπέρτο Παζολίνι δήλωσε πως του πήρε περισσότερα χρόνια να γυρίσει αυτή την ταινία από τον Οδυσσέα να επιστρέψει σπίτι του. Αυτό σημαίνει ότι πρόκειται για έργο ζωής και καταφέρνει να μεταφέρει το όραμα του όσο το δυνατόν καλύτερα. Αυτή η ταινία μας διδάσκει πως αν μπορούν οι Ιταλοί, τότε μπορούμε και εμείς. Διαθέτουμε τα μέρη, το ταλέντο μπροστά και πίσω από τις κάμερες και όπως όλα δείχνουν, δεν απαιτούνται τα εκατομμύρια που ρίχνει το Χόλυγουντ. Είμαστε όμως έτοιμοι να αγκαλιάσουμε την κληρονομιά μας κινηματογραφικά;
Θα έβαζα με γενναιότητα 7,5/10 για αυτή την ενδιαφέρουσα εκδοχή μέρους της Οδύσσειας.
Διάρκεια: 1 ώρα και 56 λεπτά
Είδος: Ιστορικό δράμα
Σκηνοθεσία: Ουμπέρτο Παζολίνι
Πρωταγωνιστές: Ράλφ Φάινς, Ζιλιέτ Μπινός, Τσάρλι Πλάμερ, Μαρβάν Κενζάρι.