Tο αξέχαστο Δαμάζοντας τα κύματα του Λαρς φον Τρίερ, την Τετάρτη 20 Νοεμβρίου, στην αίθουσα Σταύρος Τορνές (Αποθήκη 1, Λιμάνι Θεσσαλονίκης).
Μία από τις σπουδαιότερες ταινίες των 90s (στο προσωπικό top-10 της δεκαετίας τόσο του Μάρτιν Σκορσέζε όσο και του θρυλικού κριτικού κινηματογράφου Ρότζερ Ίμπερτ), το Δαμάζοντας τα κύματα απέσπασε το Μέγα Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής στις Κάννες και διέπρεψε στα Ευρωπαϊκά Βραβεία Κινηματογράφου.
Επιπλέον, εδραίωσε τη θέση του Λαρς φον Τρίερ στο σκηνοθετικό πάνθεον της εποχής, εκτοξεύοντας παράλληλα την καριέρα της πρωτοεμφανιζόμενης Έμιλι Γουότσον, η οποία βρέθηκε προτεινόμενη για Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου ως δίκαιη αναγνώριση μιας αληθινά γενναίας ερμηνείας.
Σχεδόν σε αρμονία με τις συναρπαστικές και γοητευτικές αντιφάσεις του δημιουργού της, η ταινία ισορροπεί θαυμαστά ανάμεσα στο σινεμά ευρείας απήχησης και τον ανεξάρτητο-πειραματικό κινηματογράφο. Η πρώτη ταινία του Λαρς φον Τρίερ μετά τη διακήρυξη του μανιφέστο «Δόγμα ’95», το Δαμάζοντας τα κύματα είναι ολοφάνερα επηρεασμένο από τους κανόνες που είχαν διατυπωθεί στον περίφημο «Όρκο Αγνότητας», αλλά συγχρόνως δεν διστάζει στιγμή να τους παραβιάσει, χρησιμοποιώντας για παράδειγμα κατασκευασμένα σκηνικά, μη-διηγητική μουσική και CGI εφέ.
Χωρισμένο σε επτά ευκρινή κεφάλαια, το καθένα από τα οποία συνοδεύεται από ένα διάσημο ροκ τραγούδι των 70s, το Δαμάζοντας τα κύματα συνυφαίνει τον τραχύ ρεαλισμό και τον υπερβατικό λυρισμό, σε μια ανορθόδοξη και ριζοσπαστική θρησκευτική παραβολή όπου τα θαύματα είναι αποκλειστικά και μόνο ανθρωποκεντρικά. Ταυτίζοντας την ερωτική-σαρκική επιθυμία με τη δίψα για ζωή (και αποτίνοντας έναν πλάγιο φόρο τιμής στην κοσμογονική δύναμη του storytelling), ο Λαρς φον Τρίερ μάς αναγκάζει να έρθουμε αντιμέτωποι με τις πιο ανομολόγητες και απωθημένες σκέψεις και διαπιστώσεις. Οπτικά εκθαμβωτικό, κυρίως χάρη στη φωτογραφία του Ρόμπι Μίλερ που προσδίδει μεταφυσική χροιά στο απόκοσμο σκωτσέζικο τοπίο, το Δαμάζοντας τα κύματα εξακολουθεί να ρίχνει, σχεδόν 30 χρόνια μετά την κυκλοφορία του, μια ριψοκίνδυνη ματιά στην άγρια περιπέτεια της ανθρώπινης συνθήκης.
Ύστερα από την πρώτη τριλογία του με όνομα Europe Trilogy, ο Lars Von Trier επιστρέφει με μια δεύτερη με όνομα Golden Heart Trilogy, μια τριλογία στην οποία παρουσιάζει τα «θύματα» του να διατηρούν την αγνότητα της ψυχής παρά τις βίαιες και αποτρόπαιες συνθήκες που βιώνουν. Το Breaking the Waves είναι η πρώτη ταινία της τριλογίας- «επανάστασης» που φτιάχτηκε με διάθεση να αποδομήσει τις κυρίαρχες νόρμες του κινηματογράφου αλλά και να πλήξει αξίες επαναπροσδιορίζοντας τες.
Η ταινία είναι ριζοσπαστική τόσο σε μορφή όσο και περιεχόμενο. Με την εφεύρεση του «Δόγματος 95» σε συνεργασία με τον Thomas Vinterberg, εισάγουν ένα νέο είδος κινηματογράφησης, ισοπεδώνοντας τα παραδοσιακά πρότυπα, την αυστηρότητα των δομών, δίνοντας νέα αίσθηση των αντικειμένων ενισχύοντας την «άμεση εμπειρία» μέσα από την όσο δυνατόν περισσότερη διατήρηση της φυσικότητας των αντικειμένων και της αντίληψης. Η κάμερα στο χέρι, οι φυσικοί φωτισμοί, η επιλογή των χώρων λήψης και η αυστηρότητα στο να διατηρηθούν αυτούσιοι δίχως παρέμβαση του σκηνοθέτη καθώς επίσης και η απουσία μουσικής και ηχητικών εφέ παρά μόνον αν πρόκειται για φυσικούς ήχους, είναι κάποια από τα χαρακτηριστικά του κινήματος και υιοθετούνται στο Breaking the Waves, ωστόσο όχι με αυστηρότητα, ώστε τελικά η πρώτη περισσότερο γνήσια δογματική ταινία είναι το “The Idiots” του 1998.
Το Breaking the Waves είναι η ιστορία της Bess McNeil η οποία παντρεύεται παρά την αποδοκιμασία της κοινωνίας και της Καλβινικής εκκλησίας, τον Jan που εργάζεται σε μια εξέδρα άντλησης πετρελαίου. Η Bess επισκέπτεται συχνά της εκκλησία συνομιλώντας με τον Θεό, τον οποίο έχει ισχυρά εσωτερικεύσει ώστε τον ακούει να της μιλάει μέσα από την δική της φωνή. Η Bess δυσκολεύεται να ζήσει μακριά από τον Jan όταν αυτός λείπει δουλεύοντας στην πλατφόρμα πετρελαίου. Καθώς οι δυο ερωτευμένοι διατηρούν μια τηλεφωνική σχέση το πάθος μεγαλώνει, ώσπου ο Jan παθαίνει ένα ατύχημα και μένει παράλυτος. Ο Jan επιστρέφει και η Bess σοκαρισμένη ενοχοποιεί τον εαυτό της για το ατύχημα του άντρα της, κατηγορώντας την ίδια για τις προσευχές της με τις οποίες πιστεύει πως κατάφερε να τον φέρει κοντά της προκαλώντας αυτό το απαίσιο ατύχημα. Ο Jan όντας πλέον παράλυτος συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να ικανοποιήσει την γυναίκα του και την προτρέπει να αναζητήσει έναν ερωτικό σύντροφο και να του διηγείται ύστερα τις εμπειρίες της. Η Bess παρά την άρνηση και απροθυμία της να βρει κάποιον άλλον στην θέση του Jan, ερμηνεύει την δράση αυτή ως θέλημα Θεού προκειμένου να κρατήσει τον άντρα της ζωντανό.
Η ταινία είναι μια σύγχυση μεταξύ του καλού και του κακού, ένας ύμνος για την αγάπη και την αυτοθυσία, μια βίαιη σκιαγράφηση της κοινωνίας και των «οργάνων» της που υποτάσσουν εκβιαστικά με τον τρόμο της τιμωρίας. Ο Θεός της Bess δεν είναι άλλος από την ίδια την ενοχή της, που τιμωρεί και επιβάλλει να επανορθώσεις με κάθε τίμημα και κόστος. Τα στιγμιότυπα της εξομολόγησης της Bess απέναντι στον Θεό είναι άκρως συγκλονιστικά ακριβώς επειδή βλέπουμε έναν άνθρωπο να μιλάει με τον ενοχικό εαυτό του, έναν εαυτό στον οποίο αντικατοπτρίζεται η κοινωνία του κακού που επικαλείται το καλό, έναν άνθρωπο να λογοδοτεί για τις πράξεις και τις προθέσεις του απέναντι στον «τιμωρό» του. Η Bess είναι ένας χαρακτήρας σε σύγχυση, δέσμια της θρησκευτικότητας της και της αγάπης της για τον Jan την οποία ακόμα κι εδώ χρειάζεται κάποιος να της υπαγορεύσει πώς να διαχειριστεί. Η Bess επιπλέον μοιάζει με ένα μικρό παιδί που ξεκινά να εξερευνεί τον κόσμο, αμφιταλαντεύεται μεταξύ του «τι είμαι» και του «τι προσδοκούν οι άλλοι να είμαι» και όταν αποτυγχάνει πνίγεται τόσο στην ενοχή της που αυτοτιμωρείται επινοώντας νέες σχέσεις για τον κόσμο (π.χ. η σκέψη πως το αίτημα του άντρα της είναι θέλημα Θεού) προκειμένου να τον ερμηνεύσει .
Το κομβικό στοιχείο στην ταινία είναι η αποδόμηση της καθιερωμένης έννοιας του καλού στην μοντέρνα κοινωνία και οι προεκτάσεις της. Η Bess είναι καλή αλλά όχι απαραίτητα, αντιστοίχως και για τον αυστηρό κοινωνικό της περίγυρο. Οι καλές προθέσεις της ηρωίδας αποδείχθηκαν μοιραίες την στιγμή που η φωνή της κοινωνίας όσο εξουσιαστική κι αν είναι, θα μπορούσε να την είχε προστατεύσει. Στο Breaking the Waves το καλό και το κακό είναι υπόθεση αέναης πάλης, όμως πέρα από αυτό βλέπουμε πως η αγάπη της Bess παρόλο που καθοδηγούταν από τις κυρίαρχες αξίες της συντηρητικής εκκλησίας, είναι η ίδια που με την δύναμη της τις διέλυσε. Η ίδια αγάπη για τον άντρα της, τη λύτρωσε και μετά τη σκότωσε.
Δαμάζοντας τα κύματα / Breaking the Waves
(Δανία-Σουηδία-Γαλλία-Ολλανδία-Νορβηγία-Ισλανδία-Ηνωμένο Βασίλειο-Φινλανδία-Ιταλία-ΗΠΑ-Βέλγιο-Γερμανία, 1996)
Σκηνοθεσία: Λαρς φον Τρίερ / Lars von Trier. Σενάριο: Lars von Trier, Peter Asmussen, David Pirie. Με τους: Emily Watson, Stellan Skarsgård, Katrin Cartlidge, Jean-Marc Barr. Γλώσσα: Αγγλικά. Έγχρωμη, 159΄.
Χωρίς καλλωπισμούς και δικλείδες ασφαλείας, ο μέγιστος προβοκάτορας Λαρς Φον Τρίερ υφαίνει μια -άβολη μα τόσο αληθινή- σπουδή στην αρχέγονη δύναμη του έρωτα και της σαρκικής επιθυμίας. Ένα εμβυθιστικό δοκίμιο για τις εμμονές που σιγοτρώνε το ανθρώπινο μυαλό, αλλά και για την αιώνια σιωπή του Θεού μπροστά στο δράμα του ανθρώπου.
Δείτε το τρέιλερ: https://www.youtube.com/watch?v=oWcmc3W36Xs