«Εικόνων Λέξεις»
– Κάθε Κυριακή στο Kulturosupa.gr
.
.
Μια ιστορία του σκηνοθέτη και ηθοποιού Σταύρου Παρχαρίδη* εμπνευσμένη από μια φωτογραφία που απέστειλε η εικαστικός Μαρία Κομπατσιάρη και ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις της στήλης «Εικόνων Λέξεις» (για συμμετοχή, δείτε παρακάτω).
.
Επεισόδιο δέκατο τέταρτο: «Μινώταυρος»
.
Ακούμπησε το τρομαγμένο της πρόσωπο εξαντλημένη, στον βραχόκτιστο, γεμάτο υγρασία, τοίχο. Η μυρουδιά της μούχλας τρυπούσε τα ρουθούνια της και την ζάλιζε. Η ανάσα της ακουγόταν βαριά και κοφτή. Είχε κάνει κάθε προσπάθεια να βρει την πολυπόθητη ελευθερία, μα όποιον διάδρομο και να ακολουθούσε, την οδηγούσε σε αδιέξοδο. Γύριζε πίσω, άλλαζε κατεύθυνση αλλά δεν μπορούσε ούτε να βγει, ούτε να βρεθεί εκεί που μπήκε. Το μόνο πράγμα που συνόδευε την απελπισία της ήταν ένας απόκοσμος βρυχηθμός που τον άκουγε όλο και πιο δυνατά. Είχε ακούσει τόσα για τον λαβύρινθο και το τέρας που έκρυβε στα σπλάχνα του. Τώρα ήρθε η ώρα να ανταμώσει τον βάναυσο υπηρέτη ενός βασιλιά, που δεν σέβονταν ούτε τη ζωή ούτε τη νιότη. Ενός βασιλιά που κυβερνούσε προβάλλοντας τον τρόμο των εχθρών του στους υπηκόους του, εξασφαλίζοντας έτσι τον φόβο των υπηκόων του προς το ανελέητο πρόσωπο του.
Ο βασιλιάς του έβαλε το ξίφος στο χέρι, του είπε πως δεν είναι δούλος όπως ο εχθρός του, αλλά ήρωας. Πως είναι γεννημένος για να ζει στο φως και όχι στο μισοσκόταδο όπως ο αντίπαλός του. Του είπε όσα έπρεπε να ακούσει και όχι όσα έπρεπε να ξέρει. Του έδωσε ότι χρειαζόταν για να φτάσει εκεί που έπρεπε να δώσει την τελική μάχη, να αντιμετωπίσει και να λύσει ένα πρόβλημα που η αντιπαλότητα βασιλιάδων δημιούργησε.

Και ο ήρωας όταν ήρθε η στιγμή έκανε αυτό που του έμαθαν να κάνει. Και σκεφτόταν αυτά που του έμαθαν να σκέπτεται.
«Δεν υπηρετείς μόνο τον βασιλιά σου, υπηρετείς την πατρίδα σου». Αυτή η σκέψη ήταν που έδωσε δύναμη στο χέρι, που κρατούσε το σπαθί με την χρυσοκέντητη λαβή. Στην συνέχεια το κατέβασε με ορμή τρυπώντας το γιγάντιο κορμί του μεγαλύτερου εχθρού του. Το τελευταίο που είδε ήταν ένα ανεξήγητο για μελλοθάνατο, χαμόγελο στο πρόσωπο του μεγαλύτερου εχθρού της πατρίδας και του βασιλιά του… τον Μινώταυρο.
Χτυπημένος από την ορμή και το ταλέντο του ήρωα στην μάχη, ο Μινώταυρος περπάτησε παραπατώντας μέχρι το μοναδικό σημείο που ο ήλιος φώτιζε τον λαβύρινθο. Εκεί είχε έναν μεγάλο κορμό που έμοιαζε με τραπέζι και στο πλάι του αριστερά και δεξιά, άλλους δύο μικρότερους, που έμοιαζαν με καρέκλες. Ο Μινώταυρος κάθισε σε αυτόν που ο ήλιος φώτιζε περισσότερο. Ήξερε πως αυτές είναι οι τελευταίες του ανάσες και ήθελε να τις ζήσει κάτω από το φως του ήλιου. Ο ήρωας που τον ακολούθησε αποφασισμένος να ολοκληρώσει το έργο του στάθηκε, αποκαμωμένος αν και νικητής, στον άλλο κορμό απέναντι. Ο εχθρός σήκωσε ένα μικρό ασκί με κρασί ήπιε πρώτα αυτός και μετά πρόσφερε στον «φιλοξενούμενό» του. Εκείνος ήπιε καχύποπτα.
«Τι είναι εδώ» είπε.
«Το μοναδικό σημείο με φως , το λέω η τράπεζα της συγχωρήσεως» απάντησε ο μελλοθάνατος και ήπιε μια γουλιά ακόμη από το ασκί. «Εδώ στάθηκαν όλοι όσοι ο φόβος τους νίκησε και όχι εγώ. Τους ζήτησα να πιούν μαζί μου και να με συγχωρήσουν για όλα όσα υπέφεραν, τους εξήγησα πως δεν είμαι τίποτα παραπάνω από ένας υπηρέτης που κάνει αυτά που του έμαθαν, να υπηρετεί τον βασιλιά του. Ύστερα τους άφηνα να φύγουν κανείς δεν τα κατάφερε να βρει την έξοδο για την ζωή, τους σκότωνε ο λαβύρινθος του φόβου τους, αυτός, η πείνα και η δίψα.»
«Μέχρι να φτάσω σε σένα , είδα στοίβες από κόκαλα νεκρών»
«Είδες ότι έπρεπε να δεις. Όσο περισσότερη φρίκη δει αυτός που γλιτώνει, τόσο ευκολότερα υποτάσσεται σε αυτόν που σπέρνει την φρίκη. Η πραγματική φρίκη δεν ζει απαραίτητα στην μούχλα και το σκοτάδι που οι τοίχοι δημιουργούν, αλλά έξω εκεί που ο καθαρός αέρας και το φως περισσεύει ,για τα σκοτεινά μυαλά που σοφίζονται απροσπέλαστους λαβύρινθους ώστε να μην μπορεί κανείς να ξεφύγει. Εκτός εάν εκείνοι διαλέξουν να ξεφύγεις, δίνοντάς σου τον μίτο.»
«Αφού ξέρεις, γιατί τους υπηρετείς;»
«Εσύ γιατί τους υπηρετείς; »
«Είσαι ο εχθρός μου. Είσαι ο Μινώταυρος».
«Μα οι «μινώταυροι» δεν τελειώνουν ποτέ και ξέρεις γιατί; Γιατί δεν ζουν μόνοι σε λαβύρινθους. Αλλά σε παλάτια. Έχουν δούλους και ήρωες που τους υπηρετούν. Έχουν συζύγους, ερωμένες και παλλακίδες να τους ευχαριστούν. Τρώνε όταν οι άλλοι πεινάνε. Πίνουν κρασί όταν τα πηγάδια στερεύουν. Προφασίζονται τους θεούς, τους νόμους, την δίψα για δικαιοσύνη, αλλά μόνο τα δικά τους πιθάρια είναι γεμάτα. Τα δικά τους άλογα, ξεκούραστα τρέχουν ελεύθερα στα λιβάδια, ενώ των άλλων οργώνουν ιδρωμένα, κατάκοπα την γη. Μοιράζουν όποτε θέλουν, όσα θέλουν και άμα θέλουν. Σου στεφανώνουν το κεφάλι με «κλάδο ελαίας» ενώ το δικό τους με χρυσά δαφνοστέφανα. Σου δίνουν σκήπτρο αλλά αυτοί εξουσιάζουν. Σου δίνουν ξίφος χρυσοκέντητο στην λαβή και σε βάζουν με αίμα να το λερώσεις, ενώ το δικό τους γαλήνιο σε ύπνο μακάριο μέσα στο θηκάρι του έχει πέσει. Με τον λόγο τους και την υπεροπτική τους γνώμη αυτοί σκοτώνουν, χωρίς σταγόνα αίμα να φαίνεται πως πέφτει, πως λερώνει το λευκό μαρμάρινο πάτωμα της ασυδοσίας τους.

Δεν σου μιλούν με λόγια, αλλά με υποσχέσεις. Δεν σε οδηγούν στο αιώνιο φως των θεών, αλλά στο σκοτάδι των δικών τους δαιμόνων. Σε βαφτίζουν ήρωα όταν τους βολεύει και σε κάνουν γελωτοποιό της μαύρης τους κωμωδίας, αν όχι. Γελούν όταν τα καταφέρνεις και σε μισούν σαν αποτύχεις. Με γιορτές και λευκά πανιά στα κατάρτια σε επευφημούν σαν γυρίσεις νικητής, μα σαν όχι, εξόριστος ζεις κι ας είσαι εντός των τειχών. Δεν σε διώχνουν όχι από σεβασμό για τον αγώνα σου, αλλά από τον φόβο πως δεν θα βρουν καλύτερο να ρίξουν απέναντι στον κάθε ‘’μινώταυρο’’ που ξεμυτίζει για να υπηρετήσει έναν αντίστοιχα άθλιο βασιλιά. Και όταν χαθείς από τον εχθρό, παιάνες γράφουν για τους άθλους σου και τον ηρωικό σου θάνατο, ξεχνώντας ή καλύτερα κρύβοντας πως αυτοί σε έστειλαν να πεθάνεις απλά για να γίνουν οι ίδιοι πιο δυνατοί. Στα καπηλειά και στα στάδια βάρδοι τραγούδια λένε για να αρματώνουν την φαντασία και την θέληση άλλων πρόθυμων μυαλών να γίνουν «ήρωες» ή «μινώταυροι» και να τους υπηρετούν. Τόλμησε και πες ότι δεν υπηρετείς έναν τέτοιο βασιλιά και θα είσαι το επόμενο θύμα της χειρότερης αλαζονείας και αυταπάτης, αυτή της πλανεμένης πίστης στην πατρίδα, στον βασιλιά σου. Δεν είσαι ήρωας όταν πολεμάς για ανάξιο βασιλιά που βολεμένος στην θαλπωρή του θρόνου σε στέλνει να αφανίσεις γονείς και να ορφανέψεις παιδιά. Είσαι μινώταυρος και κάτι χειρότερο από αυτό, είσαι άβουλος μαχητής ψεύτικων ιδανικών.
Τώρα μπορείς να με ξεκάνεις. Έχω κερδίσει επάξια τους ψεύτικους τίτλους τιμής που θα μου απονείμουν και ίσως κάποτε ένα παιδί σταθεί μπροστά στο επιχρυσωμένο μου κρανίο, που φρέσκα άνθη το στολίζουν καταπράσινα τώρα ,μα σε λίγο νεκρά και αυτά. Ίσως τότε, καταλάβει την πλάνη και αρνηθεί «Μινώταυρος» να γίνει. Ίσως αρνηθεί να γίνει «ήρωας» . Ίσως καταλάβει πως το χρυσό κρανίο δεν είναι «τιμή» αλλά η μαρτυρία ενός που έφυγε από το φως τόσο νωρίς, που δεν πρόλαβε εγγόνια να δει, ούτε καν παιδιά. Ίσως καταλάβει πως το ξίφος που φαύλους υπηρέτει, άδικο και ανέντιμο θάνατο σπέρνει. Ίσως καταλάβει πως το «ξίφος» του θα πρέπει να σκορπά ζωή. Σεβασμό να δείχνει σε όποιον την δική του ανάγκη έχει. Όταν κόβει ψωμί, να το κάνει για να το μοιράσει. Όταν τη γη βαθιά χαράζει αυλάκι να κάνει, ο σπόρος του θα σκεπαστεί και σαν έρθει η στιγμή, βλαστός θα γίνει , που τροφή σε πεινασμένους θα δώσει. Την ασθένεια να θεραπεύσει. Στην χέρσα και άνυδρη γη σαν καρφωθεί, νερό καθάριο θα αναβλύσει, τον ταξιδιώτη ξεδιψώντας και όχι αίμα και μολυσμένη από το πάθος για εξουσία και δύναμη, πληγή να ανοίγει.

Τι κι αν γυρίσεις ήρωας στην πατρίδα σου, τώρα ξέρεις πως λευκό πανί στο κατάρτι δεν σου αρμόζει. Ακόμη και το μαύρο προσβάλει τους ανέμους που το φουσκώνουν για να γυρίσει πίσω ένας ήρωας που ξέρει μέσα του πως άθλιο βασιλιά υπηρετεί.
Αν πάλι ποτέ τα καταφέρεις , γίνε βασιλιάς που με το άροτρο τον λαό του ταΐζει και κυβερνά και όχι με το ξίφος και τότε θα χαρώ και με τιμή από χέρι άξιου θα πω, στους θεούς, πως έπεσα. Εκτός αν και οι θεοί φαύλοι και ανάξιοι είναι και θέλουν και εκείνοι αντίστοιχους με την δικιά τους ύβρη βασιλιάδες. Εσύ όμως θα έχεις κάνει αυτό που υποχρεούσαι, σε γη, ανθρώπους, και στο απέραντο σύμπαν της ψυχής σου. Άσε λοιπόν τους παιάνες για σένα παιδιά να γράψουν και όχι βάρδοι πληρωμένοι να λεν την αλήθεια έτσι όπως ο αφέντης τους την ορμηνεύει.
Μην πεις τώρα που γνωρίζεις, πως δεν ήξερες. Γιατί διπλά άθλιος θα είσαι και σε θεούς και σε ανθρώπους. ‘’Δεν υπηρετείς μόνο τον βασιλιά σου αλλά και την πατρίδα σου’’. Έτσι δεν σου είπαν; Έτσι δεν είπαν και σε μένα; Έτσι δεν λένε σε όλους;

Τώρα άσε με να συλλογιστώ λίγο από τα αθώα παιδικά μου χρόνια. Τότε που πρόγονός μου με έβαλε να σταθώ μπρος στο επιχρυσωμένο κρανίο προγόνου μου. Τότε που για πρώτη φορά εξαπατήθηκα και δέχτηκα μέσα μου, στον λαβύρινθο του λάθους να κλειστώ και από εκεί να υπηρετώ ανάξιο βασιλιά. Εσύ όμως έχεις μια ευκαιρία ψάξε μέσα στον «λαβύρινθο» του μυαλού σου. Αποφάσισε ποιο πανί θα φυσήξουν ούριοι άνεμοι και θα φτάσουν το σκαρί σου σε αγαπημένο λιμάνι.
Φύγε, ο μίτος που άπλωσες μόνο πίσω θα σε γυρίσει. Αν θέλεις όμως, πραγματικά να επιστέψεις, ελεύθερος και αληθινόςήρωας, γκρέμισε τους τοίχους του λαβύρινθου και ζήσε πραγματικά ελεύθερος σαν άνθρωπος και όχι ήρωας. Γιατί όσο λαβύρινθος θα υπάρχει θα υποφέρουν ‘’ήρωες’’ και ‘’Μινώταυροι’’ Όσο για μένα, πες πως δείλιασα αν κατάλαβες κάτι από όσα είπα πες σε όλους πως έπεσα δειλός και γω θα σε ευγνωμονώ».
Έβαλε τον νικητή να του το υποσχεθεί. Εκείνος το έκαμε.
Ήπιε μια τελευταία φορά. Ευτυχισμένος που το κρανίο του θα ταφεί άδοξα μιας και δεν τα κατάφερε. Περήφανος που δεν θα επιχρυσωθεί, δεν θα γίνει παγίδα για νέους φιλόδοξους «Μινώταυρους». Αγριολούλουδα θα στολίσουν και θα τιμήσουν τον άγνωστό τάφο. Ξεψύχησε.
Ο ήρωας άφησε μαύρα τα πανιά στους ανέμους να φουσκώνουν. Πίσω του δεν είχε κατακαθίσει η σκόνη από τα συντρίμμια του λαβύρινθου. Πένθος είχε μέσα του, παρά την νίκη του. Νερό της θάλασσας ήπιε και όχι κρασί όπως οι άλλοι για να γιορτάσει. Τώρα ήξερε και έπρεπε να αποφασίσει.
Κοίταξε γαλήνια τον ορίζοντα, πέταξε το ματωμένο του ξίφος στα ήρεμα κύματα. Έκανε σπονδή στην ‘’αλήθεια’’, με καθάριο νερό, από πήλινη και όχι χρυσή κούπα . Τίμησε τον εχθρό του.
Αποφάσισε.
ΣΤΑΥΡΟΣ ΠΑΡΧΑΡΙΔΗΣ (21-3-2021)
Μαρία Κομπατσιάρη σε ευχαριστώ για την φωτογραφία και την εμπιστοσύνη.
(Γράφτηκε στο θέατρο ΜΑΙΩΤΡΟΝ Αθηνάς 21 στην Θεσσαλονίκη)

—
«Εικόνων Λέξεις»:Η εβδομαδιαία (κάθε Κυριακή) στήλη του Kulturosupa.gr και Σταύρου Παρχαρίδη προκαλεί και προσκαλεί καλλιτέχνες & αναγνώστες.

.
Απαθανατίστε στέλνοντας μας μια ή περισσότερες εικόνες και με αφορμή την φωτογραφία σας θα γραφτεί μια ιστορία στην “Κ” από τον Σταύρο Παρχαρίδη που αργότερα θα εκδοθεί σε ένα βιβλίο, έτσι οι «κρυφές ιστορίες αδάμαστων εικόνων» θα γίνουν ο σιωπηλός μάρτυς των λέξεων που κρύβουν οι εικόνες. Δείτε σχετικά εδώ.
*Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος άρθρου, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη.
Φωτογραφικό υλικό