Συνεντεύξεις συγγραφέων στην «Κ» 2021/22
Είναι συγγραφέας και υπεύθυνος εκδόσεων της Άνεμος Εκδοτική. Σπούδασε υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Βασίλη Ρίτσου. Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά και επώνυμες ιστοσελίδες. Είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών.
Το τελευταίο του βιβλίο έχει τίτλο «Χτύπα το φίδι στο κεφάλι».
Σε μια εφ΄ όλης της ύλης συνέντευξη ο αγαπημένος στο κοινό συγγραφέας Γιάννης Φιλιππίδης μιλά για όλα στην Μαρία Διαμαντοπούλου για την Κουλτουρόσουπα.
1. Σήμερα ο μέσος Έλληνας δοκιμάζεται ποικιλοτρόπως. Πιστεύετε ότι η Τέχνη και ειδικότερα η λογοτεχνία μπορεί να βοηθήσει;
Η λογοτεχνία είναι από τις ελάχιστες τέχνες που μπορεί να βοηθήσει πραγματικά τον Έλληνα, που αλίμονο δεν δείχνει να την προτιμά ως μέσο αγωγής της ψυχής του. Ο γραπτός λόγος δίνει το πλεονέκτημα να ξεφύγει κανείς από τα προβλήματά του, αφημένος σε μια μυθοπλασία που μπορεί να φαντάζει ξένη προς εκείνον, του δίνει ωστόσο την ευκαιρία μέσα από τα συναισθήματα των ηρώων της, να ξεφύγει από τα δικά του καθημερινά προβλήματα. Διεγείρει τη φαντασία του, δεν αποσπά την προσοχή του με εικόνα ή μουσική, ενεργοποιεί το θυμικό του και το αποτέλεσμα είναι ευεργετικό.
2. Ο συγγραφέας είναι ένας πνευματικός άνθρωπος της εποχής του. Ποιος θα έπρεπε να είναι ο ρόλος ενός συγγραφέα στα σημερινά χρόνια;
Είναι καθήκον κι υποχρέωση κάθε συγγραφέα που σέβεται τον εαυτό του και τα έργα του, να καταφέρνει να πιάσει από το χέρι τον αναγνώστη, διεγείροντας την προσοχή του, να τον αφυπνίσει, να τον επιστρέψει στη ζωή καλύτερο μετά από το κλείσιμο ενός βιβλίου. Μόνο τότε επιτελεί στο ακέραιο τον λόγο της ύπαρξής του.
3. Στην εποχή μας ένας συγγραφέας μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για τους νέους; Αν ναι, πώς μπορεί να γίνει αυτό;
Τις τελευταίες δεκαετίες, όλο και λιγότεροι νέοι/ες καταφεύγουν στην ευεργετική συνήθεια της βιβλιανάγνωσης. Η κακή χρήση του διαδικτύου και η επιλογή άλλων μορφών ψυχαγωγίας όπως ο κινηματογράφος κι ακόμα χειρότερα η τηλεόραση, τον απομακρύνουν από το διάβασμα. Ωστόσο, υπάρχουν και νέα παιδιά, που ’χουν το διάβασμα στις τακτικές τους συνήθειες. Σ’ αυτούς, ο συγγραφέας μπορεί να περάσει τις ιδέες του για τον κόσμο, να τους βοηθήσει με τη δική του φαντασία κι εμπειρία, να μη ξεχάσουν να σκέφτονται, να ονειρεύονται εποικοδομητικά και να κάνουν πράξη τα δικά τους «θέλω».
4. Η λογοτεχνία λειτουργεί ως πομπός αντιλήψεων και ηθικών αξιών. Ποια είναι η άποψή σας;
Έτσι πραγματικά συμβαίνει κι έτσι θα ’πρεπε να συμβαίνει, με την προϋπόθεση ότι ο εκάστοτε συγγραφέας οφείλει να στέκεται διάφανος και αληθινός απέναντι στα συναισθήματα και το μύθο που αναπτύσσει. Το προσδιορίζω, επειδή υπάρχουν συγγραφείς που ελάχιστα νοιάζονται για το αποτέλεσμα της δουλειάς τους, αξιοποιώντας χιλιοειπωμένα κλισέ ή άρρωστα πρότυπα για την ψυχή ενός αναγνώστη, στοιχεία τέτοια, που αλίμονο αλλά σε κάποιους αρέσουν. Διαβάζοντας τέτοια αναγνώσματα όμως, κάποιοι θ’ απογοητευθούν. Κι αυτό είναι το χειρότερο γιατί θα νομίσουν πως έτσι είναι γραμμένα όλα τα βιβλία που κυκλοφορούν. Και δεν είναι καθόλου αληθές αυτό.
5. Στην εποχή της τεχνολογίας, που όλοι χρησιμοποιούν τους υπολογιστές και ειδικά οι νέοι έχουν απομακρυνθεί από το βιβλίο, πώς θα μπορούσε η λογοτεχνία να ξανακερδίσει το χαμένο έδαφος;
Τα νεότερα παιδιά έχουν δυστυχώς εκπαιδευτεί από τα Μ.Μ.Ε. να προτιμούν μορφές ψυχαγωγίας όπως οι ψηφιακές πλατφόρμες ψυχαγωγίας που περιέχουν άπειρο υλικό από ταινίες και σειρές, συχνά επίσης καταφεύγουν στην καταχρηστική χρήση υπολογιστών και κολλούν σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εκεί όπου το χάζι και η άφθονη σαχλαμάρα, τους κάνει να αισθάνονται οικειότητα και πληρότητα σε αντίθεση με ένα βιβλίο, που φαντάζει στα μάτια τους βαρύ ως μέσο ψυχαγωγίας. Κάποιοι απ’ αυτούς αλίμονο, δεν θα το δοκιμάσουν ποτέ, εκτός αν ο χρόνος τους προσδώσει την ωριμότητα να το πράξουν.
6. Η τέχνη ξεκινάει από το εξώφυλλο ενός βιβλίου ή από το εσωτερικό του;
Κάποιες φορές, το εξώφυλλο ενός βιβλίου είναι για τον αναγνώστη, έρωτας με την πρώτη ματιά. Η ουσία όμως, βρίσκεται στο περιεχόμενό του και πουθενά αλλού. Λυπάμαι ειλικρινά για τις προσλαμβάνουσες που έχω χρόνια τώρα από τις εκθέσεις βιβλίου. Εκεί, εύκολα παρατηρεί κανείς πως ένα μεγάλο μέρος του αναγνωστικού κοινού στέκεται σ’ ένα περίπτερο, κοιτάει συχνά επίμονα κάποιο βιβλίο που θα μπορούσε να γίνει αγαπημένο του, αλλά αυτό δε θα συμβεί ποτέ, αν δεν τ’ αγγίξει να ρίξει μια ματιά τουλάχιστον στο οπισθόφυλλό του.
7. Πως απαντάτε σε όσους κατατάσσουν τα βιβλία σε κατηγορίες όπως «ελαφριά» ή «γυναικεία» λογοτεχνία;
Οι ταμπέλες μπαίνουν εύκολα και όπως είπα παραπάνω, δεν είναι λίγοι εκείνοι που κρίνουν και βάζουν ταμπέλες σε βιβλία, χωρίς να ρίξουν μια ματιά στα οπισθόφυλλά τους. Αυτό είναι κατάφορα άδικο και ελαφρώς φασιστικό κατά την ταπεινή μου κρίση. Ο μέσος αναγνώστης δεν μπορεί να κρίνει και να αποκλείει βιβλία μονάχα από τον τίτλο ή το εξώφυλλο τους. Πέρα από τα προφανή ρομάντζα, υπάρχουν αμέτρητα βιβλία δυνατών συναισθημάτων, χωρίς να ’χουν σχέση με αυτά, που «φωνάζουν» πως είναι τέτοια και σκοπός τους είναι μόνο το εμπορικό τους κέρδος. Ειδικότερα στην ελληνική πεζογραφία, κάποιοι ομαδοποιούν ατυχώς κάθε ελληνικό βιβλίο ως τέτοιο, συνηθισμένοι να απορροφούν άβολα τις διαφημιστικές καμπάνιες συγκεκριμένων εκδοτικών οίκων, που παράγουν κι εμπορεύονται τέτοια βιβλία. Έτσι πολλοί πλανώνται και στρέφονται στην ξένη πεζογραφία, κοιτάζοντας με μισό μάτι τα βιβλία Ελλήνων συγγραφέων, που είναι εφάμιλλα με πολλά ξένα.
8. Κάθε μήνα εκδίδονται καινούργια μυθιστορήματα. Πώς θα ξεχωρίσει ο αναγνώστης το λογοτεχνικά άρτιο έργο;
Αυτό μπορεί να γίνει και μέσα από το διαδίκτυο. Ο υποψήφιος αναγνώστης, οφείλει να ψάξει, να συγκρίνει και να πάει «διαβασμένος» σ’ ένα βιβλιοπωλείο.
9. Ισχύει και σε σας πως προτιμάτε να διαβάζετε ξένους παρά Έλληνες συγγραφείς;
Σε μένα προσωπικά όχι· καθόλου. Οι Έλληνες συγγραφείς γράφουν για τον τόπο τους, τα συναισθήματα που αντιπροσωπεύουν το μεσογειακό μας ταμπεραμέντο, την κουλτούρα και τη νοοτροπία μας. Βλέπω παιδιά νεαρά να στρέφονται σε πολυδιαφημισμένα βιβλία, αγνοώντας πως ζουν σε μια πατρίδα, που γέννησε τον Καζαντζάκη, τον Σαμαράκη, τη Λιλή Ζωγράφου και μυρίους ακόμα. Αγνοούν την ελληνική παιδεία κι αλίμονο, σ’ αυτό δεν βοηθάει η σχολική τους εκπαίδευση, που γίνεται με τρόπο πειθαναγκαστικό και καθόλου ελεύθερο.
10. Ποιο βιβλίο θεωρείτε πως σας άλλαξε τη ζωή/τον τρόπο που σκέφτεστε;
Πρόκειται για τη «Μητέρα του σκύλου» του Παύλου Μάτεση, που μου δίδαξε πως ένα βιβλίο με δραματική υφή, μπορεί να κρύβει για τον αναγνώστη, όλη τη φωτεινή πλευρά της ζωής.
11. Ποιον συγγραφέα θαυμάζετε και ποιο βιβλίο του θα θέλατε να είχατε γράψει ο ίδιος;
Πρώτιστα, το βιβλίο που μόλις ανέφερα λίγο πριν. Αλλά μιας και το βολέψαμε σε άλλη ερώτηση, θ’ αναφέρω τον Γιάννη Ξανθούλη και το μυθιστόρημά του «Ο θείος Τάκης». Μοιάζει στη δική μου τρέλα κάποιες φορές η γραφή του.
12. Είναι αλήθεια ότι σε κάθε βιβλίο συναντούμε βιώματα και μηνύματα του συγγραφέα του;
Σοφότεροι από μένα, έχουν πει πως γράφουμε μυθιστόρημα, αν καταφέρουμε να μη γράψουμε ημερολόγιο. Θα προσθέσω πως έτσι, μέσα από ξένους συνήθως προς εμάς χαρακτήρες, ένα πράγμα σπάμε στην πραγματικότητα με τη βοήθεια της ακούσιας συχνά φαντασίας μας, τον ίδιο μας τον εαυτό.
13. Μια φράση που σας αντιπροσώπευε κατά το παρελθόν και πλέον δε σας αντιπροσωπεύει.
Όταν ήμουν στην πρώτη μου ενήλικη περίοδο, πίστευα ότι τα πάντα κατακτώνται με καλή τύχη. Αλίμονο, μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα ότι όχι μόνο δεν κατακτιούνται τα πάντα, αλλά όσα κι αν καταφέρουμε σε προσωπικό επίπεδο, συχνά έχουν μεγάλο τίμημα, που άλλοτε το γνωρίζουμε κι άλλοτε πάλι, όχι.
14. Πιστεύετε στα happy end; Τα συναντούμε στα βιβλία σας;
Αν φανταστούμε ένα happy end μ’ ένα ζευγάρι να αγκαλιάζεται στο ηλιοβασίλεμα, τότε σίγουρα κάτι τέτοιο δεν υπάρχει στο φινάλε των δικών μου βιβλίων. Ακολουθώ κάποιες φορές τη νοοτροπία του να κλείνω τα βιβλία μου άλλοτε δραματικά, άλλοτε χαρούμενα. Πάντα όμως έχουν κατεύθυνση προς το φως.
16. Πως νιώσατε όταν εκδόθηκε το πρώτο σας βιβλίο;
Έπασχα από αγοραφοβία εκείνη την εποχή. Όταν όμως έφτασε η κούτα με τα δωρεάν βιβλία που μου παραχωρούσε ο πρώτος μου εκδοτικός οίκος κι έπιασα το βιβλίο μου στα χέρια μου, μύρισα κλασικά το μελάνι του, το ξεφύλλισα, ύστερα απόλαυσα την εικόνα του πίνακα που είχαμε διαλέξει με τον τότε art director στην Άγκυρα και τωρινό εκδότη μου Νικόλα Τελλίδη, τότε κατέβηκα στη λαϊκή που γινόταν το ίδιο μεσημέρι στον πλαινό δρόμο από το σπίτι μου. Ήταν άνοιξη και σε λίγη ώρα επέστρεφα με δυο σακούλες εποχιακά λουλούδια, που ξετρέλαναν με το χρώμα τους τη βεράντα μου, όσο και μένα τον ίδιο.
17. Όταν γράφετε έχετε στο μυαλό σας τους αναγνώστες;
Ο Γιώργος Μανιώτης είχε πει κάποτε ότι όταν λαμβάνουμε υπόψιν μας τους αναγνώστες την ώρα της συγγραφής, τότε γινόμαστε πουτάνες του κοινού μας. Θα συμφωνήσω μαζί του απόλυτα. Ποτέ μου δεν ένιωσα αυτή την ανάγκη. Γράφω πάντα με τον δικό μου τρόπο, χωρίς να σκέφτομαι το αν θ’ αρέσουν τα γραφόμενα μου στους άλλους. Φτάνει ν’ αρέσουνε σε μένα. Και φρονώ πως με κάποιο μυστήριο τρόπο, αυτή η αθωότητα στη συγγραφή, μου επιστρέφεται από τον κόσμο, βιβλίο το βιβλίο.
18. Τι σκέπτεστε όταν σας ασκούν κριτική για κάποιο έργο σας με την οποία δεν συμφωνείτε;
Μολονότι είμαι συγγραφέας δεκατριών βιβλίων, ποτέ μου δεν ένιωσα να διαφωνώ με όσα γράφουν οι άλλοι για τα βιβλία μου. Αντίθετα, τρελαίνομαι ν’ ακούω ή να διαβάζω διαφορετικές προσεγγίσεις πάνω στο ίδιο βιβλίο ή σ’ ένα συγκεκριμένο κομμάτι του. Αυτό με ιντριγκάρει πολύ, μιας κι ο καθένας δημιουργεί τον δικό του μύθο μέσα στον δικό μου, με τις δικές του εικόνες και συχνά, ακόμα και με τα δικά του συναισθήματα.
.
19. Πως γεννήθηκε η ιδέα για το παρόν βιβλίο σας;
Αναζητούσα καιρό γεγονότα της Κατοχής και του Εμφύλιου που ακολούθησε. Ήθελα να γράψω για κείνα τα χρόνια, για τις κτηνωδίες των ναζί. Απ’ αυτές γλίτωσε ένα κορίτσι από τη σφαγή στο Δίστομο, κι ο χρόνος έγινε δρόμος και το ταξίδι συνέχισε με ανατροπές που ούτε γω ο ίδιος δεν είχα προβλέψει. «Χτύπα το φίδι στο κεφάλι» μυθιστόρημα, Άνεμος εκδοτική 2021.
20. Τι ελπίζετε να αποκομίσει ο αναγνώστης διαβάζοντας το βιβλίο σας;
Θέλω κλείνοντας το νέο μου βιβλίο, να ’χει χαραχτεί μέσα του η φωτεινή σκέψη, πως αν ένα άβουλο κορίτσι σαν την Αντιγόνη μου, τα ’χει καταφέρει να βγει ακέραια από μια περίοδο πολλαπλά δύσκολη για την ίδια, τότε ο καθένας μας μπορεί να πραγματοποιήσει τ’ όνειρό του, με προσπάθεια βέβαια και λίγη ίσως τύχη, ακόμα κι αν χρειαστεί να περιμένει χρόνια.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ