Το ξεκοκάλισα! Ο λόγος για το νέο βιβλίο του Χαρούκι Μουρακάμι, «Ο άχρωμος Τσουκούρου Ταζάκι και τα χρόνια του προσκυνήματός του».
Το έβλεπα στα ράφια των βιβλιοπωλείων εδώ και καιρό. Κατάφερα να το πιάσω στα χέρια μου μόλις πριν μια εβδομάδα. Σε λίγες μέρες το ξεκοκάλισα. Όπως συμβαίνει με όλα τα βιβλία του Χαρούκι Μουρακάμι. Ο λόγος για το νέο βιβλίο του διάσημου συγγραφέα, «Ο άχρωμος Τσουκούρου Ταζάκι και τα χρόνια του προσκυνήματός του». Το διαβάσαμε και σας το συστήνουμε, ανεπιφύλακτα.
Πρόκειται για την ιστορία ενός σύγχρονου νέου Ιάπωνα και της «χρωματιστής» παρέας του – όπου όλα τα μέλη της έχουν ονόματα που παραπέμπουν σε κάποιο χρώμα, εκτός από τον ίδιο. Κι όσο άχρωμος είναι λόγω ονόματος, άλλο τόσο άχρωμος αισθάνεται σαν άνθρωπος. Ξαφνικά η υπόλοιπη παρέα τον αποπέμπει, τον εκδιώκει χωρίς προφανή λόγο, και βρίσκεται μόνος του μέσα σε μια μεγαλούπολη να ψάχνει αιτίες, συντροφιά, τον ίδιο τον εαυτό του. Αυτό το οδοιπορικό, αυτό το «προσκύνημα» παρακολουθεί ο αναγνώστης.
Κύριο θέμα του βιβλίου, τα ψυχικά τραύματα που μπορεί να προκληθούν στη ζωή ενός ανθρώπου στην εφηβική ηλικία και πως αυτά μπορούν να επηρεάσουν καθοριστικά όλη τη μετέπειτα ζωή και συμπεριφορά του. Και φυσικά το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι τα γεγονότα που προκάλεσαν τα τραύματα αυτά δεν μπορούν να αλλάξουν, είναι εκεί, αποτελούν την ιστορία του καθενός, κι όσο κι αν τα σκεπάζουμε με νέες μνήμες, όσο κι αν τα καταχωνιάζουμε σε κάποιο συρτάρι του μυαλού μας, αυτά συνεχίζουν να ορίζουν το ποιοι είμαστε και πως πορευόμαστε. Πίσω από αυτό όμως, ή καλύτερα, σαν επέκταση αυτού του βασικού θέματος, βρίσκονται κι άλλα εξίσου σημαντικά, το ίδιο αγωνιώδη. Η χαμηλή αυτοεκτίμηση του σύγχρονου ανθρώπου, οι τάσεις φυγής από τον πραγματικό κόσμο έτσι ώστε να αποδράσουμε από τα προβλήματα, η χαώδης διαφορά του πως νομίζουμε ότι μας βλέπουν οι άλλοι και του πως πραγματικά μας βλέπουν, και φυσικά, η πανταχού παρούσα μοναχικότητα.
Ο ήρωας θυμίζει κάτι από τον Τόρου Οκάντα του Κουρδιστού Πουλιού, όπως και ο τρόπος που εκτυλίσσεται η ιστορία σε αυτό το εξαιρετικό ψυχογράφημα ενός τόσο καθημερινού και συνηθισμένου, όσο και αλλοπρόσαλλου και ιδιαίτερου ανθρώπου. Η αφήγηση είναι σε τρίτο πρόσωπο, όπως σε όλα σχεδόν τα βιβλία του Μουρακάμι. Λιτός λόγος, χωρίς πολλά λογοτεχνικά στολίδια, πλην των εξαίρετων παρομοιώσεων που βρίσκονται παντού μέσα στο κείμενο. Το στοιχείο της μουσικής κι εδώ ισχυρότατο. Σαν να ακούς τις νότες καθώς γυρνάς τις σελίδες. Οι σκέψεις και το υποσυνείδητο των ηρώων, πρωταγωνιστής για μια ακόμη φορά – τα αποσπάσματα με διαλόγους είναι κλασσικά λιγότερα, τον κύριο λόγο έχουν οι εσωτερικοί μονόλογοι και τα όνειρα του Τσουκούρου.
Και μέσα από αυτά τα όνειρα, μέσα από τις σουρεαλιστικές ιστορίες που θυμάται να του διηγούνται, μέσα από σκέψεις - κυκεώνες και διαλόγους που γίνονται μόνο με τον εαυτό μας, είναι που ο συγγραφέας με τον δικό του υπόγειο τρόπο, προτείνει τις δικές του λύσεις: Να βουλιάξει κανείς στην ανυπαρξία, για να εκτιμήσει την ύπαρξη του. Να βιώσει το απόλυτο χάος, για να βρει την αρμονία. Να ταξιδέψει στο παρελθόν του, για να κατανοήσει το παρόν του και να ορίσει το μέλλον του. Να αντιμετωπίσει κατά πρόσωπο αυτά που φοβάται, παρά να αφήνει τη φαντασία του να πλάθει σενάρια, ή ακόμα χειρότερα, να μην σκαρώνει ούτε ένα πιθανό σενάριο. Και τελικά να αποδεχθεί. Για να προχωρήσει.
«Νιώθω ένα άδειο δοχείο. Ένα καλοσχηματισμένο, όμορφο, άδειο δοχείο», αναφέρει σε κάποιο σημείο ο κεντρικός ήρωας. «Ακόμα κι έτσι να ναι», του απαντάει η φίλη του, «είναι σ αυτό το δοχείο που οι πραγματικά καλοί άνθρωποι θα έρθουν να εναποθέσουν τα πολύτιμα υπάρχοντά τους».
Το γκρι της καθημερινότητας, μας κούρασε. Ο άχρωμος Τσουκούρου Ταζάκι, παρά τον επιθετικό προσδιορισμό του, υπόσχομαι ότι θα σας δώσει λίγο από το χρώμα του (που έχει αλλά δεν το αναγνωρίζει). Καλή ανάγνωση.
-για τον Χ.Μ. έχουμε αναφερθεί και εδώ