Βοσκαρουδάκι αμούστακο στα όρη άπου γυρίζω… Από την «Πάνδημο Μούσα» της Αριάδνης Καναβάκη.
«Βοσκαρουδάκι αμούστακο στα όρη άπου γυρίζω…» και είναι αναγνώστες μου η ποιητική πλέξη που έρχεται στην καθημερινότητα και μας αναζωογονεί με τη στιχοπλοκή, και δολοπλοκεί και βαρύνει περισσότερο τη φαντασία. Και όταν το έκαστο καλλιτεχνικό πόνημα εμπεριέχει στη φανταστική κατάσταση: παρθενιά, νιάτα, φυσικό περιβάλλον και συναίσθημα, το πιθανότερο είναι να μιλάμε για μια αρχετυπική παραδεισένια πλοκή (ποιμενικό ειδύλλιο) που προσφέρει αυτομάτως ικανοποίηση ή αγαλλίαση και που σε συνδυασμό με τη μελωδία συνεισφέρει τα μέγιστα, σε καθημερινές ή ακριβές, μοναχικές ή συλλογικές στιγμές μας. Είθισται οι άνωθεν αρετές ανήκουν στην παραδοσιακή μουσική μας αν και δεν υστερούν και οι μεταγενέστερες συνθέσεις, ωστόσο το έχουν οι λαοί να υπερτερούν με διαφορά κάπως προγονικά
Ένα τέτοιο παράδειγμα μιας αρχετυπικής ποιητικής παραδεισένιας πλοκής (και μάλιστα χαρακτηριστικής) είναι το τραγούδι «Βοσκαρουδάκι αμούστακο» που έγινε πανελληνίως γνωστό από τον εξαιρετικό κρητικό λυράρη και τραγουδιστή Κώστα Μουντάκη. Ωστόσο αρκετοί δε γνωρίζουν ότι ο Κ. Μουντάκης ουσιαστικά διασκεύασε με έντεχνη μαεστρία ένα ποίημα του σπουδαίου κρητικού ποιητή Κωστή Φραγκούλη (Ανταίου), την «Αποθυμιά» που βρίσκεται στη ποιητική συλλογή του «τα Δίφορα». Ο Κώστας Φραγκούλης(1905-2005) έγραψε ποίηση στην κρητική ντοπιολαλιά με θεματική καθαρά ηθογραφική/κρητική και στο μακρύ βίο του προσέφερε στην παράδοση του τόπου του με τρόπο ιδιαίτερο και αξιομνημόνευτο.
Βραβευμένος από την Ακαδημία Αθηνών ,αφού πρωτύτερα είχε κερδίσει τον κοινωνικό σεβασμό, τα «χειρόγραφά» του αποτελούν πρότυπο της παράδοσης που ξεκινά από οτιδήποτε Ομηρικό και καταλήγει στα δημοτικά ή αν προτιμάτε παραδοσιακά άσματα (ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος ανομοιοκατάληκτος). Αξιοζήλευτος στην επινόηση, πρωτότυπος στις εισαγωγές του, σπινθηροβόλα ετοιμόλογος, εικονοπλάστης ολκής, θησαυρός κρητικών λέξεων και εργάτης της προφορικής και γραπτής παράδοσης (υπήρξε χρονογράφος και τυπογράφος) όχι άδικα χαρακτηρίστηκε ως ένας σύγχρονος «Βιτσέντζος Κορνάρος», για να απαντήσει με άνεση «Μου λένε πως εγίνηκα ο δεύτερος Κορνάρος, μα κείνος ήταν στρατηγός κι εγώ είμαι απλός φαντάρος» ή «Δάσκαλο με φωνάζουνε τιμητικά οι φίλοι μα ΄γω είμαι ακόμη μαθητής με πλάκα και κοντύλι».
Και είναι τούτες οι ηθογραφικές ποιητικές εικόνες (pastoral romance) που δημιουργούν σάλο/θόρυβο ψυχικό ακόμα και σε ότι σύγχρονα αστικό, αναφερόμενες σε κάτι πολύ απλό. Μια φυσική κατάσταση που επιθυμεί πχ. να είμαι στη φύση , νεαρός βοσκός και το συναίσθημα μου να βρει ανταπόκριση/το ταίρι του, εξαιτίας μιας φυσικής κακοκαιρίας που θα μας ξεμοναχιάσει, αφήνοντας τη φαντασίας μας εκ της ολικής περιρρέουσας περιγραφής απλώς να οργιάσει. Ο θόρυβος αυτός ο ψυχικός, που περιέχει και τόση κληρονομία στο σώμα του (και στη γραφή και στη θεματολογία), είναι η μέγιστη ανεκπλήρωτη φαντασίωση που προσφέρει ανακούφιση και το ιδεώδες, εκείνο το «παλιό» ή στον ορισμό του το αρχετυπικό (φυσικός άνθρωπος- ιδεατή πολιτεία), και που χρησιμοποιήθηκε έκτος της ευεργετικής ποιητικής γραφής (ποιμενικά ειδύλλια-pastoral romance) και σε πολλά εκ των όχι και τόσο «παραδεισένιων συστημάτων» που μας ακολουθούν. Παράλληλα στην ιστορία της τέχνης, γιατί δεν είναι μοναχά η γραπτή καλλιτεχνική κληρονομιά, η πρώτη εικόνα που ανταποκρίνεται στους σχετικούς “θορύβους” είναι ο πίνακας ζωγραφικής του Νικολά Πουσέν (17ος ) «οι ποιμένες της Αρκαδίας» ή ακόμα και ο πίνακας του Εντουάρ Μανέ «Πρόγευμα στη χλόη»(1863) που επέφερε τόση αντίδραση στους εικαστικούς κύκλους αλλά τοποθετήθηκε πλατύτερα στην αθανασία αναφορικά με την σύγχρονη ζωγραφική.
Βοσκαρουδάκι αμούστακο στα όρη άπου γυρίζω και μια μικρή αναφορά για τους περαιτέρω συνειρμούς σας , για τη σύνδεση των φαινομένων και κυρίως για την απαραίτητη κατανόηση της φύσης των δημιουργών που αλληλοσυμπλέουν και μας συνοδεύουν γενναιόδωρα. Καλή σας ακρόαση!
ΥΓ1: Αν θέλουμε να μιλήσουμε για βουκολική ποίηση, η παράδοση είναι μακρόχρονη και ξεκινά με την πρώτη ποιήτρια Ανύτη (3ος αιώνας), από την Τεγέα της Αρκαδίας, μέχρι το Θεόκριτο (310-250 π.Χ) από τις Συρακούσες που έγραψε τα τριάντα του «Ειδύλλια» για να ακολουθήσουν οι Μόσχος και Βίωνας μέχρι το Βιργίλιο (70-19 πΧ) και τα δικά του Eclogues ή Βουκολικά (Bucolics). Και η σειρά των ποιητών που ασχολήθηκε με το γραπτό ποιμενικό ειδύλλιο (γνωστό και στην Αναγέννηση ως «αρκαδισμός» (arcadianism)) είναι συνεχόμενη, περιλαμβάνοντας ακόμη και τους Δάντη, Πετράρχη, Βοκκάκιο, Γκαίτε έως τους δικούς μας Κώστα Κρυστάλλη, Κωστή Παλαμά και φυσικά Άγγελο Σικελιανό. Αδιαμφισβήτητη θέση κατέχει στην ιστορία και η «Γκόλφω» του Περεσιάδη.
.
ΥΓ2: Πηγή φωτογραφιών www.amapola.gr & ganifantis.blogspot.gr
.
Κώστας Φραγκούλης
«Αποθυμιά»
Στην εξοχή να σ’ έβρισκα μια μέρα που να βρέχει
και να ‘ναι ο τόπος άβολος σπηλιάρι να μη βρίσκεις,
μήτε δεντρό για να σταθείς γη δέτη ν’ αποσκιάσεις.
Ν’ αστράφτει ο Θιός και να βροντά να ρίχνει αστροπελέκι
και να φοβάσαι αμοναχή για να ’ρθω από κοντά σου
ν’ απλώσω το ρασίδι μου τσοι δυό μας να τυλίξει,
να βγάλω το μαντήλι μου στον ώμο σου να ρίξω
και το μεϊντανογέλεκο ζιπόνι να το βάλεις.
Να σ’ αγκαλιάσω μην εργάς κρυάδα μη σε πιάσει
κι τραχηλιά σου μη γραθεί κι ο κόρφος σ’ ανεδώσει.
Και μέσα στ’ αστραπόβροντο και τη βοή τ’ αέρα
η αναπνιά μας να σμιχτεί κι η εμιλιά να τρέμει.
Κι αν βλαστημήξω τον καιρό να μη μου το πιστέψεις
καντήλια τάσσω των αγιώ, μέσα μου, να μη βριάσει…
Κώστας Μουντάκης
«Βοσκαρουδάκι αμούστακο»
Βοσκαδουράκι αμούστακο στ’ αόρη απού γυρίζω,
με το σεβντά σου, αγάπη μου, στέκω και ντουσουντίζω…
Να σ’ εύρισκα στην ερημιά μια μέρα που να βρέχει
μα να ’ν’ τόπος άβολος, σπηλιάρι να μην έχει.
Να ’ρχεται μπόρα δυνατή να μη μπορ’ αποσκιάσεις
και να φοβάσαι αμοναχή μη φύγω και με χάσεις.
Ν’ αστράφτει, να κουφοβρoντά, να ρίχνει κουκοσάλι
και ξεπαπούτσωτη να ’ρθεις στην εδική μου αγκάλη.
Ν’ ανοίξω το ρασούλι μου να σε σφιχταγκαλιάσω
την αναπνιά σου να γροικώ, τη μέση σου να πιάσω.
Να σου σκεπάσω από κορφής τα κατσαρά μαλλιά σου.
Να σε κρατώ και να γροικώ τσοι χτύπους τση καρδιάς σου.
Να λέω, Παναγία μου, ποτέ μην ξαστεριάσει
κι μπόρα να ξημερωθεί και να ξαναβραδιάσει
ποιος βρίχνει τέτοιο θησαυρό και αφήνει να τον χάσει.
Ήλιος ποτέ μην ξαναβγεί, φεγγάρι μην απλώσει,
το μυστικό τσ’ αγάπης μας μην το ξεφανερώσει.
Φωτογραφικό υλικό