Γράφει ο Γιάννης Φασούλας *
Δε μοστ γουόνδερφουλ τάιμ
Τέρμα η ιστορία (κατεύθυνσης). Τέρμα οι πανελλαδικές. Έπεσα έξω και πάλι στο θέμα της έκθεσης. Προέβλεπα περιβάλλον/ακτιβισμό, όχι κοβιντοειδές, αλλά όχι και τελείως εκτός επικαιρότητας, τσακ στη μέση. Τελικά έπεσε λέσχη ανάγνωσης για ταπεινά χαμέμηλα, την οποία είχαμε να ακουμπήσουμε από την άλφα λυκείου, όταν η Ασπασία ακόμα καμάρωνε για την επιλογή της στη σχολική χορωδία και τη φορεσιά Θρακιώτισσας βυζάχτρας που της δώσανε αντί για στολή Σουλιώτισσας (κοψοχρονιά από τη Sandra στην Αντιγονιδών, γιατί η στολή Σουλιώτισσας ήταν εκτός μπάτζετ του 31ου ΓΕΛ Χαριλάου). Ναι, γενικά νιώθω ότι έχασα τη χρονιά μου. Diem perdidi, που έλεγε κι ο αυτοκράτορας Τίτος.
“Και τι θα κάνεις τώρα”; Τι να κάνω ρε Κασσάνδρα, δυο μήνες βαρεμάρα θα κάνω. Ναι, την έχω βγάλει βόλτα παραλία Κυριακή βράδυ, παραμονή Πέτρου και Παύλου. Την έχω από κοντά, όπως οφείλεις να έχεις τους εχθρούς σου, σοφές συμβουλές του Godfather.
Γιατί, λέει, δεν εκμεταλλεύεσαι τον χρόνο σου; Να τον κάνω τι; Να γράψεις ένα βιβλίο, ένα εκπαιδευτικό εγχειρίδιο. Κάτι σαν το ινδικό χοιρίδιο, λέω εγώ; Παίρνει το σόσιαλ σμάιλ και συνεχίζει: Ξέκλεβε κάποιες ώρες την ημέρα, κάτσε και γράφε. Χαλαρά, έτσι; Δεν σε κυνηγάει κανένας.
Αστειεύεται η μικρή. Ο εκπαιδευτικός θέλει τις υποχρεώσεις του ταϊσμένες σε μικρές δόσεις, με το κουταλάκι, όχι με τη γαβάθα. “Θα ετοιμάσω δυο σελίδες ασκήσεις έκθεση για αύριο”. Όχι“ Θα ετοιμάσω δυο χιλιάδες σελίδες διδακτορική διατριβή για το 2024”. Μπα, όχι. Χωρίς το πιστόλι του χρόνου στον κρόταφο, δουλειά δεν γίνεται. Ε τότε, τι να σου πω, απαντάει η Κασσάνδρα, γύρνα την πόλη και ψάξε δουλειά.
Το ήξερα ότι εκεί θα καταλήγαμε.
.
(3).png)
.
Φροντιστηριότσαρκα
Σπέρνω τη φάτσα μου στη Λαμπράκη σε μορφή αγγελιών, μπαίνω σε όποιο φροντιστήριο συναντώ, τριανταέξι γκραντ κελσίου κι η τσάντα - μπαλαρίνα στην πλάτη, μέσα λέω ότι έχω βιβλία, στην πραγματικότητα έχω αλλαξιές, για να προσαρμόζομαι στην περίσταση. Φροντιστηριάρχης με μούσια και μπλου ελεκτρίκ τισέρτ με μικροσκοπική οπή στην αμασχάλη, ίσον άπλας, πολυλογάς, παλαιοπασόκος, δέκα λεπτά μιλάει για τις διακοπές του στη Μονεμβασιά, τριάντα δεύτερα κάτι σαν συνέντευξη, τύπου “και για πες, τα πας καλά με τα πιτσιρίκια, ή σου πρήζουν το συκώτι;”. Θα βγάλω κι εγώ να φορέσω το μπλουζάκι Depeche Mode, αφού δεν κυκλοφορούν μπλουζάκια με τη φάτσα του Σαββόπουλου. Φροντιστηριάρχης ευτραφής με σακάκι ίσον σκληρός επιχειρηματίας, έχω άλλες δέκα ΙΚΕ, σταρταπ, φραντσάιζ, το φροντιστήριο είναι πάρεργο. Θα βγάλω κι εγώ να φορέσω το στενό μακρυμάνικο καρό πουκάμισο που με κάνει να δείχνω σαρανταπεντάρης, δώρο του θείου μου από τις Βρυξέλλες, τρία νούμερα μεγαλύτερό μου, γιατί είμαι ψηλό παιδί λέει, το γεγονός ότι είμαι εβδομήντα κιλά με πέτρες στις τσέπες μου δεν τον απασχόλησε ποτέ.
Φτάνω στο φροντιστήριο της Φαίδρας, που μ’ έχει γανιάσει στη χυλόπιτα τρία χρόνια τώρα, δεν έχουμε θέσεις, δεν χρειάζομαι άτομα. Λέω κι εγώ για να ξεχαστώ, να βρω μιαν άλλη να ερωτευτώ. Αφού δεν με θέλεις, κυρά μου, θα τα φτιάξω με τη γειτόνισσα, για να ζηλέψεις. Μπαίνω στον κυρ-Ηλία, που έχει το απέναντι φροντιστήριο. Πάω με το ύφος του απελπισμένου που ψάχνει στήριγμα στα γεράματα, πρήζω τον κυρ-Ηλία ανηλεώς, αν θέλετε κάνω και γυμνάσιο, αν θέλετε κάνω και σε ομογενείς από τη Βαγδάτη, την ξέρω τη γλώσσα, αλά αλάι αμπαμπά, μσλεμαλέκ ι αμπαμπά. Μήπως σας λείπει αοθάς, κάνω και ΑΟΘ αμα λάχει. Ο κυρ-Ηλίας με διώχνει ευγενικά, όπως διώχνει μια κοπέλα τον κρίπυ κρίντζυ crispies Παπαδοπούλου ανασφαλή στόκερ.
Η μέρα τελειώνει, καλπάζω στο ηλιοβασίλεμα κατεβαίνοντας την Περραιβού. Πάω να βρω την Κάσσι για τα περαιτέρω.
.gif)
Δευτέρα βράδυ
Σήμερα έσπειρες, μου λέει,κάποια στιγμή θα θερίσεις. Κάσσι, το κάνω τα τελευταία τρία χρόνια αυτό. Δεν νομίζω ότι επαναλαμβάνοντας τις ίδιες ενέργειες μπορώ να περιμένω διαφορετικό αποτέλεσμα. Όλοι το ίδιο λένε, μου απαντάει, αλλά εξακολουθούν να παίζουν στοίχημα μετά από είκοσι φορές κουβά. Και μάντεψε, στο τέλος κερδίζουσι.
Λες να έχει δίκιο η αχώνευτη; Λες τελικά να πρέπει όντως να βαράς το κεφάλι σου στα σίδερα, ώσπου κάποια στιγμή να σπάσουν και τα σίδερα;
Κάπου στις ομπρελίτσες, μεταξύ μιας μπουμπούς με τατουάζ μονόκερο στη γάμπα που τραγουδάει Στόκα, κι ενός τρελοκαουμπόι που εκτελεί σκόρπιονς με τρέμολο στον ενισχυτή, πετυχαίνουμε την Ελισάβετ και τη ζουμπουρλοΓεωργία. Πώς τα πήγατε, κορίτσια; Καλά, πιστεύω γύρω στο 14, λέει η Γεωργία, στα είκοσι, στα εκατό, δεν διευκρινίζει. Αχ, δεν περνάω πουθενά, μυξοκλαίει η Ελισάβετ, θα ξαναδώσω σίγουρα. Πάω να αδράξω την ευκαιρία να σπάσω τη διαφαινόμενη πλήξη του καλοκαιριού, ετοιμάζομαι να τη ρωτήσω αν θα ήθελε να ξεκινήσουμε προετοιμασία άγνωστο κείμενο μέσα στον Ιούλιο. Προετοιμάζω στο μυαλό μου και την πατρική ατάκα “φέτος δεν θα εμπιστευτώ την επιτυχία σου σε άλλους, θα σε αναλάβω εξ ολοκλήρου”. Πριν προλάβω να ανοίξω το στόμα μου, χώνεται η Κάσσι και συστήνεται ως η καινούρια συνάδελφος, τα κορίτσια τη λατρεύουν, τους πετάει και κάτι Επίκτητους, κάτι Καρνεάδηδες, από αυτούς που κάνουν στη σχολή-απάτη που λέγεται ΦΠ, η Ελισάβετ νομίζει ότι έχει απέναντί της τον Κάλφα τον ίδιο με μακριά μαλλιά και κρίκο στη μύτη, της λέει “θα θέλατε να με αναλάβετε στο άγνωστο μέσα στον Ιούλιο”;
Όπως το προέβλεψα.
Καλοκαίρι 2020, δεν July.
*Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος άρθρου, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη.
.
So you think you can teach
.
Κάθε 1, 11 και 21 του μηνός στις σελίδες του Kulturosupa.gr
.
Δείτε & αυτό: