Από τον Γιάννη Φασούλα *
Έχετε προσέξει πως ο άνθρωπος τρέχει πάντοτε την τελευταία στιγμή, αλλά πάντοτε προλαβαίνει, έστω και την τελευταία στιγμή;
Κατά βάθος το μυαλό ξέρει να εκτιμά την κατάσταση, για να γκαζώσει μόνο όταν είναι απόλυτη ανάγκη. Όλα αυτά βέβαια με την προϋπόθεση ότι τα αρχικά δεδομένα είναι σωστά και δεν θα φορτωθεί νέες μεταβλητές στην πορεία.
Η Last Moment Φόνη
Ντόιτσε Μάρκος
Η Περσεφόνη είναι το άγχος προσωποποιημένο, λέω στον Μάρκο, που ήρθε προχτές από Μόναχο με μια βδομάδα άδεια, και τρώμε τα ντόιτσε μαρκ σε μπιλιάρδα. Γιατί ρε; Ε, κάτι η δυσλεξία της, κάτι η αγχωτική μου γκαρίδα, που κάνει τις πόρτες να κλείνουν μόνες τους, σαν τον Εξαρχάκο που φώναζε Βαγγέλη, το κορίτσι μιλάει και τρέμει, δεν ξέρω τι να την κάνω, ανεβάζει παλμούς όποτε της δίνεις τον λόγο. Όπως ήσουν εσύ με την Ασημίνα στην πρώτη γυμνασίου, λέει; Κάπως έτσι, ναι, χωρίς τα κρουασανάκια μερέντα από τη Φορναρέτα. Και φυσικά η Φόνη δεν κουνάει δάχτυλο αν δεν αισθανθεί το πιστόλι του χρόνου στον κροταφικό της λοβό. Πάντα μου φέρνει έκθεση, δε λέω, αλλά τη γράφει τα τελευταία πέντε λεπτά πριν ξεκινήσει το μάθημα, με ύφος σαν το κογιότ όταν τρέχει στις ράγες του τρένου (κι αυτό το κογιότ, για δεν κάνει μισό βήμα παραδίπλα από τις ράγες, ποτέ δεν κατάλαβα).
Ο Μάρκος συμπονά, γιατί κάπως έτσι τον κυνηγά το ρολόι σ’ αυτά τα διήμερα τριήμερα που περνάει εδώ. Πόσους παλιούς φίλους να προλάβει να δει, πόσες νεαρές gold diggers να ικανοποιήσει, πόσες φορές να χάσει στο μπιλιάρδο;
Η Φόνη μού στέλνει κάθε Τρίτη μήνυμα στην ομαδική κατά τις πεντέμιση το απόγευμα, να με ρωτάει τι θέμα έκθεσης είχαμε, το μάθημα εντωμεταξύ αρχίζει στις εφτά. Είτε της έδινα ένα μήνα ένα χρόνο να δει μπρος της τον Αλλάχ, αυτή πάλι εκείνη την τελευταία μιάμιση ώρα θα περίμενε. Και βλέπω μπροστά μου τα σημάδια της μιάμισης ώρας. Γράμματα που παίρνουν τον κατήφορο, τανάσκελα που έλεγε κι ο Ζήκος, γραμμές που αραιώνουν σαν ελατήριο στη θέση Α/2, οι τόνοι εκτός τόπου και χρόνου (συμπεράσμα ότι ο σεξίσμος είναι μεγαλό μαστίγα τις επόχης μας). Τελοσπάντων η Περσεφόνη διατρέχει σοβαρό κίνδυνο να μονογραφεί τον Ιούνιο, ο άλφα βαθμολογητής δεν φημίζεται για την πασιέντζα του, ειδικά τώρα που με τη φαγωμάρα Σαββίδη Μαρινάκη και τα γραπτά της Θεσσαλονίκης να πάνε Αθήνα πρέπει να είμαστε διπλά προσεκτικοί. Εγώ τον Ιβάν δεν τον πολυχωνεύω λέει ο Μάρκος, αλλά πάνω απ’ όλα λέει είμαι αντιμαρινάκης.
Ναι, ο Μάρκος εκτός από βαμμένος βάζελος έχει και την τάση να αλλάζει θέμα από το τίποτα.
Το χαβά της
Η Περσεφόνη στις τελευταίες μου παραινέσεις έμεινε ακλόνητη σαν εκείνον τον Κόιντο Μούκιο Σκαιόλα μπροστά στον Σύλλα, λατινικά Lectio 40, έτσι λειτουργώ κύριε, αφήστε με, τα καταφέρνω, μα ρε Φόνη, το γραπτό σου είναι σαν παιδική ζωγραφιά καμινάδας που καπνίζει ζωγραφισμένη με το στόμα, ξέρω εγώ κύριε, μην ανησυχείτε, τον Ιούνιο θα οργανώσω τον χρόνο μου καλύτερα, είναι που τώρα γράφω κάθε βδομάδα κι από τρία διαγωνίσματα μαζί.
Φαίνεται ότι χωρίς ένα ισχυρό σοκ (τάρα-κούνη-σέ τους), θα νομίζει ότι πάντα τα καταφέρνει. Προσπαθώ να της δώσω ένα μάθημα, να την πιέσω μέχρι να σκάσει σαν τη χύτρα του Πανοραμίξ. Τη βλέπω τις προάλλες να τελειώνει την έκθεση– κλασσικά – την ώρα που μπαίνω για μάθημα. Περσεφόνη της λέω, δεν είχαμε μόνο έκθεση, είχαμε και πλαγιότιτλους. Η Περσεφόνη ανεβάζει στροφές, το αίμα τής ανεβαίνει στο κεφάλι και η φάτσα της αλλάζει χρώματα, όπως ο Πλούτο που τον έτρωγαν οι ψύλλοι, αλλά δεν έπρεπε να ξυστεί, γιατί ο Μίκυ απειλούσε να τον κάνει μπάνιο, το καζάνι της Περσεφόνης μουγκρίζει χαμηλά στη χόβολη, γράφει ό,τι της κατέβει εκτός σειρών τετραδίου όσο εγώ σβήνω τον πίνακα, οι πλαγιότιτλοι παίρνουν κλίση και πέφτουν πιο χαμηλά όπως ο Μαραβέγιας με τη Λόλα, μου δίνει την κόλλα, ρίχνω μια πρώτη ματιά, είναι-ο-κύριος-Τσαπατσούλης-Τσαπατσούλης-παιδιά, παίρνω τη φάτσα της ΜακΚέιλα, ελπίζοντας ότι η Φόνη θα έχει ντραπεί αρκετά ώστε να σταματήσει την κακή συνήθεια.
.
.jpg)
.
Μάρκος Πόλος
Και τι έγινε τελικά, λέει ο Μάρκος, ενώ με έχει αφήσει να παίξω τρεις σειρές σερί για να προλάβει να ικανοποιήσει τις παραγγελίες που φτάνουν από Μόναχο μέσω messengerγια εξωτικά είδη από τη μακρινή ανατολή GMT+2,τσουρέκια, καφέ φίλτρου γιάκομπς καραμέλα, όλα αυτά που δεν έχει αγγίξει ακόμα το μακρύ χέρι του βαυαρικού καταναλωτισμού. Μου στέλνει προχτές η Περσεφόνη πέντε και τέταρτο τι ασκήσεις είχαμε γιατί είχε χάσει το φυλλάδιο, τσιμπάω την ευκαιρία, της απαντάω είχαμε να καταγράψουμε τους τρόπους ανάπτυξης παραγράφου σε όλα τα κείμενα που είδαμε μέχρι σήμερα. Ρε φίλε, την πέθανες. Πώς σου ήρθε; Ε, στις ερωτήσεις τεχνικής δεν μπορείς να γράψεις ό,τι σου κατέβει όπως στην έκθεση, θέλει χρόνο, θα αναγκαστεί τώρα να δώσει λευκή κόλλα, θα βάλει μυαλό να μην τ’ αφήνει όλα για το τέλος. Κι έπιασε; Μπα. Μπαίνω στην τάξη, είχε από πάνω της τον κόρακα την Ασπασία, την προστάτη των αδυνάτων, Τσιπ και Ντέηλ Υπερασπιστές του Δικαίου κι έτσι, της τα έδωσε όλα στο χέρι έτοιμα, και μού ‘ριξε κι ένα βλέμμα δόκτωρ Houseγια το καψόνι στην έρημη τη Φονίτσα.
Μπίλιες γίναμε
Ε κι εσύ τι σκας, λέει, ενώ σπάει τις μπάλες για την τελευταία παρτίδα. Άσ’ την τον Ιούνιο να την πατήσει, εσύ το χρέος σου το έκανες. Όχι φίλε, είμαι εκπαιδευτικός, πρέπει να προλαβαίνω τα χειρότερα, όχι να νίπτω τας χείρας, πρόληψη, όχι θεραπεία, των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν πάνε Σκλαβενίτη, καλός ναυαγοσώστης ο στεγνός ναυαγοσώστης, τέτοια. Ο Μάρκος βάζει μέσα επίτηδες τη μαύρη μπάλα. Γιατί ρε το έκανες αυτό; Πρέπει να φύγω λέει, πήγε εννιά, έχω να πάω σε άλλους δυο καφέδες και να δω και τη μάνα μου. Κι αν φύγουμε εννιά και δέκα τι θα πάθεις, θα γίνει η άμαξα κολοκύθα;
Ιδέα.
Πάω την άλλη μέρα στη Φόνη και της λέω να κάνεις μια πλήρη βιβλιογραφική αναφορά 500 λέξεων στα λογοτεχνικά ρεύματα από τα χρόνια του Ρήγα μέχρι σήμερα. Λέω αυτό δεν βγαίνει σε μια ώρα, θα αναγκαστεί να αναπτύξει μεθοδικότητα, θα στρώσει απαυτό μέσα στο σουκού. Μπαίνω στην τάξη Τρίτη απόγευμα, τη βλέπω αγκαλιά με τα ΚΝΛ του γυμνασίου, τσάτρα πάτρα μού δίνει ένα γραπτό, ορίστε λέει, τουλάχιστον προσπάθησα. Ρε Περσεφόνη, μια αντιγραφή έκανες, αυτά θέλουν ψάξιμο, που πας έτσι στ’ αγγούρια... Δεν είχα χρόνο κύριε, το σουκού έγραφα Κοινωνιολογία, μην ανησυχείτε, είναι τώρα που οι καιροί είναι χαλεποί και δίσεκτοι, μετά η ζωή θα πάρει την ανηφόρα. Όχι μόνο το βιολί της, αλλά άρχισε να μιλάει και σαν τη Σάσα τη φιλόλογο από τους Απαράδεκτους.
Νίπτω τας χείρας. Αφήστε μου κανένα αντισηπτικό.