Ο Γιάννης Τσαρούχης και οι Καρυάτιδες της οδού Ασωμάτων. Από την «Πάνδημο Μούσα» της Αριάδνης Καναβάκη.
“Η Ελλάδα που ζωγράφισα δεν υπάρχει πια. Κι αυτή που την αντικατέστησε είναι θέμα για συζήτηση και για ειρωνεία, όχι για αγάπη. Είναι ένα κακέκτυπο της Ευρώπης. Σκοπός μου είναι να δω το δίκιο της και να βρω το σοβαρό λόγο για τον οποίο είναι αξιαγάπητη… όταν ζωγράφιζα την Ελλάδα, σκοπός μου δεν ήταν η ελληνικότης, αλλά να εκφράσω την αγάπη μου για τη ζωή, τη μόνη που είχα γνωρίσει, την Ελληνική”. Γιάννης Τσαρούχης
Αυτά ιστορούσε ο δικός μας Γιάννης Τσαρούχης (1910-1989) όταν δε ζωγράφιζε και δεν αφηγούνταν στον καμβά. Ιστορούσε ή αν θέλετε επεξηγούσε αναφορικά με το ερέθισμα της ελληνικότητας στη σκέψη του και στο σύνολο του έργου του. Επηρεασμένος κυρίως από τη λαϊκή ομορφιά όσο και από την Αναγέννηση, που στο σύνολό τους δεν τις λες αντιφατικές μα κυρίως πραγματικές, ήταν αδύνατον να μην τον συγκινήσουν οι μορφές των Καρυάτιδων με την σωστή αναλογία/γεωμετρία επί του “πραγματικού ιδεώδους” της ελληνικής τέχνης και ομορφιάς. Οι Καρυάτιδες, που μπορεί να μη βλέπουμε συχνά ή αν θέλετε καθημερινά (στο διάβα μας) αλλά που όλοι μας πρόσφατα ασχοληθήκαμε (ακόμα μια φορά με θέρμη )αφορμής δοθείσης της αρχαιολογικής σκαπάνης στην Αμφίπολη, μένοντας υπνωτισμένοι στη θέα τους.
Υπάρχουν όμως άνθρωποι περισσότερο εμπνευσμένοι ή παρακινούμενοι από αίτια άγνωστα, τουλάχιστον στο ευρύ κοινό, που θέλουν τα ερεθίσματα της τέχνης κοντά τους στην καθημερινότητά τους. Και χαρακτηριστικότατο παράδειγμα ενός τέτοιου ανθρώπου, είναι η κατασκευή ενός διώροφου νεοκλασικού σπιτιού στην οδό Ασωμάτων 45 στο κέντρο της Αθήνας(19ος ). Ο μύθος λέει ότι ο ιδιοκτήτης του έχασε τις δύο του κόρες και θέλησε με την κατασκευή των Καρυάτιδων να τις τιμήσει, αλλά τούτο δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ καθόσον γνωρίζουμε και από κανένα. Και υπενθυμίζουμε στο σημείο αυτό ό,τι «οι Καρυάτιδες ονομάζονται τα γλυπτά που έχουν γυναικεία μορφή και χρησιμεύουν στην στήριξη κτιρίων κυρίως του Ιωνικού ρυθμού. Η λέξη Καρυάτις στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει Κόρη από τις Καρυές, μια πόλη κοντά στην Σπάρτη. Είναι μια παραλλαγή της Κόρης και χρησιμοποιείται στην αρχιτεκτονική αντί για κίονες ως διακοσμητικό στήριγμα σε πύλες, προσόψεις, γείσα, ζωφόρους, σκεπές και λοιπά. Η κλασική μορφή της Καρυάτιδας είναι ντυμένη με απλούς μα και κολακευτικούς πέπλους και χιτώνες. Έχει ευθύγραμμη και λυγερή κορμοστασιά, και τα πόδια ή κλειστά ή το δεξί ή το αριστερό πόδι ελαφριά εμπρός, χωρίς να βαδίζει. Τα χέρια είναι στο πλάι και προς τα κάτω, ενώ μερικές φορές στο ένα χέρι κρατούν ένα αφιέρωμα. Οι δίπλες στα ρούχα τους εναρμονίζουν με τα αυλάκια των κιόνων, κάνουν όμως παραλλαγές, καθώς ακολουθούν τις καμπύλες του σώματος. Οι Καρυάτιδες ήταν επιφανειακά ζωγραφισμένες στην αρχαία εποχή, αλλά τα χρώματα χάθηκαν με το πέρασμα του χρόνου »*. Και σαφώς στις Ευρωπαϊκές καλλιτεχνικές αναταράξεις/ συγκερασμούς, κυρίως αυτές που αφορούν την αρχιτεκτονική (μέχρι και τα τέλη του 19ου ) ο συγκεκριμένος τύπος Κολώνα –Κόρης (Ιωνικός ρυθμός) έχει χρησιμοποιηθεί σε ό,τι μιμήθηκε/ θαύμασε και παρέσυρε η ομορφιά του ώριμου αρχαιοελληνικού. –δες σχετικά εδώ–

Και η σημαντικότητα αυτής της αρχιτεκτονικής λεπτομέρειας ενός σπιτιού στη γειτονιά του Ψυρρή, έμελλε να αποτελέσει ένα παράδοξο κόσμημα στην αρχιτεκτονική των Αθηνών και μια βασική έμπνευση στη δεκαετία του ΄50 ,για τουλάχιστον δυο σπουδαίους καλλιτέχνες όπως ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Ελβετός φωτογράφος Ανρί Καρτιέ Μπρεσόν που δημιούργησαν παραδόξως (ο καθείς με την τέχνη του) κάτι σχεδόν κοινό-την αναπαραστατική ενοποίηση/συσχετισμό του παλαιού κόσμου με το καινούργιο αναφορικά πάντα με το γεωγραφικό ή αν θέλετε αστικό τοπίο μας. Και μπορεί ο Ελβετός φωτογράφος να το είδε άξαφνα μπροστά του και να το αποτύπωσε στο φωτογραφικό φακό, ωστόσο για τον Γιάννη Τσαρούχη ήταν ένας μακροχρόνιος προβληματισμός, που επαναλήφθηκε δις(1952 & 1988) στον καμβά του.
Η ελληνικότητα και η συνέχεια της στον τόπο που ζούσε ο Έλληνας ζωγράφος ήταν ένα πεδίο συνεχόμενης και βασανιστικής σκέψης και έκφρασης για τον ίδιο, και ως προς την εξέλιξή της και ως προς την εννοούμενη σχέση της με τη Δύση. Δεν το αναδεικνύουν αυτό μόνο οι μελέτες του στη Βυζαντινή και λαϊκή τέχνη, αλλά ακόμα και η ηθελημένη του προσπάθεια κάποιες φορές να αντλήσει στοιχεία και από την Αναγέννηση. Τι ήταν ωστόσο και η Αναγέννηση, παρά μια ακόμα ματιά στον ολιστικό ελληνικό κόσμο και στο όποιο μήνυμα αισθητικής μπορούσε ακόμα να μεταφερθεί (και υπαρξιακά). Και ναι όλα τούτα τα φέρουν και τα αναφωνούν, εξόφθαλμα μάλιστα, τα δυο σώματα των Καρυάτιδων και εντός της νεοκλασικής Αθήνας.
Άλλωστε η ζωγραφική αποτύπωση του συγκεκριμένου κτιρίου ήταν συγκεκριμένη και για το Γιάννη Τσαρούχη, που διάλεξε στη σύνθεσή του να παρελαύνουν στα πόδια τους (των Καρυάτιδων) η σύγχρονη εποχή με τα ζωηρότερα χρώματα. Στον πίνακα θα αναγνωρίσετε το παραδοσιακό κουρείο του Παναγιώτη Κριτικάκου, το ναύτη και πίσω του τη μάνα με το βρέφος στην αγκαλιά, τον έφηβο με τη φανέλα και τη γιαγιά με την εγγονή. Μόνιμη συνδιαλλαγή του νέου με το παλιό, του τότε με το τώρα. Στην εξαντλητική του ανάλυση, ο χωροχρόνος ίσως είναι ένας από τα θεμελιώδη προβλήματα έκαστου από εμάς και σαφώς από τα πλέον υπαρξιακά ζητήματα. Αν υπάρχει μεσούσης και η ομορφιά, τότε εύκολα αντιλαμβανόμαστε την όποια καλλιτεχνική αγωνία του σπουδαίου μας ζωγράφου καθώς και του ιδιοκτήτη του κτιρίου στην οδό Α-σωμάτων ή της οδού των δυο σωμάτων, έστω και μέσω της γλυπτικής.
*Βικιπαίδεια.
Φωτογραφικό υλικό