Κριτική του Παναγιώτη Τιμογιαννάκη για την ταινία ΝΩΕ του Ντάρεν Αρονόφσκι.
Οταν είχε πρωτοπαιχθεί η “Βίβλος” του Τζον Χιούστον, παραγωγής Ντίνο Ντε Λαουρέντις, την είχαν συνοδεύσει μέτριες έως αρνητικές κριτικές. Οι κριτικοί ήταν μπερδεμένοι και τότε (ως συνήθως), κι εστίαζαν την κριτική στην άρτι ανακαλυφθείσα τότε μόδα περί “εθνικής ταυτότητας” των ταινιών. Την κορόιδευαν πως είχε χρησιμοποιήσει Αμερικανό Αδάμ, Σουηδή Εύα, και χιλιάδες Ιταλούς αμαρτωλούς στα Σόδομα και τα Γόμορα. Πού ήταν το κακό, κανείς δεν κατάλαβε διότι στα επόμενα χρόνια οι κριτικοί που υποστήριζαν εκείνη τη θεωρία, είχαν μπερδευτεί με τον Αγγελόπουλο που χρησιμοποιούσε τον Ιταλό Ομερο Αντονούτι στον “Μεγαλέξανδρο” και προσπερνούσαν τη “λεπτομέρεια” Μπαρτ Λάνκαστερ στον “Γατόπαρδο”.. Το κοινό ήθελε να πει κι αυτό τα δικά του. Άλλοι το εύρισκαν “κλασικό εικονογραφημένο’, άλλοι μιλούσαν με δυσαρέσκεια για το ότι τέλειωνε στη θυσία του Αβραάμ (ή του Ισαάκ;) κι οι πιο θεοφοβούμενοι ισχυρίζονταν πως ήταν το ωραιότερο έργο που είχαν δεί στη ζωή τους.
Όπως και νάχει, το αποτέλεσμα είναι πως η “Βίβλος” είχε τερματίσει πρώτη σε εισιτήρια στην Ελλάδα μεταξύ των ξένων ταινιών.!! Κι έκτοτε, όποιος τη βλέπει στην ΤV, την ξαναβλέπει με ευχαρίστηση κι απολαμβάνει σκηνές κι αστέρες και την μαγκιά του Χιούστον αλλά και του Ντε Λαουρέντις στη φιλόδοξη παραγωγή, ο οποίος Ντε Λαουρέντις μάλιστα, είχε μια μεγαλύτερη φιλοδοξία, να τη σκηνοθετήσει ο Ρομπέρ Μπρεσόν αλλά ο τελευταίος του είπε “βεβαίως και θα την κάνω υπό τον όρο ότι στη σκηνή της Κιβωτού θα δείξω τον κατακλυσμό όπως θέλω εγώ και μην περιμένεις να δείξω παρέλαση ζωολογικού κήπου”. Εκεί χάλασε κι η δουλειά διότι ο Ντε Λαουρέντις είχε ξοδέψει τα μαλλιοκέφαλα του να παραγγείλει να του φέρουν όλα τα είδη ζώων, ήμερων και άγριων, και τους εκπαιδευτές τους μαζί, χρυσοπληρωμένους, φιλοξενούμενους.
Τα θυμήθηκα όλα αυτά κατά την προβολή αλλά και πριν μα και μετά, του “Νώε” του Ντάρεν Αρονόφσκι. Αμηχανίες κι εδώ της κριτικής, καλή η ώρα όπως και τότε, στο πως θα παντρέψει ο Αρονόφσκι την υπερπαραγωγή με τα σημαινόμενα περί Θεού που είχε πει στο “Πι”, τότε που ήταν στο ξεκίνημα και πειραματιζόταν αλλά επιδείκνυε κι ένα δαιμονικό ταλέντο που ήταν έτοιμο να καρπίσει. Συγγνώμη αλλά το να ψάχνεις να βρεις το “Πι” στο “Νώε”, δεν είναι τελικά πρόβλημα του Αρονόφσκι…

“Αχ σινεμαδάκι μου τι τραβάς από όλους εμάς που θέλουμε να σε βλέπουμε αλλά δεν ξέρουμε να σε παράξουμε και κάποιοι λατρεύουν να σου βρίζουν τα έργα σου” αναφώνησα εσωτερικώς (διότι έτρεχε κι η ταινία) και διότι είχα πιάσει και τον εαυτό μου να είναι έτοιμος να πιαστεί από κάπου για να αρχίσει να λέει τα δικά του, μέχρι που …. θυμήθηκα τη “Βίβλο”. Και συνειδητοποίησα εκείνη τη στιγμή πως έλεγα στον εαυτό μου “πόσο αετός ήταν ο Χιούστον στη σκηνή της Κιβωτού, πόσο σινεματζίδικα την είχε πιάσει και πόσο μας είχε “γραμμένους” (όχι εμένα μα τους προκατόχους μου), όπου εκείνος έδινε έμφαση στη σκηνή, έδειχνε με τον καλύτερο τρόπο τα ζώα που είχε πληρώσει με θυσίες ο zio Dino(έτσι αποκαλούσα τον Ντε Λαουρέντις όταν τον γνώρισα- “μπάρμπα Ντίνο”) και συνειδητοποίησα επίσης πως εκείνος που μου έλειπε από την ταινία το περισσότερο, ναι, ήταν ο Ντε Λαουρέντις.
Δεν υπάρχει παραγωγός με άποψη στο “Νώε”- αυτό είναι και το πρόβλημα. Σκηνοθέτης όμως υπάρχει. ΚΙ άρχισα να συμφιλιώνομαι με την παρουσία του Αρονόφσκι στο δεύτερο μέρος, όταν ένιωσα πως οι Ντελαουρέντιδες κι οι Πόντιδες κι οι Σέλζνικες έχουν πια πεθάνει, οπότε μην περιμένω θέαμα ουσίας (και χιλιάδες Ιταλούς αμαρτωλούς στα Σόδομα και τα Γόμορα, όπως έγραφαν οι τότε σχετικοί και άσχετοι) παρά μόνο εργαστηρίου κι εδώ είναι και το αδύναμο κομμάτι του “Νώε” διότι ο Αρονόφσκι δεν ενδιαφέρεται γι αυτό και μοιάζει ως προς αυτό το σημείο, ανέμπνευστος. Η δε σκηνή του Κατακλυσμού αν πάει να συγκριθεί με εκείνη της χιουστονικής “Βίβλου”…τι να πω, θα είναι τέτοια η ασέβεια ώστε ο Θεός του σινεμά θα ρίξει νέο κατακλυσμό και θα βλέπουμε μόνο τηλεόραση μέχρι να κοπάσει η μπόρα διαρκείας…
Εκεί όμως είναι που αρχίζει και φαίνεται ο Αρονόφσκι στο τι έργο βλέπουμε, τι είναι αυτός ο “Νώε”. Μπορεί ως θέαμα να είναι οριακό, όμως στο υπαρξιακό κομμάτι τα πάει περίφημα. Και πράγματι μπορεί και κάνει αυτό που θέλει σεβόμενος τους κανόνες του είδους που ανέλαβε να σκηνοθετήσει.
Σε καμιά 45αριά χρόνια, όταν κάποιος άλλος με υπογραφή σκηνοθέτης θα πάει να κάνει κάτι σχετικό, το πιο πιθανό θα είναι να αναπολεί κάποιος το “αριστούργημα” του Αρονόφσκι και να έχει ξεχάσει ή να μη γνωρίζει τι του έσουρναν οι πρόγονοι του,.
Αν από το παλιό φιλμ αναπόλησα Ντε Λαουρέντις και Χιούστον κι ένα σινεμά που μου λείπει, από το τωρινό προλαβαίνω να εκθειάσω αυτόν τον πρωταγωνισταρά που λέγεται ΡΑΣΕΛ ΚΡΟΟΥ, με αυτό το βαθύ βλέμμα και το εκτόπισμα που θαρρείς και του το άφησε διαθήκη ο Μάρλον Μπράντο. Κι αν από όλη εκείνη την παλιά υπερπαραγωγή έφτασε στα Οσκαρ μόνο η μουσική του Ιάπωνα συνθέτη της (χωρίς να κερδίσει), σε τούτη είδα φωτογραφία και κοστούμια να επιχειρούν να διαχωριστούν από τα οπτικά εφφέ κι εκείνες τις κατασκευές που θύμιζαν “Trasformers”.
Νώε (KAI ΣΕ 3D)
Noah
του Ντάρεν Αρονόφσκι
με τους Ράσελ Κρόου, Τζένιφερ Κόνελι, Άντονι Χόπκινς, Ρέι Ουίνστον, Έμα Γουάτσον, Ντάγκλας Μπουθ, Λόγκαν Λέρμαν, Κέβιν Ντουράντ, Ντακότα Γκόγιο
Εμπνευσμένος από την επική ιστορία θάρρους, θυσίας και ελπίδας, ο οραματιστής σκηνοθέτης Ντάρεν Αρονόφσκι φέρνει στη μεγάλη οθόνη και μάλιστα και τρισδιάστατα τη δική του εκδοχή του «Νώε». Ο βραβευμένος με Όσκαρ Ράσελ Κρόου, υποδύεται τον διάσημο από τη Βίβλο χαρακτήρα του Νώε, του προφήτη του Θεού, που σώζει την οικογένειά του και εκπροσώπους όλου του ζωικού βασιλείου μέσα στην κιβωτό, όταν η Γη πλήττεται από μια φονική πλημμύρα, τον βιβλικό κατακλυσμό που αφανίζει τον κόσμο. Ο διάσημος ηθοποιός ενορχηστρώνει τη διάσωση του ζωικού βασιλείου, το οποίο θα κατοικήσει στην νέα Εδέμ, έχοντας στο πλευρό του σημαντικούς ηθοποιούς όπως ο «βετεράνος» Άντονι Χόπκινς στο ρόλο του Μαθουσάλα, η Τζένιφερ Κόνελι και η νεαρή σταρ του Χάρι Πότερ, Έμα Γουάτσον. Όλοι μαζί με προεξάρχοντα το σκηνοθέτη φαντάζονται και ζωντανεύουν κινηματογραφικά την άγνωστη ζωή του Νώε και της οικογένειάς του στην πορεία τους προς μια νέα ημέρα για όλη την Κτίση. Ζώα, κεραυνοί, βροχές, μάχες, εντυπωσιακά (και τρισδιάστατα) εφέ και φυσικά η τεράστια ξύλινη κιβωτός πρωταγωνιστούν στην επικών προδιαγραφών περιπέτεια που θα συμπαρασύρει με τον θεαματικό κατακλυσμό και το κοινό σε μια ιστορία καταστροφής και ελπίδας.
Φωτογραφικό υλικό