Γράφει η Πίτσα Στασινοπούλου για την Κουλτουρόσουπα
Είναι φορές που συνειδητοποιώ ότι όσοι ασκούν επαγγελματικά τηλεκριτική, που σημαίνει αναγκαστική καθήλωση μπροστά στο γυαλί για να παρακολουθούν καρτερικά ό,τι προβάλλει, πρέπει οπωσδήποτε να απαιτήσουν βαρέα και ανθυγιεινά εύσημα τουλάχιστον! Για να μη πω και κάποιες έξτρα παροχές, όπως πχ. ειδικό επίδομα για «πνευματική και ψυχική βλάβη», μία δωρεάν συνεδρία τη βδομάδα σε ειδικό, δωρεάν ηρεμιστικά ή αντικαταθλιπτικά κλπ. διότι το επάγγελμά τους ενέχει σοβαρό κίνδυνο να αφήσει μόνιμο κουσούρι! Εδώ «πάσχουμε» όσοι το κάνουμε περιστασιακά κι εντελώς ερασιτεχνικά μια στις τόσες, πόσω μάλλον οι επαγγελματίες, όντες υποχρεωμένοι για τον άρτο τον επιούσιο, να υφίστανται καθημερινά τα άπαντα του τηλεοπτικού οχετού! Τέλος πάντων ας λύσουν οι ίδιοι τα βάσανα του κλάδου τους κι ας διεκδικήσουν τα αυτονόητα, δεν θα σκάσω και για πάρτη τους, έχω τα δικά μου…
Και «δικά μου» εννοώ μια αρρωστημένη (ναι, ναι!) περιέργεια να παίρνω ιδία γεύση από προγράμματα πολυδιαφημισμένα, παρότι (θα έπρεπε να) έχω εμπεδώσει πια ότι… 11 στις 10 φορές θα διαψευστώ/εκνευριστώ/σιχτιρίσω στην ηπιότερη εκδοχή, ενώ στη χειρότερη, άστο καλύτερα… Βέβαια, πέρα από τσεκαρισμένη διαστροφή μαζοχιστικού τύπου, είναι αλήθεια ότι κάπου στο πολύ βάθος, εκεί που δεν φτάνει η λογική, πάντα διατηρώ η αφελής μια απειροελάχιστη ελπίδα μήπως εκπλαγώ ευχάριστα και δεν θέλω να στερήσω στον εαυτό μου την ευκαιρία για αναθεώρηση, άσχετα που καταλήγω μόνιμα να τον φασκελώνω και κάποια στιγμή πρέπει οπωσδήποτε να το κοιτάξω…
Όταν ας πούμε διαπίστωσα το μέγεθος του ντόρου και της προσμονής για το καινούργιο βραδινό σώου του Νίκου Μουτσινά μετά από ένα χρόνο αποχής που «πολύ μας έλειψε», παρότι τον είχα ήδη σκυλοβαρεθεί, ένα «κάτι τις» τσίγκλισε την περιέργειά μου, με τη λογική σκέψη ότι εφόσον η προηγούμενη επαναλαμβανόμενη μανιέρα του πάτωσε λόγω κούρασης του κοινού, τί πιο φυσικό μετά από ένα χρόνο να επανέλθει ανανεωμένος με φρέσκιες ιδέες, άσε που η ακατάσχετη φιλολογία περί των απανωτών αναβολών προμοτάρισε δεόντως την αναμονή…. Διότι, σου λέει ο τελειομανής, αν η παραγωγή δεν εξασφάλιζε την απόλυτη αρτιότητα σε σκηνικά, πλατό, κοστούμια, πρόβες κλπ. δεν υπήρχε περίπτωση να ξεκινήσει ο σώουμαν, μακάρι να έπιανε Πάσχα!
Οπότε, λες κι εσύ ο θεατής, ποιος ξέρει τί μεγαλεπήβολα σχέδια ετοιμάζουν και τί γκράντε θέαμα και τί λαμπερό πρόγραμμα μας περιμένει, που πήξαμε στη μιζέρια και τα αναμασήματα με τα ίδια και τα ίδια… άλλωστε πάμε στοίχημα ότι ο Μούτσι ένα χρόνο μακριά από το γυαλί που είχε όλη την άνεση να μελετήσει τους λόγους των πρόσφατων αποτυχιών του, έχει σίγουρα αναθεωρήσει τα λάθη του, έχει φορτίσει μπαταρίες, έχει εμπνευστεί καινούργια πράγματα και είναι βέβαιο ότι ακόμα κι αν δεν μας εκπλήξει, θα μας χαρίσει τουλάχιστον μια λαμπερή, χιουμοριστική, ψυχαγωγική βραδιά, για την οποία μάλιστα καλλιεργήθηκαν εντέχνως τόσες προσδοκίες, οπότε ας στρωθούμε περιχαρείς στον καναπέ για την πρεμιέρα του…
Και φευ, διαπιστώνεις από τα πρώτα φρικαλέα λεπτά ότι μόνο με τεράστια υπέρβαση θα αντέξεις τα υπόλοιπα, με μοναδικό κίνητρο την περιέργεια (αρρωστημένη ξαναλέω), μέχρι ποιου σημείου μπορούν να φτάσουν η ξεφτίλα, η κοροϊδία, η γελοιότητα, η κατάντια, η προχειρότητα, σαν να μας τα έφτυσε όλα κατάμουτρα! Ξεκινώντας από την… τρύπα στην οροφή του πλατό που λόγω βροχής έμπαζε νερά με το καντάρι κάνοντας λούτσα την ορχήστρα μαζί με μηχανήματα και καλώδια, ενώ οι παρατρεχάμενοι έψαχναν κουβάδες για να μην ανατιναχτεί το σύμπαν από ηλεκτροπληξία κι ο σώουμαν, χαμένος στο διάστημα με μάτι αλλοπαρμένο «δεν ξέρω από πού θα μου έρθει η κατραπακιά», έκανε σαχλό χιουμοράκι, τί άλλο;; Διότι, σου λέει, εδώ αναβάλλαμε δυο και τρείς φορές την πρεμιέρα για να είμαστε άψογο ιμέχρι τελευταίας λεπτομέρειας και ξαφνικά σκάει τρύπα στο ταβάνι εν μέσω νεροποντής;; Από τη μια μπαλέτα, στρας και λάμψεις κι απ’ την άλλη κουβάς με σφουγγαρίστρα να μαζεύει τα νερά απ’ τα καλώδια;;; «Απ’ έξω μπέλα- μπέλα κι από μέσα κατσιβέλα» για να ‘ναι ασορτί με τη χώρα;; Έτσι και πετύχω τον άτιμο κατσικοπόδαρο την έβαψε!
Όσο για το περιεχόμενο του «σώου»- που μόνο μαζοχιστής στο τελευταίο απελπιστικό στάδιο αντέχει και αν- ήταν για να χτυπάς το κεφάλι στον τοίχο, αφενός ως δίκαιη αυτοτιμωρία για την επιλογή και αφετέρου μήπως συνέλθει κι αποφύγει στο μέλλον παρόμοια οικτρά ατοπήματα, εξευτελιστικά της νοημοσύνης, παρασυρμένο από ανόητες προπαγάνδες κι ακόμα πιο ανόητες φρούδες ελπίδες… διότι κάποτε πρέπει να δεχθεί διάολε το αξίωμα ότι «ακόμα κι αν κόψεις τη μούρη του γουρουνιού, αυτό πάλι στη λάσπη θα βουτήξει»! Ή αλλιώς, μιλώντας για λογής Μουτσινάδες, άπαξ και η μανιέρα σου γίνει δεύτερο πετσί, ΔΕΝ ξεκολλάει η ρημάδα ούτε με εγχείρηση, ούτε καν με λοβοτομή, μακάρι η επιστήμη να φτάσει στον Άρη κι ακόμα παραπέρα!
Καθότι φεσωθήκαμε οι αφελείς ένα πανομοιότυπο αντίγραφο από το «Καλό μεσημεράκι» (αν είναι δυνατόν!), εκείνη την παλιά, ξεφτισμένη συνταγή με τα πατωμένα νούμερα που ο θεατής έφτυσε λόγω βαρεμάρας, γελοιότητας, ανέμπνευστης επανάληψης που λες μπουχτισμένος νισάφι με την υποτίμηση και το χάσιμο χρόνου σε αηδίες! Και αυτή την ίδια αποτυχημένη αηδία, μετέφερε ένα χρόνο μετά αυτούσια στους δέκτες, πλασάροντάς την με απύθμενο θράσος ως δήθεν «βραδινό σώου» επειδή την πασπάλισε με λίγο «γκλίτερ», όπως ακριβώς κάποιος πασπαλίζει με ζάχαρη άχνη τα περιττώματα περιμένοντας να γίνουν κουραμπιέδες! Το ίδιο κιτσάτο καρτούν «Βάνια» από δίπλα με φωνή βγαλμένη από υπόνομο να σαχλαμαρίζει ανόητα, η ίδια «χρυσή τηλεόραση» με ντιπ ανούσια έως ανύπαρκτα τηλεσχόλια εν μέσω λικνισμάτων, τα ίδια σαλχοτράγουδα του ντιτζέι με το μαύρο γυαλί τρομάρα του, το ίδιο κι απαράλλακτο στυλάκι του χιουμορίστα με τις γνωστές γκριμάτσες, τις κομμένες λέξεις, τις μισές προτάσεις, το απωθημένο του τραγουδιστή, τις ακατάσχετες παπαρολογίες του τίποτα, με μόνο «καινούργιο» μια χαοτική αμηχανία σε ένα κατασκεύασμα χωρίς ειρμό, δομή και στόχο, στην πιο προκλητική κατασπατάληση τηλεοπτικού χρόνου, στο βρόντο κυριολεκτικά!
Α, συγγνώμη, είχε κι άλλα «καινούργια»: κάτι μπαλέτα να πλαισιώνουν μια fake «Lady Gaga» από τα Lidle ή την Ήβη Αδάμου να άδει για «πίπες»… μια σούπερ έκπληξη με την εμφάνιση Βασσάλου να διεκδικεί τη θέση του μόνιμου καρτούν… ένα παιδαριώδες σκετσάκι της συμφοράς με καρναβάλια χωρίς μισή πρόβα… ξεκάρφωτες «πολιτικές» μπηχτές επιπέδου αμοιβάδας… ανασκόπηση των εξωτικών διακοπών του σώουμαν κατά τον χρόνο απουσίας με αφηγήσεις για μαϊμούδες… με αποκορύφωμα τη συνέντευξη (λέμε τώρα) με Κασσελάκη για φινάλε, που πρέπει να διδάσκεται στις σχολές ως κορυφαία πατάτα προς αποφυγή από παρουσιαστή με τρικυμία εν κρανίω, καταλήγοντας να διώξει αγενέστατα τον καλεσμένο τύπου «ξεκουμπίδια», λόγω λήξης χρόνου χωρίς να ειπωθεί τίποτα απολύτως!
Στο μεταξύ ο κουβάς δίπλα στη μουλιασμένη ορχήστρα συνέχιζε να μαζεύει νερά, οι παρατρεχάμενοι να κουβαλούν πολυθρόνες, το καρτούν να τσιφτετελιάζεται από το πουθενά και ο ΝιΜου να φαντασιώνεται ότι παρουσιάζει «καινούργιο σώου», κοροϊδεύοντας το σύμπαν και πετώντας συνειδητά την ευφυία του στη χωματερή…Ούτε αυτήν έχεις σε υπόληψη διάολε;;;