Γράφει ο μαέστρος Μιχαήλ Χατζηαναστασίου για την Κουλτουρόσουπα.
Όταν η γεωγραφία αποφασίζει σε ποιο θεό θα πιστέψεις και η άγνοια βαφτίζεται πίστη, τότε ο Μεσαίωνας δεν έφυγε ποτέ. Απλώς φόρεσε ράσο, κουστούμι και έμαθε social media.
Όσες φορές πιστέψαμε και αφεθήκαμε στην ελπίδα, παραιτηθήκαμε από τη σκέψη και αποτύχαμε. Όχι ως μονάδες, αλλά ως είδος. Η θρησκεία, αυτό το βαθιά ριζωμένο απολίθωμα της ιστορίας, εξακολουθεί να επιβιώνει όχι γιατί απαντά σε ερωτήματα, αλλά γιατί δημιουργεί φόβο εκεί που θα έπρεπε να υπάρχει απορία.
Οι θρησκείες δεν είναι τίποτε περισσότερο από προϊόντα Γεωγραφίας. Αν γεννήθηκες στη Μέκκα, προσεύχεσαι στον Αλλάχ. Αν γεννήθηκες στη Ρώμη, ανάβεις κερί στην Παναγία. Αν γεννήθηκες στο Βενγκαλουρού, ίσως θεωρείς τη μετεμψύχωση απολύτως φυσική. Δεν υπάρχει καμία μεταφυσική αλήθεια εδώ. Μόνο γεωγραφική τύχη. Το σύνολο των πεποιθήσεών μας δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένας γεωπολιτικός φάκελος ταυτότητας με σφραγίδα εθνικής υπερηφάνειας και υπογραφή πατρογονικής ντροπής.
Η δεισιδαιμονία δεν είναι απλώς αφέλεια· είναι δομικό συστατικό κάθε εξουσιαστικού μηχανισμού. Όταν ο άνθρωπος δεν γνωρίζει, φοβάται. Και όταν φοβάται, υπακούει. Οι κοινωνίες που κυβερνώνται από το συναίσθημα και όχι από τη γνώση, είναι ευκολότερο να χειραγωγηθούν. Η αδυναμία διάκρισης του πραγματικού από το φαντασιακό είναι το προνομιακό πεδίο δράσης κάθε εξουσίας.
Αυτό δεν είναι θεωρία. Είναι ιστορία.
Η Ιερά Εξέταση δεν ήταν απόκλιση. Ήταν η λογική συνέπεια ενός συστήματος που δεν άντεχε την αλήθεια. Επιστήμονες όπως ο Τζορντάνο Μπρούνο κάηκαν στην πυρά γιατί τόλμησαν να προτείνουν ένα σύμπαν χωρίς θεϊκή διοίκηση και έναν άνθρωπο ικανό να σκέφτεται αυτόνομα. Ο Γαλιλαίος αναγκάστηκε να ανακαλέσει – όχι γιατί έσφαλε – αλλά γιατί ο λόγος του απειλούσε τη μονοπωλιακή αλήθεια της Εκκλησίας.
Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, η τυπογραφία απαγορεύτηκε στους μουσουλμάνους επί 250 χρόνια. Η δικαιολογία ήταν θρησκευτική· η πραγματικότητα ήταν πολιτική: η γνώση είναι επικίνδυνη όταν κυκλοφορεί ανεξέλεγκτα. Το ίδιο μοτίβο: όπου λείπει ο ορθός λόγος, φυτρώνει το δόγμα. Όπου ανθίζει το δόγμα, καίγονται τα βιβλία και οι άνθρωποι μαζί.
Ο Σπινόζα, που αφορίστηκε από την εβραϊκή κοινότητα του Άμστερνταμ γιατί τόλμησε να αμφισβητήσει τη θεϊκή προέλευση της Βίβλου, δεν μίσησε τον Θεό. Μίσησε την άγνοια που φορά το προσωπείο της πίστης. Μίσησε τη δεισιδαιμονία που μετατρέπεται σε μηχανισμό ελέγχου. Και πρότεινε τη ριζική θεραπεία: γνώση, κατανόηση, αρετή.
Η Εκκλησία, κάθε Εκκλησία, δεν υπήρξε ποτέ πραγματικά αντίπαλος του Κράτους. Είναι το alter ego του. Όπου το Κράτος διστάζει, η Εκκλησία ολοκληρώνει το έργο.
Όπου το Κράτος φοβάται το κοινωνικό κόστος, η Εκκλησία επεμβαίνει με το «Θέλημα του Θεού». Μια αγαστή, ιστορικά αποδεδειγμένη συμμαχία εξουσιών, που ποτίζει την κοινωνική βάση με ψευδεπίγραφες έννοιες περί «τάξης», «υπακοής», «ταπεινότητας», και – φευ! – «σωτηρίας».
Καμία Επανάσταση, καμία ρήξη, δεν προήλθε ποτέ από τη θρησκευτική πίστη. Όλες οι ριζικές αλλαγές στην ιστορία ήρθαν από τη γνώση. Από αυτούς που τόλμησαν να ερευνήσουν αντί να πιστέψουν. Από εκείνους που αμφισβήτησαν τα δόγματα, που σήκωσαν το βλέμμα πάνω από τα ιερά βιβλία και είδαν τον κόσμο όπως είναι, όχι όπως τον «έταξε» ένας θεός-μάνατζερ της ενοχής.
Η δεισιδαιμονία είναι το όπιο της άγνοιας, αλλά και το λίπασμα της τυραννίας. Μέχρι να πάψει ο άνθρωπος να μιλά για αμαρτίες και να αρχίσει να αναρωτιέται για αιτίες, θα παραμένει σκλάβος – όχι της αμαρτίας του, αλλά της βλακείας του. Γιατί όταν οι κοινωνικές δομές θεμελιώνονται πάνω στην πλάνη, το μόνο που χτίζεται είναι ο πύργος του παραλόγου.
Εν κατακλείδι:
Ο Μεσαίωνας δεν είναι μια μακρινή εποχή, είναι μια διαρκής κατάσταση. Όσο το «Πίστευε» προηγείται του «Ερεύνα», θα βαδίζουμε ως είδος με τα μάτια κλειστά, με το βλέμμα χαμηλωμένο και την αλυσίδα καλολαδωμένη. Και τότε, δεν θα χρειαστούν πλέον θεοί για να μας κρίνουν – θα έχουμε ήδη καταδικαστεί από την ίδια μας την αδιαφορία για την αλήθεια.
Δείτε όλα τα άρθρα του Μιχαήλ Χατζηαναστασίου με μια ματιά ΕΔΩ