Πέρα από αυτό που βλέπεις
(Κάθε Δευτέρα, Τετάρτη & Παρασκευή στην «Κ»)
Ερευνητής και πολεμιστής είναι ο ταξιδευτής στο ταξίδι της αυτογνωσίας… και συναντά εμπόδια… και σκάβει βαθιά μέσα στα δικά του πηγάδια… και αναζητά τις αλήθειες του… κι όλα αυτά με τη βοήθεια ιστοριών, που του δίνουν τροφή για να σκεφτεί… εσύ τι κάνεις με το δικό σου ταξίδι;
Γράφει η Νέλη Βυζαντιάδου για την Κουλτουρόσουπα.
Το ζέσταμα
Το βιβλίο με τίτλο ‘Ιστορίες να σκεφτείς’ βρίσκεται στη βιβλιοθήκη μου από το 2010, δύο μόλις χρόνια μετά τη μετάφρασή του στα Ελληνικά και την κυκλοφορία του από τις εκδόσεις Opera. Πέρα από το ότι το έχω διαβάσει αρκετές φορές, αξιοποίησα κατά καιρούς αποσπάσματά του σε ομιλίες μου.
Ο Jorge Bucay υπήρχε λοιπόν και εξακολουθεί να υπάρχει στην επαγγελματική μου ζωή και δε θα μπορούσε να γίνει αλλιώς καθώς το θεραπευτικό μοντέλο (Gestalt), που ακολουθεί, είναι βαθύτατα επηρεασμένο από το ψυχόδραμα, που είναι η δική μου θεραπευτική κατεύθυνση. Αρκετά τα σημεία συνάντησης, παράλληλοι τρόποι αντιμετώπισης της θεραπευτικής σχέσης και μοναδική χρήση βιωματικών στοιχείων στο πλαίσιο μιας συνεδρίας.
Από το ζέσταμα και μόνο καταλαβαίνετε ότι αυτή η παράσταση δε θα μου ήταν αδιάφορη μια που οι διαδραστικές ομιλίες με χρήση θεατρικών δρώμενων είναι κάτι, που με χαρακτηρίζει εδώ και δύο δεκαετίες και που απολαμβάνω να μοιράζομαι με το κοινό της πόλης μας και όχι μόνο. Ήμουν επομένως πολύ περίεργη να δω πώς αντιλήφθηκε αυτό το βιβλίο ένας σκηνοθέτης και πώς αποφάσισε να το ζωντανέψει επί σκηνής.

Η δράση
Από τα πρώτα κιόλας λεπτά της παράστασης άρχισα να ‘ταξιδεύω’ μαζί με τους πρωταγωνιστές σε ένα ταξίδι αυτογνωσίας στο οποίο με είχαν προσκαλέσει μαζί με όλους τους υπόλοιπους θεατές. Το ξεκίνημα αυτού του ταξιδιού επί σκηνής ήταν εντυπωσιακό και αποκαλυπτικό καθώς παρουσίαζε μπροστά στα μάτια μας τρεις πρώτες και σημαντικές αλήθειες: είμαστε αυτό που είμαστε, τίποτα καλό δεν είναι δωρεάν και ποτέ να μην κάνω αυτό που δεν θέλω. Τρεις αλήθειες που αντέχουν και συνοδεύουν κάθε ταξιδευτή στις διαδρομές που θα διανύσει. Τρεις αλήθειες που απαρτίζουν την ίδια τη ζωή παρά το ότι συνηθίζουμε να τις αγνοούμε, σκεφτόμουν την ώρα που άκουγα τους 4 χαρισματικούς ηθοποιούς να αναφέρονται σε αυτές.
Ο Αλφόνσο, ο ταξιδευτής, μας μύησε εξαιρετικά σε ένα παιχνίδι μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, πραγματικότητας και ψευδαίσθησης. Περνώντας από τη μια φάση στην άλλη πάλευε με τις αλήθειες που ανακάλυπτε μέσα από τις πρωτότυπες συνεδρίες που μοιραζόταν με το θεραπευτή του – τον συνταξιδιώτη του όπως τον αποκαλούσε – και αφηνόταν στη θεραπευτική επίδραση των ιστοριών, που άκουγε, για να συνεχίσει το ενδιαφέρον ταξίδι προς τα ενδότερα. Κι όσο ο Αλφόνσο παρέμενε ξύπνιος, σε εγρήγορση, για να μη χάνει στιγμή από όσα διαδραματιζόντουσαν πάνω στη σκηνή, τόσο εγώ αναλογιζόμουν τα ταξίδια που γίνονται στο γραφείο ενός ψυχοθεραπευτή και που απαιτούν ψυχικές αντοχές και διάθεση για μάθηση. Κι όσο πιο πολύ ταξιδεύει κανείς, τόσο πιο πολλά γνωρίζει. Κι όσο πιο πολλά γνωρίζει, τόσο μεγαλύτερη είναι η όρεξή του για να κατακτήσει κάτι ακόμα. Κι όσο πιο μεγάλη γίνεται η όρεξή του για να κατακτήσει κάτι ακόμα, τόσο περισσότερο ταξιδεύει.

Σε αυτό το ταξίδι, το ταξίδι της αυτογνωσίας, χρειάζεται να είναι κανείς ερευνητής, όπως μας έδειξε με αριστουργηματικό τρόπο ο σκηνοθέτης Αντώνης Καραγιάννης, γιατί μόνο ένας ερευνητής ψάχνει χωρίς να απογοητεύεται όταν αυτό που βρίσκει, δεν είναι όπως το περίμενε. Κι όταν κανείς είναι ερευνητής αναζητά την αλήθεια και την ουσία της ζωής που για τους περισσότερους συμπυκνώνεται μέσα σε λίγα χρόνια πραγματικού βιώματος. Κι αυτός ο ερευνητής, που συνάμα είναι ταξιδιώτης, καλείται να προσπεράσει διάφορα εμπόδια για να φτάσει στον προορισμό του. Και καθώς έβλεπα αυτά τα εμπόδια στη σκηνή σκεφτόμουν πως τα χειρότερα εμπόδια είναι τα εσωτερικά, αυτά δηλαδή που υπάρχουν μέσα μας και δυσχεραίνουν κάθε προσπάθειά μας. Τα χειρότερα εμπόδια είναι μέσα μας και το κακό είναι ότι τα κουβαλάμε όπου κι αν πάμε. Αυτό κατάλαβε και ο Αλφόνσο όταν αναρωτήθηκε γιατί υπήρχαν τόσα εμπόδια ανάμεσα σε εκείνον και το στόχο του. Τα εμπόδια δεν υπήρχαν εκεί μέχρι που εμφανίστηκε ο ίδιος. Τα εμπόδια τα έφερε αυτός.
Και κάπου εκεί αναρωτήθηκα για όλα αυτά που οδηγούν κάποιον στο να σαμποτάρει το ταξίδι του και να κάνει όλο και πιο δύσκολη την πορεία μέχρι τον προορισμό του. Αν ποτέ φτάσει στον προορισμό του. Κι ύστερα σκέφτηκα πως είναι πολύ δύσκολο να μάθει κανείς να πιστεύει στον εαυτό του χωρίς να του βάζει τρικλοποδιές, αν δεν πιστέψουν πρώτα σε αυτόν οι ‘σημαντικοί άλλοι’. Ακόμα όμως κι αν δεν πιστέψουν σε αυτόν, σημασία έχει να μη τον απορρίπτουν και να μη τον αποδυναμώνουν. Άλλωστε ο μικρός Πάντσο κατάφερε να σώσει τον εαυτό του και την αδελφή του ακριβώς επειδή δεν είχε κανέναν να του κόψει τα φτερά λέγοντας του ότι δεν θα μπορούσε να τα καταφέρει.

Η μια σκηνή μετά την άλλη άνοιγαν καινούργια παράθυρα στο μυαλό μου και άγγιζαν την ψυχή μου. Κι ενώ ήξερα μία προς μία όλες τις ιστορίες που παίχτηκαν πάνω στη σκηνή του Μετροπόλιταν, ένιωθα πως έβλεπα κάτι που δεν είχα ξαναδεί ως εκείνη την ώρα. Αυτό συμβαίνει όταν η δημιουργικότητα και το ταλέντο των συντελεστών μιας παράστασης κατεβαίνει από τη σκηνή και φτάνει μέχρι και το θεατή που κάθεται στην τελευταία σειρά. Και φυσικά ήταν κι ο μαέστρος, που έδινε τις απαραίτητες ανάσες σε όλους μας με ένα τραγούδι αγαπημένο. Τι κι αν έπαιζε κάθε φορά το ίδιο τραγούδι; Ήταν έτσι κι αλλιώς η σύνδεση μεταξύ των διαφορετικών συναισθηματικών φάσεων και η αποφόρτιση που χρειαζόμασταν όλοι για να καλωσορίσουμε την επόμενη ιστορία.
Πάντως ο πρωταγωνιστής δεν έκλεισε μάτι κυριολεκτικά και μεταφορικά. Κάθε φορά που προσπαθούσε να κοιμηθεί, κάτι ή κάποιος τον ξυπνούσε. Ή μήπως τον αφύπνιζε έτσι όπως επιχειρεί να αφυπνίσει ο θεραπευτής το θεραπευόμενό του; Γιατί θα μπορούσε κάλλιστα αυτός ο μικρός ύπνος, που πάσχιζε να απολαύσει, να ήταν η άρνηση και η αφύπνιση να ήταν η πραγματικότητα με την οποία ερχόταν αντιμέτωπος από τη στιγμή που αποφάσισε να ταξιδέψει. Κι όσο περισσότερες οι ιστορίες, τόσο πιο πολλές οι ανακαλύψεις. Κι όσο πιο πολλές οι ανακαλύψεις, τόσο μεγαλύτερο το σκάψιμο βαθιά μέσα του. Έτσι όπως έγινε στην ιστορία με την πόλη των πηγαδιών. Έπρεπε να αδειάσουν για να μπορέσουν έπειτα να γεμίσουν. Έπρεπε να αποχωριστούν κάθε περιεχόμενο για να υποδεχθούν το νέο. Έτσι όπως πρέπει να κάνει κάθε θεραπευόμενος που θέλει να υιοθετήσει νέες αντιλήψεις, νέες συνήθειες, νέους τρόπους ζωής. Αν δεν τολμήσει να πει ‘αντίο’ σε αυτά που ξέρει και δεν τον βοηθούν, δεν θα προλάβει να πει ‘γεια’ στα άλλα που μαθαίνει και λειτουργούν προς όφελός του.

Για πότε έφτασε η παράσταση στο τέλος της, ούτε που το κατάλαβα. Για να είμαι ειλικρινής, δεν είναι ότι δεν το κατάλαβα. Είναι ότι ήθελα κι άλλο. Λες και με την οπτικοποίηση αυτών των πολυδιαβασμένων ιστοριών, έμπαιναν όλα στη θέση τους. Γιατί από τη στιγμή που κάτι γίνεται εικόνα, δεν ξεχνιέται. Κι οι εικόνες με τις οποίες έφυγα από αυτήν την παράσταση, δεν θα ξεχαστούν ποτέ.
Το κλείσιμο
Βγαίνοντας από την αίθουσα του Μετροπόλιταν ένιωθα πλούσια και συγκινημένη κι αυτό έσπευσα να το μοιραστώ τόσο με την Ιφιγένεια Μανωλά, την ιδιοκτήτρια αυτού του φιλόξενου χώρου, όσο και με τον Αντώνη Καραγιάννη, το σκηνοθέτη αυτής της παράστασης. Είμαι σίγουρη ότι αυτοί οι δυο άνθρωποι έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους για να μπορώ να φύγω πλούσια και συγκινημένη. Κι αυτό από μόνο του είναι μια ξεχωριστή ιστορία για να πεις και να σκεφτείς…