Μόλις χθες δέχθηκα, στο γραφείο μου και κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίας, μια πολύ ενδιαφέρουσα και απλή ερώτηση: ‘Τελικά το να λέμε όχι είναι κακό;’
Επιτρέψτε μου, όμως, να σας δώσω λίγες παραπάνω πληροφορίες, που θα βοηθήσουν στην κατανόηση και σεβόμενη πάντα το απόρρητο των ανθρώπων, που με εμπιστεύονται και αφήνονται σε μένα για να αναρρώσουν από τα ψυχικά τους τραύματα και για να βρουν απαντήσεις στα ερωτήματα, που τους ταλανίζουν.
Ας ονομάσουμε Κ το νεαρό, ηλικίας 25-30 ετών, που έρχεται εδώ και καιρό σε μένα για να μάθει να βάζει όρια στους άλλους, να υποστηρίζει τις ανάγκες του και να λέει ‘όχι’ αντί του ‘ναι’, που συνήθιζε να λέει παντού και πάντα χωρίς εξαίρεση. Η δουλειά, που κάναμε, ως τώρα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εξαιρετική καθώς αναγνώρισε τον κίνδυνο του να αφήνει τους άλλους να παραβιάζουν τα όρια του και τις δυσάρεστες, πρωτίστως για τον ίδιο και δευτερευόντως για τις σχέσεις του με τους άλλους, συνέπειες του να μη λέει ‘όχι’. Άρχισε δειλά να δοκιμάζει να ονοματίζει την ανάγκη του και να λέει ‘όχι’ σε κάτι, που δεν ήθελε να κάνει είτε γιατί ήταν μακριά από τις προτιμήσεις και επιλογές του είτε γιατί τον επηρέαζε αρνητικά.
Όσο δοκίμαζε και επιχειρούσε πολλαπλούς και διαφορετικούς πειραματισμούς στην οριοθέτηση απέναντι στον εαυτό του (μάθαινε τι σημαίνει να βάζει εσωτερικά όρια) και στους άλλους (μάθαινε τι σημαίνει να βάζει εξωτερικά όρια) είχε τη δυνατότητα να βιώνει τις αντιδράσεις των άλλων, που δεν ήταν πάντα οι αναμενόμενες. Με άλλα λόγια υπήρξαν ‘σημαντικοί άλλοι’ της ζωής του, που ανταποκρίθηκαν θετικά στα όρια, που τους έβαλε αλλά υπήρξαν και άλλοι, οι οποίοι ξεβολεύτηκαν, αιφνιδιάστηκαν, δυσαρεστήθηκαν, εκνευρίστηκαν και αποφάσισαν να διακόψουν τη σχέση τους μαζί του.
Ο Κ ήταν, όμως, από την αρχή ενημερωμένος και συναισθηματικά προετοιμασμένος για ένα τέτοιο ενδεχόμενο οπότε ούτε αναστατώθηκε από την έκβαση κάποιων οριοθετήσεων του ούτε χρέωσε τους άλλους ως τους κακούς της ιστορίας. Ήξερε, μέσα από τις συνεδρίες μας, ότι το να αποφασίσει να πει ‘όχι’ για πρώτη φορά στη ζωή του δεν συνεπάγεται και ότι οι άλλοι είναι υποχρεωμένοι να το υποδεχθούν με θέρμη και ενθουσιασμό. Είχαμε μάλιστα δουλέψει θεραπευτικά, μέσω προσομοιώσεων, πολλά σενάρια στα οποία ο άλλος δεν ήταν πάντα συνεργάσιμος ή πρόθυμος να δεχθεί το ‘όχι’ του Κ χωρίς αντίρρηση. Είχαμε τέλος διασαφηνίσει πώς πρέπει να λέει το ‘όχι’ και τι να αποφεύγει ώστε να μην προξενεί, από την αρχή, ένα αρνητικό κλίμα και μία σχέση δυσπιστίας με την άλλη πλευρά.
Στη χθεσινή μας, λοιπόν, συνεδρία αναρωτιόταν έντονα ο Κ ποιο το νόημα να λες ‘όχι’ αν οι συνέπειες είναι τόσο επώδυνες όπως συμβαίνει με το ‘όχι’ των Ελλήνων στα σκληρά μέτρα και τη λιτότητα και μήπως τελικά ένα ‘ναι’ αποδεικνύεται, κάποιες φορές, πιο συμφέρον και λιγότερο καταστροφικό σε κάθε επίπεδο.
Ήταν μόνο η αρχή για να σκεφτώ άπειρα ‘ναι’ και ‘όχι’ στην καθημερινότητα όλων και πώς τείνουν κάποιοι να συγχέουν έννοιες και συνθήκες προκειμένου να μην υπάρχει καθαρότητα τόσο ως προς την ανάγνωση και ερμηνεία όσο και ως προς την εφαρμογή ενός ‘ναι’ ή ενός ‘όχι’.
Φτάνοντας στο τέλος της συνεδρίας δεσμεύθηκα στον Κ ότι θα συνεχίσουμε να αναλύουμε αυτό το θέμα και αφήσαμε ανοιχτό το αν και πότε είναι τελικά κακό το να λες ‘όχι’. Το ίδιο κάνω και με εσάς… η συνέχεια την επόμενη εβδομάδα…