Γράφει η Νέλη Βυζαντιάδου για την Κουλτουρόσουπα #μετηματιάτηςνέλης
Η μελαγχολία είναι η ευτυχία του να είσαι θλιμμένος είπε ο Βίκτωρ Ουγκώ ενώ για τον Ρόλο Μέι η κατάθλιψη είναι η ανικανότητα σύλληψης κάποιου μέλλοντος. Πόσες φορές δεν έχουμε χρησιμοποιήσει μια από αυτές τις λέξεις για να περιγράψουμε αυτό που νιώθουμε; Θλίψη, μελαγχολία, κατάθλιψη.
Είναι όμως τρεις λέξεις που περιγράφουν την ίδια κατάσταση ή μήπως όχι; Ο κύριος Στέργιος Καπρίνης, αναπληρωτής καθηγητής Ψυχιατρικής Α.Π.Θ, μας βοηθά να τις διαχωρίσουμε εξηγώντας μας πως η θλίψη είναι ένα φυσιολογικό συναίσθημα που μας διακατέχει όποτε συμβαίνουν πράγματα στη ζωή μας που μας στεναχωρούν όπως μια απώλεια, μια διάψευση, μια απογοήτευση, μια αποτυχία. Είναι απολύτως φυσιολογικό να νιώθουμε θλίψη όταν μας συμβαίνει κάτι δυσάρεστο. Στον σημερινό κόσμο μοιάζει να μην αντέχουμε τη θλίψη. Είναι θεμιτό να μη θέλουμε να νιώθουμε θλίψη αλλά όταν συμβεί κάτι δυσάρεστο, πρέπει να μπορούμε να αντέχουμε, να νιώθουμε, και να εκφράζουμε τη θλίψη μας.
Η μελαγχολία, συνεχίζει, είναι μια ποιητική λέξη που περιγράφει την υπερβολική θλίψη και απαντάται και ως όρος της ψυχιατρικής αλλά και ως λογοτεχνικός όρος. Η λέξη προέρχεται από την αρχαία εποχή και την ιπποκρατική αντίληψη περί υγείας και ιατρικής. Ο Ιπποκράτης διατύπωσε τη θεωρία πως στο σώμα μας υπάρχουν τέσσερις χυμοί οι οποίοι, όταν βρίσκονται σε ανισορροπία, δημιουργούν τις ασθένειες. Ένας από τους τέσσερις χυμούς είναι και η μαύρη χολή, η ‘μέλαινα χολή’ στη γλώσσα της εποχής. Υπερβολική ποσότητα μέλαινας χολής οδηγούσε τον άνθρωπο στην εκδήλωση μελαγχολίας, δηλαδή υπερβολικής θλίψης. Η σημερινή κλινική ψυχιατρική αναγνωρίζει ως μελαγχολία τη βαθιά υπερβολική θλίψη. Τέλος η κατάθλιψη, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι η υπερβολική θλίψη. Σε αντίθεση με τη θλίψη, που είναι ένα φυσιολογικό συναίσθημα, η κατάθλιψη είναι αρρώστια. Είναι μια επίπονη νόσος με πολλές εκφάνσεις και συνιστώσες, που ταλαιπωρεί τους πάσχοντες. Η κατάθλιψη δεν περιορίζεται στο συναίσθημα, αλλά απλώνεται και στη σκέψη, που τείνει να είναι απαισιόδοξη, και στην ενέργεια που χρειαζόμαστε για να φέρουμε εις πέρας τις υποχρεώσεις μας (ο καταθλιπτικός νιώθει σαν να έχει ‘άδειες μπαταρίες’). Συχνά στην ψυχιατρική χρησιμοποιούμε όρους που τους χρησιμοποιούμε και στην καθομιλουμένη. Η κατάθλιψη είναι μια από αυτές τις λέξεις, που συχνά χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε μια θλίψη ή μια στεναχώρια ή μία αίσθηση ανίας που μπορεί να νιώθουμε. Όταν όμως χρησιμοποιείται σαν ψυχιατρικός όρος, η κατάθλιψη περιγράφει μία νόσο.
Φέρνω στο μυαλό μου τα λόγια του Καρλ Γιουνγκ: ‘Η κατάθλιψη είναι σαν μια μαυροντυμένη γυναίκα. Αν βρεθεί στο δρόμο σας, μην την διώξετε. Προσκαλέστε την να έρθει μέσα, βάλτε την να καθίσει, συμπεριφερθείτε της σαν να είναι επισκέπτης και ακούστε αυτά που έχει να σας πει’. Σκέφτομαι ξανά αυτήν την εικόνα. Η κατάθλιψη με τη μορφή μιας μαυροντυμένης γυναίκας. Σκέφτομαι αυτήν την εικόνα και αναρωτιέμαι αν τελικά η κατάθλιψη έχει προτιμήσεις σε φύλο ή ηλικία. Θεωρείται, όπως υποστηρίζει ο κύριος Καπρίνης, πως η κατάθλιψη είναι δύο φορές συχνότερη στις γυναίκες από ό,τι στους άντρες. Πολλοί μελετητές όμως αναφέρουν πως η κατάθλιψη μπορεί να είναι εξίσου συχνή και στους άντρες, αλλά να εκφράζεται διαφορετικά μέσω του θυμού ή της αύξησης της επιθετικότητας.Οι χρόνιες μορφές ενδογενούς κατάθλιψης, όπως η μείζων καταθλιπτική διαταραχή, που έχουν και σημαντική γονιδιακή επιβάρυνση, θα εκδηλωθούν συνηθέστερα στην περίοδο ανάμεσα στην όψιμη εφηβεία και τα μέσα της τέταρτης δεκαετίας της ζωής. Εξωγενείς, αντιδραστικές μορφές κατάθλιψης, δηλαδή καταθλίψεις που εμφανίζονται ως αντίδραση σε διάφορα δυσάρεστα συμβάντα της ζωής μας, μπορεί να εμφανιστούν σε όλες τις ηλικίες. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτιμά πως το 4% του πληθυσμού του πλανήτη πάσχει από κάποια μορφή κατάθλιψης ενώ ανάλογα με τη μεθοδολογία των ερευνών εκτιμάται πως ένα ποσοστό έως και 17% του παγκόσμιου πληθυσμού έχει νοσήσει από κατάθλιψη σε κάποια στιγμή της ζωής του. Υπάρχει η τάση η κατάθλιψη να υποδιαγιγνώσκεται στις νεαρές και στις μεγαλύτερες ηλικίες επειδή η κατάθλιψη εκδηλώνεται διαφορετικά.
Όσο προχωρά η συζήτησή μας, ανακαλώ συνεδρίες στο γραφείο μου με γυναίκες που είχαν περάσει κατάθλιψη στο μακρινό ή κοντινό παρελθόν και που η κατάθλιψη, που είχαν περάσει, συνδεόταν με ειδικές φάσεις ζωής όπως την εγκυμοσύνη ή την εμμηνόπαυση. Θυμάμαι την ένταση με την οποία βίωναν τα συμπτώματα και το αρνητικό αποτύπωμα που είχε αφήσει μέσα τους η συγκεκριμένη περίοδος της ζωής τους. Ο κύριος Καπρίνης επιβεβαιώνει πως οι αλλαγές στις ορμόνες μπορούν να επηρεάσουν την ψυχολογική κατάσταση ενός ανθρώπου, είτε αυτές συμβαίνουν εξ αιτίας κάποιας ασθένειας, είτε φυσιολογικά όπως συμβαίνει στην εφηβεία, στην εγκυμοσύνη και στην εμμηνόπαυση. Επισημαίνει επίσης την περίπτωση των γυναικών που υποβάλλονται σε ορμονοθεραπεία προκειμένου να μείνουν έγκυες και που κι αυτές είναι ευάλωτες απέναντι στην κατάθλιψη.
Να μην ξεχνάμε βέβαια πως υπάρχει και η κληρονομική επιβάρυνση που κι αυτή παίζει το ρόλο της. ‘Η μείζων καταθλιπτική διαταραχή και η κατάθλιψη που συναντάμε στη διπολική διαταραχή έχουν συσχέτιση με συγκεκριμένα γονιδιακά προφίλ. Συνεπώς υπάρχει κληρονομικότητα στην κατάθλιψη. Όταν υπάρχουν συγγενείς πρώτου βαθμού με κατάθλιψη, ο άνθρωπος έχει τις διπλάσιες πιθανότητες να εκδηλώσει και αυτός κατάθλιψη στη ζωή του. Τα γονίδια, όμως, δεν είναι η μοίρα μας. Αν καλλιεργήσουμε τους παράγοντες που μας προστατεύουν από την κατάθλιψη μπορούμε να προφυλαχτούμε από τη νόσο ή αν νοσήσουμε να επανέλθουμε συντομότερα’, διευκρινίζει ο συνεντευξιαζόμενος.
Οι εικόνες, που αναδύονται μέσα από τις αναμνήσεις θεραπευομένων και περιγραφών τους, συνεχίζουν να περνάνε μπροστά από τα μάτια μου μία προς μία. Σκοτάδι, εγκλωβισμός, αδιέξοδο. Με τι παλεύει τελικά ένας καταθλιπτικός; Θέλω πολύ να μάθω αν υπάρχει φως στην άκρη του τούνελ και ο καλύτερος που θα μου δώσει την απάντηση είναι ο κύριος Καπρίνης. Το καταθλιπτικό συναίσθημα επηρεάζει, όπως λέει, εντονότατα τη σκέψη του πάσχοντος. Ο καταθλιπτικός δε νιώθει μόνο άσχημα αλλά όλη την ώρα το μυαλό του απασχολείται από σκέψεις καταθλιπτικού περιεχομένου, όπως σκέψεις αναξιότητας, αυτομομφής, ανεπάρκειας, ενοχής, σκέψεις πως ο ασθενής προδίδει και απογοητεύει τους ανθρώπους του περιβάλλοντός του, σκέψεις πως η ζωή του και η ζωή όσων αγαπά κινδυνεύει. Ο καταθλιπτικός άνθρωπος πολεμά όλη μέρα, κάθε μέρα, τις δυσάρεστες σκέψεις, χωρίς αποτέλεσμα, με συνέπεια όσο είναι ξύπνιος να υποφέρει. Αυτός είναι και ο λόγος που δυσανάλογα πολλοί ασθενείς με κατάθλιψη δεν βλέπουν άλλη λύση στο πρόβλημά τους από την αυτοκτονία. Είναι σημαντικό, όμως, να τονίζεται στον ασθενή, ακόμα κι αν αυτός λόγω της κατάθλιψης δεν το πιστεύει, πως η κατάθλιψη είναι μια αρρώστια που θεραπεύεται, που περνά και πως σύντομα ο ασθενής θα μπορέσει να νιώσει την ανακούφιση της βελτίωσης.
Για να μπορέσει βέβαια ο καταθλιπτικός να νιώσει την ανακούφιση της βελτίωσης, θα πρέπει να απευθυνθεί σε ειδικό. Πότε ανησυχούμε και απευθυνόμαστε σε ειδικό, ρωτώ τον κύριο Καπρίνη για να μου απαντήσει πως απευθυνόμαστε σε ειδικό όταν διαπιστώσουμε πως η συναισθηματική μας κατάσταση μας δημιουργεί λειτουργικά προβλήματα στην καθημερινότητά μας και όταν νιώθουμε πως υποφέρουμε από τα συναισθήματα και τις σκέψεις που αυτά δημιουργούν. Όσο για το σχήμα που θα μας βοηθήσει φαίνεται να είναι ένας συνδυασμός φαρμακοθεραπείας και ψυχοθεραπείας καθώς σύμφωνα με κλινικές μελέτες ένας τέτοιος συνδυασμός φέρνει τα καλύτερα και σταθερότερα αποτελέσματα.
Ο Λέων Τολστόι είπε πως αν νιώθεις πόνο, είσαι ζωντανός. Αν νιώθεις όμως τον πόνο των άλλων είσαι άνθρωπος. Κι αυτό είναι κάθε οικείος ενός καταθλιπτικού. Άνθρωπος. Άνθρωπος που αντέχει. Άνθρωπος που παλεύει να μη ρουφηχτεί στη ρουφήχτρα της κατάθλιψης. Άνθρωπος που βγαίνει μπροστά, όσο μπορεί, για να τραβήξει προς την πλευρά του τον δικό του άνθρωπο, που υποφέρει. Πώς μπορούν οι οικείοι να είναι υποστηρικτικοί; Την απάντηση μας τη δίνει ο συνεντευξιαζόμενος:
‘Η ευαισθητοποίηση γύρω από την κατάθλιψη είναι πολύ σημαντική. Η οικογένεια ενός καταθλιπτικού πρέπει να καταλάβει τη διαφορά της θλίψης, ή της έλλειψης διάθεσης, με την κατάθλιψη. Πρέπει να καταλάβει πως το περιεχόμενο των καταθλιπτικών ιδεών είναι ένα σύμπτωμα της νόσου που δεν επιδέχεται διόρθωσης με τη λογική. Δεν υπάρχει λόγος να προσπαθούμε να μεταπείσουμε έναν καταθλιπτικό με τα λόγια γιατί κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό. Πρέπει να ανακουφίζουμε τον άνθρωπό μας με τη βεβαιότητα της φροντίδας μας, της παρουσίας μας, και την εξασφάλιση πως πάντα θα υπάρχει δίπλα του ένας άνθρωπος που τον νοιάζεται και τον αγαπά μέχρι να περάσει το επεισόδιο της κατάθλιψης. Η κατάθλιψη επηρεάζει, επίσης, και την ενέργεια, τη ζωτικότητα του πάσχοντος. Απλές καθημερινές πράξεις, όπως να πλύνουμε το φλυτζάνι του καφέ στο νεροχύτη, για έναν καταθλιπτικό φαίνονται ολόκληρος γολγοθάς. Συχνά ένας καταθλιπτικός ασθενής μπορεί να μη βρίσκει τη δύναμη να σηκωθεί από το κρεβάτι. Είναι σημαντικό οι οικείοι να έχουν επίγνωση πως αυτό δεν είναι τεμπελιά’.
Θέλω να πιστεύω πως υπάρχει τις περισσότερες φορές κάτι που μπορούμε να κάνουμε εκ των προτέρων για να διασφαλίσουμε την ψυχική μας υγεία αποφεύγοντας ένα καταθλιπτικό επεισόδιο. Είναι όμως αλήθεια; Σύμφωνα με τον αναπληρωτή καθηγητή Ψυχιατρικής Α.Π.Θ κ. Στέργιο Καπρίνη σε περιπτώσεις ενδογενών καταθλίψεων, με γονιδιακή συμμετοχή, η νόσος θα εκδηλωθεί ούτως ή άλλως. Πολλές αντιδραστικές καταθλίψεις, όμως, θα μπορούσαν να αποφευχθούν αν οι άνθρωποι φροντίζουμε να έχουμε πάντοτε αντίβαρα στη ζωή μας που θα μπορέσουν να αντισταθμίσουν τις δυσκολίες της ζωής: υγιείς ανθρώπινες σχέσεις, καλλιέργεια ενδιαφερόντων, σωματική άσκηση, εσωτερική ζωή, όλα αυτά μας βοηθούν ώστε να μπορέσουμε να αντέξουμε μεγαλύτερη ένταση ψυχοπιεστικών γεγονότων χωρίς να εκδηλώσουμε κατάθλιψη.

Κάπου εδώ φτάνει στο τέλος μια τόσο πλούσια συζήτηση γύρω από ένα θέμα που απασχολεί πολλούς, πάρα πολλούς. Ζητώ από τον ειδικό να μοιραστεί μαζί μας μια εμπειρία του με καταθλιπτικό ασθενή που τον δυσκόλεψε ή τον προβλημάτισε στα χρόνια που εργάζεται ως κλινικός. Εκείνος παραδέχεται πως τα τελευταία χρόνια έρχονται να τον βρουν συχνά νεότεροι άνθρωποι οι οποίοι δηλώνουν ότι πάσχουν από κατάθλιψη. Από τις συζητήσεις του μαζί τους και την κλινική εξέταση δεν προκύπτουν ευρήματα που να στοιχειοθετούν τη διάγνωση της κατάθλιψης. Παρόλα αυτά η δυσφορία είναι υπαρκτή. Φαίνεται πως πολλοί νέοι άνθρωποι επιζητούν ως πρωταρχικό ιδανικό στη ζωή τους τη ‘χαρά’, μια συναισθηματική κατάσταση ευφορίας που και οι ίδιοι αδυνατούν να περιγράψουν. Οποιαδήποτε παρέκκλιση από μια ιδανική συναισθηματική κατάσταση βιώνεται ως αποτυχία και παθολογικοποιείται στη συνείδησή τους ως κάτι αφύσικο, κάτι το ενοχλητικό, κάτι το ασύμβατο με τη ζωή και το χαρακτήρα τους. Φαίνεται πως πολλοί νέοι άνθρωποι έχουν έναν πολύ χαμηλό ουδό σε ό,τι αφορά τη ματαίωση και την απογοήτευση και πως εξισώνουν την ψυχική γαλήνη με έναν προστατευμένο από ψυχοπιεστικά γεγονότα τρόπο ζωής. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν είναι ρεαλιστικό αφού η ζωή αναπόφευκτα έχει δυσκολίες. Η μόνιμη κατάσταση ευφορίας, καταλήγει, δεν είναι ούτε φυσιολογική, ούτε πραγματική, κι ας προάγεται μέσω της κουλτούρας της εικόνας και του τρόπου διαχείρισης αυτής από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Είναι σημαντικό να συνειδητοποιούμε όλοι μας την ανάγκη να καλλιεργούμε την εσωτερική μας ζωή με τέτοιο τρόπο ώστε να μην παρασυρόμαστε από τις σειρήνες της εποχής.
Το άρθρο αυτό γράφτηκε με αφορμή τη σημερινή μέρα, Ευρωπαϊκή ημέρα για την κατάθλιψη. Ας έχουμε στο νου μας τα λόγια του Άρθουρ Σοπενχάουερ: ‘Η ζωή είναι ένα εκκρεμές που κινείται μεταξύ πόνου και απελπισίας’. Ας έχουμε λοιπόν δύναμη να αντέχουμε τον πόνο και να αντιστεκόμαστε στην απελπισία









