Κάθε Τρίτη στην Κουλτουρόσουπα
.
Άλλοι οι γονείς και τα αδέλφια, άλλο οι σύζυγοι και τα παιδιά. Ή μήπως όχι; Για κάποιους ανθρώπους είναι πολύ δύσκολο να διαχωρίσουν την οικογένεια που δημιουργούν από την οικογένεια καταγωγής τους. Τι ισχύει για σένα;
Τάχα Θέλω Να Σου Πω.
.
Γράφει η Νέλη Βυζαντιάδου για την Κουλτουρόσουπα.
– Ας συνεχίσουμε λοιπόν από εκεί που μείναμε την προηγούμενη φορά, παρότρυνα το Δημήτρη μένοντας πιστή στην υπόσχεση που είχα δώσει τόσο στον ίδιο όσο και στον εαυτό μου. Είχα δεσμευθεί πως θα ήμουν εκεί για να τον βοηθήσω να καταλάβει πως το να παραμένει καθηλωμένοςστο ρόλο του μεγάλου και υπεύθυνου αδελφού του στερούσε ένα σωρό προνόμια και χαρές που δικαιούταν να απολαύσει στη ζωή του και που δεν το έκανε μέχρι τότε. Είχα επίσης δεσμευθεί να ήμουν εκεί για να τον προσκαλούσα να φτιάξει από την αρχή μια δική του ιστορία σταματώντας να αναμασά το παραμύθι που του είχαν αφηγηθεί στην παιδική του ηλικία και που δεν είχε πια κανένα απολύτως νόημα στην ενήλικη ζωή του.
– Πού είχαμε μείνει;, ρώτησε με την αφέλεια ενός μικρού παιδιού που είχε ξεχάσει την ύλη του προηγούμενου μαθήματος.
– Ενδιαφέρον το ότι δεν θυμάσαι πού είχαμε μείνει.Τι να λέει άραγε αυτό;, αναρωτήθηκα φωναχτά.
– Είναι κακό να μη θυμάμαι;
– Είπα πως είναι ενδιαφέρον. Συνήθως απωθούμε κάτι που δεν μας βολεύει να θυμόμαστε ή που μας αγχώνει. Τι μπορεί λοιπόν να ισχύει στη δική σου περίπτωση;
–Μα δεν θυμάμαι πώς τελείωσε η προηγούμενη συνεδρία. Πώς μπορώ να πω τι ισχύει αφού δεν θυμάμαι;
– Έχεις δίκιο. Υπάρχει κάτι που θυμάσαι από την προηγούμενη συνεδρία μας;
–Ναι. Θυμάμαι να μιλάω για τη μικρή μου αδελφή και για την αγωνία μου για τις επιλογές της.
–Τι άλλο θυμάσαι; Δεν ήταν για μένα έκπληξη αυτό που ανακάλεσε πρώτο στη μνήμη του. Η «μικρή αδελφή» τρύπωνε για τα καλά ανάμεσα στο Δημήτρη και σε οποιονδήποτε άλλον επιχειρούσε να κάνει μια σχέση μαζί του. Όποια σχέση κι αν ήταν αυτή. Η «μικρή αδελφή» έμπαινε πάντα ανάμεσα σε αυτόν και τη γυναίκα του. Και να που τώρα θρονιαζόταν για τα καλά και στις συνεδρίες μας. Αναρωτιόμουν μάλιστα αν αυτό συνέβαινε μόνο στις σχέσεις του Δημήτρη με άλλες γυναίκες ή αν άπλωνε τα πλοκάμια της σε όλες τις σχέσεις του αδελφού της.
– Θυμάμαι να μου λες ότι οι γονείς μας ήταν αυτοί που μου έμαθαν να ανησυχώ τόσο πολύ για την αδελφή μου και πως θα έπρεπε να κάνω κάτι που μου φαίνεται βουνό.
– Τα πας μια χαρά, τον ενθάρρυνα. Αν μου επιτρέπεις να συμπληρώσω πως προς το τέλος της συνεδρίας μας σου είπα ότι είναι ευκαιρία να καλωσορίσεις τον ενήλικο εαυτό σου σταματώντας να αναμασάς ένα σχήμα που σου έμαθαν οι γονείς σου όταν ήσουν παιδί.
–Τώρα που το λες το θυμήθηκα.
–Και σε προσκάλεσα να συνεχίσεις να αγαπάς την αδελφή σου με έναν πιο ελεύθερο και γνήσιο τρόπο απαλλαγμένο από οποιαδήποτε αίσθηση καθήκοντος. Κι ήταν τότε που εσύ ο ίδιος είπες πως ίσως έτσι θα μπορούσες να αφοσιωθείς πιο ελεύθερα στο γάμο σου και την οικογένεια σου. Σου λέει κάτι αυτό;
–Μα ναι! Εκεί σταματήσαμε και θυμάμαι πως για ώρα μετά τη συνεδρία σκεφτόμουν πόσα ακόμα ήθελα να πω αλλά δεν πρόλαβα.
– Όλος ο χρόνος είναι δικός σου, του είπα. Τι θέλεις να μοιραστείς μαζί μου;
–Σκεφτόμουν πως από την αγωνία που έχω διαρκώς για την αδελφή μου δεν μου μένει χρόνος να σκεφτώ τις ανάγκες της γυναίκας μου και των παιδιών μου. Ντρέπομαι που το λέω αλλά είναι σαν να έχω αποφασίσει πως θα προηγείται για πάντα η αδελφή μου της οικογένειας μου.
–Χαίρομαι πολύ με τη διαπίστωση που κάνεις. Χαίρομαι επίσης που ξεχωρίζεις την αδελφή σου από την οικογένεια σου.
.

.
–Τι εννοείς;
–Ασυνείδητα παραδέχεσαι πως η οικογένεια σου πια είναι η γυναίκα σου και τα παιδιά σου ενώ η αδελφή σου παραμένει μία πολύ στενή συγγενής. Δεν είναι όμως η οικογένεια σου.
– Ούτε που το σκέφτηκα αυτό, είπε γεμάτος έκπληξη.
–Άλλο η οικογένεια καταγωγής μας και άλλο η οικογένεια που εμείς δημιουργούμε. Την πρώτη την αφήνουμε πίσω χωρίς να σημαίνει ότι δεν έχει αξία. Θα έχει πάντα την αξία της μήτρας από την οποία βγήκαμε και μέσα στην οποία μεγαλώσαμε. Το καινούργιο όμως είναι αυτό που εμείς επιλέξαμε και δημιουργήσαμε και στο οποίο οφείλουμε αφοσίωση και φροντίδα.
–Αν σε άκουγε τώρα η γυναίκα μου θα χαιρόταν.
–Κι αν με άκουγε η αδελφή σου; Τι πιστεύεις ότι θα ένιωθε;
–Μάλλον θα θύμωνε.
–Γιατί;
–Γιατί θέλει να είναι η πρώτη στη ζωή μου.
–Κι εσύ; Τι θέση θέλεις να της δώσεις;
–Μου βάζεις δύσκολα τώρα. Άλλο η αδελφική αγάπη και άλλο η συζυγική.
–Δεν σου ζήτησα να συγκρίνεις τις δυο αγάπες μεταξύ τους. Σε ρώτησα για τη θέση που θέλεις να της δώσεις στη ζωή σου. Η πυραμίδα των θέσεων είναι συγκεκριμένη και στην κορυφή της υπάρχει περιορισμένος χώρος, δεν νομίζεις;
–Θα ήθελα να βάλω στην κορυφή αυτής της πυραμίδας τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου.
–Κάντο λοιπόν.
–Χωρίς ενοχές;
–Γιατί θα έπρεπε να έχεις ενοχές; Τι κακό κάνεις;
–Μήπως προδίδω την αδελφή μου;, αναρωτήθηκε.
.

.
–Τώρα μιλά ο μικρός Δημήτρης που δεν μπορεί να ξεφύγει από την παγίδα στην οποία μπήκε και την οποία θεωρεί φυσιολογική. Θέλω να ακούσω τον ενήλικο Δημήτρη. Πιστεύει κι αυτός ότι προδίδει την αδελφή του αν προχωρήσει στη ζωή του και δώσει προτεραιότητα στη γυναίκα του και τα παιδιά του;
–Όχι βέβαια, απάντησε χωρίς να το σκεφτεί. Κάθε ένας τη ζωή του. Εγώ τη δική μου και η αδελφή μου τη δική της. Δεν θέλω να είμαι υπεύθυνος για το τι θα αποφασίσει. Θέλω να ζήσω πια ελεύθερος, είπε ανακουφισμένος.
–Καλωσορίζω τον ενήλικο Δημήτρη στην παρέα μας. Το Δημήτρη που ξέρει τι θέλει και που ορίζει ο ίδιος τη ζωή του. Το Δημήτρη που υποστηρίζει τις επιλογές του και αξιολογεί τα δεδομένα χρησιμοποιώντας τη λογική και όχι ακολουθώντας το συναίσθημα. Το Δημήτρη που μπορεί και αξίζει να είναι ένας καταπληκτικός σύζυγος και ένας χαρισματικός πατέρας. Το Δημήτρη που δεν θα σταματήσει να είναι ένας υποστηρικτικός αδελφός αλλά ως εκεί. Ούτε δεκανίκι, ούτε γονιός, ούτε υποκατάστατο συντρόφου για την αδελφή του.
.

.
Ο Δημήτρης ρουφούσε τις λέξεις μου μία προς μία. Με κοίταζε σχεδόν εκστασιασμένος. Διέκρινα ακόμα και μια υποψία ευγνωμοσύνης στο βλέμμα του. Ευγνωμοσύνη για το πράσινο φως που άναβα στον ενήλικο εαυτό του. Ευγνωμοσύνη για την ευλογία που έδινα στο δικαίωμα του να ζήσει τη ζωή του απαλλαγμένος από καθήκοντα και υποχρεώσεις. Ευγνωμοσύνη γιατί μέσα από τις συνεδρίες μας κατάφερνε να ανακαλύψει αυτό που χρειαζόταν για να νιώσει ευτυχισμένος. Κι η ευτυχία του δεν συμβιβαζόταν με «πρέπει» και κανόνες που του υπαγόρευαν οι άλλοι. Κι ας ήταν οι γονείς του αυτοί οι άλλοι. Ο Δημήτρης είχε πάψει να χρειάζεται την έγκρισή τους εδώ και καιρό και τώρα ήταν έτοιμος από κάθε άποψη να το ενσωματώσει τόσο ως πεποίθηση όσο και ως συμπεριφορά.
.
Τάχα θέλω να σου πω… άλλο οικογένεια καταγωγής κι άλλο η οικογένεια μου…


.
-Bίντεο, συνεντεύξεις, ομιλίες επισκεφτείτε το κανάλι μου στο You Tube.
..
Ακολουθήστε το Kulturosupa.gr στα social media
..