Αφιερωμένο στην Ανατολή του Χρόνου… Από την Πίτσα Στασινοπούλου
Αφού κοπάσει το γλέντι, ξαποστάσει η τράπουλα, πάψουν τα πυροτεχνήματα, ο γέρος συνδαιτημόνας με την ταλαίπωρη όψη θα σηκωθεί και με βήμα βαρύ, πιο κυρτός από ποτέ, φορτωμένος βάρη ασήκωτα και απαξίωση, θα οδηγηθεί στην έξοδο… Στηριγμένος στο ραβδί του, κουκουλωμένος το φθαρμένο πανωφόρι, θα βαδίσει σκυφτός μέχρι την άκρη του ορίζοντα χωρίς μιλιά, χωρίς να κοιτάξει πίσω. Εσύ θα μείνεις στην εξώπορτα να παρατηρείς τη σκιά του που μακραίνει μέχρι το βάθος της ανατολής… μέχρι να ακούσεις το γελάκι του μωρού μπροστά στα σκαλιά… Αλήθεια, πώς προλαβαίνει ένα μωρό να γεράσει σε 365 μέρες; Μα γέρος, στα πρώτα του γενέθλια; Κάτι περίεργες «συμβάσεις»… Κι ο γέρος δεν λέει κουβέντα για τον μυστηριώδη προορισμό του. Πού πάει; Πού πήγαν πάνω από δυο χιλιάδες γέροντες; Χάθηκαν σαν να μην υπήρξαν ποτέ ή βρίσκονται κάπου συναγμένοι και μοιράζονται χαμομήλια κι αναμνήσεις;
Άλυτο μυστήριο… ίδιο μ’ αυτό της ανατολής που η πρώτη ακτίνα σκάει με το μωρουδίστικο γέλιο, εκεί μπροστά στα σκαλιά. Με μουρίτσα κόκκινη από το κρύο και δυο μάτια αστέρια φωτεινά που σε κοιτούν ίσια στα δικά σου με προσμονή. Το φέρνεις με το καλάθι του μέσα στη ζέστη και το απιθώνεις μαλακά, τρίβοντας τα παγωμένα χεράκια. Σου γελάει…και ο χώρος φωτίζεται από δυνατούς προβολείς. Το παίρνεις αγκαλιά κι ακουμπά το μικρό κεφαλάκι με ασφάλεια στον ώμο σου. Μέσα στο καλάθι βλέπεις ένα χαρτί προσεκτικά διπλωμένο και το ανοίγεις με τρομερή περιέργεια. Πρώτη φορά βλέπεις συνοδευτικό σημείωμα. Ή μήπως υπήρχε κι άλλοτε και παράπεσε; Ή μήπως μέσα στη φούρια σου δεν το είχες προσέξει; Μα τί λέει;
«Δεν έχω όνομα, μόνο ένα νούμερο, τυπωμένο στο καρτελάκι μου. Αν εσύ θέλεις, βάφτισέ με όπως σου αρέσει, αν και προτιμώ το «Ελπίδα». Δεν έχω κανένα πρόβλημα υγείας, έχω κάνει όλα τα απαραίτητα εμβόλια και αν στην πορεία αρρωστήσω, θα οφείλεται στην ακατάλληλη φροντίδα. Όποιος κι αν είσαι εσύ που με δέχτηκες, σ’ ευχαριστώ και θα σου ανταποδώσω τη φιλοξενία με τα ακριβά δώρα της Ελπίδας.Της αυθεντικής- όχι αυτής που πιάνουν στο στόμα τους οι άνοες και σου δίνω το λόγο της τιμής ενός μωρού αγνού και καθαρού. Ίσως δεν γνωρίζεις από φροντίδα παιδιών, αλλά μην ανησυχείς, δεν θα σε επιβαρύνω, ούτε θα σε ξοδέψω. Να ξέρεις ότι το πιο σημαντικό, το πιο πολύτιμο για το μεγάλωμά μου, δεν είναι η τροφή, αλλά η ΑΓΑΠΗ. Αυτή που δεν κοστίζει τίποτα, αλλά αξίζει τα πάντα… Κράτησέ το σε παρακαλώ αυτό, μη το ξεχάσεις!
» Μη ξεχάσεις ας πούμε να πεις ένα γενναιόδωρο «σ΄αγαπώ» σε αυτόν που το αξίζει και γι αυτόν που το νιώθεις. Δεν θα πάψει ποτέ «να θέλει να το ακούει» και δεν θα βρει κανένα δώρο ωραιότερο από αυτό… Μη ξεχάσεις να πεις ένα βαθύ «ευχαριστώ» σε όποια δύναμη ή Θεό πιστεύεις που σε κρατά όρθιο να βλέπεις μια ακόμα ανατολή… Μη ξεχάσεις να στείλεις τη σκέψη και την καρδιά σου στους αδικημένους του κόσμου, το έχουν ανάγκη πιο πολύ κι απ’ τον αέρα… Χάρισε απλόχερα αγκαλιές , συγγνώμες, καλημέρες, παρηγοριές, γέλια και δάκρυα, με αίσθηση αληθινή όχι εικονική… Κάντο για σένα, όχι για εκείνους… Δώσε τα χέρια με τη φύση, ακούμπα πάνω της με σιγουριά, θα ανταμείψει τη μεταμέλειά σου… Μοιράσου τις Αξίες, κανάκεψέ τες, φρόντισε τις πληγές τους… Σκύψε ξανά στα μεγάλα, απλά Αυτονόητα, δεν θέλει κόπο, θέλει τρόπο… Με καταλαβαίνεις, έτσι δεν είναι;
»Με την «κατάλληλη» φροντίδα, δεν πρόκειται ούτε στιγμή να αρρωστήσω ή να σε επιβαρύνω, και όταν σε 365 μέρες θα αποχωρήσω, μπορεί να είμαι «γέρος» αφού έτσι το θέλει ο μύθος, όμως θα εξακολουθώ να είμαι υγιής, ευθυτενής, πλήρης και κυρίως περήφανος. Θα χαθώ στο βάθος του ορίζοντα περπατώντας με όρθιο το κεφάλι και γεμάτη την καρδιά γιατί ΕΤΣΙ θα είναι και τα δικά σου όταν θα με ξεπροβοδίζεις. Τέτοια δώρα δεν αποτιμώνται με ύλη, προορίζονται για τους «εκλεκτούς»… Ελπίζω και εύχομαι, όποιος κι αν είσαι, να τα αξιωθείς ως «εκλεκτός»! Γιατί ξέρεις ποιο είναι το μέγα παράδοξο; Ότι είσαι, ήσουν και θα είσαι για πάντα «φύσει εκλεκτός» αλλά το αγνοείς ή το ξεχνάς ή το υποτιμάς ή…. Δεν θέλω να σε κουράσω άλλο, όπως και να ΄χει, σ’ ευχαριστώ για τη ζεστή υποδοχή, θα τα πούμε στον απολογισμό «του χρόνου τέτοια μέρα»….
Το χαρτί και μια σταγόνα δάκρυ έπεσαν μαλακά στο πάτωμα και το μικρό, αποκαμωμένο και ζεστό στην αγκαλιά σου, έκλεισε γαληνεμένο τα μάτια- φωτεινά αστέρια… με ένα χαμόγελο καρφιτσωμένο, κρατώντας δυνατά με το χεράκι του το δικό σου. Την ώρα που ο ήλιος του Γενάρη ανέβαινε δοξαστικά στο χειμωνιάτικο ουρανό…
ΚΑΛΩΣΟΡΙΣΕΣ!
Φωτογραφικό υλικό