Γράφει για την Κουλτουρόσουπα.
Κάθε τέλος και δύσκολο γιατί ανατρέπει την βόλεψη και την σταθερότητα. Πρόκειται περί Τέχνης, λοιπόν η οποία ίσως να αγνοείται για να προωθούνται άλλες εμπορικότερες, όπως αυτές της υπομονής και της παραπλάνησης.
1. Ολοκληρωμένα κεφάλαια, απειλητικές λευκές σελίδες
Δε μπαγιατεύει τίποτα, τίποτα δε μένει μετέωρο, η τελευταία σελίδα δε μένει κακοσυρραμμένη και το βιβλίο δεν έχει ξεχαρβαλωθεί από ένα νευρικό, εμμονικό άνοιξε-κλείσε. Ξέροντας ότι μάλλον τίποτα από τα επίγεια δεν είναι για πάντα αντί να προσπαθεί κανείς να νεκραναστήσει σχέσεις-ιδέες-συναισθήματα που κάποτε βασίλευαν και παρηγορούσαν γιατί όσο το έκαναν δεν το ‘κανε η αναρχία και το χάος (κι η ενδοσκόπηση μερικές φορές), πλέον ατενίζει το άπειρο με βάρκα νέας κατασκευής, που δεν επιτρέπει μεγάλο απόβαρο. Αντί λοιπόν να πάρει το φτυάρι και να αρχίσει να θάβει κάτι που αισίως την έκανε για τόπους χλοερότερους, μοιάζει να προτιμά κανείς να λουστεί ο ίδιος το χώμα και να χωθεί πρόθυμα στο μνήμα. Αυτή είναι μια θαυμάσια υπεκφυγή απέναντι σε νέα τεύχη της ζωής που μπορεί να γράψει κάποιος, αφού το τρεμάμενο χέρι όχι τελεία δεν είναι ικανό να βάλει, άλλα χύνει όπου μπορεί το μελάνι για να παραπονιέται αργότερα για την κατάρα που το ακολουθεί να μαστίζεται από μουτζούρες που με τόση μεθοδικότητα ατυχώς σχεδιάζει.
2. Το αιώνιο δρόσισμα μιας μονήρους καταπιόνας
Επειδή έχει κάποιος ολόκληρη σοδειά από περσινά ξινά σταφύλια, δε σημαίνει ότι πρέπει να βγαίνει για ποτάρες με την αυτολύπηση και την ανασφάλειά του μήπως και αποφύγει να αντιμετωπίσει το γεγονός ότι πρέπει πια να καλλιεργήσει κάτι νέο. Το χουχούλιασμα με το γνώριμο αποτελεί κατευναστική πρακτική για αυτόν που βλέπει ότι οι επενδύσεις του δεν πήγαν όπως θα ήλπιζε και αντί να προσπαθεί να περιορίσει τις απώλειές τους ρεφάρει, στο όνομα της αυθεντικής απελπισίας. Όταν φτάνει κανείς να ‘χει τυλίξει τόσο σφιχτά την ψυχοπαθολογία του με τα λείψανα των περασμένων αλλά ποτέ ξεχασμένων, το μόνο που τον ηρεμεί για λίγο είναι η θεόξινη γεύση που αφήνει το κοκτέιλ των περσινών, ληγμένων αποσταγμάτων κι ας είναι αυτή που τον κάνει να ξερνάει τ’ άντερά του. Όταν στριφογυρίζει όμως ξαπλωμένος, αδυνατώντας να κοιμηθεί γιατί δε χωνεύεται το σάπιο, αναλογίζεται μήπως έπρεπε να αλλάξει δίαιτα- μέχρι να ξανακάνει τα ίδια, αδυνατώντας να αφήσει πίσω αυτή τη γεύση που ακόμη κι αν τον δηλητηριάζει, έχει συνηθίσει.
3. Οι κωφοί διπλοκλειδώνουν την πόρτα.
Στον ιδεαλιστή που το μόνο πράγμα που μπορεί να αντιληφθεί έξω από τον εαυτό του είναι οι συνέπειες της δικής του συμπεριφοράς, είναι αδύνατο να κρατήσει σημειώσεις απ’ τα ιδιαίτερα που το δίνει η ζωή. Αφού έχει αναγορεύσει εαυτόν λοιπόν, σε ρομαντικό διδάκτορα αλλοτινών καιρών, αρνείται πεισματικά να αναγνωρίσει ότι κάποτε τα πράγματα τελειώνουν διατηρώντας μια εξαιρετικά πιστή ψύχωση, που τον κάνει να τσαλαπατά μεταξύ του δικού του κόσμου και των υπολοίπων. Στη ζάλη λοιπόν που προκαλείται όταν ο εδώ κόσμος του λέει ότι τέλειωσε το εμπόρευμα που αυτός τόσο καιρό αγοράζει αυτός οδύρεται και προσπαθεί να λαδώσει, να εκβιάσει, να βρει στο μαύρο εμπόριο τον τρόπο να μη χάσει αυτό του οποίου η απώλεια είναι υπόκωφα βαρύτερη από αυτή που νομίζει. Χάνεται κάθε έννοια στιλ, κάθε μέτρο και σταθμό αποτελεί η πεισματική επιμονή του αρρώστου για τη δόση του. Μουσική συνοδεία μιας τέτοιας ζωής μπορεί να είναι κάλλιστα ένα δακρύβρεχτο, ξεκούρδιστο εμβατήριο- δεν το ακούει έτσι κι αλλιώς.
4. Και τα παράσιτα καλύτερα είναι απ’ την απόλυτη ησυχία.
Πρόκειται και για έλλειψη φαντασίας, εκτός από ανικανότητα και έλλειψη δύναμης- το να κρέμεται κανείς απ’ τις κλωστές ξεφτισμένων πραγμάτων. Γιατί αν έτσι είναι ο κόσμος του, πώς να μπορέσει να τον φανταστεί διαφορετικά και γιατί; Είναι τόσο κουραστικό ώστε κάθε νέα αρχή φαίνεται σαν πισωγύρισμα- ο μονοδιάστατος εξαρτημένος βλέπει τα πράγματα να κινούνται μόνο προς τα μπροστά ή μόνο προς τα πίσω και πάντα έχοντας βαθιά κατανού υπολογισμούς και προϋπολογισμούς ετοιμάζοντας έστω εαυτόν για την αναπόφευκτη κρίση. Είναι ριψοκίνδυνο το αντίο γιατί μπορεί να στοιχίσει περισσότερα απ’ αυτά που δύναται κάποιος να πληρώσει. Αντί όμως για απόδειξη της ομηρίας στην οποία κρατάει τον εαυτό του και το περιβάλλον του, μπορεί να πληρώσει το ψυχολογικό κόστος μεγαλώνοντας και σε δόσεις. Αλλά οι νοικοκυραίοι ποτέ δεν καταλαβαίνουν την ακαταστασία της ωριμότητας, για αυτό και φουσκώνουν σε περηφάνια έχοντας σαν στέφανα τα διάφορα σύνδρομα που έχουν αποκτήσει, αφήνοντας στο πικάπ ένα βινύλιο του οποίου η μουσική έχει τελειώσει.
.
Ύστερα απ’ τον κόσμο
Kάθε Παρασκευή στην Κουλτουρόσουπα.

.
Ακολουθήστε το Kulturosupa.gr στα social media