Ναι μεν «αντικριστά» και μελωδικά Κ. Μακεδόνας και Ε. Πέτα, αλλά… παγωμένα κι αλλοπρόσαλλα, χθες βράδυ στο Βεργίνα.
…πήγαμε, είδαμε, ακούσαμε, σχολιάζουμε…
«Φθινοπωρινή» – τρόπος του λέγειν! – βραδιά Παρασκευής στο θέατρο Βεργίνα για την πρεμιέρα δύο σημαντικών καλλιτεχνών με εξαιρετικές φωνές. Του Κώστα Μακεδόνα και της Ελένης Πέτα σε μια τραγουδιστική σύμπραξη επί σκηνής με τραγούδια αγαπημένα… της αγάπης, από μια μεγάλη γκάμα παλαιότερων και πιο σύγχρονων. Και με ένα ευρύ φάσμα, από τα πιο λαϊκά ως τα πιο «ποπ», με κοινό παρανομαστή το συναίσθημα σε όλες τις εκδοχές του, όπως τουλάχιστον μας μετέφερε η περιγραφή του δελτίου τύπου, το οποίο παρεμπιπτόντως, θα ήταν προτιμότερο να παραλείψει την τελευταία φράση «Γιατί πού αλλού να υμνήσεις τον έρωτα, αν όχι στην πιο ερωτική πόλη της Ελλάδας»… ως πολυφορεμένο κλισέ και μάλλον αμφιλεγόμενο.
.
Ο χώρος του θεάτρου κατάμεστος και η έναρξη με καθυστέρηση μισής ώρας, κάτι σπάνιο για την γενικότερη «ακρίβεια» του Βεργίνα. Στις 10.30’ ανέβηκαν στη σκηνή οι μουσικοί, ακούστηκαν οι πρώτες νότες και έκαναν ταυτόχρονα την εμφάνισή τους οι δύο καλλιτέχνες, ξεκινώντας αμέσως το τραγούδι με πρώτο τον Μακεδόνα και την φωνάρα του. Ακολούθησε η Πέτα με τη δική της αισθαντική, άψογη τεχνικά και ερμηνευτικά φωνή. Μετά πάλι ο Μακεδόνας, στη συνέχεια η Πέτα, ξανά ο Μακεδόνας, πάλι η Πέτα… σε ένα πανομοιότυπα επαναλαμβανόμενο μουσικό «πινγκ –πονγκ» μεταξύ των δύο, όρθιων ή καθισμένων και πάντως ακίνητων και σε… ικανή απόσταση μεταξύ τους ώστε να αποκλείεται οποιαδήποτε επαφή! Μάταια περιμέναμε μια ανάσα για ένα «καλησπέρα», ένα απλό «καλωσόρισμα», ένα έστω τυπικό «καλά να περάσετε», μια τόση δα κουβέντα… δεν ήρθαν ποτέ. Τί ψυχή έχει ένα «καλησπέρα»…
.
Από άποψη δομής η βραδιά χωριζόταν νοητά – χωρίς διάλλειμα σε δύο συνεχείς ώρες – σε τρία μέρη: ένα πρώτο κοινό με τους δύο καλλιτέχνες παρόντες στη σκηνή να τραγουδούν «αυστηρά» εναλλάξ, ένα δεύτερο μόνο με την Ελένη Πέτα και το τρίτο και τελευταίο μόνο με τον Κώστα Μακεδόνα. Από άποψη περιεχομένου, το πρώτο μέρος περιελάμβανε σχεδόν… τα πάντα. Όλα κομμάτια αγαπημένα, καταξιωμένα, χιλιοτραγουδισμένα, που κάλυψαν όλο το φάσμα… από βαριά λαϊκά, ελαφρολαϊκά, ρεμπέτικα, αρχοντορεμπέτικα, ατμοσφαιρικά, μπαλάντες, χορευτικά, ρυθμικά… όλα! Ερμηνευμένα εξαιρετικά από δύο σπουδαίες φωνές, καταξιωμένες εδώ και χρόνια που βέβαια δεν περιμέναμε κάτι λιγότερο από αυτές σε ακουστικό – ερμηνευτικό επίπεδο, έστω κι αν η παγωμάρα και η στατικότητά τους αφαίρεσε σημαντικό κομμάτι από την ενέργεια της σκηνής.
.
Ακολούθησε το δεύτερο μέρος με την Ελένη Πέτα σε πιο ελαφρά, ρυθμικά και «ποπ» ακούσματα, και την ίδια… μεταλλαγμένη! Με σκηνική άνεση, ζωντάνια, χαμόγελα, κίνηση, επαφή με το κοινό… φαίνεται ότι το συγκεκριμένο ρεπερτόριο της πάει περισσότερο από το λαϊκό, έστω κι αν η εξαιρετικά δουλεμένη φωνή της μπορεί και πρέπει να υπηρετεί ερμηνείες υψηλότερων απαιτήσεων από αυτές. Στο τρίτο μέρος ο Κώστας Μακεδόνας, έκανε ένα μικρό αφιέρωμα στη πλούσια δισκογραφία του με τραγούδια που όλοι αγαπήσαμε και ιδιαίτερα οι… θεσσαλονικείς. Και ακριβώς στις 12.25’ μέχρι τις 12.35’ επιτέλους, στα τελευταία δέκα λεπτά, με αφορμή «το ποδήλατο», διαφάνηκε κάτι σαν «κέφι» και ακούστηκαν οι πρώτες κουβέντες, μετά από δυο-τρία ντροπαλά «ευχαριστώ»… ο Μακεδόνας παρουσίασε ένα καινούργιο τραγούδι του και σύστησε τους μουσικούς, καλώντας και την Πέτα για το αποχαιρετιστήριο κομμάτι.
.
Όσον αφορά στην παγωμάρα του Μακεδόνα – γιατί η Πέτα απέδειξε μόνη της στη σκηνή ότι μπορεί να λειτουργήσει επικοινωνιακά και άνετα – πρέπει να παραδεχθεί ότι συνιστά σοβαρό πρόβλημα για τις σκηνικές εμφανίσεις του. Δεδομένου ότι ο θαμώνας της συναυλίας του δεν είναι απλά ακρατής της εξαιρετικής φωνής του, αλλά επίσης δέκτης μιας ζωντανής ενέργειας, ικανής να προσφέρει «αγωγή» στην ψυχή του. Δεν ακούει απλά ένα άψυχο όργανο, περιμένει ταυτόχρονα να ΝΙΩΣΕΙ «κάτι» από τον εκτελεστή του. Κι όταν αυτός είναι ανέκφραστος, ακίνητος, αποστασιοποιημένος, αμήχανος, κοιτά περισσότερο πίσω τους μουσικούς παρά το κοινό, η γλώσσα του σώματος «φωνάζει» από παντού πόσο άβολα νιώθει εκεί πάνω, είναι δυνατόν να μεταφέρει κάτω οποιοδήποτε συναίσθημα ή ευφορία; Είναι δυνατόν να μην εισπράξει το κοινό όλο αυτό το «στρίμωγμα»; Σίγουρα δεν μπορούν όλοι να είναι το ίδιο επικοινωνιακοί και άνετοι, είναι σαφώς θέμα χαρακτήρα, και πολλοί ίσως αρκούνται με το παραπάνω στην τεράστια φωνή του. Θεωρώ όμως ότι ένας καλλιτέχνης με χρόνια εμπειρία που σημαίνει και στοιχειώδη αυτογνωσία, όταν εμφανίζεται ζωντανά ενώπιον κοινού και δεν περιορίζεται στη δισκογραφία, οφείλει να επιβεβαιώσει, τουλάχιστον το… «ζωντανά»! Οφείλει να δουλέψει στο μέτρο του δυνατού το κομμάτι της επικοινωνίας που τελικά είναι άδικο να του στερεί πόντους. Αρκεί να πούμε ότι σε διάστημα δύο γεμάτων ωρών και πληθώρα τραγουδιών, ακούσαμε μόνο δύο (!) ντουέτα μεταξύ τους και αυτά σε… απόσταση ασφαλείας! Και όσον αφορά στη φωνή, θα του συνιστούσα, ότι όταν είναι διαπιστωμένα μεγάλη, δεν υπάρχει λόγος να την «αποδεικνύει» κάθε λίγο με κορώνες και ανεβαίνοντας οκτάβες, αποδυναμώνει το μέγεθός της γιατί… «ουκ εν τω πολλώ το ευ!»
.
Όμως η μεγαλύτερη ένσταση αφορά στο ρεπερτόριο το οποίο διαβάζω ότι επιμελήθηκε ο Μακεδόνας. Και θα το χαρακτηρίσω απλά αλλοπρόσαλλο. Δεν ξέρω ειλικρινά με ποια κριτήρια φτιάχτηκε το πρόγραμμα, όμως όχι απλά δεν είχε κανένα στίγμα, καμιά λογική στις επιλογές, αλλά είχες την αίσθηση ότι πήραν στην τύχη τραγούδια από παντού και τα έβαλαν άτακτα το ένα δίπλα στο άλλο. Χωρίς κανένα σκεπτικό ή οποιαδήποτε συνοχή μεταξύ τους. Υπέροχα τραγούδια τα περισσότερα που όμως δεν ακολουθούσαν κανένα «στόχο», δεν οδηγούσαν πουθενά, ειπώθηκαν για να ειπωθούν. Ναι, δεν υπήρχε θεματική ενότητα ώστε να την υπηρετούν συγκεκριμένες επιλογές. Δεν είναι όμως λογικό όταν φτιάχνεις ένα πρόγραμμα, να έχεις ως ελάχιστο κριτήριο, τουλάχιστον την κλιμάκωση του συναισθήματος ή το χτίσιμο του κεφιού, σε μια λαϊκή μουσική βραδιά; Είναι δυνατόν να προηγούνται στην αρχή της βραδιάς κεφάτα, χορευτικά, ξεσηκωτικά κομμάτια, να ακολουθούν ατμοσφαιρικές μπαλάντες, ελαφρά ερμηνευτικά μισοάγνωστα, μετά βαριά λαϊκά, στη συνέχεια ποπ, ανάκατοι Χατζηδάκης, Μικρούτσικος, Καββαδίας, Αττίκ, Ζαμπέτας, Λοϊζος κλπ. σε έναν απίστευτο αχταρμά άνευ εμφανούς αιτίας;
.
Λογικά λοιπόν το κοινό, πέραν της διάχυτης παγωμάρας, με το αλλοπρόσαλλης λογικής πρόγραμμα, παρέμενε κατά βάση ανέκφραστο, μπερδεμένο, ακίνητο στις καρέκλες… ακολούθησε βέβαια κατόπιν προτροπής κάποια πασίγνωστα αγαπημένα ρεφρέν, αλλά μέχρι εκεί… εκτίμησε επίσης τον άψογο ήχο, τους εξαιρετικούς μουσικούς, τους εντυπωσιακούς φωτισμούς, έστω κι αν οι τελευταίοι ελαφρώς υπερέβαλαν. Όμως παρά το θερμό χειροκρότημα για δύο σπουδαίες φωνές και καλλιτέχνες με έντιμη, αξιόλογη πορεία, αυτό το μαγικό «κάτι» της βραδιάς έλειψε. Όταν οι μεγάλες φωνές και τα μεγάλα τραγούδια είναι δεδομένα, αυτό το «κάτι» περιμένεις να κάνει τη διαφορά… Κι αναρωτιέσαι «γιατί δεν…»;
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ : Κώστας Μακεδόνας
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ: Κωνσταντίνος Βελλιάδης
Παίζουν οι μουσικοί:
ΤΥΜΠΑΝΑ: Δημήτρης Μηλιακίδης
ΜΠΑΣΟ: Τραϊανός Αλμπανούδης
ΠΛΗΚΤΡΑ: Κώστας Σαμαράς
ΠΝΕΥΣΤΑ: Αποστόλης Μαλλιάς
ΚΙΘΑΡΑ: Χρήστος Λαρίσης
ΚΡΟΥΣΤΑ: Παναγιώτης Δαμιανίδης
ΜΠΟΥΖΟΥΚΙ: Κωνσταντίνος Βελλιάδης
Φωτογραφικό υλικό