ΥΠΕΡΟΧΗ ΑΛΕΚΑ ΚΑΝΕΛΛΙΔΟΥ σε μια “τσιγκούνικη” βραδιά χθες στους Λαζαριστές, «Γιατί τόσο λίγο Αλέκα; Θέλαμε κι άλλο!»… Πήγαμε, είδαμε, ακούσαμε, σχολιάζουμε…
Ακριβοθώρητη για το κοινό της Θεσσαλονίκης η Αλέκα Κανελλίδου, ήταν λογικό η εμφάνισή της στη Μονή Λαζαριστών να προσελκύσει τους πολυάριθμους θαυμαστές της που γέμισαν σχεδόν το χώρο της συναυλίας. Και παρότι κυριαρχούσαν εμφανώς οι πιο ώριμες ηλικίες, εντούτοις δεν έλειπε και ένα αρκετά μεγάλο κομμάτι νεανικού κοινού. Τώρα αν ρωτάτε ποιο κομμάτι αποδείχθηκε πιο ζωντανό, απαντώ απερίφραστα… «οι ώριμες ηλικίες»! Είναι αλήθεια ότι περιμέναμε περίπου 45 λεπτά για την έναρξη, όμως η γλύκα μιας δροσερής φθινοπωρινής βραδιάς και η ιδιαίτερη ατμόσφαιρα του χώρου έκαναν την αναμονή ευχάριστα ανεκτή. Και κάποια στιγμή, εντελώς απλά και αθόρυβα ανέβηκε στη σκηνή η Αλέκα Κανελλίδου μαζί με τους πέντε μουσικούς και η πλατεία γέμισε νοσταλγική μελωδία…
Για όσους τη βλέπαμε πρώτη φορά σε ζωντανή εμφάνιση, η σκηνική της παρουσία τολμώ να πω ότι υπήρξε αποκάλυψη! Γιατί πέρα από μεγάλη φωνή, τη διακρίνουν απίστευτη άνεση, αμεσότητα και ικανότητα επικοινωνίας που δημιουργούν στη στιγμή οικειότητα και την αίσθηση μιας μεγάλης παρέας. Δεν είναι που τραγούδησε μόνο… δεν είναι που παρουσίαζε με δυο λόγια κάθε κομμάτι… είναι που μίλησε αυθόρμητα για την ίδια, για την πόλη της Θεσσαλονίκης που «κάθε φορά που έρχομαι με πλημμυρίζουν αναμνήσεις γιατί βλέπετε πρωτοήρθα όταν ήμουν 20 χρονών…» και επιπλέον έκανε κανονικό διάλογο με το κοινό. Το «ζωηρό» κοινό που λέγαμε των πρώτων σειρών, που δεν σταμάτησε να πετά ατάκες και η Α. Κανελλίδου να απαντά, να αστειεύεται, να γελά, πραγματικά ως μέλος της παρέας! Τόσο χαλαρή και άνετη – παρά τα προβλήματα με τους τεχνικούς του ήχου, που σου μετέδιδε αυθόρμητα με τη φωνή και τη στάση της μια σχεδόν λυτρωτική γαλήνη, ένα ταξίδι αισθήσεων μεταξύ πραγματικότητας και ονείρου…
Όσο για την αναλλοίωτη φωνή της; Τί να πούμε εμείς όταν την έχουν καταξιώσει ο χρόνος και η αγάπη του κόσμου! Και καθόλου τυχαία βέβαια, γιατί πρόκειται για μια σπουδαία φωνή μεγάλων δυνατοτήτων που από τεχνικής άποψης προσομοιάζει με μουσικό όργανο κουρδισμένο στην εντέλεια με ακρίβεια χιλιοστού! Ωστόσο αυτό που κυρίως αγαπήθηκε από τη φωνή της είναι το ιδιαίτερο, χαρακτηριστικό ηχόχρωμα… η βελούδινη βραχνάδα… οι υπέροχες χαμηλές της νότες – από τις ωραιότερες του ελληνικού πενταγράμμου… η αβίαστη εσωτερική ερμηνεία σαν γάργαρο νερό που κυλά… η αισθαντικότητα που ξεχειλίζει συναίσθημα. Είναι κάποιες φωνές- άψογες τεχνικά που απλά χαϊδεύουν τα αυτιά και κάποιες άλλες σπάνιες που εισχωρούν βαθιά και χαϊδεύουν την ψυχή. «Χάρισμα» το λένε και μ’ αυτό γεννιέσαι. Σαν το χάρισμα της Αλέκας Κανελλίδου. Που κάθε ατμοσφαιρική ερμηνεία της από την πρώτη νότα σε έπαιρνε ένα ταξίδι ονειρικό και ήθελες να κλείσεις τα μάτια και να το γευτείς με το «μέσα» σου, ξεκομμένος από οτιδήποτε άλλο. Λίγοι καλλιτέχνες μπορούν να σου κάνουν τέτοιο «δώρο»… Λίγοι ερμηνευτές μπορούν να αποδώσουν με τον τρόπο της το «Τραγούδι της ερήμου» που σαν να γράφτηκε ειδικά για τη φωνή της!
Ακούσαμε πολλά όμορφα κομμάτια από το προσωπικό της ρεπερτόριο σε συνθέσεις της Νινής Ζαχά, του Γ. Χατζηνάσιου, του Στ. Κραουνάκη, του Α. Παπαδημητρίου, αλλά και πολλών ακόμη δημιουργών. Απολαύσαμε επίσης αρκετά «ρετρό» κομμάτια παλιότερων εποχών σε ερμηνείες τύπου τζαζ, ένα είδος που ταιριάζει γάντι στη φωνή της, όπως και δυο-τρία ξενόγλωσσα αντίστοιχου ύφους, εξαιρετικά ερμηνευμένα. Ακούσαμε ακόμη ελάχιστο Μ. Χατζηδάκη και κάποιες λιγότερο γνωστές συνθέσεις του δημιουργού, παιγμένες από την ορχήστρα, η οποία επίσης μας χάρισε ένα tango αργεντίνικο. Φυσικά δεν έλειψε, κατόπιν απαίτησης του κοινού, το διαχρονικό «Άσε με να φύγω», ενώ ιδιαίτερη τρυφερή στιγμή της βραδιάς υπήρξε όταν η Α. Κανελλίδου κάλεσε στη σκηνή για να ερμηνεύσουν μαζί τα «Δίδυμα φεγγάρια», «έναν πολύ δικό μου άνθρωπο, πιο δικός μου δεν γίνεται! Ο γιος μου!» Και όντως τραγούδησαν μαζί μάνα και γιος το ντουέτο που τόσο αγαπήθηκε με τη φωνή του μεγάλου Δ. Μητροπάνου, προσφέροντας συγκίνηση στο κοινό…
Όσον αφορά στις επιλογές των τραγουδιών, σίγουρα κινήθηκαν σε ενιαίο άξονα, δίνοντας ένα πρόγραμμα με σαφές στίγμα, χαρακτηριστικό της Αλέκας Κανελλίδου. Τραγούδια κατά βάση ερμηνευτικά, νοσταλγικά, μελωδικά, αργά,με ατμόσφαιρα ενός άλλου παλιού καιρού, με ελάχιστες εναλλαγές πιο σύγχρονες. Εν προκειμένω όμως αρκετά από τα επιλεγμένα κομμάτια ήταν πολύ παλιά κι ελάχιστα γνωστά και αυτό στέρησε σημαντικό κομμάτι από την ενέργεια της βραδιάς. Όπως επίσης στέρησε από την ποικιλία και το ενδιαφέρον της, το γεγονός ότι όλα σχεδόν κινήθηκαν πάνω-κάτω στο ίδιο, αργό, ρυθμικό μοτίβο, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων. Όταν η εξαιρετική φωνή της μπορεί να ερμηνεύσει άψογα, πέραν του ρεπερτορίου της, από τζαζ – που μας έλειψε, μέχρι σύγχρονο έντεχνο τραγούδι, αλλά κυρίως να ερμηνεύσει ιδανικά Χατζηδάκη και Θεοδωράκη. Ειλικρινά απορούμε γιατί περιορίστηκε σε δύο μονάχα τραγούδια του πρώτου και… κανένα του δεύτερου, στερώντας μας συγκλονιστικές το δίχως άλλο ερμηνείες! Πάντως εκτιμήσαμε την… αυτογνωσία της όταν σε «παραγγελιές» του ώριμου κοινού απάντησε με χιούμορ «Κι άλλο παλιό βρε παιδιά; Μύρισε ο τόπος ναφθαλίνη!»
Ένα δεύτερο «αλλά» της βραδιάς αφορά στην μπάντα – πλήκτρα, βιολί, μπάσο/ κονταμπάσο, ντραμς, ακορντεόν- και τα προβλήματα ήχου που αντιμετώπιζαν στη σκηνή. Τόσο η Α. Κανελλίδου που επισήμανε αρκετές φορές στους τεχνικούς ότι έχει πρόβλημα στα μικρόφωνα, όσο και οι μουσικοί που προσπαθούσαν με νοήματα να συνεννοηθούν μαζί τους, έδειχναν να συναντούν σε όλη τη διάρκεια δυσκολίες… τόσο που κάποια στιγμή προς το τέλος το κοντραμπάσο παραιτήθηκε από την προσπάθεια συνεννόησης και… παιξίματος. Δεν ξέρουμε αν έφταιξε αυτό για το μουσικό αποτέλεσμα, παρότι η φωνή της Κανελλίδου έφτανε άψογα στα αυτιά μας. Όχι όμως και ο ήχος της μπάντας… αν και το «μη ειδικό» αυτί μας εντόπισε το πρόβλημα περισσότερο στο συγχρονισμό και κάποιες ατυχείς ενορχηστρώσεις. Μπορεί κάθε μουσικός αυτόνομα να έδωσε δείγματα προσωπικής δεξιοτεχνίας, εντούτοις το δέσιμο ως σύνολο δεν υπήρξε επιτυχές , αδικώντας σοβαρά το αποτέλεσμα.
Τέλος, ένα τρίτο «αλλά» έχει να κάνει με την… τσιγκούνικη διάρκεια της συναυλίας που διήρκεσε χωρίς διάλειμμα, μόλις μία ώρα και 15 λεπτά. Όταν στις 11 η Α. Κανελλίδου ενημέρωσε ότι πρόκειται για το τελευταίο τραγούδι της βραδιάς, οι πιο ζωηροί αντέδρασαν σχεδόν… πεισματικά, αρνούμενοι να φύγουν πριν ακούσουν κι αυτό… κι εκείνο… και το άλλο… , ενώ η ίδια προσπαθούσε να εξηγήσει ότι «αν τα πούμε όλα δεν μας φτάνει μια βδομάδα!» «Ε, ας μείνουμε μια βδομάδα!» απαντούσαν οι φανατικοί… που βέβαια και μετά την αποχώρησή της παρέμεναν στις θέσεις τους (δεν ξέρω για πόσο). Πέραν των χαριτωμένων «ευτράπελων» όμως, όντως φύγαμε μισοχορτάτοι – για να το εκφράσουμε με τη θετική έννοια- περιμένοντας από μια καλλιτέχνιδα που τόσο σπάνια μας δίνει την ευκαιρία να την απολαύσουμε, να διαθέσει για το κοινό που την ακολουθεί πιστά, λίγο περισσότερο χρόνο. Ή έστω… να συγκινηθεί από τις εκδηλώσεις αγάπης και τις παρακλήσεις για κάτι παραπάνω… Παρόλα αυτά, πριν μας ευχαριστήσει και αποχαιρετήσει με χιούμορ «οριστικά παιδιά, χωρίς αστεία», μας αποζημίωσε με μια υπέροχη ερμηνεία στο «Τραγούδι της ερήμου που θα μας ακολουθεί τα ήσυχα βράδια»… Το πήραμε αγκαλιά στο δρόμο να το μουρμουρίζουμε για να γλυκάνουμε το παιδικό παράπονο: «Γιατί τόσο λίγο Αλέκα; Θέλαμε κι άλλο!»
Φωτογραφικό υλικό