780
Δεν ευτύχησε «Ο Επαγγελματίας» της ομάδας Enigma Theatre Group, στο θέατρο Σοφούλη… Είδαμε και σχολιάζουμε…
Παρόλο που εντός του έργου παραμένει εν τέλει ασαφές το ΠΟΙΟΣ και κατά ΠΟΣΟ είναι «επαγγελματίας», εντούτοις αυτή η ασάφεια αποτελεί ένα από δυνατά – γοητευτικά του σημεία και είναι κρίμα που δεν ευτύχησε όπως θα του άξιζε. Αναφερόμαστε στην παράσταση «Ο Επαγγελματίας» του Σέρβου συγγραφέα Ντούσαν Κοβάτσεβιτς από την θεατρική ομάδα Enigma που παρακολουθήσαμε στο θέατρο Σοφούλη, σε σκηνοθεσία Κυριάκου Δανιηλίδη. Ένα έργο γραμμένο το 1991 και χαρακτηρισμένο εύστοχα από το συγγραφέα ως «θλιβερή κωμωδία». Αλλά ας πούμε δυο λόγια για την υπόθεσή του…
Η ιστορία διαδραματίζεται στο Βελιγράδι μετά τον θάνατο του στρατάρχη Τίτο. Ο αστυνομικός Λούκα Λάμπαν (Κυριάκος Δανιηλίδης) που επί 18 χρόνια παρακολουθούσε την αντικαθεστωτική δράση του συγγραφέα και νυν διευθυντή εκδοτικού οίκου Τέγια Κράιγ (Ηλίας Παπαδόπουλος), εισβάλλει απρόσμενα στο γραφείο και την τωρινή ζωή του, ανατρέποντάς την. Και μάλιστα την ημέρα των γενεθλίων του. Κουβαλώντας μια βαλίτσα γεμάτη χαμένα προσωπικά αντικείμενα του συγγραφέα, 4 δεμένα βιβλία της υποκλαπείσας «ζωής» του και έναν ογκώδη αστυνομικό φάκελο, έρχεται να του θυμίσει ξεχασμένα περιστατικά του παρελθόντος, αναγκάζοντάς τον σε μια επώδυνη πορεία προς τα πίσω στο χρόνο… Για να καταλήξουν και οι δύο θλιβερά νικημένοι, μέσα από διαφορετικούς δρόμους, συνειδητοποιώντας το χαράμισμα μιας ζωής, ταγμένης σε στόχους αλλότριους ή ανοίκειους… υπηρετώντας χίμαιρες, αποξενωμένοι, δυστυχείς. Και το μόνο που μένει μέσα από αυτό το «καθαρτήριο», το καταλυτικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών ανάμεσα στο χθες και το σήμερα, είναι ένα ρεαλιστικό…. θεατρικό έργο που θα προκύψει ζωντανά κι απρόσμενα… Με θολή την ταυτότητα του «επαγγελματία» συγγραφέα μεταξύ των δύο.
Αναμφίβολα, το δυνατότερο σημείο (+) της παράστασης αφορά στο ίδιο το έργο και συγχαίρουμε την ομάδα Enigma για την επιλογή, διότι:
– Πρόκειται για μια εξαιρετική ιδέα ως σύλληψη, βασισμένη στις ιδιαίτερες/ πολυεπίπεδες σχέσεις εξουσιαστή – εξουσιαζόμενου, μέσα από το πρίσμα της ψυχολογίας καθενός και με προεκτάσεις έντονα κοινωνικές και πολιτικές. Επιπλέον ένα έργο προικισμένο με σπουδαίες αρετές: ευφυή συγγραφικά ευρήματα που συμβάλλουν στο «απρόοπτο» της εξέλιξης και τονώνουν το θεατρικό ενδιαφέρον… εξαιρετικός ο κεντρικός συμβολισμός της βαλίτσας – απολογισμού μιας ζωής… ψυχολογικές συγκρούσεις– πηγές έντονου συναισθήματος… υπαρκτός ρεαλισμός χωρίς αυστηρούς διαχωρισμούς «καλού- κακού»… απουσία περιττού κηρύγματος… δυνατοί διάλογοι ουσίας στο πολιτικό σκέλος… αληθοφανείς, συνεπείς χαρακτήρες… στέρεα δομή και διακριτός στόχος… γλυκόπικρο χιούμορ στη σωστή δόση…. Όλα δοσμένα με λόγο στρωτό και άμεσο, χάρη στην επιτυχημένη μετάφραση της Γκάγκα Ρόσιτς.
– Επίσης ως δυνατό κομμάτι της παράστασης θα χαρακτηρίσουμε την ερμηνεία του Κυρικάκου Δανιηλίδη στον ιδιαίτερο ρόλο του αστυνόμου – χαφιέ Λούκα, σημειώνοντας ωστόσο και κάποιες παρατηρήσεις στην απόδοση του ρόλου. Είναι εμφανές ότι πρόκειται για ηθοποιό έμπειρο, δουλεμένο, με γνώση της σκηνής και άψογο χειρισμό των εκφραστικών του μέσων – λόγου και σώματος. Με εξαιρετική έκφραση και μάλιστα στις «λεπτές» αποχρώσεις της, μεταπηδώντας με άνεση, ακρίβεια και πειστικότητα από τη θλίψη στο σαρκασμό, από την πίκρα στο χιούμορ, από την αυταρχικότητα στην κατάρρευση… Θεωρούμε όμως ότι ο τρόπος που επέλεξε για την ερμηνεία του συγκεκριμένου ρόλου κινησιολογικά, ήταν υπερβολικός και αποδυνάμωσε την εσωτερικότητά του. Κατανούμε ότι θέλησε να δώσει την εικόνα ενός ήρωα «καταρρακωμένου», όμως ένα σκυφτό κορμί με έντονα σερνάμενα πόδια ανήμπορου, υπερέβαλε, ερχόμενο σε πλήρη αντίθεση με το «εξουσιαστικό» παρελθόν του και τη δυναμική αντιμετώπιση του «τρελού» εισβολέα.
– Ομοίως στα επιτυχημένα κομμάτια θα καταχωρίσουμε τους εύστοχους φωτισμούς που «έβαζαν» και «έβγαζαν» από την ενεργό δράση, τα κοστούμια, εντελώς κατάλληλα για το περιβάλλον και κάθε ήρωα, όπως και την μουσική με τους βαλκανικούς ήχους που ανέδειξαν το κλίμα και την ατμόσφαιρα του έργου… αν και θα θέλαμε να ήταν πιο τονισμένη.
Η βασική μας ένσταση (-) αφορά πρωτίστως στη σκηνοθεσία του Κυριάκου Δανιηλίδη:
– Για ένα έργο με τόσο δυνατό θέμα και σημαντικές θεατρικές αρετές, την βρήκαμε επίπεδη, άνευρη. χωρίς ιδιαίτερη έμπνευση, παρότι το κείμενο με τα ευρήματά του έδινε σχετικά ερεθίσματα. Αρκετά χάσματα και περιττές παύσεις που σε σημεία στέρησαν την υπάρχουσα ένταση και διέσπασαν τη ροή. Επίπεδοι διάλογοι μεταξύ των δύο, εν μέρει μακροσκελείς, εν μέρει στατικοί και εν τέλει κουραστικοί, σημειώνοντας ότι η συνεχής επανάληψη της τελευταίας φράσης στους διαλόγους υποβάθμισε το κείμενο σε αυτά τα σημεία. Περιορισμένη κινητικότητα και εν γένει δραματοποίηση, με πιο επιτυχημένη σκηνοθετικά στιγμή, το ξέσπασμα – αποκάλυψη των δύο. Ενδιαφέρουσα επίσης ως εύρημα η εμβόλιμη είσοδος της μάνας του συγγραφέα μέσα από τις αναμνήσεις ενός γράμματος, αλλά θα μπορούσε με κάποιο μακιγιάζ η ηθοποιός να μη μοιάζει με… αδελφή του! Τέλος, οι μαγνητοφωνημένες ενδιάμεσες αφηγήσεις- περιγραφές, ως «σκηνικές οδηγίες» του μελλοντικού έργου, πρακτικά μπορεί να έσπασαν την μονοτονία, αλλά ταυτόχρονα πλατείασαν και αποσυντόνισαν. Αφενός λειτούργησαν ως είδος περιττού «υπότιτλου» στα δρώμενα και αφετέρου, καθώς σπάνια ταυτίζονταν με αυτά, δημιουργούσαν σύγχυση…
– Επιπλέον αδύναμο κατά τη γνώμη μας σημείο της παράστασης υπήρξε ο πρωταγωνιστής Ηλίας Παπαδόπουλος στο ρόλο του συγγραφέα Τέγια. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες και την προσήλωσή του, δεν κατάφερε να πείσει και να μεταδώσει την αλήθεια των συναισθημάτων, αρκούμενος σε μια «εξωτερική» περιγραφή και επιφανειακή απόδοση ενός ρόλου έντονα τραγικού. Καταφεύγοντας σε κινήσεις και μορφασμούς εξεζητημένους, στυλιζαρισμένους, τεχνητά τραβηγμένους, προσπαθώντας να υπηρετήσει συμβατικά «καλούπια» και εν πολλοίς άτεχνα στα όρια του ερασιτεχνισμού, δεν έβγαλε αλήθεια… ενώ είναι πολύ πιθανό ότι με άλλη καθοδήγηση ίσως μπορούσε. Γιατί διαθέτει ένα εκφραστικό πρόσωπο με έντονο βλέμμα, σωστή εκφορά του λόγου και άνεση στην κίνηση του σώματος. Δίπλα στους πρωταγωνιστές, οι δεύτεροι ρόλοι υπήρξαν καθαρά περιφερειακοί και εμβόλιμοι, εντούτοις η Κάτια Παπαϊωάννου ως γραμματέας Μάρθα απέδωσε το ρόλο της άψογα υποκριτικά, με μέτρο, ισορροπία και με εμφανείς περαιτέρω δυνατότητες ως ηθοποιός, ενώ η Έλενα Ζήκου στο πέρασμα ως μάνα έδωσε μια ερμηνεία τρυφερή, συναισθηματική, με ωραίο λόγο και ο Δημήτρης Χατζημιχαηλίδης ως «τρελός» επίσης έκανε ένα πέρασμα ως… σίφουνας, πειστικός και εκφραστικός με την έντασή του.
Καταλήγοντας (=) πρόκειται για μια παράσταση με ενδιαφέρουσα θεματολογία, βασισμένη σε ένα έργο δυνατό και ευφυές, ικανό να προκαλέσει σοβαρούς προβληματισμούς. Που είχε κάθε λόγο να απογειωθεί αν η σκηνοθεσία και πρωταγωνιστική ερμηνεία του έδιναν περισσότερη ώθηση…
Βαθμολογία
5 στα 10
.
–ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΕΔΩ
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΤΕ ΚΑΙ ΕΣΕΙΣ THN ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΨΗΦΙΖΟΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΒΡΑΒΕΙΑ ΚΟΙΝΟΥ ΣΕ ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ 13 ΘΕΑΤΡΙΚΕΣ ΤΗΣ “Κ”, δείτε που τι και πως… κλικ στο banner….
Φωτογραφικό υλικό




