Με γόνιμες «υποσχέσεις…» ο ατμοσφαιρικός «Αυλητής». Είδαμε στο θέατρο Σοφούλη και σχολιάζουμε..
Η παρούσα γνώμη είναι ελαφρώς παρακινδυνευμένη, με την έννοια ότι απορρέει από την παρακολούθηση μιας πρόβας τζενεράλε κατ’ ουσίαν, που απλά δόθηκε ενώπιον δημοσιογραφικού κοινού μία μέρα πριν την πρεμιέρα. Οπότε η λέξη «υποσχέσεις» του τίτλου είναι το καταλληλότερο που μπορεί να λεχθεί για κάτι που ακόμη «εξελίσσεται» στις λεπτομέρειές του και μένει να «δεθεί» ως σύνολο, παρουσία θεατών. Πρόκειται για την παράσταση «Αυλητής» από τον θίασο του Άνθιμου Κατιρτζόγλου που παρακολουθήσαμε – υπό τις προαναφερθείσες συνθήκες- στο θέατρο Σοφούλη, βασισμένη στην πολυβραβευμένη ταινία «Hamandthe Piper» του Mark Norfolk. Ένα έργο έπικαιρότατο, σε διασκευή και σκηνοθεσία Άνθιμου Κατιρτζόγλου, που πραγματεύεται τις σύγχρονες/ αιώνιες προκαταλήψεις σε έναν κόσμο άνισα δομημένο στα όρια του απάνθρωπου ή ακόμα ξεπερνώντας τα.
Κεντρικός ήρωας ο Μπάρτ, ένας έντιμος, άξιος, σκληρά εργαζόμενος επί 15 χρόνια σε εταιρία, που αντί της αυτονόητης δικαίωσης και εξέλιξής του στην ιεραρχία, παραγκωνίζεται προκλητικά από «ευνοούμενους», πέραν των περικοπών λόγω οικονομικής κρίσης. Ο παραγκωνισμός του έχει ρίζες βαθιά ρατσιστικές, καθώς τόσο η δική του καταγωγή όσο και το θρήσκευμα της Εβραίας γυναίκας του δεν «συνάδουν» με την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων γενικότερα και ειδικότερα αυτήν των επικεφαλής. Με συνέπεια να βιώνει συνεχείς εσωτερικές συγκρούσεις λόγω των απανωτών συμβιβασμών χωρίς αντίκρυσμα, προσωποποιημένες στο alter ego του που τον ακολουθεί σαν σκιά και ζητά επίμονα την εκδίκηση του «Αυλητή». Που σύμφωνα με το μύθο, όταν προδόθηκε από τους ανθρώπους που βοήθησε, γύρισε πίσω να πάρει τρομερή εκδίκηση. Μια προοπτική που φαντάζει ως «διέξοδος» στο αδιέξοδο του Μπάρτ, καθώς όλα γύρω του, ταυτόχρονα με τη βαριά αρρώστια της γυναίκας του, νιώθει να τον συνθλίβουν…
Ομολογούμε ότι από τα πρώτα θετικά (+) που εισπράξαμε με τρόπο «απτό» από την παράσταση ήταν:
– Η εξαιρετική της ατμόσφαιρα, κάτι καθόλου εύκολο για ένα θέμα πολυσύνθετο, απλωμένο σε πολλά επίπεδα. Δεδομένου ότι από το πρώτο λεπτό της ωριαίας διάρκειας, ένα υποβλητικό κλίμα- στηριγμένο στα τεχνικά μέσα και τον λόγο, εισάγει τον θεατή άμεσα σε αμιγώς θεατρική κατάσταση αναμονής με υπονοούμενα για το στίγμα του κυρίαρχου «Αυλητή». Μια σχεδόν «ποιητική», υποβλητική έναρξη που ως ατμόσφαιρα συνόδεψε το μεγαλύτερο μέρος της παράστασης, προσδίδοντάς της ένα σκοτεινό φόντο με «συγκρουσιακές» αναλαμπές/ εκρήξεις, απόλυτα δεμένες με τις συνειδησιακές του ήρωα.
– Βασικοί παράγοντες που συνέβαλαν στο επιτυχημένο αυτό κομμάτι ήταν βεβαίως ο ευφάνταστος χειρισμός των φωτισμών με τις μελετημένες διακυμάνσεις και φωτοσκιάσεις (… κέντησε ο φωτιστής!) και σε μεγάλο μέρος οι εξαιρετικές μουσικές επιλογές που υπογράμμισαν με τον καλύτερο τρόπο τα δρώμενα και ανέδειξαν με κυμαινόμενη ένταση επίσης, την αντίστοιχη ένταση των σκηνών. Εξίσου συνέβαλαν τα ταιριαστά κοστούμια με ξεχωριστή- επιτυχημένη φιγούρα τον «σκλαβωμένο» alter ego, σε ένα απλό σκηνικό σπιτιού. Μπράβο και στους τρεις συντελεστές!
– Στα θετικά της παράστασης χρεώνουμε επίσης το θεματικό της υπόβαθρο, πάντα επίκαιρο και στους καιρούς μας πολύ περισσότερο, που αφορά στον εν γένει ρατσισμό και την κάθε μορφής εκμετάλλευση που τον συνοδεύει, αποτελώντας ίσως μια ευθεία αναφορά στο φλέγον ζήτημα και τα δεινά των προσφύγων σήμερα. Όπου το «διαφορετικό» σε έναν κόσμο αδικίας δεν θα πάψει να βιώνει πολλαπλές συγκρούσεις: μία εσωτερική με την επαναστατημένη alter ego φωνή του και άπειρες εξωτερικές με εχθρικούς παράγοντες και ένα περιβάλλον αφιλόξενο έως απάνθρωπο, σε έναν αγώνα άνισο.
– Εύστοχο/ ωραία δοσμένο σκηνοθετικά, το εύρημα της προσωποποιημένης εσωτερικής φωνής, του «άλλου εαυτού», δέσμιου στις αλυσίδες της καταπίεσης που ανθίσταται στους συμβιβασμούς και ζητά επίμονα απελευθέρωση από τα δεσμά, ακολουθώντας σταθερά τον ήρωα στις επιλογές του. Εντοπίσαμε επίσης σποραδικά, ποιοτικά σημεία στο κείμενο, με εύστοχους συμβολισμούς, με λυρισμό και εμβάθυνση, έστω κι αν τα θέλαμε… περισσότερα σε ένα θέμα που προσφερόταν ιδανικά.
– Σε επίπεδο υποκριτικής, ομολογούμε ότι μας κέρδισε η μικρούλα Αγλαϊα- Ελένη Λευκίδου, παρά την ολιγόλεπτη εμφάνισή της, πείθοντας για τον χαρακτήρα που ερμήνευε με μια απλότητα και ωριμότητα αξιοσημείωτη. Από τους υπόλοιπους ξεχώρισαν εμφανώς με τον επαγγελματισμό τους οι δύο άνδρες της ομάδας (Άνθιμος Κατιρτζόγλου, Κυριάκος Χρυσίδης) με ελαφρύ προβάδισμα ο Κυριάκος Χρυσίδης στον αβανταδόρικο ρόλο του alter ego- επιπλέον άψογα και φυσικά μακιγιαρισμένος ως «σκουρόχρωμος»- αν και περιμένουμε μετά την τζενεράλε να «λυθούν» και οι δύο περισσότερο και να χαλαρώσουν την υπερβάλλουσα ένταση και νευρικότητα, επενδύοντας σε «εσωτερικότερη» ερμηνεία. Αντίθετα οι δύο γυναικείες παρουσίες (Λουκία Κλεώπα, Ειρήνη Μούγιου) παρά τις έντιμες προσπάθειες, κινήθηκαν αρκετά σε ερασιτεχνικό επίπεδο.
–
Διατηρώντας τις σχετικές επιφυλάξεις λόγω της ιδιαιτερότητας της βραδιάς που προαναφέραμε, οφείλουμε να εντοπίσουμε παράλληλα και τα σημεία κάποιων ενστάσεων (-) κατά την κρίση μας:
– Όσον αφορά στη σκηνοθεσία του Άνθιμου Κατιρτζόγλου, πέραν της ατμόσφαιρας ως δυνατό της σημείο, σε γενικές γραμμές είναι επαρκώς δομημένη και με στοιχεία φαντασίας πχ. μέσω προβολών, ωστόσο η όντως εμπνευσμένη έναρξη – βάζοντας ψηλά τον πήχυ- μας προδιέθεσε για ανάλογη συνέχεια που όμως υπολειπόταν. Επίσης μια αδυναμία, που ωστόσο θεωρούμε ότι εύκολα θα ρυθμιστεί, είναι οι συχνές μεγάλες παύσεις– υπεύθυνες για το μπλοκάρισμα του ρυθμού στα σημεία, καθώς και κάποια «άλματα» στην εξέλιξη της δράσης που αφήνουν με ερωτηματικά κομμάτια της πλοκής, σκιάζοντας την αληθοφάνεια στην αλληλουχία των γεγονότων. Με συνέπεια το σκηνοθετικό στίγμα να κινείται με αστάθεια μεταξύ ρεαλιστικού και υπερβατικού.
– Η δεύτερη ένσταση αφορά στο κείμενο ως σύνολο, κρίνοντας το επί σκηνής αποτέλεσμα και χωρίς να γνωρίζουμε την πρωτότυπη πηγή. Ενώ μπορούσε να υπάρχει αυτοτελώς το βασικό υπόβαθρο αναφορικά με τις φυλετικές/κοινωνικές προκαταλήψεις και τις συνέπειές τους, «στριμώχθηκαν» παράλληλα αρκετά παράπλευρα/ ετερόκλητα θέματα και χωρίς πάντα στέρεο/λογικό δέσιμο μεταξύ τους. Όπως ο μύθος του «Αυλητή», ο βιβλικός Χαμ με τον πατέρα του Νώε, η αρρώστια της Εβραίας συζύγου με αδιευκρίνιστες πτυχές σε σχέση με τη ζωή του ήρωα, η παγκοσμιοποίηση, η οικονομική κρίση, η γερμανική εταιρία κλπ. Πολύ δύσκολο να κουμπώσουν αρμονικά και χωρίς «κενά» κάποια μη συμβατά κομμάτια του πάζλ, σε βάρος της συνοχής και του ξεκάθαρου στόχου.
– Κλείνοντας (=) θα χαρακτηρίζαμε την προσπάθεια γόνιμη, πολλά υποσχόμενη, φιλότιμη, σοβαρή, που έχει κάτι σημαντικό να πει με τρόπο «ατμοσφαιρικά θεατρικό» και το σίγουρο είναι ότι αν συνεχίσει σε αυτό το δρόμο, έχει να πει πολύ περισσότερα και ουσιαστικότερα στο μέλλον…
/
Βαθμολογία:
5,5 στα 10
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΕΔΩ
Φωτογραφικό υλικό