«ΜΑΚΜΠΕΘ»: Εντυπωσιακό θέαμα κυρίαρχο της ουσίας. ΕΙΔΑΜΕ στο θέατρο της ΕΜΣ & ΣΧΟΛΙΑΖΟΥΜΕ.
Αναμφίβολα ο συνδυασμός ΚΘΒΕ και Σαίξπηρ είναι εκ προοιμνίου δυνατός, έχοντας κατά νου τις προσεγμένες παραγωγές του Κρατικού Θεάτρου που εγγυώνται συνήθως μια καλή έως πολύ καλή παράσταση, τουλάχιστον στον συγκεκριμένο τομέα. Οπότε το ανέβασμα του σαιξπηρικού «Μακμπέθ» ή «Μάκβεθ» ήταν λογικό να καλλιεργεί υψηλές προσδοκίες για την αρτιότητα μιας κλασικής, πολυπαιγμένης παράστασης, αυτής που παρακολουθήσαμε στην κατάμεστη αίθουσα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, σε μετάφραση Δημήτρη Δημητριάδη και σκηνοθεσία Αναστασίας Ρεβή. Μια παράσταση τρίωρης διάρκειας που χαρακτηρίστηκε από αυτό που θα αποκαλούσαμε «αιχμαλωσία» των αισθήσεων και ειδικότερα της όρασης, σε… «ανταγωνισμό» με το περιεχόμενο και την κόπωση, υπερισχύοντας αναπόφευκτα η πρώτη στα σημεία.
Η υπόθεση του γνωστού έργου με πολύ λίγα λόγια, αναφέρεται στην πορεία του «αιματοβαμμένου» Μάκβεθ, ενός γενναίου και φιλόδοξου στρατηγού που με τη βοήθεια της σατανικής συζύγου του δολοφονεί τον βασιλιά της Σκωτίας προκειμένου να ανέβει στο θρόνο. Καθώς όμως το «αίμα ζητάει αίμα», το πρώτο φονικό θα ακολουθήσουν πολλά, μεταξύ των οποίων και του πιστού του συντρόφου στις μάχες, ενώ η δίψα της εξουσίας θα καταστήσει το βασιλιά Μάκβεθ τύραννο και θα τον οδηγήσει στις μάγισσες, να πάρει το «χρησμό» τους για το μέλλον του. Ένα μέλλον σκοτεινό και δυσοίωνο, καθώς οι τύψεις ταλανίζουν τη ζωή του, οδηγούν τη διαταραγμένη γυναίκα του στο θάνατο και η εκδίκηση των θυμάτων ως μόνιμη απειλή κατά του θρόνου του, θα σκιάζουν μαρτυρικά την πορεία του. Στον διαρκή αγώνα επικράτησης, πνιγμένον στο αίμα, ο σημαδιακός «χρησμός» των μαγισσών θα επαληθευτεί με απρόβλεπτο τρόπο και ο Μάκβεθ σε μια καθοριστική μονομαχία θα χάσει τη ζωή του…
Στην εντυπωσιακή παράσταση με τις θεατρικές αρετές (+), θα ξεκινήσουμε αξιολογικά από το κείμενο του Σαίξπηρ:
.
– Είτε ανήκει κανείς στους λάτρεις του συγγραφέα, είτε όχι (όπως η γράφουσα), δεν μπορεί να αρνηθεί σε καμιά περίπτωση τα σπουδαία χαρακτηριστικά του λόγου του, στα οποία οφείλει την κατάταξή του στους κορυφαίους κλασικούς. Με προεξάρχοντα την ποιητικότητα και τον βαθύ, φιλοσοφικό στοχασμό που συναντάμε σε πλεόνασμα στο συγκεκριμένο έργο με την πολυσύνθετη πλοκή, καθώς ακολουθεί δαιδαλώδεις διαδρομές και ακροβατεί αριστοτεχνικά μεταξύ πραγματικού και υπερφυσικού, σε μια διαρκή αναμέτρηση/ ανατροπή του καλού με το κακό. Ένα έργο που ευτύχησε να μεταφραστεί από έναν άξιο δημιουργό – λογοτέχνη, τον Δημήτρη Δημητριάδη, με δυνατό του σημείο τον εξαιρετικό ρυθμό σε ένα λόγο σχεδόν έμμετρο, αποδίδοντας με άριστο τρόπο όλη την ποιητικότητα του κειμένου. Παρότι οι μεγάλες/ σύνθετες προτάσεις βαθέων νοημάτων σε αρκετά σημεία, δυσκολεύουν την εκφορά και κατανόηση του (προφορικού) λόγου, εντούτοις η έμμετρη αρμονία λειτούργησε ευεργετικά για την ακοή, υπερνικώντας τη νοητική ένταση… Και με κάποιες φράσεις – ορόσημα προβεβλημένες σταθερά στην οθόνη.
– Στη σκηνοθέτιδα Αναστασία Ρεβή, ως βασική υπεύθυνη της «θεατρικής μαγείας», οφείλουμε καταρχήν να αποδώσουμε τα σχετικά εύσημα. Διότι σε ένα «δύσκολο» σκηνοθετικά έργο με πολυεπίπεδες δράσεις, φιλοσοφικό υπόβαθρο, υπερφυσικές ακροβασίες, κατάφερε να δημιουργήσει μια ονειρική και ταυτόχρονα ρεαλιστική ατμόσφαιρα υψηλής αισθητικής. Εκμεταλλευόμενη ιδανικά ένα εξαιρετικό σκηνικό και αξιοποιώντας με τρόπο ευφάνταστο τις δυνατότητες των τεχνικών μέσων – προβολές, φωτισμοί, ηχητικά κλπ- έδωσε ένα κλίμα σκοτεινό και συνάμα παραμυθένιο με υπέροχες εικόνες σε εικαστικό επίπεδο. Ένα θέαμα σχεδόν μαγευτικό που κρατούσε τα μάτια προσηλωμένα στη σκηνή, όπου εναλλάσσονταν εικόνες μάχης, εικόνες δάσους και μαγισσών, εικόνες καταιγίδας, αιματοχυσίας, σκοτεινών διαπλοκών, βασιλικών χορών…
Με άριστη αξιοποίηση του σκηνικού χώρου, ακριβή και επιτυχημένη κινησιολογία, ευφυή σκηνοθετικά ευρήματα, απέδωσε θαυμάσια τη συνύπαρξη πραγματικού και φανταστικού, με μια γενικότερη προσέγγιση που κράτησε ιδανικές ισορροπίες ανάμεσα στη σύγχρονη σκηνοθετική ματιά και το κλασικό ανέβασμα, χωρίς παράτολμες υπερβάσεις. Κινήθηκε με σύνεση στα «οριοθετημένα» πλαίσια ενός σαιξπηρικού έργου, επεμβαίνοντας ωστόσο με δημιουργική φαντασία στα δρώμενα και με δυνατό σκηνοθετικό σημείο το εικαστικό κομμάτι και την υποβλητική, ομιχλώδη ατμόσφαιρα. Κάποιες ενστάσεις κατά την κρίση μας θα αναφερθούν παρακάτω…
– Άξιοι όλοι οι ηθοποιοί του πολυπληθούς σχήματος με κυρίαρχο τον πρωταγωνιστή Μάκβεθ σε έναν ρόλο εξοντωτικό που απαιτούσε σχεδόν διαρκή παρουσία στη σκηνή, μεγάλη ένταση σε λόγο και κίνηση, συμμετέχοντας σε μάχες απανωτές ή εκφράζοντας ακραία συναισθήματα ενίοτε στα όρια του παραλογισμού. Ο ηθοποιός που τον υποδύθηκε, κατέθεσε περίσσευμα ενέργειας στη σκηνή, υπήρξε έντονα εκφραστικός- σε στιγμές υπερβολικός, άνετος σκηνικά, δυναμικός, αλλά με μια «μικρή» αδυναμία για τον συγκεκριμένο ρόλο: του έλειπε η «βασιλική» μεγαλοπρέπεια, κυρίως στο στήσιμο του σώματος. Μια λεπτομέρεια, ωστόσο καθοριστική, που του στέρησε το ανάλογο ανάστημα του ρόλου.
Πολύ καλή δίπλα του η λαίδη Μάκβεθ, με τις σωστές δόσεις σαγήνης, γοητείας, σατανικότητας, με αεράτη κίνηση και αυτοπεποίθηση, πειστική βασίλισσα και άρτια υποκριτικά στις τελευταίες διαταραγμένες στιγμές της. Πειστικότερος όμως στο «βασιλικό» του ρόλο υπήρξε ο δολοφονηθείς βασιλιάς της Σκωτίας, με το κατάλληλο «μεγαλοπρεπές» εκτόπισμα και κύρος επί σκηνής και εξαιρετική εκφορά του λόγου. Εξαιρώντας ελάχιστους ηθοποιούς που υπήρξαν πιο άνευροι, το σύνολο επέδειξε υποκριτική ωριμότητα, πλήρως ενσωματωμένο στο σκοτεινό/ τραγικό κλίμα και πιστό στους γκροτέσκο χαρακτήρες, με ελαφρύ προβάδισμα οι γυναικείοι ρόλοι, όπως οι υπέροχες μάγισσες/ αερικά, από τις ομορφότερες αισθητικά φιγούρες της παράστασης.
– Η οποία παράσταση οφείλει πολλά στους «λοιπούς» συντελεστές, ξεκινώντας από το ευφυές σκηνικό με τη μορφή μιας ιδιόμορφης «ράμπας» – κλίμακας που δέσποζε στη σκηνή, προσφέροντας εξαιρετικές δυνατότητες στη σκηνοθεσία, πρακτικά και συμβολικά. Όπου το κυμαινόμενο ύψος της επέτρεπε την κλιμάκωση της δράσης σε διαφορετικά επίπεδα, δίνοντας επιπλέον παραστατικά τις διαβαθμίσεις της ιεραρχίας. Εξίσου σημαντικά συνέβαλαν στο αποτέλεσμα τα πειστικά κοστούμια, βγαλμένα θαρρείς από τον κόσμο των παραμυθιών, ενώ οι ευφάνταστοι φωτισμοί και οι προβολές ευθύνονται για τη μαγική/εξωπραγματική ατμόσφαιρα, με κυρίαρχο το κόκκινο του αίματος. Απολύτως δεμένη με το κλίμα και τις εκάστοτε σκηνές η μουσική της παράστασης- αν και με υπερβολική ένταση, συνδυάζοντας κατάλληλα υποβλητικά ακούσματα και ήχους με την χαρακτηριστική/ εμβληματική εν προκειμένω, χροιά της σκωτσέζικης γκάϊντας.
Όσον αφορά στις ενστάσεις μας (-) για ένα σύνολο κατά βάση αξιέπαινο:
.
– Θεωρούμε ότι η βαρύτητα που δόθηκε στο πλεονάζον εντυπωσιακό θέαμα, υπερίσχυσε των χαρακτήρων και υποσκέλισε την ουσία και τον λόγο του έργου, από το οποίο εισπράξαμε δυσανάλογη αισθητική απόλαυση σε σχέση με το συναίσθημα ή την εγκεφαλική διέγερση. Φύγαμε με πανέμορφες εικόνες που επισκίασαν οτιδήποτε άλλο, χωρίς να μας αγγίξει ψυχικά ή νοητικά κάτι ιδιαίτερο από ένα έργο που στόχευε βεβαίως σε αυτό…
– Η τρίωρη διάρκεια είναι γεγονός ότι κούρασε και ίσως θα πρέπει το ΚΘΒΕ να αναθεωρήσει τη σταθερή επιλογή του για διάρκεια άνω των δύο ωρών. Στη συγκεκριμένη παράσταση θα μπορούσε να είναι πιο σφιχτός ο ρυθμός, πιο δεμένος ο συντονισμός μεταξύ των σκηνών και ίσως κάποιοι μονόλογοι θα μπορούσαν να συμπτυχθούν, αποφεύγοντας τον πλατειασμό, γιατί από ένα σημείο και μετά επέρχεται μοιραία η σωματική και νοητική κόπωση δυσκολεύοντας την παρακολούθηση.
– Επίσης θα επισημαίναμε μια καλύτερη ρύθμιση του ήχου, καθώς συχνά η ένταση της μουσικής κάλυπτε τα λεγόμενα των ηθοποιών, αναγκάζοντάς τους να κραυγάζουν και εμάς να στήνουμε αυτί…
.
Καταλήγοντας (=) θα πούμε ότι πρόκειται για μια παράσταση αξιώσεων που επένδυσε σε δυνατά θεατρικά στοιχεία, δικαιώνοντας τη σκηνική της αποστολή, έστω κι αν αυτή υπερίσχυσε της ουσιαστικά θεατρικής. Η μαγεία της εικόνας είναι αθέλητα πιο δυνατή από αυτή των λόγων…
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
6,5 στα 10
.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΕΔΩ
Φωτογραφικό υλικό