579
Το «MALL» από την ομάδα CASUALI και η ΑΒΑΣΤΑΧΤΗ ΘΛΙΨΗ του ΔΗΘΕΝ… ΕΙΔΑΜΕ & ΣΧΟΛΙΑΖΟΥΜΕ…
Θα μπορούσε να είναι θυμός για τον άσκοπα χαμένο χρόνο και τα άδικα σπαταλημένα χρήματα, αλλά όχι, είναι θλίψη. Γιατί πίσω από το κακό αποτέλεσμα βλέπεις αγωνιώδη προσπάθεια για «κάτι», βλέπεις κατάθεση ενέργειας καλών ηθοποιών, βλέπεις κόπο και χρόνο άδικα αναλωμένα… Μα όταν τα θεμέλια είναι «επιπόλαια», το οικοδόμημα κλονίζεται επικίνδυνα μέχρι που καταρρέει. Και δεν μπορούν να το σώσουν τα… μαστόρια. Αναφερόμαστε στην παράσταση «Mall» από την ομάδα CASUALI, σε κείμενο Στέλλας Παπαδημητρίου και σκηνοθεσία Στεφανίας Παπαμιχαήλ που παρακολουθήσαμε στο θέατρο Μ. Μερκούρη της Καλαμαριάς.
Ένα έργο για το σήμερα που πραγματεύεται με τρόπο αλληγορικό τις έννοιες της ασφάλειας, της εξουσίας, του καταναλωτισμού, καθώς εκτυλίσσεται στο εσωτερικό ενός εμπορικού κέντρου. Ένας χώρος «προστατευμένος» από τους «εκτός», που παρέχει στους «εντός» ύψιστη ασφάλεια και παράλληλα ευκαιρίες απόλαυσης μέσω του άκρατου καταναλωτισμού. Αγαθά πολύτιμα- σε αντιδιαστολή με τον έξω πολεμοχαρή, σκοτεινό, άδικο κόσμο, ωστόσο εξασφαλισμένα έναντι ακριβού ψυχικού αντιτίμου. Γιατί η αυταπάτη της ασφάλειας απαιτεί σιδηρά πειθαρχία στα όρια του ευνουχισμού και η καταναλωτική υστερία δεν οδηγεί σε απόλαυση αλλά σε αλλοτρίωση και θλιβερή εξάρτηση. Όπου επί σκηνής «συνδιαλέγονται» άκαμπτοι/ κυνικοί διευθυντές, τρομαγμένοι/ υποταγμένοι υπάλληλοι, υστερικοί/ εξαρτημένοι καταναλωτές και μια… «νότα» διαφυγής στον έξω, αληθινό κόσμο, μέχρι την τελική ήττα του επιβεβλημένου χαμόγελου της υποταγής στην επίπλαστη ασφάλεια.
Αναφέροντας αυτά που συνέβαλαν στο απογοητευτικό αποτέλεσμα (-) θα ξεκινήσουμε βεβαίως από τη βάση του…
– Και εννοούμε το κείμενο της Στέλλας Παπαδημητρίου. Η οποία συνέλαβε μια έξυπνη ιδέα ως πρωτογενές υλικό- αλληγορία, αλλά ο τρόπος που την διαχειρίστηκε συγγραφικά την αδίκησε κατάφωρα. Φόρτωσε το κείμενό της με ανούσια φλυαρία, ανιαρά στερεότυπα, κραυγαλέα υπερβολή, άστοχο μελό και δόσεις σουρεαλιστικής… κουλτούρας, που έχασε κάθε αυθεντικότητα και αλήθεια. Θυσίασε τη δύναμη του απλού για χάρη αμφίβολων εντυπώσεων, προσπαθώντας να αποδείξει ποιος ξέρει τί…. Δίνοντας ένα περίεργο μείγμα από συμβατικούς διαλόγους, επί τούτου «φευγάτες» ατάκες χωρίς ειρμό, τραβηγμένο μελό στα όρια της παρωδίας, «φτιαχτό» σουρεαλισμό, κι όλα αυτά για να πει τα… αυτονόητα! «Στολισμένα» με περιττές περικοκλάδες που κατάφεραν να προσδώσουν απλά γραφικότητα, καταπίνοντας το εύρημα, την ιδέα, τον στόχο… Που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσε να προκύψει από την αρχική σύλληψη πολύ ενδιαφέρον αποτέλεσμα.
– Και ερχόμαστε στον έτερο «ηθικό/ φυσικό αυτουργό», τη σκηνοθεσία της Στεφανίας Παπαμιχαήλ. Που μπορεί να μην είχε να πατήσει σε ένα καλοδομημένο έργο, αλλά δυστυχώς του έδωσε τη… χαριστική βολή. Παρόλο που διαφάνηκε ότι ΔΕΝ ήταν αυτή η πρόθεσή της, ότι πάσχισε να δώσει όγκο σε κάτι επίπεδο με όλους τους τρόπους, ωστόσο όλα κρίνονται μοιραία εκ του αποτελέσματος και πολλά… εγκλήματα ξεκίνησαν με τις «καλύτερες προθέσεις». Διότι μιλάμε για μια σκηνοθεσία τόσο «φλύαρη», τραβηγμένη και στημένη άνευ αποχρώντος λόγου, που μόνο ως «δήθεν» μπορεί να χαρακτηριστεί. Θέλοντας να υπηρετήσει ένα σύγχρονο μοντέλο, κατέφυγε σε γκροτέσκο/ σουρεαλιστικές παρεμβάσεις, στυλιζαρισμένη/ ρομποτική κινησιολογία, ανακατεμένα με στερεότυπα κακής αισθητικής και τραβηγμένες εντάσεις και ξεσπάσματα που δεν κατάφεραν να μεταφέρουν ίχνος συναισθήματος. Και πώς αλλιώς όταν λείπει το αληθινό υπόβαθρο…
Επιπλέον πρόσθεσε ευρήματα που σε άλλη περίπτωση μπορεί να λειτουργούσαν ευρηματικά, αλλά εδώ φάνταζαν ψεύτικα γιατί απλά το κείμενο και η ουσία του ΔΕΝ μπορούσαν να τα στηρίξουν, με αποτέλεσμα να καταλήγουν σε ένα άσκοπο γέμισμα ή εντυπωσιασμό. Με εξαίρεση τα θεαματικά ακροβατικά με πανιά που δικαιολογούνταν από το «πέταγμα» της ηρωίδας στο έξω κόσμο και αποδόθηκαν άριστα ως έμπνευση και τεχνική, τα υπόλοιπα με τα… νερά, τα χώματα, τις ενέσεις, το μπλουζάκι κλπ.υπήρξαν τόσο στερημένα έμπνευσης και συμβολισμού που εξέπεσαν ως γραφικά. Πέραν του προβληματικού ρυθμού και του ότι δεν μπόρεσε να αποφασίσει για την ταυτότητα των ηρώων, εναλλάσσοντας το καρτούν ή την καρικατούρα με τον ρεαλιστικό χαρακτήρα…
.
Αυτό που σε ένα βαθμό διέσωσε (+) την παράσταση ήταν οι φιλότιμες ερμηνείες των ηθοποιών που προσπάθησαν να υπηρετήσουν ευπρόσωπα μια άστοχη σκηνοθεσία και ένα ανούσιο κειμένο. Κάποιοι εκ των οποίων κατέβαλαν μεγάλο κόπο για να φανούν πιστοί στην άνευ λόγου υπερβολή, καταπονούμενοι άδικα. Εκφραστικοί, σκηνικά άνετοι και ταλαντούχοι οι περισσότεροι – με μία- δύο πιο αδύναμες εξαιρέσεις- κατέθεσαν το κατά δύναμιν στο ζητούμενο σε επίπεδο υποκριτικής, στο πνεύμα πάντα της δεδομένης σκηνοθεσίας.
Στα θετικά θα καταχωρούσαμε επίσης το αφαιρετικό, «παγωμένο» σκηνικό, τα έξυπνα κοστούμια με εύστοχες σουρεαλιστικές πινελιές, την κατάλληλη μουσική που όμως θα μπορούσε να συμμετέχει πιο ενεργά, ενώ οι φωτισμοί, σχεδόν απαρατήρητοι, ουδόλως συνέβαλαν στο αποτέλεσμα…
.
Καταλήγοντας (=) θα επαναλάβουμε τη λέξη «θλίψη» που απομένει ως τελικό κατακάθι, από μια προσπάθεια που είναι φανερό ότι φιλοδοξούσε να πει κάτι σημαντικό, αλλά αντί να επιλέξει τη δύναμη της αλήθειας και της απλότητας, προτίμησε τον ολισθηρό δρόμο του «δήθεν»… Γιατί;
.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
3,5 στα 10
ΑΝΑΛΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΘΑ ΒΡΕΙΤΕ ΕΔΩ
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΤΕ ΚΑΙ ΕΣΕΙΣ THN ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΨΗΦΙΖΟΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΑ 6α ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΚΟΥΛΤΟΥΡΟΒΡΑΒΕΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ – ΒΡΑΒΕΙΑ ΚΟΙΝΟΥ στη θεατρική κάλπη που θα βρείτε στην είσοδο του θέατρου.
Φωτογραφικό υλικό


