Ο «ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ» απέναντι στους ΤΟΠΙΚΟΥΣ ΘΙΑΣΟΥΣ… Από τον «ΠΑΛΜΟ ΤΩΝ ΦΟΥΑΓΙΕ» της Π. Στασινοπούλου.
Για άλλη μια φορά διχασμένο το φουαγιέ… τούτη τη φορά το επίκεντρο δεν είναι η παράσταση, αλλά ο θίασος. Και πιο συγκεκριμένα η… καταγωγή του! «Ντόπιος» ή «ξένος»; Με υπερασπιστές και πολέμιους εκατέρωθεν και βέβαια ο λαλίστατος της παρέας στο αποτύπωμα του «παλμογράφου»…
«Πολλά χρόνια τώρα, διαλέγω συνειδητά να παρακολουθώ παραστάσεις από τοπικούς θιάσους της πόλης. Για πολλούς λόγους και όχι μόνο για το προφανές, να στηρίξω το τοπικό θεατρικό δυναμικό. Είναι που από πάντα έβλεπα ρομαντικά τα μικρά σχήματα των παθιασμένων καλλιτεχνών. Και εννοώ αυθεντικών, όπου ταλέντο, ήθος και δουλειά συνυπάρχουν ως θεμελιώδεις σταθερές. Αυτών που δεν ποντάρουν σε «δόξα και χρήμα», αλλά υπηρετούν πεισματικά και σιωπηλά με μια ωραία… τρέλα την τέχνη τους, υπερβαίνοντας για χάρη της ακόμη και δυσθεώρητα εμπόδια. Καταθέτοντας ατέλειωτες ώρες δουλειάς, πολύ κόπο, χρήμα από την πενιχρή τσέπη, θυσιάζοντας στιγμές της καθημερινότητας. Για να πατήσουν στο σανίδι και να γευτούν τη μαγεία του «εκφράζομαι» και «μοιράζομαι»…
Είναι ακόμα που πιστεύω στη δύναμη της «παρέας», στη συλλογική δουλειά ανθρώπων δεμένων με κοινούς στόχους και κοινό όραμα. Όπου νέοι ηθοποιοί- φίλοι πάνω απ’ όλα, βάζουν κάτω τα όνειρά τους- όσο τρελά κι αν είναι- κι αποφασίζουν να πορευτούν μαζί στην τέχνη τους, αδιαφορώντας για τα… πέριξ. Αγνοώντας την κρίση, την ανεργία, τον ανύπαρκτο χώρο, τον ανταγωνισμό, την ανύπαρκτη προβολή… γιατί το όραμα είναι πιο δυνατό! Και προχωρούν σε μονοπάτια «ακανθώδη» χωρίς να πτοούνται, με στέρεα ερείσματα τη δύναμη της σχέσης τους και τη δύναμη της πίστης στο στόχο. Ακλόνητοι από φτηνές «σειρήνες» ή αδειανά ταμεία, αρνούμενοι λογής εκπτώσεις ή παραχωρήσεις, αμέτοχοι σε αμφιλεγόμενες διαπλοκές. Η πυξίδα μένει σταθερή, ανεπηρέαστη από τη φορά του ανέμου… και το τίμημα βεβαίως!
Επιπλέον η ύπαρξη και λειτουργία παρόμοιων πυρήνων, για μένα σηματοδοτεί κάτι πολύ περισσότερο από την όποια προσφορά στην τέχνη. Επί της ουσίας υποδεικνύει ένα υγιές μοντέλο τρόπου σκέψης και δράσης, ένα πρότυπο συλλογικής δουλειάς με ηθικό υπόβαθρο, ιδιαίτερα σε καιρούς με τις αξίες υπό κατάρρευση. Και αυτό το μήνυμα – καλλιτεχνών ενωμένων με σταθερή προσήλωση σε έναν ωραίο στόχο, ίσως είναι δυνατότερο από οποιοδήποτε επιμέρους μπορεί να μεταφέρει μια παράσταση. Σε εποχές ζοφερές, όπου λείπουν απελπιστικά το ήθος, η ενότητα, το πάθος, η αγωνιστικότητα, όλα τούτα αποκτούν ουσιώδεις διαστάσεις, λειτουργώντας ως υπόδειγμα. Έστω και ως ρομαντικές υπενθυμίσεις για «αιθεροβάμονες»…
Ως οπαδός λοιπόν από άποψη, ακολουθώ την πορεία αρκετών από αυτές τις τοπικές ομάδες. Παρακολουθώντας παραστάσεις τους σε χώρους όπου φιλοξενούνται… συνήθως εναλλακτικούς, μικρούς των 40-50 θέσεων περίπου, χωμένους σε στενά δρομάκια, χωρίς φωτεινές ταμπέλες και μαρκίζες, με πάγκους ίσως για καθίσματα, ανύπαρκτο διάκοσμο, φτωχικά σκηνικά και τεχνικά μέσα… Χώρους «αθέατους» για το πλατύ κοινό και «ήσυχους» στα όρια της… σιωπής. Παρά ταύτα… ομολογώ ότι σπάνια με απογοήτευσαν σε βαθμό να κλαίω τον χαμένο χρόνο και χρήμα, οι συγκεκριμένες επιλογές! Κάτι που δεν θα έλεγα με την ίδια άνεση για πολυδάπανες παραστάσεις λουσάτων θεάτρων με λαμπερούς θιάσους. Αντίθετα, η θετική ενέργεια της «ομάδας», το περίσσιο συχνά ταλέντο, οι ψαγμένες προτάσεις, η ανθρώπινη ζεστασιά στην ατμόσφαιρα, λες και «αναβαθμίζουν» τα πάντα γύρω. Κάπως σαν ένα ταπεινό, υποβλητικό… ξωκλήσι, συγκρινόμενο με την περίλαμπρη, απρόσωπη εκκλησιά του πολιούχου, με ό,τι σηματοδοτεί το καθένα σε συναίσθημα!
Ωστόσο, παρότι οι μικρές σκηνές αρκετών τοπικών θιάσων, συχνά-πυκνά προσφέρουν μικρά ή μεγάλα «διαμαντάκια» αυθεντικής θεατρικής τέχνης, με προικισμένους ηθοποιούς, ευφάνταστες σκηνοθεσίες- ικανές να αναπληρώσουν την έλλειψη μέσων, εναλλακτικό ρεπερτόριο απαιτήσεων… εντούτοις πολύ σπάνια θα δεις τα 40-50 καθίσματα… γεμάτα! Ζήτημα να συναντάς καμιά 30αριά θεατές σε παραστάσεις αντικειμενικά αξιόλογες ή οπωδήποτε ενδιαφέρουσες για έναν θεατρόφιλο. Την ίδια στιγμή που σε ένα κεντρικό θέατρο με μια παντελώς αδιάφορη παράσταση επωνύμων ή ένα κυριολεκτικά σκουπίδι, οι ουρές φτάνουν στο δρόμο! Αναμενόμενο βέβαια όταν ο μισός και βάλε θίασος είναι «τηλεοπτικός», όταν η προβολή χτυπάει κόκκινο μέσα από πιασάρικες εκπομπές, όταν ο βομβαρδισμός από τα Μέσα με δελτία και προσκλήσεις είναι ανελέητος… Φιλοσοφία θέλει;
Μοιραία ο μέσος θεατής θα υποκύψει στα λαμπερά ονόματα μιας λαμπερής παράστασης που συχνά όλη η θεατρική ουσία της αρχίζει και τελειώνει στη… λάμψη! Θαμπώνονται οι αισθήσεις… άσχετα που το «μέσα» μένει άδειο και γυμνό και φεύγεις πιο φτωχός- μεταφορικά και κυριολεκτικά! Την ώρα που παραδίπλα η μικρή σκηνή με το μεγάλο περιεχόμενο φυτοζωεί, πασχίζοντας με νύχια και δόντια να επιβιώσει. Προσπαθώ να εξηγήσω το «σνομπάρισμα» στα όρια του «ρατσισμού» απέναντί της από τους συμπολίτες. Κατανοώ βέβαια ότι ένα προβεβλημένο όνομα και δη τηλεοπτικό είναι μέγιστος κράχτης. Κατανοώ επίσης ότι η λυσσαλέα διαφήμιση μπορεί να κάνει το μαύρο- άσπρο. Όταν όμως ως αυθεντικός θεατρόφιλος, από όλα αυτά τα «λαμπερά» έχεις προδοθεί πλείστες φορές… δεν λυπάσαι άραγε να καταθέτεις ξανά και ξανά από το υστέρημά σου, για να εισπράξεις κατά πλειοψηφία μια ακόμα απογοήτευση;
‘Η μήπως σε παρόμοιες περιπτώσεις ΔΕΝ πρόκειται για θεατρόφιλο κοινό, αλλά για κοινό που ψάχνει απλά μια ευχάριστη (δι)έξοδο, μια ελαφριά διασκέδαση, να δει από κοντά τις φίρμες σε εργάκια της πλάκας και της αρπαχτής; Καμία αντίρρηση , βεβαίως υπάρχει ΚΑΙ αυτή η κατηγορία, καθ’ όλα σεβαστή, αλλά εδώ μιλάμε για αμιγώς θεατρόφιλους που διψούν και στηρίζουν το καλό θέατρο, που αναζητούν ουσία και όχι ταμπέλες. Και είναι απορίας άξιο που ΑΥΤΟ το κοινό γυρίζει συνειδητά την πλάτη στη θεατρική δράση της πόλης του, την απαξιώνει, σχεδόν αγνοεί την ύπαρξη ή το περιεχόμενό της, ενώ πέφτει συχνά στην παγίδα του θαμπώματος από… γιάλινες χάντρες, υποτιμώντας κατ’ επανάληψη τα σοβαρά κριτήριά του. Χωρίς να δίνει στον εαυτό του την ευκαιρία να γνωρίσει έστω την «εγχώρια παραγωγή», πριν την απορρίψει συλλογικά.
Δεν ξέρω αν ο «ρατσισμός» είναι… ταξικός. Αν σχετίζεται με τους φτωχούς, απέρριτους χώρους των τοπικών θιάσων, την έλλειψη ανέσεων και «γκλάμουρ»… Αν σχετίζεται με την υποτυπώδη προβολή λόγω έλλειψης «καυσίμου» ή διασυνδέσεων… Αν σχετίζεται με τα άγνωστα ονόματα ή το είδος της παράστασης. Διότι δεν θα ισχυριστώ βέβαια ότι όλες αυτές οι παραστάσεις είναι «διαμαντάκια», προς Θεού, θα ήταν αφύσικο και παράλογο. Η αναλογία καλών / κακών παραστάσεων ή καλών / κακών ηθοποιών (ανεξαρτήτως διασημότητας) είναι ακριβώς ΙΔΙΑ με αυτή των μεγάλων θιάσων- αντίθετα εδώ, ίσως με ένα ελαφρύ προβάδισμα οι συχνά ενδιαφέρουσες προτάσεις, με καινοτόμα οπτική. Διότι εν προκειμένω, το «πενία τέχνας κατεργάζεται» κυριολεκτεί! Το γεγονός ότι αναπόφευκτα συναντήσαμε κάποιες κακές παραστάσεις τοπικών ομάδων, δεν συνεπάγεται συλλήβδην «ακύρωση» ή προκατάληψη! Γιατί με αυτή τη λογική, η προκατάληψη για τους… φιρμάτους με τις ουκ ολίγες «πατάτες» τους, θα έπρεπε να χτυπά ταβάνι! Ούτε όμως θα ισχυριστώ ότι οι «πατάτες των φιρμάτων» είναι κανόνας και ότι δεν έχουμε απολαύσει από λαμπερούς θιάσους, κάποια πραγματικά αριστουργήματα, αλίμονο!
Οπότε καταλήγω με θλίψη στην αδικία ενός ανεξήγητου «ρατσισμού», που στερεί από ταλαντούχες τοπικές ομάδες, όχι τόσο τα «προς το ζειν» υλικά, αλλά κυρίως τα «προς το ζειν» καλλιτεχνικά.
.
Γιατί θέατρο μπορείς να κάνεις πεινασμένος, αλλά χωρίς θεατές όχι….»
Φωτογραφικό υλικό