ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ: Στα… 6 μέτρα και ΠΥΡ! Από τον «ΠΑΛΜΟ ΤΩΝ ΦΟΥΑΓΙΕ» της Π. Στασινοπούλου
Μαλλιά- κουβάρια σήμερα το Φουαγιέ, με αφορμή την προηγηθείσα κριτική της παράστασης και ο δαιμόνιος «παλμογράφος» εστιάζει σε αυτόν που τόλμησε δημόσια να… διαφοροποιηθεί:
«Για να είμαστε ακριβέστεροι, αυτό που αποδίδει μια γενική πραγματικότητα είναι: «Αν διαφωνώ με την άποψή σου, θα την στήσω στον τοίχο και… πυρ!» Δεν έχει σημασία ΤΙ λες ή ΠΩΣ το λες, σημασία έχει ότι είναι ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ από αυτό που πιστεύω εγώ και ως εκ τούτου «οφείλω» να το πολεμήσω μέχρι αφανισμού! Μια στάση που δυστυχώς- δυστυχέστατα, συνιστά κανόνα κατεστημένο, τόσο που οι νηφάλιες φωνές του διαλόγου και των επιχειρημάτων να φαντάζουν ως εξαίρεση σπάνια. Ο δε κανόνας μεταφράζεται σε φασιστική ΕΠΙΒΟΛΗ μιας ενιαίας άποψης και ΕΞΟΣΤΡΑΚΙΣΜΟ οποιασδήποτε άλλης – και μάλιστα σε ένα περιβάλλον που… φαντασιώνεται δημοκρατικότητα!
Όταν εκφράζεις τη γνώμη σου για θέμα κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό, επιστημονικό κλπ. το τοπίο είναι αρκετά ξεκάθαρο, καθώς βασικό σου εργαλείο είναι η νόηση και η γνώση. Πρόκειται κατά βάση για εγκεφαλικές λειτουργίες στις οποίες το «σωστό» και το «λάθος» έχουν θέση και τεκμηριώνονται, ενώ το συναίσθημα επηρεάζει δευτερευόντως, απλά τον τρόπο έκφρασής τους. Όταν όμως εκφράζεις γνώμη περί τέχνης, εν προκειμένω για μια θεατρική παράσταση, το πράγμα αντιστρέφεται: Εδώ πρωταγωνιστούν οι συναισθηματικές λειτουργίες όπου ΔΕΝ έχουν θέση και ΔΕΝ τεκμηριώνονται το «σωστό» και το «λάθος», ενώ οι εγκεφαλικές έπονται… Η τέχνη – σε αντιδιαστολή με την επιστήμη- απευθύνεται κατά βάση στο θυμικό, που πρακτικά σημαίνει ότι η έκφραση γνώμης ουσιαστικά ερμηνεύει το συναίσθημα που σου προκάλεσε και συνιστά την ΟΥΣΙΑ, ενώ τα υπόλοιπα «εγκεφαλικά» που αφορούν στις γνώσεις, το τεχνικό κομμάτι, την παιδεία κλπ. λειτουργούν επικουρικά, σε μια διαδικασία αντίστροφη της προηγούμενης.
Τί συμβαίνει λοιπόν στην πράξη όταν ένας αποδέκτης της θεατρικής τέχνης εκφράσει δημόσια το όποιο συναίσθημα του δημιούργησε; Τα εξής τινά:
– Πιθανόν ο αναγνώστης και ο «δημόσια εκφραζόμενος», ως θεατές και οι δύο, να βίωσαν το ίδιο περίπου συναίσθημα, επειδή όλως τυχαίως… απλά τους αγγίζουν τα ίδια πράγματα με παρεμφερή τρόπο και συμφωνούν.
– Πιθανόν να διαπιστώνουν μικρή ή μεγαλύτερη απόκλιση και ως λογικά όντα κατανοούν ΠΟΣΟ φυσιολογικό είναι αυτό, αποδέχονται τη διαφορετικότητα της γνώμης και ανταλλάσσουν απόψεις γι αυτό που εισέπραξε ο καθένας, διαφωνώντας δημιουργικά.
– Πιθανόν τέλος, η μεταξύ τους απόκλιση να ισοδυναμεί με χάος αγεφύρωτο! Ο ένας στην Ανατολή, ο άλλος στη Δύση. Παρόλο που ΚΑΙ αυτό, είναι απόλυτα φυσιολογικό και ερμηνεύσιμο για δύο ανθρώπους που δεν έχουν ΤΙΠΟΤΑ κοινό, ο διαφωνών ερμηνεύει ως… ύβρη, προδοσία, χυδαιότητα, σκοπιμότητα κλπ, μια γνώμη που απλά διαφέρει από τη δική του και… πυροβολεί!
Προφανώς ο μέγας προβληματισμός αφορά στην τρίτη περίπτωση του «στησίματος στον τοίχο», καθώς εδώ εντοπίζεται το ΠΛΕΟΝ παρεξηγήσιμο σημείο, διότι πολλοί ερμηνεύουν τη διαφορετική άποψη του άλλου ως «λανθασμένη»! Όταν εξυπακούεται, ότι ο ορισμός «σωστού» και «λάθους» εν προκειμένω είναι ανυπόστατος! Επειδή όμως τα έρμα τα αυτονόητα έχουν αναιρεθεί προ πολλού, καταλήγουμε στο προσφιλές σπορ του λιθοβολισμού κατά παντός διαφορετικού! Ο διαφωνών αδυνατεί να αποδεχθεί την ποικιλότητα συναισθημάτων/ αντίληψης και αντ’ αυτού επιλέγει ένα βρώμικο πόλεμο λασπολογίας, αγγίζοντας συχνά τα όρια του παραλογισμού: Εκφράζεις αρνητική γνώμη για μια παράσταση; Τα πήρες από ανταγωνιστή! Εκφράζεις θετική; Τα πήρες από τον ίδιο! Τόλμησε να… μη σου αρέσει παράσταση που παίζουν φίλοι- συγγενείς; Μαύρο φίδι που σ’ έφαγε και η κατάρα σύννεφο! Παίνεψες κάτι που δεν μου άρεσε ή κατηγόρησες αυτό που μου άρεσε; Πέρα από «άσχετος» (επιεικώς)… δεν σε ξεπλένει ο Θερμαϊκός!
Όλες δε τούτες οι χυδαίες αντιδράσεις παραλογισμού ως άμεση προσωπική επίθεση – λες κι έχει προηγηθεί φοβερή και τρομερή βεντέτα μεταξύ… αγνώστων! – παρατίθενται χωρίς ΚΑΝΕΝΑ επιχείρημα επί της ουσίας, καμία αναφορά στα θεατρικά τεκταινόμενα, καμία αναφορά στο ρημάδι το συναίσθημα… Μια εν ψυχρώ εκτέλεση, με την κατηγορία «τόλμησες να διαφωνήσεις μαζί μου»! Βέβαια σε περιβάλλοντα δικτατορικά ή ολοκληρωτικά, μια τέτοια κατηγορία φτάνει και περισσεύει για να πας σαν το σκυλί στ’ αμπέλι… όμως σε δημοκρατικά;;;; Λέμε τώρα… Ξεχνώντας ένα ακόμη αυτονόητο: Ότι δεν υπάρχει πιο βολικό, ανώδυνο ή… αποδοτικό, από το χάιδεμα αυτιών ή έστω την τήρηση «ασφαλών» αποστάσεων, αποφεύγοντας να πάρεις θέση μέσω αόριστων… χρησμών και εξασφαλίζοντας την ποθητή συμπάθεια και άριστες δημόσιες σχέσεις. Πόσο διεστραμμένος μπορεί να είσαι για να επιλέγεις συνειδητά την αντιπάθεια και τις επιθέσεις;
Δεν υπερασπίζομαι – αλίμονο- έναν «κόσμο ηθικό, αγγελικά πλασμένο». Δεν αποκλείεται πίσω από κριτικές να κρύβονται ποικίλες σκοπιμότητες, από τις πλέον «αθώες» π.χ. υποστήριξη του φίλου-συντελεστή, μέχρι τις πλέον ύποπτες που αφορούν σε συναλλαγές, αθέμιτους ανταγωνισμούς, συμφέροντα… Και προφανώς όταν συνοδεύονται από υπογραφές «κύρους», είναι σε θέση να επηρεάζουν την κοινή γνώμη, άλλωστε εκεί στοχεύουν. Ένα ασκημένο μάτι ωστόσο, μπορεί να διακρίνει το «σημαινόμενο» πίσω από τις γραμμές με τον ακαδημαϊκό/ πολυσήμαντο/ κουλτουριάρικο λόγο. Μπορεί επίσης να διακρίνει αν αυτός ο λόγος είναι αυθεντικός ή προϊόν δηθενιάς ενός κομπλεξικού γράφοντος που αναζητά την (όποια) καταξίωση μέσα από λογοκλοπές ή ξένα δάνεια που πάνω στη γύμνια του φαντάζουν ως κακοφορεμένα, στενά αποφόρια…
Θα συναντήσει επίσης ο ανύποπτος θεατής, κριτικές γραμμένες με κίνητρα εμπαθή, επειδή …έτσι! Ο γράφων ΔΕΝ γουστάρει τη μούρη του σκηνοθέτη, ΔΕΝ τον κάλεσαν στην πρεμιέρα, ΔΕΝ τον κέρασαν φοντάν, ΔΕΝ ξύπνησε καλά βρε αδελφέ! Ή την περίοδο που γράφει… γενικώς περνάει δύσκολα! Οπότε θα ξεσπάσει νεύρα κι απωθημένα στην κακεντρεχή του πένα, μη βρίσκοντας ούτε μισό καλό λόγο για ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ, βρίζοντας από την ταξιθέτρια μέχρι τον… εργολάβο που έφτιαξε το θέατρο! Ή αντίθετα θα σπαταλήσει μπόλικο σάλιο γλείφοντας ένα τερατούργημα, είτε επειδή περιμένει το όποιο «δωράκι» του, είτε επειδή εξαργυρώνει «υποχρεώσεις» ή το στελεχώνουν φίλοι του ή επενδύει σε δημόσιες σχέσεις! Και αν διαθέτει έστω και «ονοματάκι» στην πιάτσα, ομοίως θα καταφέρει να επηρεάσει/ παραπλανήσει μερίδα του κοινού.
Ξεχνώντας ότι από την κριτική του, περισσότερο κρίνεται ο κρίνων, παρά ο κρινόμενος! Ξεχνώντας επίσης ότι «ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον», πόσω μάλλον όταν ο ήλιος εν προκειμένω, δεν έχει να φωτίσει μια οικουμένη ολάκερη, αλλά μια… πιάτσα τόση δα! Και άντε να κρυφτείς! Επειδή λοιπόν κανείς δεν μπορεί να παραπλανά τους πολλούς και για πολύ, είναι σίγουρο ότι κάποια στιμή ΟΛΑ έρχονται στο φως. Μέχρι τότε όμως, καλό θα ήταν το κοινό, αντί να πυροβολεί άκριτα μια θεατρική γνώμη που διαφέρει από τη δική του, να ασκηθεί στο «διάβασμά» της ώστε πέραν της όποιας διαφωνίας, να μπορεί να διακρίνει τις ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ. Κατά πόσο είναι αγνές, ειλικρινείς και έντιμες ή «περίεργα» κατευθυνόμενες, τύπου προπαγάνδας, θετικής ή αρνητικής.
Κι αν αποδεδειγμένα επιβεβαιώσει το δεύτερο, έχει όλα τα δίκια να τραβήξει τη σκανδάλη για τον εμπαιγμό! Αν όμως – αποδεδειγμένα επίσης- ισχύουν οι καθαρές προθέσεις, ας αντιληφθεί επιτέλους ότι δεν υπάρχει τίποτα ΠΙΟ φυσικό και υγιές από τις διαφορετικές αντιδράσεις διαφορετικών ανθρώπων κι ας θέσει… τα όπλα παρά πόδα! Κάποιος πρέπει να του πει ότι εκτός από την παράλογα χυδαία επίθεση που έτσι κι αλλιώς ακυρώνει την όποια άποψη, υπάρχει και ο πολιτισμένος διάλογος διάολε και μάλιστα ανάμεσα σε (υποτίθεται) θεατρόφιλους- θιασώτες πολιτισμού! Που αν θέλει, μπορεί να κάνει τη γλώσσα να «τσακίσει κόκκαλα» χωρίς να στάξει στάλα αίμα! ΑΥΤΗ τη μαγκιά θα την παραδεχτώ!»
Φωτογραφικό υλικό