Είδε και σχολιάζει η Πίτσα Στασινοπούλου.
Το «γιατί» εδώ είναι πονεμένο και απευθύνεται με ειλικρινή απορία από πλευράς θεατών στον άξιο πρωταγωνιστή, τον μόνο που μπορεί να δώσει απάντηση… εμείς ως κοινό επιχειρούμε απλά εικασίες που όμως δεν ικανοποιούν το πρωταρχικό ερώτημα «Γιατί έμπειρε και ταλαντούχε κύριε Χρυσικάκο επιλέξατε το συγκεκριμένο κείμενο;»… Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή. Όταν συναντάς στους συντελεστές μιας παράστασης δύο σπουδαία, καταξιωμένα, επιτυχημένα ονόματα, σαν τον Τάκη Χρυσικάκο στην σκηνοθεσία και ερμηνεία και τον Διονύση Χαριτόπουλο στη συγγραφή του κειμένου, έχεις ήδη δυο σοβαρότατες εγγυήσεις για ένα αποτέλεσμα εξαιρετικό, καθώς τόσο οι επιλογές και ερμηνείες του πρώτου, όσο και τα πολυδιαβασμένα βιβλία του δεύτερου, συνηγορούν τα μέγιστα σε αυτό. Ήταν λογικό λοιπόν να προσέλθουμε με τις αναμενόμενες υψηλές προσδοκίες στο θέατρο Αυλαία για την παράσταση «Σχέσεις Πόθου-Πάθους- Πόνου» του Δ. Χαριτόπουλου και σε σκηνοθεσία και ερμηνεία Τ. Χρυσικάκου… το πώς αποχωρήσαμε θα φανεί στη συνέχεια…
Δύο καρέκλες πάνω στην άδεια σκηνή, όπου στη μία βρίσκεται ακουμπισμένη μια κούκλα κι ένα πανί προβολής στο βάθος, πάνω στο οποίο προβάλλεται ως έναρξη ένα ρομαντικό στιγμιότυπο εποχής από τον έρωτα ενός νεαρού ζευγαριού με κατάλληλη μουσική υπόκρουση. Εντός ολίγου εμφανίζεται ο ηθοποιός, παρακολουθεί την προβολή και παίρνοντας αγκαλιά την κούκλα χορεύει ένα νοσταλγικό βαλς, ενώ ταυτόχρονα αρχίζει τον μονόλογό του για την προαιώνια συνύπαρξη σε όλες τις εκφάνσεις της του αρσενικού και θηλυκού, απευθύνοντας στην κούκλα- θηλυκή εκπρόσωπο τον λόγο ως «ταίρι» του… Αρχικά αναπτύσσει γενικόλογες θεωρίες περί του μεγαλείου του έρωτος, άλλοτε με φιλολογική κι άλλοτε με ωμή γλώσσα, για να προχωρήσει στα επιμέρους των σχέσεων που αφορούν στην επιλογή συντρόφου, τα ερωτικά κριτήρια, τη συμβίωση, τις συγκρούσεις, τη ζήλια, την απιστία, τους συμβιβασμούς, την υποκρισία, τον χωρισμό… εναλλάσσοντας σοβαρότητα και πικρές στιγμές με κάποιες χιουμοριστικές ατάκες για να καταλήξει σε ένα αισιόδοξο φινάλε, καθώς το τέλος ενός έρωτα ακολουθεί «νομοτελειακά» η αρχή ενός καινούργιου…
Κι εδώ αρχίζουν τα δικά μας πικρά ερωτήματα (-), σχεδόν μη πιστεύοντας ότι το παρόν κείμενο είναι πόνημα του καταξιωμένου συγγραφέα Διονύση Χαριτόπουλου! Είναι πολύ δύσκολο να δεχτεί κανείς- έχοντας μάλιστα διαβάσει βιβλία του- ότι εξέπεσε σε τόσο απαράδεκτη προχειρότητα, αναμασώντας ό,τι στερεότυπο και κλισαδούρα κυκλοφορεί στην πιάτσα χρόνια τώρα… προσεγγίζοντας τις ερωτικές σχέσεις τόσο επίπεδα κι επιδερμικά, με ρηχότητα αντίστοιχη των βίπερ Νόρα… αραδιάζοντας όλα τα γνωστά και μη εξαιρετέα, όλα τα τετριμμένα, σε βαθμό αφόρητης πλήξης… φλυαρώντας ακατάπαυστα ενίοτε με πομπώδη στόμφο κι άλλοτε με αφέλεια για αυτά που άπαντες συζητούν στον καφέ… Και το χειρότερο, όλα τούτα δοσμένα με περίσσιο, απωθητικό διδακτισμό, σηκώνοντας το δάχτυλο και μετρώντας το «πρέπει» σε κάθε δεύτερη σχεδόν φράση ως συνεχείς οδηγίες προς ερωτευμένους!
Ποια ανάγκη σας οδήγησε κ, Χαριτόπουλε να συγγράψετε περί των χιλιοειπωμένων αυτονόητων- που σημειωτέον έχουμε απολαύσει σε ευφάνταστες, εμπνευσμένες και ψαγμένες εκδοχές, παρουσιάζοντας ένα ρηχότατο, εντελώς ανέμπνευστο κείμενο τύπου βαρετής «ερωτικής διάλεξης εφ’ όλης της ύλης»; Τί καινούργιο ή διαφορετικό θαρρείτε μεταφέρατε για το μακράν πιο συζητημένο θέμα που η συμβατική του προσέγγιση -και μάλιστα στην πιο ανιαρή και φλύαρη παρούσα εκδοχή- έχει εξαντληθεί προ πολλού και ποικιλοτρόπως; Πιστεύετε ότι μερικά τσιτάτα- επιτηδευμένες μεγαλοστομίες με φιλολογικό προκάλυμμα του τύπου «Ο έρωτας είναι το άγιο δισκοπότηρο της φύσης» ή άλλα δήθεν ευρηματικά όπως «ο αυνανισμός είναι σαν το κράκερ» ή μερικές ωμές λέξεις- τάχα χιουμοριστικές, σαν το «σαβουρογάμης», «γαμίκουλας» κλπ. προσδίδουν ενδιαφέρον στη… διάλεξη; Τι να υποθέσει κανείς για έναν επιτυχημένο συγγραφέα που μας απογοήτευσε οικτρά; Ότι ήταν ένα ατυχέστατο χαλαρωτικό διάλειμμα από τη συγγραφή σοβαρού βιβλίου;

.
Και πώς πάνω σε τούτη τη σαθρή βάση να οικοδομηθεί παράσταση; Ακόμα και ο ικανότερος σκηνοθέτης αδυνατεί να προσφέρει «σωστή» θεατρική πράξη στηριγμένη σε επίπεδο, αδιάφορο μονόλογο… Και το δεύτερο πικρό και μεγάλο «γιατί» απευθύνεται στον Τ. Χρυσικάκο που τον επέλεξε, άγνωστο με ποια κριτήρια! Προσπαθώντας απεγνωσμένα με δυο-τρεις φιλότιμες σκηνικές παρεμβάσεις να προσδώσει σκηνοθετικό όγκο και ενδιαφέρον, ωστόσο με ελάχιστη έως καθόλου επιτυχία… Έξυπνο σίγουρα το εύρημα της κούκλας ως υποκατάστατο θηλυκής «παρτενέρ» και τόσο η προβολή όσο και η θαυμάσια μουσική της Πιάφ με κάποιες χορευτικές κινήσεις βαλς, πάσχισαν να σπάσουν τη μονοτονία της ανουσιότητας, όμως όταν η πρώτη ύλη στην… παρασκευή ενός εδέσματος είναι ακατάλληλη, όση τέχνη κι αν βάλει ο σεφ, αποκλείεται να προκύψει ποιοτικό αποτέλεσμα. Με συνέπεια αφενός να χαραμίζει την τέχνη του κι αφετέρου να φορτώνεται την ευθύνη για την επιλογή των κακών υλικών. Κι εδώ το κακό κείμενο απέβη μοιραίο, χωρίς κανένα εύρημα ικανό να σώσει το κραυγαλέα πενιχρό του περιεχόμενο…
Το μόνο που μας κράτησε (+) στην ευτυχώς μικρή διάρκεια της μιας περίπου ώρας, ήταν η υποκριτική δεινότητα του Τάκη Χρυσικάκου, που απέδειξε τη γνωστή αλήθεια, ότι ένας σπουδαίος ηθοποιός μπορεί να λάμπει με το ταλέντο του ακόμα και στο ατυχέστερο συγγραφικό πόνημα… Βέβαια η διαπίστωση έχει διπλή ανάγνωση, καθώς την ίδια στιγμή που θαυμάζεις τον άρτιο, υποδειγματικό τρόπο με τον οποίο χειρίζεται τα εκφραστικά του μέσα στο έπακρο δουλεύοντας την παραμικρή λεπτομέρεια, ταυτόχρονα θλίβεσαι που όλη αυτή η σπουδαία δεξιότητα ενός χαρισματικού καλλιτέχνη, αναλώνεται σε μια (επιεικώς) μετριότητα… Όταν τον έχεις απολαύσει να δραματοποιεί και να εκφέρει συγκλονιστικά τον λόγο του Ν. Καζαντζάκη, του Α. Παπαδιαμάντη, του Γ. Βιζυηνού, του Μ. Ελευθερίου κι έχεις υποκλιθεί, είναι πολύ βαρύ – σχεδόν «ανίερο»- να δεχθείς οποιαδήποτε έκπτωση για ένα ταλέντο μοναδικής πληρότητας και το τελευταίο που θα περίμενε κανείς κατόπιν της θεαματικής προϊστορίας του, ήταν να ακούει από το στόμα του μεγάλου ηθοποιού τετριμμένες ατάκες του συρμού- όσον κι αν η ερμηνεία του έχει τη δύναμη να προσδίδει ενδιαφέρον και στο πιο αδιάφορο «και», κρατώντας δέσμιο τον θεατή.
Εν κατακλείδι (=) είναι φυσικό να φύγαμε απογοητευμένοι, με πλήρως διαψευσμένες τις προσδοκίες εκεί που ουδόλως το περιμέναμε, καθώς η «σταθερή αξία» της ερμηνείας ενός υπερταλαντούχου ηθοποιού, υποβαθμίστηκε θλιβερά στην υπηρεσία μιας ανουσιότητας, που δεν είχε κανένα- μα κανένα λόγο θεατρικής ύπαρξης… πόσω δε μάλλον πληρωμένης με 15 πολύτιμα ευρώ για το απόλυτο τίποτα! ΚΡΙΜΑ και βεβαίως το τεράστιο ΓΙΑΤΙ παραμένει… δεδομένου ότι ούτε η λογική της φτηνής αρπαχτής ευσταθεί, καθώς το άδειο θέατρο έδειξε καθαρά ότι οι κεραίες του κοινού λειτουργούν και αντιδρούν ανάλογα…
Βαθμολογία:
2,5/10
.
-k-
.
ΑΥΛΑΙΑ
«ΣΧΕΣΕΙΣ ΠΟΘΟΥ – ΠΑΘΟΥΣ – ΠΟΝΟΥ» του Διονύση Χαριτόπουλου.

Μια διαβολική ματιά στα ερωτικά μας.
Ένα απροσδόκητο εγκόλπιο των ερωτικών σχέσεων βγαλμένο όχι από θεωρίες, αλλά την ανθρώπινη παρατήρηση.
.
Σκηνοθεσία: Τάκης Χρυσικάκος.
Ερμηνεύουν: Τάκης Χρυσικάκος
Ήμερες και ώρες παραστάσεων: Πέμπτη – Κυριακή στις 21:00 (έως 15/12)
.
Δείτε & αυτά:
/
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν από 15/5/2019 έως 14/05/2020 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 10α -επετειακά- Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2020.
& αυτά:
–Τι παίζουν τα θέατρα στη Θεσσαλονίκη τώρα, κλικ εδώ.
–Τι παίζουν οι κινηματογράφοι στη Θεσσαλονίκη, κλικ εδώ.
–Συναυλίες: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Σινεμά: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Βιβλίο: Διαβάσαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
.
–Κερδίστε προσκλήσεις – Βιβλία, κλικ εδώ.
..
Ακολουθήστε μας στα social media
Φωτογραφικό υλικό