Είναι αλήθεια ότι ο κορονοϊός έφερε τα πάνω – κάτω στην καθημερινότητά μας. Από εκεί που βλέπαμε τις παραστάσεις μας, απολαμβάναμε τις εξόδους μας, συναντούσαμε φίλους και διασκεδάζαμε με τον τρόπο που ο καθένας θεωρούσε ότι του ταιριάζει, βρεθήκαμε ξαφνικά κλεισμένοι στο σπίτι. Όχι δεν γκρινιάζω… δεν το θεωρώ ούτε τραγικό, ούτε αβάσταχτο. Αντιθέτως,συμφωνώ με αυτούς που υποστηρίζουν ότι μας δίνεται μια πολύ καλή ευκαιρία να περάσουμε ποιοτικό χρόνο, χωρίς άγχος και χρονικούς περιορισμούς, με την οικογένειά μας, με τον σύντροφο μας και φυσικά με τα παιδιά μας που τόσο μας χρειάζονται.
Επιτέλους μπορούμε να ασχοληθούμε με τον εαυτό μας, να διαλογιστούμε, να διαβάσουμε και γιατί όχι να συμμαζέψουμε λίγο τον χαμό που επικρατεί στις ντουλάπες μας. Υπάρχουν άπειρες ιδέες και λύσεις για ασχολίες μέσα στο σπίτι, φθάνει να υπάρχει η κατάλληλη διάθεση. Και πώς θα αποκτήσουμεκαλήδιάθεση, εν μέσω μιας τόσο σοβαρής κατάστασης; Καταρχάς αποφεύγοντας να παρακολουθούμε όλη την ημέρα δελτία ειδήσεων. Φυσικά και πρέπει να ενημερωνόμαστε για τις εξελίξεις και να γνωρίζουμε τι συμβαίνει. Όλοι μας συνειδητοποιούμε την σοβαρότητα του θέματος, και τηρούμε τις οδηγίες προφύλαξης κατά της λαίλαπας μετάδοσης του ιού, με κυριότερο μέτρο την παραμονή στο σπίτι, κάτι που θα κάναμε ακόμα και αν τα θέατρα ήταν ανοιχτά. Τι γίνεται, όμως, με το «στερητικό σύνδρομο» λόγω έλλειψης θεατρικών παρατάσεων και άλλων καλλιτεχνικών θεαμάτων;
.

.
Έτσι, χαρμάνηδες θα μείνουμε;
Έχοντας προσωπικά ξεφύγει από τον πανικό των πρώτων ημερών και από την τρομοκρατία των ΜΜΕ, υπερασπίζομαι την αγάπη μου για το θέατρο και καλώ τους θεατρόφιλους σε έναν αγώνα κατά του κορονοϊού.
Θεατρόφιλοι VS Κορονοϊού λοιπόν.
Για σήμερα, προτείνω, σε φίλους της όπερας και όχι μόνο, να αξιοποιήσουμε την δυνατότητα που μας δίνει η Metropolitan Opera της Νέας Υόρκης και να παρακολουθήσουμε την πασίγνωστη και πολύ αγαπημένη «Κάρμεν» του Γάλλου συνθέτη Ζωρζ Μπιζέ.
.

.
Λίγες πληροφορίες για το έργο
Ο Ζωρζ Μπιζέ συνέθεσε την όπερα αυτή βασιζόμενος στο ομώνυμο διήγημα του ΠροσπέρΜεριμέ. Όταν διάβασε το διήγημα για το κορίτσι των ισπανικών βουνών, την Κάρμεν, ο Μπιζέ κλείσθηκε για δύο ολόκληρα χρόνια στο σπίτι του και μελετούσε την ισπανική κουλτούρα. Δεν είχε καμία γνώση για τον ισπανικό πολιτισμό, δεν είχε επισκεφθεί ποτέ την Ισπανία, δεν γνώριζε τίποτα από ισπανική μουσική, κι όμως κατάφερε με το έργο του να εκφράσει απόλυτα την ισπανική ψυχή. Η «Κάρμεν» έχει τόσο δυνατό τοπικό χρώμα, που θεωρείται το πρότυπο της ιβηρικής μουσικής. Περιέχει τραγούδια που τραγουδιούνται μέχρι σήμερα από κάθε Ισπανό, ενώ στις αρένες των ταυρομαχιών, η είσοδος του ταυρομάχου «Τορεαδόρ» συνοδεύεται πάντα από το λεγόμενο «Τραγούδι του ταυρομάχου», που είναι σύνθεση του «Γάλλου» Μπιζέ.
Η πρώτη εμφάνιση της «Κάρμεν» ήταν στο Παρίσι, από την Όπερα Κομίκ, στις 3 Μαρτίου 1875, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία, κυρίως λόγω της «ανήθικης» θεματολογίας της. Πριν τελειώσουν οι πρώτες προγραμματισμένες παραστάσεις, ο Μπιζέ πέθανε ξαφνικά, λίγους μήνες μετά την πρεμιέρα, σε ηλικία 37 ετών, χωρίς να προλάβει να ζήσει την μεγάλη επιτυχία που γνώρισε το έργο του. Στην Ελλάδα μία από τις πρώτες παραστάσεις της Κάρμεν φαίνεται πως δόθηκε στο Δημοτικό Θέατρο Πατρών το 1900-1901. Στο ρεπερτόριο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής η Κάρμεν εντάχτηκε την καλλιτεχνική περίοδο 1941 – 1942, με την Κίτσα Δαμασιώτη ως Κάρμεν και μουσική διεύθυνση του Αντιόχου Ευαγγελάτου. Υπολογίσθηκε ότι σε ένα διάστημα άνω των εξήντα ετών, το έργο παίχθηκε στην Κομίκ χίλιες πεντακόσιες φορές, ενώ σε άλλα μουσικά θέατρα παγκοσμίως οι παραστάσεις της Κάρμεν, υπερέβησαν τις είκοσι χιλιάδες. Δικαίως θεωρείται ότι κανένα άλλο μουσικό έργο δεν παρουσίασε τόσο μεγάλη επιτυχία.
Η υπόθεση του έργου, εξαιρετικά αντισυμβατική για την εποχή της, ντυμένη με την εξίσου αντισυμβατική για τότε μουσική του Μπιζέ, αποτελεί μια ωδή στον έρωτα και την ελευθερία. Η Κάρμεν είναι μια φτωχή τσιγγάνα που συγκρουόμενη με την ανδροκρατούμενη κοινωνίαστην οποία ζει, υπερασπίζεται την ελευθερία της να επιλέγει η ίδια τους ερωτικούς της συντρόφους.Μια γυναίκα πρόκληση, μια γυναίκα απειλή για την κοινωνία. Θύμα της φλογερής τσιγγάνας ο στρατιώτης Δον Χοσέ, που σαγηνεύεται από τα παραπλανητικά νάζια της και εγκαταλείπει τον παιδικό του έρωτα την Μικαέλα, αλλά και τα στρατιωτικά του καθήκοντα, για χάρη της. Την αφήνει να δραπετεύσει και φυλακίζεται γι’ αυτό. Αργότερα λιποτακτεί, συγκρούεται με τον υπολοχαγό τουκαι εμπλέκεται ακόμα και σε λαθρεμπόριο για χάρη της. Παρά τα όσα κάνει όμως για τον έρωτά του, χάνει το ενδιαφέρον της Κάρμεν, η οποία ερωτεύεται τον φημισμένο ταυρομάχο Εσκαμίγιο. Βαθιά πληγωμένος και προδομένος ο Χοσέ τη σκοτώνει σε μια κρίση ζηλοτυπίας και παραδίδεται στις αρχές.
Το λιμπρέτο της Κάρμεν γράφτηκε από τους σπουδαίους Ανρί Μεϊλάκ και Λυντοβίκ Αλεβύ. Η μουσική της ξεχωρίζει για την ευφυή μελωδία, την αρμονία, την ατμόσφαιρα και την ενορχήστρωσή της, καθώς και για την επιδεξιότητα με την οποία ο Μπιζέ απέδωσε μουσικά τα συναισθήματα των χαρακτήρων του. Η ζωντάνια, ο αυθορμητισμός και ο έρωτας έρχονται αντιμέτωποι με τον θάνατο, σε μια εναλλαγή συναισθημάτων που καθηλώνει.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι από το 2006 η Metropolitan Opera της Νέας Υόρκης, έδωσε τη δυνατότητα στο θεατρόφιλο κοινό παγκοσμίως να απολαύσει τα μεγαλύτερα έργα της σε ζωντανή μετάδοση. Στην Ελλάδα η παρουσίαση αυτή έγινε με την στήριξη και την πρωτοβουλία του Ομίλου ΑΝΤΕΝΝΑ. Η Κάρμεν, πριν μόλις από ένα χρόνο, στις 2 Φεβρουαρίου 2019, παρουσιάστηκε σε ζωντανή αναμετάδοση από την Μετροπόλιταν Όπερα της Ν. Υόρκης, στο Συνεδριακό και Πολιτιστικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Πατρών.
Η όπερα «Κάρμεν» είναι ένα εξαιρετικό έργο, που ξεχώρισε και αγαπήθηκε από το θεατρόφιλο κοινό παγκοσμίως. Ένα έργο πρόκληση, τόσο για την πλοκή όσο και για τη μουσική του. Αξίζει να το παρακολουθήσουμε.
.
Καλή θέαση λοιπόν και μη ξεχνάτε… ΜΕΝΟΥΜΕ ΣΠΙΤΙ
ΔΕΙΤΕ ΤΗΝ ΚΑΡΜΕΝ – ΚΛΙΚ ΕΔΩ
.
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΕΠΟΜΕΝΩΝ -ΔΩΡΕΑΝ- ΙΝΤΕΡΝΕΤΙΚΩΝ ΠΡΟΒΟΛΩΝ – ΕΔΩ
Φωτογραφικό υλικό