ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΚΑΙ «ΠΑΡΑΔΟΞΑ»! Από τον «ΠΑΛΜΟ ΤΩΝ ΦΟΥΑΓΙΕ» της Π. Στασινοπούλου.
Θέμα των ημερών στα φουαγιέ – τώρα που κόπασαν τα θεατρικά δρώμενα- η «ώρα της κρίσης». Τουτέστιν η ώρα της ψηφοφορίας για τα καλύτερα, οργανωμένη από την «Κ» και με τις πρώτες ενδείξεις να κάνουν τον παλμογράφο να παίρνει φωτιά!
«Καθότι το σπορ του «ψηφίζειν» εν Ελλάδι έχει αναχθεί σε… σαπουνόπερα περιωπής, η τεχνογνωσία είναι βεβαίως δεδομένη στο τυπικό κομμάτι, ωστόσο άκρως… αμφιλεγόμενη στο ουσιαστικό. Εννοώντας καθαρά κριτήρια, αντικειμενικότητα, ζητούμενο στόχο, ευσυνειδησία, ψυχραιμία, στοιχειώδη γνώση του αντικειμένου, κριτική ικανότητα… και γενικώς ό,τι απαντά στο καθοριστικό ερώτημα: «ΓΙΑΤΙ επιλέγω/ψηφίζω το Α και όχι το Β;» Μια μικρή αναδρομή στο πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας, θα επιβεβαιώσει το εν λόγω «έλλειμμα». Ας αφήσουμε όμως τους πολιτικούς συνειρμούς που… πονάνε κι ας έρθουμε στην προκείμενη θεατρική ψηφοφορία. Όπου ως θεατρόφιλο κοινό καλούμαι να ψηφίσω/ επιλέξω, ανάμεσα σε πληθώρα παραστάσεων, τις καλύτερες της χρονιάς, με στόχο τη βράβευσή τους. Που σημαίνει ότι η ψήφος μου, πέρα από χαρακτήρα άμεσης δημοκρατίας, έχει ουσιαστική βαρύτητα σε σχέση με τη δουλειά καλλιτεχνών και τη θεατρική τέχνη γενικότερα,καθώς θα αναδείξει νικητές που έκρινα άξιους βράβευσης και μοιραία θα καταστήσει «ηττημένους»…
Δεδομένης τούτης της βαρύτητας, το αίσθημα ευθύνης για ένα συνειδητοποιημένο ψηφοφόρο (θα έπρεπε να) είναι αναπόφευκτο, ξέροντας ότι η επιλογή του θα έχει επιπτώσεις, ανεξάρτητα πόσο μικρές ή μεγάλες θα είναι. Είτε πρόκειται για την επιβράβευση μιας παράστασης και του έργου κάποιων ανθρώπων, είτε για τη διακυβέρνηση της χώρας, είτε για την επιβολή ενός νόμου κλπ. Αν σκεφθεί δε κανείς, ότι πλείστες αποφάσεις ή εξελίξεις έχουν κριθεί από ΜΙΑ και ΜΟΝΗ καθοριστική ψήφο, μπορεί να αντιληφθεί το μέγεθος της ατομικής ευθύνης και δεν αποκλείεται αυτή η καθοριστική ψήφος να είναι η δική μου! Και εδώ τίθενται δύο βασικά ερωτήματα: ΠΟΣΟ συνειδητά ψηφίζω εν προκειμένω και με ΠΟΙΑ κριτήρια;
Μια πρώτη αξιολόγηση της εικόνας είναι αρκετά αποκαλυπτική και προσφέρει ποικίλες αναγνώσεις. Με πλέον αποκαλυπτικό ένα… «παράδοξο» φαινόμενο: Οι Θεσσαλονικείς θεατρόφιλοι, ενώ στην πράξη συρρέουν στις αθηναϊκές παραστάσεις των μεγάλων ονομάτων και το sold out είναι συνήθης κατάσταση… ενώ κατά βάση σνομπάρουν τα τοπικά σχήματα με φτωχότατη προσέλευση και στήριξη… ενώ στην πλειοψηφία τους αγνοούν ακόμη και την ύπαρξη κάποιων χώρων και ομάδων… ω του θαύματος, την ώρα της ψηφοφορίας το σκηνικό (τουλάχιστον μέχρι στιγμής) ανατρέπεται άρδην! Στην κορυφή οι τοπικές ομάδες και παραστάσεις των ελάχιστων θεατών και στον πάτο οι προβεβλημένες αθηναϊκές με τη μαζική προσέλευση! Σημειώνοντας ότι κάποιες από τις τελευταίες και αποβάλλοντας τα… σωβινιστικά κόμπλεξ, ήταν από πολύ καλές έως εξαιρετικές.
Προφανώς το φαινόμενο, όσο κι αν μοιάζει «παράδοξο», έχει τις ερμηνείες του, όπως προκύπτουν βάσει κοινής λογικής. Ας πούμε το γεγονός ότι το (αποδεδειγμένα) πολυπληθές κοινό των αθηναϊκών παραστάσεων, δεν κινητοποιήθηκε και δεν ενδιαφέρεται να συμμετάσχει σε παρόμοια ψηφοφορία, είτε επειδή δεν ανήκει στο αναγνωστικό κοινό της «Κ», είτε επειδή αδιαφορεί. Ακολουθώντας προφανώς την αδιαφορία των αντίστοιχων θιάσων να προβάλλουν τη δράση, με αποτέλεσμα να εμφανίζουν «μη πραγματικά» χαμηλά ποσοστά. Τρανό παράδειγμα ο περσινός «Πουπουλένιος», που ενώ σάρωσε σε προσέλευση και κολακευτικά σχόλια, δεν εμφανίστηκε ούτε καν… στη δεκάδα των προτιμήσεων του κοινού! Όπως έχουμε ξαναπεί, πρόκειται για μια αποχή κοινού και ενδιαφερομένων που στερεί από μια άξια παράσταση τα τιμητικά εύσημα που δικαιούται και είναι αληθινά κρίμα…
Σε πλήρη αντίθεση με τα τοπικά σχήματα/ παραστάσεις που χτυπούν πρωτιές, γεγονός που προκαλεί ανάμεικτα συναισθήματα και σκέψεις… Καταρχήν ένα αίσθημα «δικαίωσης» για το τοπικό θεατρικό δυναμικό που πολλές φορές μας έχει εκπλήξει ευχάριστα. Και παρά την τραγική έλλειψη μέσων, χώρων, χρημάτων, προβολής και όσων τελοσπάντων απολαμβάνει ένα περιοδεύον αθηναϊκό σχήμα, καταφέρνει σε μεγάλο βαθμό να προσφέρει αξιόλογο θεατρικό έργο, αναπληρώνοντας τις πρακτικές ελλείψεις με ταλέντο, φαντασία, μεράκι, συχνά αιμορραγώντας οικονομικά. Και σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ξεπερνώντας κατά πολύ σε ποιότητα τις «περί πολλού» παραστάσεις επωνύμων θιάσων, διότι όπως και να το κάνουμε, μπορεί μια πλούσια παραγωγή να θαμπώνει και μια διαρκής προβολή να υποβάλλει, όμως για έναν αυθεντικό θεατρόφιλο ΔΕΝ κρίνεται εκεί η «ψυχή» μιας παράστασης…
Έστω λοιπόν και τώρα, τη στιγμή της ψηφοφορίας, οι τοπικές ομάδες βλέπουν τη δουλειά τους ψηλά στη λίστα των προτιμήσεων του κοινού. Βέβαια προκύπτει ένα εύλογο ερώτημα… Πού ήταν όλοι αυτοί οι ψηφοφόροι όταν παιζόταν οι συγκεκριμένες παραστάσεις, προκειμένου να τις στηρίξουν με τη φυσική τους παρουσία, αλλά και οικονομικά; Ξέροντας ότι αντιμετωπίζουν αδιέξοδα και δεδομένου ότι κάποιες εξ αυτών ήταν πολύ αξιόλογες. Γιατί άραγε όποτε τύχαινε να τις παρακολουθήσουμε συναντούσαμε ελάχιστους θεατές, στους έτσι κι αλλιώς μικρούς χώρους των 50 πάνω- κάτω θέσεων; Και εδώ προστίθεται ένας ακόμα προβληματισμός, με την έννοια ότι ακόμη κι αν ήθελαν να τις παρακολουθήσουν περισσότεροι, ήταν πρακτικά αδύνατο λόγω των περιορισμένων θέσεων και ελάχιστων ημερών παράστασης. Επομένως, όταν είναι βέβαιο ότι μια παράσταση π.χ. που παίχτηκε για 3 μέρες σε ένα χώρο 50 θέσεων, ΔΕΝ θα μπορούσε εκ των πραγμάτων και με απόλυτη πληρότητα, να συγκεντρώσει περισσότερους από 150 θεατές, είναι προφανές ότι οι 200, 300, 400 και βάλε ψήφοι της, ΔΕΝ προέρχονται από θεατές της.
Προέρχονται βεβαίως από «φίλους» της. Από ανθρώπους που για οποιονδήποτε λόγο, συναισθηματικό ή άλλο, θέλουν να τη στηρίξουν, έστω κι αν δεν την έχουν δει. Δικαίως εδώ κάποιοι θα κάνουν λόγο για μη αντικειμενικά κριτήρια ή… καθόλου κριτήρια, εφόσον ψηφίζεις μια παράσταση που τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι δεν είδες και με αυτή την τακτική διαμορφώνεις ένα «παραπλανητικό» αποτέλεσμα. ΝΑΙ, επί της ουσίας έτσι είναι. Μόνο που αυτοί οι «ορκισμένοι» οπαδοί, ακόμα κι αν ΔΕΝ τους άρεσε εφόσον την έβλεπαν, ακόμα κι αν ΔΕΝ πληρούσε τα κριτήρια, από τη στιγμή που είναι αποφασισμένοι να τη στηρίξουν, το ΙΔΙΟ ακριβώς θα ψήφιζαν. Αυτό που λέμε «δαγκωτό» βρέξει- χιονίσει… και το αποτέλεσμα είτε την έβλεπαν είτε όχι, προφανώς το ίδιο. Που σημαίνει ότι για τη συγκεκριμένη κατηγορία κοινού, ο συναισθηματισμός είναι κυρίαρχο κριτήριο και υπερτερεί του καθαρά θεατρικού.
Μπορεί άραγε κανείς να επιβάλλει κάτι «παραβιάζοντας» την ελεύθερη βούλησή τους; Ή μήπως μπορεί να ελέγξει κατά πόσο τα κριτήρια των υπολοίπων είναι καθαρά θεατρικά; Ή μήπως υπάρχει οποιαδήποτε ψηφοφορία, σε οποιονδήποτε τομέα, αμιγώς αντικειμενική, χωρίς να υπεισέρχονται συναισθηματισμός, παραπλάνηση, σκοπιμότητες, στρατηγικές κλπ.; Και δεδομένου ότι είναι πρακτικά αδύνατος οποιοσδήποτε μηχανισμός ελέγχου, δεν μπορείς παρά να δεχθείς το ΟΠΟΙΟ αποτέλεσμα. Σε όλο αυτό βέβαια συνέβαλε καθοριστικά η έντονη προώθηση της ψηφοφορίας από τους ενδιαφερόμενους, επιφέροντας την ανάλογη ανταπόκριση των «πιστών», κάτι που μόνο… μεμπτό δεν το λες και μακάρι να το έκαναν επί ίσοις όροις ΟΛΟΙ! Το γεγονός ότι κάποιοι αδιαφορούν ή σνομπάρουν την ψηφοφορία, δεν… ενοχοποεί βεβαίως αυτούς που την προωθούν, καθώς είναι ζητούμενο για την εγκυρότητα των βραβείων η όσο μεγαλύτερη συμμετοχή.
ΝΑΙ, ακούω ήδη την αναμενόμενη ένσταση σχετικά με την αξιοπιστία των κριτηρίων για την «καλύτερη παράσταση» από πλευράς κοινού. Δεν αντιλέγω και… καλωσήρθατε στον ρεαλιστικό κόσμο! Ξέρετε… σε αυτόν με τις «αδυναμίες»που ανήκουμε λίγο-πολύ, συνειδητά ή ασυνείδητα, όλοι. Που συμμετέχουμε σε ψηφοφορίες – κρίσιμες για τη ζωή μας- με κριτήρια φιλίας, ρουσφετιού, διαπλοκής, εκβιασμού, εξωτερικής ομορφιάς, διασημότητας, συμπάθειας και λοιπά… ουσιώδη. Ας μην υποκρινόμαστε λοιπόν τους έκπληκτους σε μια θεατρική ψηφοφορία, περιμένοντας αίφνης να λειτουργήσει η ουτοπία μιας ιδανικής κοινότητας ψηφοφόρων! Που θα αγνοήσουν τα πάντα και με πλήρη θεατρικό… ορθολογισμό θα αξιολογήσουν… Μα αν ήταν έτσι, ΟΛΟ το σκηνικό της χώρας θα ήταν διαφορετικό έως αγνώριστο! Πέραν του ότι η αντικειμενικότητα στην τέχνη παραμένει ένα αναπάντητο ερώτημα ανέκαθεν…».
Φωτογραφικό υλικό