Ο σοβαρός προβληματισμός των Θεατρικών Κουλτουροβραβείων. Από τον «Παλμό των Φουαγιέ» της Π. Στασινοπούλου
Φθάσαμε αισίως στην 7η απονομή θεατρικών βραβείων και την 3η επίσημη διοργάνωση μιας λαμπρής τελετής. Ωστόσο ένας σοβαρός προβληματισμός που αφορά στην ουσία του θεσμού και τέθηκε εξ αρχής, επανέρχεται κάθε χρονιά και ζητά σαφή απάντηση στο ερώτημα: «Τα Θεατρικά Κουλτουροβραβεία Θεσσαλονίκης πρέπει να αφορούν κατά μείζονα λόγο σε τοπικές παραστάσεις ή σε όλες όσες επισκέπτονται την πόλη; Οφείλουν να έχουν τοπικό ή υπερτοπικό χαρακτήρα;» Ένα ερώτημα ουσίας που απασχολεί όλο και πιο έντονα τα τελευταία χρόνια τους συντελεστές του θεσμού σχετικά με τον προσανατολισμό των βραβείων, χωρίς να καταλήγει σε ξεκάθαρο συμπέρασμα, καθότι οι απόψεις και των δύο πλευρών μοιάζουν τεκμηριωμένες με λογικά επιχειρήματα.
Για τους υποστηρικτές της «εντοπιότητας» το σκεπτικό είναι προφανές, σχεδόν αυτονόητο: ένας θεσμός εξ ορισμού τοπικός, οφείλει πρωτίστως και κατά κύριο λόγο να εστιάσει στο θεατρικό δυναμικό της πόλης. Να επικεντρωθεί στις τοπικές παραστάσεις αναδεικνύοντας νικητές σε όλες τις κατηγορίες βραβείων και απλά να συμπεριλάβει στη λίστα βραβεύσεων και την κατηγορία των «φιλοξενούμενων» παραστάσεων με το δικό της βραβείο. Τα επιχειρήματα πολλά και κυρίως ηθικά, αλλά και πρακτικά. Διότι με αυτή τη λογική, αναδεικνύεται και έρχεται σε πρώτο πλάνο η τοπική θεατρική παραγωγή με όλες τις επιμέρους παραμέτρους – κείμενα, σκηνοθεσία, ερμηνείες, τεχνικά μέσα κλπ.- όταν μάλιστα πρόκειται για πόλη- συμπρωτεύουσα με πλούσια δράση στον θεατρικό τομέα και πολλές ομάδες με ενδιαφέρον αξιόλογο έργο. Το οποίο όταν καλείται να συγκριθεί με φιλοξενούμενες εξ Αθηνών παραστάσεις όπου κυριαρχούν η έντονη προβολή, το άφθονο χρήμα, τα προβεβλημένα (τηλεοπτικά συνήθως) ονόματα, είναι μοιραίο να αδικείται, ακόμα κι αν σε επίπεδο ουσιαστικής τέχνης πιθανόν να πλεονεκτεί…
Ωστόσο η μεγάλη πλειοψηφία του κοινού είναι αναμενόμενο να έλκεται από τη λάμψη των επωνύμων και να προσέρχεται μαζικά, έστω κι αν αυτή αποδεικνύεται συνηθέστατα απατηλή και η πολυδιαφημισμένη παράσταση προσφέρει ένα μεγαλοπρεπές… τίποτα! Το γεγονός όμως στερεί θεατές από τοπικές- μη διάσημες βεβαίως ομάδες, οι οποίες πιθανότατα να προσφέρουν αυθεντική θεατρική τέχνη, δημιουργώντας με πενιχρότατα μέσα και συνθήκες ακραίας στέρησης. Μόνο που δεν έχουν τη δυνατότητα ευρείας προβολής της δουλειάς τους και μοιραία αρκούνται στους λίγους εκλεκτικούς θεατρόφιλους, αδυνατώντας φυσικά να ανταγωνιστούν τους μεγάλους, πλούσιους, επώνυμους θιάσους, που… τα παίρνουν όλα και φεύγουν! Από χρήμα μέχρι ψήφους… Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι κάποιοι από τους εν λόγω θιάσους δεν το αξίζουν και μάλιστα με το παραπάνω, αλλά είναι γεγονός ότι το «παιχνίδι» δεν παίζεται επί ίσοις όροις, αυτό που λέμε fair play… Με αποτέλεσμα οι τοπικές θεατρικές δουλειές, ακόμα και οι εξαιρετικές, να παραγκωνίζονται σταθερά, ακόμα και από «λαμπερές» μετριότητες, λόγω έλλειψης μέσων.
Οπότε το επιχείρημα ότι ένας τοπικός θεατρικός θεσμός είναι ο πιο κατάλληλος να αποκαταστήσει την «αδικία» και να εξαλείψει τον «αθέμιτο» ανταγωνισμό, έχει οπωσδήποτε ηθική διάσταση, καθώς επιπλέον στηρίζει τους δημιουργούς της πόλης, όταν δεν υπάρχει κανείς άλλος στον ορίζοντα να το πράξει. Πέρα από το πρακτικό κομμάτι της υπόθεσης, καθώς ο διοργανωτής συνδιαλέγεται και επικοινωνεί με ανθρώπους «κοντινούς», χωρίς το «αγκάθι» των αποστάσεων που κάνει τα πάντα πιο δύσκολα, χρονοβόρα και δαπανηρά στην οργάνωση. Προφανώς είναι πολύ πιο εύκολο πρακτικά να έχεις όλους τους υποψήφιους για βράβευση διαθέσιμους στην πόλη σου, αντί των πολύωρων, απανωτών επαφών με καλλιτέχνες σε απόσταση, προσπαθώντας να εξασφαλίσεις τη φυσική τους παρουσία σε ένα υπερφορτωμένο πρόγραμμα και δαπανώντας γι αυτήν, χωρίς βέβαια κανένα ανταποδοτικό όφελος. Σοβαρότατα επιχειρήματα που ουδείς αρνείται την ουσία τους.
Υπάρχει όμως και αντίλογος, εξίσου σημαντικός. Που σε θεωρητικό επίπεδο ισχυρίζεται ότι η τέχνη είναι μία χωρίς διακρίσεις και στεγανά, και ότι η επιλογή είναι απολύτως ελεύθερη χωρίς δεσμεύσεις. Με την έννοια ότι καθένας καταθέτει ανοιχτά την οποιαδήποτε πρότασή του και ο θεατής με ελεύθερη βούληση και δικά του κριτήρια επιλέγει/ κρίνει/ ψηφίζει ό,τι επιθυμεί. Το να τεθούν διαχωριστικές γραμμές με οποιοδήποτε σκεπτικό ή να αποκλειστεί από τις επιμέρους βραβεύσεις και την τελική κατάταξη η μεγάλη κατηγορία των φιλοξενούμενων παραστάσεων- μεταξύ των οποίων κάποιες αναμφίβολα εξαιρετικές- οπωσδήποτε «ευνουχίζει» την θεατρική ουσία του θεσμού και πρακτικά περιορίζει κατά πολύ τις επιλογές, είτε του κοινού, είτε της κριτικής επιτροπής. Δεδομένου ότι παρά τη συνεχή εγχώρια παραγωγή, ο αριθμός των φιλοξενούμενων παραστάσεων δεν παύει να αντιπροσωπεύει περίπου τα 2/3 των συνολικών παραστάσεων της χρονιάς και ο αποκλεισμός τους από τις ψηφοφορίες θα φτωχαίνει ολοφάνερα το αποτέλεσμα και πάντως θα αλλοιώσει την τελική θεατρική εικόνα, πέραν της μειωμένης συμμετοχής (αντικειμενικά) στις ψηφοφορίες. Το να περιοριστούν οι περιοδεύοντες θίασοι σε μία μόνο κατηγορία για την ανάδειξη της «καλύτερης φιλοξενούμενης παράστασης», ίσως εξισορροπεί την κατάσταση, ωστόσο εν προκειμένω απλά «μετατοπίζει» μια άλλου τύπου αδικία.
Άρα το ζητούμενο του προβληματισμού παραμένει προς διερεύνηση, με μόνη, καθαρή και υγιή σταθερά, την πρόθεση για ανάδειξη της θεατρικής τέχνης χωρίς «αδικημένους» ή «ευνοημένους», κάτι εντελώς ασύμβατο με το πνεύμα ενός ανιδιοτελούς έως ρομαντικού θεσμού. Ο οποίος παρά ταύτα, καταφέρνει να ισορροπεί σημαντικά τις διαφορετικές οπτικές, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στις δύο κατηγορίες του «καλύτερου τοπικού θιάσου» και της «καλύτερης πρωτοεμφανιζόμενης ομάδας», στηρίζοντας (και έμπρακτα) την τοπική δημιουργία. Αν και πίσω από τον προφανή προβληματισμό, τα ερωτήματα είναι βαθύτερα και μάλλον υπαρξιακού ή φιλοσοφικού χαρακτήρα σε σχέση με την τέχνη… Όπως ας πούμε «τί σημαίνει στο θέατρο σύγκριση επί ίσοις όροις;»… «με τί είδους κριτήρια αποτιμάται η ποιότητα μιας παράστασης;»… «είναι δίκαιο να συγκρίνεσαι με υλικά μεγέθη που σε ξεπερνούν;»… «έχεις τρόπο να αντισταθμίσεις τις υλικές/ τεχνικές ελλείψεις;»… «μπορεί να κριθεί η ουσία και ψυχή μιας παράστασης με κριτήρια επένδυσης;»… «είναι δίκαιο να παίζεις μόνος στον αγώνα αποκλείοντας τον ανταγωνιστή/ συναγωνιστή;»… «μήπως ο δύσκολος συναγωνισμός, πέρα από πρόκληση, συμβάλλει στην αυτοβελτίωσή σου και κάνει την πιθανή διάκρισή σου ακόμα πιο άξια;» Άπειρα ερωτήματα μπορούν να διατυπωθούν πάνω στο συγκεκριμένο σκεπτικό και βέβαια να δεχθούν άπειρες απαντήσεις.
Η ουσία όμως, σε έναν κόσμο με αναπόφευκτες ανισότητες, είναι ΜΙΑ: ότι είτε έτσι, είτε αλλιώς, το θέατρο ως τέχνη με υψηλή αποστολή και ως ολότητα στο σύνολό του, βγαίνει κερδισμένο από μια διαδικασία επιβράβευσης άξιων προσπαθειών και άξιων δημιουργών. Όταν δε η συγκεκριμένη διαδικασία χαρακτηρίζεται από απόλυτη διαφάνεια και πιστοποιημένα υγιείς προθέσεις για το καλύτερο δυνατό, αποκτά ηθικό κύρος αντάξιο του ήθους που πρεσβεύει η τέχνη και μάλιστα η θεατρική των ηθο-ποιών. Όλα τα υπόλοιπα επιμέρους διαδικαστικά είναι πάντα ανοιχτά προς συζήτηση, η οποία από την πλευρά της και με τον τρόπο της, επίσης συμβάλλει εποικοδομητικά στο στόχο, ανεξαρτήτως κατάληξης. Θα ήμασταν δε ευτυχείς θεατρόφιλε αναγνώστη, αν συνέβαλες κι εσύ καταθέτοντας με ένα σχόλιο την άποψή σου… άλλωστε είσαι πάντα ο τελικός και καθοριστικός κριτής όλων.
#Κουλτουρόσουπα #kulturosupa #Θεατρομανία #ΠαλμόςΤωνΦουαγιέ #ΠίτσαΣτασινοπούλου #ΘεατρικάΚουλτουροβραβεία #ΕντοπιότηταΤουΘεσμού #ΠροβληματισμόςΤωνΒραβεύσεων
=================================================================================
7α Θεατρικά Κουλτουροβραβεία Θεσσαλονίκης 2017
ΤΕΛΕΤΗ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΒΡΑΒΕΙΩΝ – ΔΕΥΤΕΡΑ 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2016 – ΘΕΑΤΡΟ ΑΘΗΝΑΙΟΝ
Πρώτες πληροφορίες για τη μεγάλη βραδιά – Προσκλήσεις: ΕΔΩ
=================================================================================
Τι παίζουν τα θέατρα στη Θεσσαλονίκη τώρα.
Πρόγραμμα παραστάσεων ΚΛΙΚ ΕΔΩ
==================================================================================
ΕΙΔΑΜΕ & ΣΧΟΛΙΑΖΟΥΜΕ ΕΔΩ
===========================================================================
Θεατρικά Κουλτουροβραβεία Θεσσαλονίκης [σελίδα ανακοινώσεων] ΕΔΩ
Facebook page ΕΔΩ
Φωτογραφικό υλικό