Με την καραντίνα να συνεχίζεται με έναν κουραστικό ρυθμό και την υπομονή μας να έχει εξαντλήσει όλα τα αποθέματά της, προσπαθούμε να βρούμε νότες αισιοδοξίας. Μία εξ αυτών είναι οι διαδικτυακές παραστάσεις, οι οποίες παρότι σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αντικαταστήσουν ένα ζωντανό θέαμα, αποτελούν μία διέξοδο, που μας κρατάει «ζεστούς» για όταν με το καλό (-ελπίζουμε σύντομα-) επιστρέψουμε στις θέσεις μας, που μας περιμένουν για έναν ολόκληρο χρόνο.
Μία παράσταση, η οποία συνεχίζει να προβάλλεται με μεγάλη επιτυχία σε onlinestreaming είναι η «Απολυμένη» του Αντώνη Τσιπιανίτη με την Κατερίνα Διδασκάλου. Αποτελεί μία κωμωδία καταστάσεων, που παρουσιάζει την κατάρρευση της ζωής μίας κοσμικογράφου σε ένα πολύ διάσημο γυναικείο περιοδικό μετά την απόλυσή της. Η έλλειψη χρημάτων, η δύσκολη πραγματικότητα, η αλλαγή κοινωνικού statusκαι ο από το πουθενά ερχόμενος έρωτας αποτελούν τα κεντρικά της σημεία.

Αρχικά, ως προς τα θετικά (+) στοιχεία της παράστασης ήταν η σκηνοθεσία του Κώστα Γάκη, η οποία προσπάθησε να αξιοποιήσει τα «στενά περιθώριά» του «φτωχού» κειμένου και του περιορισμένου σκηνικού και να δημιουργήσει ένα συνολικά γοργό περιεχόμενο με ροή, που δεν σε έκανε να βαρεθείς. Δεν είχε κάποια ιδιαίτερα ευρήματα και διατήρησε μία πιο συντηρητική απόδοση ενός μονολόγου, χωρίς όμως αυτή η δωρικότητα να ξενίζει. Αντίστοιχα επαρκής ήταν η τηλεσκηνοθεσία του Κώστα Κιμούλη, ο οποίος φάνηκε αφενός να σέβεται τη βασική σκηνοθεσία και να μην πειράζει δομικά χαρακτηριστικά της και αφετέρου να παρουσιάζει ένα ωραίο αποτέλεσμα μέσα σε ένα συρφετό μονοκάμερων «αρπαχτών». Ίσως κάποια απότομα σημεία του μοντάζ θα έπρεπε να προσεχθούν περισσότερο.
Παράλληλα, το σκηνικό της Ματίνας Μέγκλα παρά τη μικρή του διαμόρφωση φάνηκε εντούτοις να είναι αρκετό με την σκηνοθεσία, αλλά και την έντονη κινησιολογία της πρωταγωνίστριας να το κάνουν πιο ζωντανό και να καλύπτουν τα κενά του σημεία. Αποτελούνταν από έπιπλα ενός δωματίου με έναν ωραίο φωτισμό στο πίσω από το κρεβάτι μέρος, ο οποίος δυστυχώς αξιοποιήθηκε ελάχιστα.

Η Κατερίνα Διδασκάλου, έχοντας στο ενεργητικό της αρκετούς μονολόγους (μεταξύ των οποίων και την θρυλική «Πόρνη από πάνω» του ίδιου συγγραφέα) φάνηκε να κατέχει καλά το αντικείμενο. Ωραίες παύσεις, γρήγορες εναλλαγές, καθαρή φωνή, σωστή ισορροπία ανάμεσα στις κωμικές σκηνές και στις δραματικές πινελιές. Σε κάποια σημεία βέβαια ορισμένες υπερβολές έκαναν την εμφάνισή τους και δεν βοήθησαν στην πιο ρεαλιστική αποτύπωση.
Στα αρνητικά (-) σημεία δυστυχώς εντάσσεται η πλειοψηφία των στοιχείων της σεναριακής διαμόρφωσης του Αντώνη Τσιπιανίτη. Απλοϊκή αφετηρία, εύκολη κατάληξη, αναμενόμενη πλοκή και κάπως κουραστική σπονδυλωτή δομή αποτέλεσαν ορισμένα από τα βασικά σημεία. Παρά την ύπαρξη αρκετών κωμικών στοιχείων, που ήταν εύστοχα, δυστυχώς τα περισσότερα φάνηκαν να επαναλαμβάνουν τσιτάτα, κλισέ και μία λούμπεν σε ορισμένα σημεία διάθεση.
Ορισμένες στερεοτυπικές αντιλήψεις για τους γκέι, τη θέση των γυναικών, την ανεύρεση ενός άντρα ως στόχου ζωής μείωσαν το συνολικό αποτέλεσμα, και θεωρήθηκαν ξεπερασμένα στοιχεία. Οι εμφανείς επαναλήψεις φάνηκαν σαν να προσπαθούν με κόπο να γεμίσουν τον χρόνο, χωρίς να υπάρχουν οι αναγκαίες για την κορύφωση ανάπαυλες. Θα ήθελα το ίδιο το κείμενο να αξιοποιήσει την δραματική ροπή της Διδασκάλου, η οποία φάνηκε σε πολλά σημεία να «εγκλωβίζεται» στην προσπάθειά της να αποδώσει δραματικές εκφάνσεις μέσω των εκφραστικών της σημείων.
Εξαιρετικά αδύναμοι ήταν οι φωτισμοί της Σεμίνας Παπαλεξανδροπούλου. Ή για να το θέσω ορθότερα… εξαιρετικά ανύπαρκτοι. Ήταν λες και τα φώτα της σκηνής άνοιξαν στην αρχή και έμειναν απείραχτα για όλη τη διάρκεια. Ένας μονόλογος χωρίς φώτα είναι μισός μονόλογος. Καμία συναισθηματική αποτύπωση, καμία εναλλαγή, καμία διαβάθμιση. Παγωμένοι φωτισμοί, που δεν προσέδωσαν δυστυχώς τίποτα.
Ακόμη, η μουσική του Κώστα Γάκη ήταν κοινότυπη, αταίριαστη και πολλές φορές κουραστική. Έμοιαζε σαν να θέλησαν σώνει και ντε να την εντάξουν σε σημεία, χωρίς να διατηρείται η συνοχή και το «δέσιμο» με το υπόλοιπο αποτέλεσμα.
.

.
Συνολικά (+) θα λέγαμε, πως πρόκειται για μία χαρούμενη παράσταση, που προσφέρει στιγμές γέλιου… αλλά δυστυχώς μένει μόνο εκεί. Δεν κάνει ένα βήμα παραπάνω για να προβληματίσει, να προσφέρει μία ανατροπή στην αλληλουχία των γεγονότων και μία κάθαρση για τους θεατές. Καλό το χαχανητό, αλλά πολύ περιορισμένα τα πλαίσια που προσφέρει. Φιλότιμες οι προσπάθειες του σκηνοθέτη και δη της πρωταγωνίστριας, αλλά χωρίς μεγάλο αντίκρισμα, όταν τα υπόλοιπα στοιχεία διατηρούνται σε πιο «πρόχειρα» και χαμηλά επίπεδα.
Βαθμολογία:
5,4/10
.
Φωτογραφικό υλικό