ΑΡΘΡΟ της Πίτσας Στασινοπούλου.
Θα μου πεις οξύμωρο… ένα θεατρικό κείμενο δεν γράφεται για να διαβάζεται, αλλά για να παίζεται στη σκηνή. Προορισμός του δεν είναι η λογοτεχνική ανάγνωση, αλλά η δραματοποίηση. Ουδέν αληθέστερον τούτου και ποιος ανόητος θα διαφωνήσει! Με μία μόνο εξαίρεση: όταν το θεατρικό έργο αφορά στο αρχαίο ελληνικό δράμα (τραγωδία –κωμωδία) και καλούνται να το ερμηνεύσουν φαιδροί απόγονοι των αρχαίων εμπνευσμένων συγγραφέων, προσωπικά, προτιμώ χίλιες φορές να διαβάζω το σπουδαίο κείμενο, παρά να το βλέπω αισχρά κακοποιημένο στη σκηνή! Τώρα λοιπόν που καταλάγιασε ο κουρνιαχτός της θερινής επέλασης των θεατρο –βαρβάρων… τώρα που με τα πρωτοβρόχια, άλλοι μετρούν πολύτιμα ευρώπουλα κι άλλοι κλαίν με μαύρο δάκρυ… τώρα που κάθε κατεργάρης αφήνει πίσω του τα αμφιθέατρα και πιάνει τον θλιβερό του πάγκο… καιρός να πούμε επιτέλους δυο λόγια σταράτα!
Όχι βέβαια ότι το φαινόμενο είναι τωρινό, η βαλίτσα πάει πολύ μακριά, αλλά τελευταία το πράγμα «ξεφεύγει» όλο και πιο πολύ, γα να το πω κομψά! Γιατί αυτό που σκέφτομαι και νιώθω είναι πολύ άκομψο και ο γραπτός λόγος δεν μου το επιτρέπει. Παρόλο που θα ήταν απόλυτα ταιριαστός με τα αίσχη που διαδραματίζονται επί σκηνής. Και μάλιστα από «επώνυμους» θιάσους με «μεγάλα» ονόματα και καταξιωμένους συντελεστές. Που κάθε καλοκαίρι θεωρούν κάτι σαν «ιερή υποχρέωση», σαν πάγιο τάμα ένα πράγμα, να ανεβάζουν αρχαίο δράμα και να το περιφέρουν ανά την επικράτεια, προκαλώντας ασύστολα το πνεύμα και την αισθητική των άμοιρων θεατών που πληρώνουν από το σημερινό τους υστέρημα για να υποστούν ένα άθλιο κατασκεύασμα απύθμενου θράσους, κακογουστιάς και κακοποίησης. Που παίρνουν τα σπουδαία αρχαία κείμενα και στο όνομα της δήθεν «επικαιροποίησης» τους αλλάζουν τα φώτα, μέχρι σημείου να μην αναγνωρίζεις για ποιο έργο ή συγγραφέα πρόκειται. Αυτό που ακούω είναι Σοφοκλής ή Σακελλάριος; Ευριπίδης ή Φώσκολος; Αριστοφάνης ή Πυριόχος; Ή μήπως Σεφερλής; Ή μήπως Ρήγας- Αποστόλου;
Κι όσον αφορά στην αρχαία τραγωδία, οι δυνατότητες παρέμβασης στο αυθεντικό κείμενο είναι σαφώς πιο περιορισμένες, οπότε η όποια ασυδοσία περιορίζεται κατά βάση στο κομμάτι της σκηνοθεσίας και της υποκριτικής. Κι αν μεν το κείμενο έχει την σπάνια τύχη να πέσει σε χέρια που θα το σεβαστούν και θα κατανοήσουν πλήρως το περιεχόμενό του σε βάθος, σε χέρια επιπλέον ταλαντούχων σκηνοθετών και ηθοποιών, ο θεατής θα έχει την εξαιρετική τύχη να μετέχει σε μια θεατρική μυσταγωγία επιπέδου. Αυτήν που υποβάλλουν τα υψηλά νοήματα των κλασικών έργων, καταξιωμένων στους αιώνες. Οι αυθεντικές, μεγάλες αλήθειες, ενίοτε έντεχνα «κρυμμένες» κάτω από απλοϊκές φόρμες.
Έλα όμως που τις ασύγκριτα περισσότερες φορές, τα έργα των αρχαίων τραγωδών γίνονται έρμαια στα χέρια ατάλαντων, «πειραματιστών» ή κυνικών εμπόρων! Και προκειμένου ο κάθε «πρωτοπόρος με όραμα» να βγάλει τα απωθημένα του ή κάθε «θιασάρχης με ανάγκες» τα ευρώπουλά του, ή κάθε ατάλαντος τις ανασφάλειές του, δεν διστάζει να φέρει τα πάνω- κάτω στην απόδοση ενός διαχρονικού έργου, ηλικίας 2.500 χρόνων και βάλε! Προβαίνοντας σε σκηνοθετικές αυθαιρεσίες «ανίερες», σε τερτίπια πιασάρικα και εμπορικά, σε προκλήσεις άνευ λόγου και αιτίας, με προφανή στόχο το ταμείο. Ή μένοντας πιστός στο κλασικό μοντέλο, η αταλαντοσύνη και έλλειψη παιδείας που απαιτείται για τέτοια έργα, τον οδηγεί σε πλήρη ισοπέδωση των νοημάτων με λάθος τονισμούς, ανάσες και εκφορά του λόγου, προσπαθώντας με γελοίο στόμφο και πομπώδεις απαγγελίες να υποκαταστήσει την άγνοια στην κατανόηση του κειμένου που είναι εμφανής. Και βέβαια πάντα είχα μια αφελή απορία: αυτόν τον ψεύτικο στόμφο με τον οποίο έχουν συνδυάσει την αρχαία τραγωδία, ακόμα κι όταν πρόκειται για την πιο συναισθηματική ή «υπόγεια» φράση, από πού τον ξεπατίκωσαν; Διαθέτουν τίποτα… βίντεο από τις αυθεντικές παραστάσεις του 500 π.Χ. ας πούμε;;;; Ή ΕΤΣΙ αντιλαμβάνονται την βαρύτητα και το κύρος του λόγου;
Εκεί όμως που γίνεται κυριολεκτικά το «έλα να δεις», είναι στην αρχαία κωμωδία, στον πολύπαθο Αριστοφάνη! Που αν ζητήσεις να σηκώσει το χέρι, ποιος ΔΕΝ έπαιξε π.χ. Λυσιστράτη, δεν θα δεις σηκωμένο χέρι, ούτε για δείγμα! ΟΙ ΠΑΝΤΕΣ! Αρσενικοί και θηλυκοί. Άλλωστε η καταξίωση μέσω μιας Λυσιστράτης για κάθε κωμικό που σέβεται τον εαυτό του (το κοινό το έχει γραμμένο), είναι απολύτως επιβεβλημένη! Πώς μιλάς καημένε για καριέρα της προκοπής χωρίς μια Λυσιστράτη στις αποσκευές σου; Είσαι σοβαρός; Τώρα το τί τραβάει αυτή η έρμη αρχαία γυναίκα από τους επίδοξους ερμηνευτές της… ούτε στον εχθρό της! Άσε πια σύσσωμος ο Αριστοφάνης… που αν ζούσε σήμερα κι έβλεπε το βιασμό που υφίστανται τα έργα του, με την προϋπόθεση βέβαια ότι τα… αναγνώριζε (!), ή θα τα είχε αποκηρύξει δια παντός, ή θα είχε τρελαθεί στις μηνύσεις ή θα γινόταν… θεατροκτόνος! Εκτός κι αν εμπνεόταν από το απίστευτο καρκατσουλιό κι έγραφε το κορυφαίο έργο- κορωνίδα όλης της συγγραφικής δημιουργίας του!
Γιατί βέβαια η κωμωδία, ως πιο ελεύθερο είδος και με το πρόσχημα της επίκαιρης σάτιρας, προσφέρει απλόχερα πεδίο για την «έκφραση» κάθε βίτσιου από κάθε πικραμένο. Που έχει δει τον «κωμικό» Αριστοφάνη, περίπου σαν τον Σεφερλή της εποχής στο πιο «κουλτουρέ» του! Διασκευάζοντας τα κείμενά του με προσθήκες και αλλαγές γελοίες για να γίνουν πιο «σημερινά». Και πώς αντιλαμβάνεται ο κάθε πονηρούλης εμποράκος το «σημερινά»; Μα φυσικά μετατρέποντας το έργο σε φτηνή επιθεώρηση μπουλουκιού, κρατώντας μόνο το θέμα (που και πάλι δεν παίρνω όρκο) και από κει και πέρα… το χάος! Ένα συνονθύλευμα από αισχρές βωμολοχίες, χυδαιότητες, πιασάρικες πολιτικές ατάκες καφενείου, άκρατο σεξισμό στα όρια του «κόκκινου». Με γκέι φιγούρες να κατακλύζουν τη σκηνή, υπερμεγέθεις φαλλούς, άνευ λόγου γύμνια, κλανιές, βρισιές και μπόλικη, επίκαιρη (και καλά!) πολιτική σάτιρα, τόσο εμπνευσμένη και «αστεία» που σε κάνει εν μέσω καύσωνα να ψάχνεις το παλτό σου! Για σκηνικά, κουστούμια, φτερά και πούπουλα ή προβιές και τομάρια ή σουτιέν και ζαρτιέρες, ας μη γίνεται λόγος. Ούτε για σύγχρονα άσματα- σουξέ στη θέση της μουσικής. Θα μου πεις ότι ακόμη κι η γραφικότητα ή η κακογουστιά έχουν ένα όριο, βρε αδελφέ! Άντε βάλτο στον «προχωρημένο» που καινοτομεί! Το πολύ να σου αντιγυρίσει με υφάκι ότι είσαι συντηριτίκλα και θεατρικά ανίδεος, αφού βέβαια προηγουμένως τσεπώσει τα πολύτιμα ευρουλάκια σου!
Και όχι βέβαια, δεν καταδικάζω τους ευφάνταστους νεωτερισμούς, ούτε υπερασπίζομαι τη «ναφθαλίνη». Έχω όμως σαν αλάνθαστο κριτήριο το συναίσθημα – τον απώτατο στόχο της Τέχνης- και όταν η ειλικρινής καινοτομία μου το εκμαιεύσει αυθόρμητα της βγάζω το καπέλο! Και λέγοντας «συναίσθημα» – για να μη μπερδευτούμε – δεν αναφέρομαι στην… αηδία, τη βαρεμάρα, το θυμό, την αγανάκτηση, έτσι; Γιατί κ. συντελεστά, μην απατάστε! Οι καθαρές προθέσεις, η φαντασία, η παιδεία, η αγωνία και το ψάξιμο του δημιουργού, ΚΑΙ φαίνονται ΚΑΙ εκτιμώνται. Όσο φυσικά και η πονηριά, η προχειρότητα, η έλλειψη ταλέντου… Οπότε φίλε θεατή, μην ψάχνεις ψύλλους στ’ άχυρα. Παρ’ το απόφαση ότι κάθε καλοκαίρι στα αμφιθέατρα – που αν είχαν στόμα θα έφτυναν και χέρια θα μούτζωναν – το αρχαίο δράμα θα κακοποιείται κατά συρροή από οποιονδήποτε επώνυμο μεγαλόσχημο ή μη , εν είδει πατροπαράδοτου εθνικού εθίμου. Ή γραφικού φολκλόρ. Άλλωστε, σου λέει ο Έλλην κάφρος συντελεστής… «δικά μας έργα είναι, ό,τι θέλουμε τα κάνουμε!» Μήπως θα μας ζητήσει κανείς από τους προ αιώνων εκλιπόντες το λόγο ή πνευματικά δικαιώματα; Ή θα σηκωθεί από τον αρχαίο τάφο του να μας μηνύσει; Και θα αρχίσει ετυμολογικές αναλύσεις του «ήθος + ποιώ», της «ψυχής + άγω», του «υπό + κρίνω»; Ας τρίζουν τα κόκκαλα όσο θέλουν, ουδόλως μας ενοχλεί. Το μεροκάματο να βγαίνει κι όσο υπάρχουν αφελείς θεατές είναι εξασφαλισμένο. Μόνο που φέτος οι «αφελείς» σαν να πήραν πρέφα και λάκισαν, αφήνοντας τους εμποράκους να κλαίνε, ακυρώνοντας τη μια παράσταση πάνω στην άλλη. Γι αυτό σου λέω φίλε μου… κατόπιν τούτων, ο καλύτερος τρόπος για να απολαύσεις ένα αρχαίο έργο σε όλο το βάθος και το μεγαλείο του είναι να το ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ! Και αν μετά κάνεις το λάθος να το δεις στη σκηνή, πάω στοίχημα ότι δεν πρόκειται να το αναγνωρίσεις! Είσαι να το πάμε το στοίχημα;