Όταν μιλάμε για τον Μιχάλη Χατζηαναστασίου, δεν μιλάμε απλώς για έναν μαέστρο ή έναν συνθέτη. Μιλάμε για μια ξεχωριστή, ίσως και «αντισυμβατική» παρουσία, που έχει «χρωματίσει» με τον δικό της, έντονο τρόπο το πολιτιστικό τοπίο της Θεσσαλονίκης και όχι μόνο. Τα προσεγμένη εμφάνιση, η ιδιαίτερη αισθητική και η βαθιά γνώση της μουσικής λειτουργούν σαν ένα παζλ που συνθέτει τον καλλιτέχνη ο οποίος, εκτός από τις σπουδές και την εμπειρία του, έχει κερδίσει και σημαντικά βραβεία για τη συνεισφορά του στη μουσική σύνθεση.
Σαφώς και έχει υπογράψει τη μουσική για αμέτρητες θεατρικές παραστάσεις, αποδεικνύοντας την ικανότητά του να «αισθάνεται» το έργο και να το μεταφράζει σε ήχο. Τον συναντάμε λίγο πριν την πρεμιέρα της παράστασης «Ας Περιμένουν οι Γυναίκες» του Σταύρου Τσιώλη (31 Οκτωβρίου, Θέατρο Φαργκάνη), ενός εμβληματικού έργου για την ελληνική κουλτούρα της κινηματογραφίας
Και ναί, μας ενδιαφέρει να δούμε πώς ένας τόσο ελεύθερος άνθρωπος «ντύνει» μουσικά τους ιδιόμορφους ήρωες του Τσιώλη, ποια είναι η δική του αλήθεια για τη θεατρική Θεσσαλονίκη και, κυρίως, πώς είναι να ζεις και να δημιουργείς ως ένας «διαφορετικός» καλλιτέχνης, που αρνείται τις «στολές» και τους άγραφους κανόνες του χώρου.
Ας αφήσουμε, λοιπόν, τον ίδιο να μας μιλήσει για την τέχνη, την πόλη και την ελευθερία μα και το ερχομό του γιού του….
O αγαπημένος μας Μιχάλης μιλά, φυσικά έξω από τα δόντια, στον Γιάννη Τσιρόγλου για την Κουλτουρόσουπα

Μιχάλη, πώς αισθάνθηκες όταν σου πρότειναν να «ντύσεις» μουσικά το θρυλικό κείμενο του Τσιώλη; Ήταν μια «εύκολη» αγάπη ή ένα στοίχημα;
Απάντηση:
Ήταν μια πρόκληση που έγινε στοίχημα και μεταβλήθηκε σε …“έρωτα” με την 2η ματιά. Λόγω του ότι έλκομαι περισσότερο από την θλίψη και την τραγικότητα ως δημιουργός- καλλιτέχνης, η κωμωδία για μένα, αποτελούσε πάντα ένα επικίνδυνο …πεδίο βολής και τούτο γιατί θεωρώ πως, ενώ η Τραγωδία ως θεατρική φόρμα γραφής, αποτελεί μία καθ’ ομοίωση να ντιγραφήτης ζωής και της ανθρώπινης πραγματικότητας, η Κωμωδία πρέπει να … επινοηθεί και τούτο την καθιστά τρομακτικά δύσβατηστην προσέγγισή της. Αφού ξεπέρασα λοιπόν την εσωτερική μου “ήττα” ως προς την κατανόησή της, έπειτα ήρθε ο … Έρωτας.
Το έργο είναι βαθιά ριζωμένο στη συλλογική μνήμη λόγω της ταινίας. Πόσο σε επηρέασε ή, αντίθετα, πόσο απέφυγες το κινηματογραφικό soundtrack, για να βρεις τον δικό σου, θεατρικό δρόμο;
Εδώ ακριβώς βρισκόταν η πρόκληση και το στοίχημα με την έμπνευση. Επειδή δεν θυμόμουν σχολαστικά την ταινία λόγω των χρόνων που έχουν περάσει απ’ την πρώτη της προβολή, αποφάσισα να μην την ξαναδώ για να την θυμηθώ και να ξαναζήσω το σενάριο και την πλοκή μέσα από τις πρόβες. Θεωρώ πως η επιλογή μου αυτή απέδωσε τελικά καρπούς και με δικαίωσε πανηγυρικά.
Ποια «ψυχή» κρύβεται στη μουσική που έγραψες; Είναι πιο ρεμπέτικη, πιο λαϊκή, ή μήπως πιο «εσωτερική», όπως οι μοναχικές διαδρομές των ηρώων;
Η μουσική του έργου (εξαιρουμένων των γνωστών τραγουδιών που συμβάλλουν στην ροή της πλοκής από το πρωτότυπο της ταινίας) αποτελεί ένα κράμα έμπνευσης, που ξεκινά από το βαρύ λαϊκό τραγούδι της δεκαετίας του 90’ γνωστό και ως σκυλάδικο και εκτείνεται σε επιρροές μινιμαλισμού έως και “άκρατου” Ιμπρεσιονισμού. Ξέρω πως φαντάζει οξύμωρο αυτό που λέω, αλλά κατά ένα περίεργο τρόπο, όλα αυτά τα μουσικά είδη έρχονται και παντρεύονται τόσο αρμονικά με τις πολύπτυχες εξάρσεις των χαρακτήρων των ηρώων του έργου, που λειαίνουν άψογα την όποια διαφορετικότητα των συγκεκριμένων μουσικών ρευμάτων μεταξύ τους. Δεν μένει παρά να μου το επιβεβαιώσετε και εσείς ως θεατές.
Στο έργο κυριαρχούν οι ανδρικές φιγούρες. Πώς προσέγγισες μουσικά αυτή την «αδελφική» ανδροπαρέα, τον Μάκη, τον Διονύση και τον Νικόλα;
Αυτό ήταν το εύκολο μέρος της προσέγγισης. Ανήκω και ηλικιακά αν θες, στην γενιά εκείνη που ανδρώθηκε με την νοοτροπία της “αδελφικής ανδροπαρέας”. Δεν έμενε λοιπόν, παρά να ανασύρω μνήμες του παρελθόντος, ώστε να … διακτινιστώ στην ζητούμενη συνθήκη.
Ποια είναι η «κρυφή» μουσική στιγμή της παράστασης; Αυτή που νιώθεις ότι λειτουργεί ως «γροθιά στο στομάχι» ή ως κλειδί για το νόημα του έργου;
Υπάρχει όντως αυτή η κρυφή μουσική στιγμή, που με ιντριγκάρει ιδιαίτερα κάθε φορά που λαμβάνει δράση, αλλά δεν θα σου την φανερώσω. Θα σε αφήσω να την μαντέψεις μόνος σου και να μου την αποκαλύψεις ο ίδιος μετά το πέρας της παράστασης στα καμαρίνια. Μόνο και μόνο για να επιβεβαιώσω πώς ο … κρυφός μουσικός μου κώδικας πέρασε τελικώς στο κοινό και την πλατεία.
Ως μαέστρος και συνθέτης, ποια είναι η μεγαλύτερη «μαγεία» που βρίσκεις στον κόσμο του θεάτρου σε σχέση με μια συναυλία ή τη δισκογραφία;
Το θέατρο με απενεχοποιεί από κάθε είδους στεγανά και άκαρπες στερεοτυπικές προκαταλήψεις, που πιθανόν φέρω και εγώ ως άνθρωπος και ως καλλιτέχνης. Υπάρχουν κόκκινες γραμμές μου που δεν είμαι διατεθειμένος να καταπατώ ως μαέστρος και σολίστ και όμως αποκτούν … ανταύγειες,όταν αυτές οι επιλεκτικές αναστολές μου μπαίνουν σε έναν θεατρικό καμβά. Μάλλον με γοητεύει ιδιαίτερα αυτή η επικίνδυνη σχιζοφρενική διαδρομή,που σε οδηγεί στο φως μέσα από τα σκοτάδια σου, που πρέπει να παλέψεις για να βγεις.
Ποιο είναι το «μυστικό» για να κάνει η μουσική σου «κλικ» με τον σκηνοθέτη; Πώς αποφεύγονται οι μάχες του «εγώ» στη συνεργασία;
Όταν και οι δύο γνωρίζουν καλή Γραμματική και ανάλυση συντακτικού, δεν υπάρχει σύγκρουση, δεν υπάρχει «εγώ». Υπάρχει μόνο το κείμενο, το οποίο ανεγνώσθη σωστά και από τους δύο. Υπάρχει κοινό όραμα, ομοφωνία έμπνευσης, επικοδομητική συνεργασία και ευστοχία στην επίτευξη του σκοπού. Ο εγωκεντρισμός και η αλητεία μου ξυπνάνε συνήθως, όταν συνειδητοποιήσω πώς έχω να κάνω με δηθενάδες και ξερόλες του κερατά, που κάνουν τέχνη με …ξένα κόλλυβα.
Έχεις κάποια «εμμονή» όσον αφορά τα όργανα ή τους ήχους που χρησιμοποιείς περισσότερο στο θέατρο; Ποιος είναι ο «βασικός καμβάς» σου;
Δεν λειτουργώ με τυφλοσούρτες και πασπαρτού.Η έμπνευση για μένα δεν μπορεί να στηρίζεται σε καμβάδες, άλλως αποδυναμώνεται η έννοια και η ουσία της πρότυπης ιδέας. Δίνω μεγάλη σημασία στην πρώτη ανάγνωση του έργου και ιδιαίτερη προσοχή στις εικόνες και τα χρώματα που θα δω και θα νιώσω μέσα από τις λέξεις. Το γραπτό κείμενο κρύβει πάντα μέσα του την ενσυναίσθηση του δημιουργού του, που εγώ καλούμαι να αποκωδικοποιήσω σε νότες.
Ποιο έργο που έχεις αναλάβει σε φόβισε ή σε δυσκόλεψε περισσότερο μουσικά και γιατί;
Όλα.
Αν σου έλεγαν: «Μιχάλη, γράψε τη μουσική για ένα μόνο συναίσθημα», ποιο θα διάλεγες και πώς θα ακουγόταν;
Έρωτας, αυτός ο μπάσταρδος. Στο μόνο πράγμα που δεν μπορείς να αποδώσεις επίθετο, είναι ο Έρωτας. Πολλοί Τον θεωρούν ως κάτι το άπιαστο, το μη καθορισμένο. Άλλοι πάλι προσπαθούν να Τον αποκωδικοποιήσουν με μέτρα και σταθμά και μερικοί να Τον αποκαθηλώσουν με θρησκόληπτες τακτικές και αφορισμούς.

Τον Ιούνιο του 2023 τιμήθηκε στα Θεατρικά βραβεία Θεσσαλονίκης με το Α’ Βραβείο πρωτότυπης μουσικής σύνθεσης για τη παράσταση “Φαίδρας Άτοπος”.
Κάποιοι Τον έχρισαν Θεό και ησύχασαν, άλλοι Τον ταύτισαν με την έλξη και αυθυποβλήθηκαν και κάποιοι ανέμπνευστοι, αποπειράθηκαν να Τον μεταφράσουν με μαθηματικούς τύπους και … εξισώσεις χημείας. Μόνο οι Ποιητές θαρρώ κατόρθωσαν να Τον αντιληφθούν. Όσοι Τον είδαν σαν θόρυβο της ήττας και όχι σαν ιαχή μιας νίκης, είναι αυτοί που – κατά την γνώμη μου – πλησίασαν περισσότερο την Αλήθεια. Μία αλήθεια, που επιτάσσει το συναίσθημα να προσπαθεί να Τον κατακτήσει ως αξία. Ανέγγιχτος από το “ήθος” που νομοθετεί κι’ αόρατος από το δέος των αδαών. Αν με ρωτάς τώρα για τον … ήχο του, ηχεί ανάλογα με τ’ αυτιά που τον ακούν.
Ως ένας άνθρωπος που ζει και δημιουργεί στη Θεσσαλονίκη, πώς βλέπεις την θεατρική σκηνή σήμερα; Μας εκπλήσσει ακόμα η πόλη;
Στην πόλη αυτή υπήρχε πάντα άφθονο ταλέντο αλλά και περισσή προχειρότητα. Σίγουρα υπάρχουν εξαιρέσεις ευέλπιδων καλλιτεχνών και δημιουργών, που πνίγονται μέσα στον γενικότερο «ωχαδερφισμό» των υπολοίπων, προσπαθώντας να κρατήσουν τα ιστία της τέχνης τους όρθια και γερά, αλλά είναι μεμονομωμένες περιπτώσεις. Μέσα στην αντικαταπληκτικότητά της λοιπόν, αυτή η πόλη ενίοτε θεωρώ πωςναι, μας εκπλήσσει ευχάριστα μέσα από κρίσεις αναλαμπών σοβαρότητας και επαγγελματισμού.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο «αγκάθι» που αντιμετωπίζει ένας επαγγελματίας μουσικός του θεάτρου στη Βόρεια Ελλάδα;
Τα παρεάκια και οι παρίες των δημοσίων σχέσεων. Εκτός των τειχών σε ρωτούν τι ξέρεις. Εντός, σε ρωτούν ποιόν ξέρεις.
Ποιο μουσικό ή θεατρικό στέκι της Θεσσαλονίκης κουβαλάς μέσα σου ως την πιο αγαπημένη σου ανάμνηση;
Το εμβληματικό Παραρλάμα πίσω από το Γαλλικό Ινστιτούτο, το ιστορικό Ντο – Ρε, την Αποθήκη του Μύλου στις αρχές της δεκαετίας του 90’στα Σφαγεία, το πρώην Rockin Stuff στα Ηλύσια, το Berlin στην Χρυσοστόμου Σμύρνης, το Ράδιο Σίτυ, το Κ.Θ.Β.Ε. Όλα τα παραπάνω αποτέλεσαν για μένα ορόσημα πορείας, καλλιτεχνικοί σταθμοί και καρτ ποστάλ ευχάριστων αναμνήσεων.
Αν μπορούσες να αλλάξεις ένα πράγμα στον τρόπο που αντιμετωπίζεται η τέχνη στη Θεσσαλονίκη, ποιο θα ήταν αυτό;
Θα ποινικοποιούσα την άγνοια, θα δίωκα το επιχορηγούμενο ρουσφέτι και θα επέβαλα την σπουδή διά ροπάλου.
Πώς αισθάνεσαι που οι πρεμιέρες και οι παραγωγές κάπως αυξάνονται στη Θεσσαλονίκη; Υπάρχει ανταγωνισμός ή αλληλεγγύη;
Ως προς το πρώτο σκέλος της ερώτησής σου, μόνο θετικό και παρήγορο πρόσημο θα μπορούσα να προσδώσω στην αύξηση την καλλιτεχνικής κίνησης στην πόλη. Ως προς το δεύτερο σκέλος τώρα. Δεν υπάρχει η λέξη «ανταγωνίζομαι» στο λεξιλόγιο της δικής μου αισθητικής. Μόνο τον συναγωνισμό μπορώ να δεχτώ πλέον ως γόνιμη έννοια. Όσον αφορά την αλληλεγγύη … το άλλο με τον Τοτό το ξέρεις;
Σε έχουν χαρακτηρίσει αντισυμβατικό. Εσύ νιώθεις απλώς ελεύθερος ή είναι συνειδητή επιλογή η απόσταση από το «πρέπει»;
Όλοι αυτοί οι … λογικοί που προσπαθούν να προσαρμόσουν τον εαυτό τους στον κόσμο, είναι αλήθεια τόσο περήφανοι για την «συμβατότητά» τους, ώστε να κρίνουν εμένα ως αντισυμβατικό – με διάθεση μομφής – απλά και μόνο επειδή προσπαθώ να προσαρμόσω τον κόσμο σε μένα; Τα δικά μου τα «πρέπει» – τα δικά τους τα «θέλω».
Άριστος τρόπος του αμύνεσθαι το μη εξομοιούσθαι.
Ποια είναι η μεγαλύτερη «παραφωνία» που έχεις συναντήσει στον κόσμο της μουσικής και πώς την αντιμετώπισες;
Έχω δει να ανεβαίνουν στο πόντιουμ του μαέστρου, καραγκιόζηδες χωρίς τίτλους σπουδών, που κουνάνε την μπαγκέτα κυνηγώντας μύγες και χαίρουν σεβασμού. Έχω ακούσει πνευστούς να βιάζουν την νότα λα έξω από το πεντάγραμμο, προκειμένου να πείσουν πως ξέρουν να φυσάνε και κατέχουν θέσεις κορυφαίων σε κρατικά μουσικά σύνολα. Έχω δει Καλλιτεχνικούς Διευθυντές Ωδείων με πλαστά πτυχία από την Βουλγαρία να …ρητορεύουν περί ιερότητας της Τέχνης και άλλα πολλά.
Σε κάθε περίπτωση ανάβω τσιγάρο, σηκώνω γιακά, χαμογελώ στραβά και φεύγω με θόρυβο προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Έχεις νιώσει ποτέ ότι το προσωπικό σου στυλ (μουσικό ή εμφανισιακό) έγινε «ταμπέλα» που προσπάθησε να περιορίσει τη δουλειά σου;
Story of my life but I don’t give a sheet.
Ποιο είναι το επόμενο «όνειρο» που θέλεις να πραγματοποιήσεις, είτε αυτό είναι μια νέα σύνθεση, είτε ένα ταξίδι, είτε μια απλή, καθημερινή στιγμή;
Να γίνω πατέρας.















