Η ταινία “Bad Guy” () του 2001, σε σκηνοθεσία του Κιμ Κι-Ντουκ, αποτελεί ένα από τα πιο προκλητικά και σκοτεινά έργα του Νοτιοκορεάτη δημιουργού και ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του κινηματογράφου των «δημιουργών» που εξερευνούν τα όρια της ανθρώπινης ψυχής.
Βρίσκεται χρονικά ανάμεσα στο “Νησί” (The Isle, 2000) και το αριστουργηματικό “Άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωρο, χειμώνας και… άνοιξη” (Spring, Summer, Fall, Winter… and Spring, 2003), αναδεικνύοντας την ικανότητα του σκηνοθέτη να μεταπηδά από τον ακραίο ρεαλισμό στον ποιητικό μινιμαλισμό.
Η Πλοκή: Πάθος, Μίσος και Εξαθλίωση
Στον πυρήνα της ταινίας βρίσκεται ο Χαν-Γκι, ένας σκληρός, σχεδόν άφωνος (μιλά ελάχιστα σε όλη την ταινία) προστάτης της τοπικής μαφίας που ελέγχει τα πορνεία στη σκοτεινή πλευρά της Σεούλ. Η ζωή του, ανέκφραστη και βίαιη, ανατρέπεται όταν συναντά τη Σουν-Χουά, μια αθώα και «πορσελάνινη» φοιτήτρια. Η δημόσια απόρριψη και το χαστούκι που δέχεται ο Χαν-Γκι, όταν προσπαθεί να τη φιλήσει, μετατρέπει το παρορμητικό πάθος του σε μια εμμονική, εκδικητική μανία.
Ο Χαν-Γκι στήνει μια παγίδα: εκμεταλλευόμενος έναν στρατιωτικό, τη φέρνει σε δύσκολη θέση, με αποτέλεσμα να βρεθεί χρεωμένη και αναγκασμένη να εκδίδεται σε ένα από τα πορνεία που ελέγχει. Η Σουν-Χουά, από ανυποψίαστη φοιτήτρια, μετατρέπεται σε «εξωτικό πτηνό» εγκλωβισμένο στο «κόκκινο κλουβί» του υπόκοσμου. Ο Χαν-Γκι την παρακολουθεί εμμονικά από διπλούς καθρέφτες και χαραμάδες, παραμένοντας ταυτόχρονα σαδιστής τιμωρός και μυστικός προστάτης. Αυτή η αμφιθυμία (έρωτας-μίσος, προστασία-εκμετάλλευση) είναι το κλειδί της ταινίας.
Θέματα και Σκηνοθετική Προσέγγιση
Ο Κιμ Κι-Ντουκ, γνωστός για την αυτοβιογραφική χροιά που δίνει στα έργα του (μεγαλωμένος σε φτωχικές συνοικίες και με ένα παρελθόν παραβατικότητας), παραδίδει μια πολυσύνθετη σπουδή πάνω στη βία ως μοναδικό εργαλείο επικοινωνίας και έκφρασης. Η ταινία δεν δικαιολογεί τη βία, αλλά προσπαθεί να εξερευνήσει τις ρίζες της:
- Η Βία ως Γλώσσα: Ο Χαν-Γκι, σχεδόν άλαλος, εκφράζει τον εαυτό του, τον θυμό, τον έρωτα και την απόγνωσή του αποκλειστικά μέσω της βίας και της χειραγώγησης.
- Η Μεταμόρφωση της Σουν-Χουά: Μέσα από τον εξευτελισμό και την κακοποίηση, η Σουν-Χουά μεταμορφώνεται η ίδια, χάνει την αρχική της αθωότητα και τελικά φαίνεται να «εγκλιματίζεται» στον κόσμο του περιθωρίου. Η έξοδός της από τον οίκο ανοχής δεν σημαίνει απαραίτητα απελευθέρωση, καθώς έχει πλέον χάσει τον προσανατολισμό της και την ταυτότητά της.
- Κριτική στο Σύστημα: Ο Κιμ Κι-Ντουκ εστιάζει στην αντίθεση μεταξύ του περιθωρίου (υπόκοσμος) και της αλαζονικής, περιφρονητικής ματιάς των αστών (όπως η φοιτήτρια), υπονοώντας ότι το περιθώριο είναι συστημικά απαξιωτικό. Ο Χαν-Γκι μπορεί να είναι «κακός», αλλά η αδιαφορία της κοινωνίας είναι αυτή που θρέφει την ύπαρξή του.
Υποδοχή και Αντίκτυπος
Η ταινία προκάλεσε έντονες αντιδράσεις κατά την κυκλοφορία της λόγω της ωμής απεικόνισης της σεξουαλικής βίας και εκμετάλλευσης. Ορισμένοι κριτικοί τη θεώρησαν μισογυνική λόγω του τρόπου που αντιμετωπίζεται ο γυναικείος χαρακτήρας, ενώ άλλοι την εξύμνησαν ως μια αριστοτεχνική, σκοτεινή αλληγορία για την εμμονή, την ταξική διάκριση και τη σύνδεση βίας-έρωτα. Παρόλες τις διαφωνίες, η ταινία είχε εμπορική επιτυχία στη Νότια Κορέα και καθιέρωσε τον Κιμ Κι-Ντουκ ως έναν διεθνή auteur με μια ιδιαίτερη, αναγνωρίσιμη και συχνά αμφιλεγόμενη κινηματογραφική φωνή.
Καστ: Στον ρόλο του Χαν-Γκι είναι ο Τζο Τζε-Χιόν (Jo Jae-hyeon), ένας από τους αγαπημένους ηθοποιούς του σκηνοθέτη, και στον ρόλο της Σουν-Χουά η Σεό Γουόν (Seo Won).