Μια εμπειρία πέρα από τον τρόμο
Σκληρό, προκλητικό, ιδιοφυές – ο Χάνεκε στην πιο τολμηρή του στιγμή.
Ο κινηματογράφος του Χάνεκε είναι μια πρόσκληση σε κριτική σκέψη: μας ζητά να εγκαταλείψουμε την παθητική κατανάλωση εικόνων και να αναρωτηθούμε για την ίδια την πράξη του βλέμματος.
Ένα μετα-κινηματογραφικό πείραμα που προκαλεί, σοκάρει και θέτει θεμελιώδη ερωτήματα για την ηθική του σινεμά και την απόλαυση του θεατή.
ΣΥΝΟΨΗ
Ένα ευκατάστατο ζευγάρι, η Άν και ο Τζώρτζ, μαζί με τον μικρό τους γιο, φτάνουν στο εξοχικό τους σπίτι για διακοπές. Η ηρεμία τους διακόπτεται όταν εμφανίζονται δύο ευγενικοί αλλά παράξενοι νεαροί, ο Πίτερ και ο Πωλ. Σύντομα, η επίσκεψη παίρνει σκοτεινή τροπή: οι δύο νεαροί μετατρέπουν το σπίτι σε φυλακή και ξεκινούν ένα σαδιστικό «παιχνίδι» βίας και ψυχολογικού τρόμου με θύματα την οικογένεια.
Στο Funny Games, ο Μίκαελ Χάνεκε αποδομεί το ίδιο το είδος του θρίλερ και μας αναγκάζει να κοιτάξουμε κατάματα τη σχέση μας με τη βία στην οθόνη. Ένα ζευγάρι και το παιδί τους βρίσκονται ξαφνικά αιχμάλωτοι δύο φαινομενικά ευγενικών νεαρών, που μετατρέπουν την επίσκεψή τους σε έναν σαδιστικό εφιάλτη.
Αντί να χαρίσει στον θεατή τη συνηθισμένη κάθαρση του κινηματογραφικού τρόμου, ο Χάνεκε παρεμβαίνει ευθέως, «σπάει» την αφήγηση και δείχνει την αυθαίρετη εξουσία του δημιουργού αλλά και την συνενοχή του θεατή. Το Funny Games δεν είναι μια ταινία «για να φοβηθείς» αλλά μια εμπειρία που σε φέρνει αντιμέτωπο με το ίδιο το γεγονός ότι παρακολουθείς τη βία ως διασκέδαση.
Ένα μετα-κινηματογραφικό πείραμα που προκαλεί, σοκάρει και θέτει θεμελιώδη ερωτήματα για την ηθική του σινεμά και την απόλαυση του θεατή.
Ο Μίκαελ Χάνεκε δεν γυρίζει απλώς ταινίες· στήνει κινηματογραφικά πειράματα που ξεσκεπάζουν τον ίδιο τον θεατή. Με το Funny Games, το αμερικανικό remake της εμβληματικής του ταινίας, ο Αυστριακός δημιουργός αποδομεί τη γοητεία της βίας, καταργεί την ψευδαίσθηση της κάθαρσης και μετατρέπει το σινεμά σε ένα αδυσώπητο καθρέφτισμα της δικής μας θέασης.
Δύο «ευγενικοί» νεαροί εισβάλλουν στη ζωή μιας οικογένειας, εγκλωβίζοντάς την σε ένα σαδιστικό παιχνίδι. Όμως το πραγματικό θύμα είναι το κοινό: κάθε πλάνο, κάθε σιωπή, κάθε «σπάσιμο» του τέταρτου τοίχου αποκαλύπτει ότι παρακολουθούμε —και άρα συναινούμε— στη βία ως θέαμα.
Αμείλικτο και προκλητικό, το Funny Games δεν είναι απλώς μια ταινία τρόμου· είναι ένα καλλιτεχνικό δοκίμιο πάνω στην ηθική του σινεμά, μια εμπειρία που συγκλονίζει και παραμένει ανοιχτή πληγή στη μνήμη του θεατή.
Ανάλυση της ταινίας Funny Games (2007)
Το Funny Games του Μίκαελ Χάνεκε είναι κάτι παραπάνω από ένα θρίλερ εισβολής στο σπίτι. Ο Αυστριακός δημιουργός χρησιμοποιεί την ιστορία μιας οικογένειας που βασανίζεται ψυχολογικά και σωματικά από δύο νεαρούς εισβολείς, για να κατασκευάσει ένα μετα-κινηματογραφικό πείραμα σχετικά με τη βία στην οθόνη και τη θέση του θεατή.
Ο Χάνεκε «παγώνει» το βλέμμα του θεατή: αποφεύγει την αισθητικοποίηση της βίας και δεν δείχνει τις φρικαλεότητες απευθείας, αναγκάζοντας το κοινό να τις φανταστεί. Αυτή η απουσία εικόνας κάνει τη βία πιο έντονη, γιατί γεννιέται στο μυαλό του θεατή.
Παράλληλα, οι νεαροί δράστες απευθύνονται απευθείας στο κοινό (σπάζοντας το fourth wall), υπογραμμίζοντας πως αυτό που βλέπουμε δεν είναι μόνο μια ιστορία, αλλά και μια κατηγορία προς τον θεατή: «Γιατί παρακολουθείς; Τι περιμένεις;».
Η ανατροπή με το τηλεχειριστήριο – όπου οι «κανόνες» του σεναρίου ξαναγράφονται αυθαίρετα – δείχνει την εξουσία του δημιουργού πάνω στο φιλμ και την αδυναμία του θεατή να απαιτήσει μια «κάθαρση». Ο Χάνεκε έτσι αρνείται την παραδοσιακή ηδονή του θρίλερ και αντί για αυτό προσφέρει μια εμπειρία αμηχανίας, ενοχής και στοχασμού.
Ο κινηματογράφος του Μίκαελ Χάνεκε
Ο Χάνεκε θεωρείται από τους σημαντικότερους Ευρωπαίους δημιουργούς της εποχής μας. Το έργο του είναι γνωστό για την αυστηρότητα, την ψυχρότητα και την ηθική του διάσταση. Στις ταινίες του, η βία δεν παρουσιάζεται ποτέ ως θέαμα ή διασκέδαση· αντίθετα, αποκαλύπτεται ως βαθύ κοινωνικό και υπαρξιακό πρόβλημα.
Χαρακτηριστικά του στυλ του:
Μακρά, στατικά πλάνα που αποτρέπουν τον εύκολο εντυπωσιασμό.
Ελάχιστη ή καθόλου μουσική, ώστε να μη χειραγωγείται το συναίσθημα.
Θεματολογία που αγγίζει την αποξένωση, την ενοχή, τη συλλογική βία, τον φόβο, τις κοινωνικές ανισότητες.
Συνεχής πρόκληση στον θεατή να σκεφτεί τον ρόλο του ως καταναλωτή εικόνων.
Με έργα όπως το Benny’s Video (1992), το Caché (2005), το Das weiße Band (2009) και το Amour (2012), ο Χάνεκε έχει κερδίσει τον σεβασμό τόσο του κοινού όσο και της κριτικής, αποσπώντας Χρυσό Φοίνικα και Όσκαρ.
Δοκιμιακή Ανάλυση του Funny Games (2007)
- The Auteur Experiment
Το remake του Funny Games είναι ένα πειραματικό δείγμα του σινεμά του Haneke: ένας σκηνοθέτης που, αν οι θεωρίες του auteur έχουν κάποια ισχύ, εδώ το αποδεικνύει 100%. Η αμερικανική εκδοχή είναι σχεδόν πανομοιότυπη με την αυστριακή — ίδια πλάνα, σκηνοθετικά στυλ, δομή, μέχρι την κάμερα · μόνο τα πρόσωπα και η γλώσσα άλλαξαν. Αυτό καταδεικνύει τη μοναδική διορατικότητα και αυθεντικότητα του δημιουργού ως καλλιτεχνικού “συγγραφέα” του έργου.
- Σπάσιμο της 4ης Διάστασης & Ενοχή Θεατή
Ο Haneke χρησιμοποιεί κινηματογραφικά τεχνάσματα για να αμφισβητήσει την ηθική θέση του θεατή. Για παράδειγμα:
Ο Πωλ σπάει την 4η διάσταση και κοιτάει κατευθείαν την κάμερα — ενεργοποιώντας εμάς, το κοινό, στην ίδια την αφήγηση.
Σκηνές όπως το «rewind» του τηλεχειριστηρίου και η αποφυγή της κάθαρσης διαλύουν την παραδοσιακή αίσθηση ασφάλειας και βύθισης.
Ο θεατής αναγκάζεται να αναλογιστεί τη δική του συμμετοχή ως σιωπηλού συμπολεμιστή της βίας.
- Κριτική και Επίδραση
Μερικές κριτικές τονίζουν ότι το έργο ανοίγει το θεατή στην καταπίεση από την ίδια την οπτική βία, αντί να προσφέρει ψυχαγωγική απόδραση. Μια σύμπνοια στο ότι «ο θεατής κατηγορείται για τη θέαση» επισφραγίζεται ως ενοχλητική, αλλά παραγωγική, αντίθεση:
“Η ταινία δείχνει λίγη βία ενεργά — την αφήνει στον νου του θεατή…”
“Αυτό δεν είναι ταινία τρόμου με χαρούμενο τέλος, αλλά μια τρομακτική συνειδητοποίηση του αδιάκοπου κύκλου της βίας.”
- Κοινωνικο-ψυχολογικός Σχολιασμός
Το Funny Games δεν θέτει μόνο στο επίκεντρο τη βία αλλά συμπεριφέρεται ως καθρέφτης που αναστέλλει την αποδοχή της ως αναπόσπαστο μέρος της ψυχαγωγίας. Η ταινία δεν προσφέρει λύσεις αλλά προκαλεί — και αυτή η αίσθηση διακοπής της κάθαρσης γίνεται η καλλιτεχνική της σκληρότητα.
ΠΑΡΑΞΕΝΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
Funny Games – 2007
Σκηνοθεσία: Michael Haneke Σενάριο: Michael Haneke
Ηθοποιοί: Naomi Watts, Tim Roth, Devon Gearhart, Michael Pitt , Brady Corbet
Φωτογραφία: Darius Khondji Μοντάζ: Monika Willi Διάρκεια: 111 λεπτά
Μίκαελ Χάνεκε (Michael Haneke)
Βιογραφία
Ο Μίκαελ Χάνεκε (Michael Haneke) γεννήθηκε στις 23 Μαρτίου 1942 στο Μόναχο, ενώ μεγάλωσε κυρίως στη Βιέννη. Οι γονείς του ήταν καλλιτέχνες του θεάτρου, γεγονός που επηρέασε καθοριστικά την καλλιτεχνική του παιδεία. Σπούδασε φιλοσοφία, ψυχολογία και θεατρολογία στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, ενώ εργάστηκε αρχικά ως ηθοποιός, κριτικός κινηματογράφου και αργότερα ως τηλεοπτικός και θεατρικός σκηνοθέτης.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 άρχισε να σκηνοθετεί τηλεταινίες για την αυστριακή και τη γερμανική τηλεόραση, όμως η ουσιαστική κινηματογραφική του πορεία ξεκίνησε το 1989 με την ταινία The Seventh Continent, η οποία βασίστηκε σε μια πραγματική υπόθεση αυτοκτονίας οικογένειας. Με αυτήν την ταινία καθιέρωσε την ψυχρή, αποστασιοποιημένη αισθητική του, που στοχεύει στη ριζική αναμέτρηση με την κοινωνία της κατανάλωσης και της αποξένωσης.
Ακολούθησαν οι Benny’s Video (1992) και 71 Fragments of a Chronology of Chance (1994), σχηματίζοντας την ανεπίσημη «τριλογία της βίας» πάνω στην αποσύνθεση της ευρωπαϊκής μεσαίας τάξης και τον ρόλο των μέσων ενημέρωσης. Το διεθνές σοκ ήρθε με το Funny Games (1997), όπου ο Χάνεκε αποδομεί τα κλισέ του θρίλερ, στρέφοντας το βλέμμα στον θεατή και κάνοντάς τον συνένοχο στη βία που παρακολουθεί.
Το Code inconnu (2000) και κυρίως το La Pianiste (2001) με την Isabelle Huppert και τον Benoît Magimel τον καθιέρωσαν οριστικά ως δημιουργό παγκόσμιου βεληνεκούς, με το δεύτερο να αποσπά μεγάλα βραβεία στις Κάννες. Το Caché (2005) συνδύασε πολιτικό σχόλιο και ψυχολογικό θρίλερ, ενώ το Das weiße Band (2009), αλληγορία για τις ρίζες του φασισμού στη γερμανική κοινωνία, του χάρισε τον πρώτο Χρυσό Φοίνικα.
Το Amour (2012), τρυφερό αλλά σπαρακτικό δράμα για τα γηρατειά και τον θάνατο, απέσπασε τον δεύτερο Χρυσό Φοίνικα και το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, επιβεβαιώνοντας τη θέση του Χάνεκε στο πάνθεον του σύγχρονου κινηματογράφου. Το Happy End (2017) επέστρεψε στη θεματική του για την αστική τάξη και την υποκρισία της, μέσα από μια πικρή ματιά στη σύγχρονη Ευρώπη.
Σήμερα ο Μίκαελ Χάνεκε θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Ευρωπαίους δημιουργούς της εποχής μας. Ο κινηματογράφος του είναι άτεγκτος, αυστηρός, και συχνά «αντιθεαματικός», αλλά πίσω από την ψυχρότητα κρύβει μια βαθιά ηθική και φιλοσοφική διάσταση: μας αναγκάζει να αναρωτηθούμε γιατί βλέπουμε αυτό που βλέπουμε και ποια είναι η ευθύνη μας ως θεατές.
Χαρακτηριστικά κινηματογράφου
- Στατικά, μεγάλης διάρκειας πλάνα.
- Απουσία μουσικής ή χρήση μόνο diegetic ήχων.
- Αποστασιοποιημένη αφήγηση, χωρίς συναισθηματικούς εκβιασμούς.
- Εξερεύνηση θεμάτων όπως: βία, ενοχή, φασισμός, κοινωνική ανισότητα, θάνατος, οικογενειακή αποσύνθεση.
- Συνεχής διάλογος με τον θεατή για τη φύση της κινηματογραφικής εμπειρίας.
Φιλμογραφία & Awards (Timeline)
- 1974 – After Liverpool (Τηλεταινία)
- 1976 – Three Paths to the Lake (Τηλεταινία)
- 1979 – Lemmings (Μίνι σειρά)
- 1983 – Variation (Τηλεταινία)
Μεγάλου μήκους
- 1989 – The Seventh Continent (Der siebenteKontinent)
➤Πρώτη ταινία μεγάλου μήκους. Αρχή της «τριλογίας της βίας». - 1992 – Benny’s Video
➤ Εξερεύνηση της σχέσης βίας και ΜΜΕ.
➤ Βραβείο FIPRESCI, Φεστιβάλ Βιέννης. - 1994 – 71 Fragments of a Chronology of Chance (71 Fragmenteeiner Chronologie des Zufalls)
➤Σύνθεση ιστοριών που καταλήγουν σε ένα έγκλημα. - 1997 – Funny Games
➤ Σοκ και αντιδράσεις στις Κάννες.
➤ Σημαντικό σημείο αναφοράς για τη μετα-κινηματογραφική θεώρηση της βίας. - 2000 – Code Unknown (Code inconnu: Récitin complet de divers voyages)
➤Διαγωνίστηκε στις Κάννες.
➤ Συνεργασία με Juliette Binoche. - 2001 – The Piano Teacher (La Pianiste)
➤Βραβείο Επιτροπής, Κάννες.
➤ Isabelle Huppert & Benoît Magimel βραβεύτηκαν για τις ερμηνείες τους. - 2003 – Time of the Wolf (Le Temps du loup)
➤Μετα-αποκαλυπτικό δράμα. - 2005 – Caché (Hidden)
➤ Βραβείο Σκηνοθεσίας, Κάννες.
➤ Ευρεία αναγνώριση από διεθνή κριτική. - 2007 – Funny Games U.S.
➤Αγγλόφωνο remake, με Naomi Watts και Tim Roth. - 2009 – The White Ribbon (Das weiße Band – Eine deutsche Kindergeschichte)
➤Χρυσός Φοίνικας, Κάννες.
➤ Χρυσή Σφαίρα Ξενόγλωσσης Ταινίας.
➤ Υποψηφιότητες για Όσκαρ & BAFTA. - 2012 – Amour
➤ Χρυσός Φοίνικας, Κάννες.
➤ Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
➤ BAFTA Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
➤ César Καλύτερης Ταινίας. - 2017 – Happy End
➤ Επιστροφή στη θεματική της αστικής αποξένωσης.