Είδε και σχολιάζει η Πίτσα Στασινοπούλου για την Κουλτουρόσουπα
Διαβάζοντας τον μακροσκελέστατο, φλύαρο τίτλο, το πρώτο που σκέφτεσαι άθελά σου είναι ότι πρόκειται για ατυχή επιλογή ενός δημιουργού με μάλλον έλλειψη έμπνευσης και μέτρου… ωστόσο η περιγραφή που συνοδεύει το δελτίο τύπου και κυρίως τα διθυραμβικά (στον υπερθετικό βαθμό) σχόλια για την μέχρι τώρα θριαμβευτική πορεία της παράστασης, υποσυνείδητα σε επηρεάζουν και λες ότι ακόμα κι αν ισχύουν τα… μισά, σίγουρα πρόκειται για σπουδαία παράσταση που δεν χάνεται!
Οπότε με ανάλογη διάθεση και πλήρεις προσδοκιών προσήλθαμε στο ασφυκτικά γεμάτο θέατρο Αυλαία για την παράσταση «Το πιο όμορφο σώμα που έχει βρεθεί ποτέ σε αυτό το μέρος» του Ζουζέπ Μαρία Μιρό και σε σκηνοθεσία Ζωής Ξανθοπούλου…
Όπου όλα ξεκινούν με τον άγριο φόνο ενός έφηβου αγοριού, που το αιμόφυρτο, ευνουχισμένο πτώμα του βρίσκεται σε απομακρυσμένο χωράφι ενός αγροτικού χωριού της Καταλονίας… Το τραγικό γεγονός δίνει το έναυσμα να εμφανιστούν στο προσκήνιο σκοτεινές παθογένειες μιας κλειστής συντηρητικής κοινωνίας, που μέσα από αφηγήσεις, μνήμες, σκέψεις επιλεγμένων χαρακτήρων του χωριού, αποκαλύπτονται ένοχα μυστικά, καταπιεσμένες ζωές, απωθημένα, διαστροφές, ομοφοβία, υποκρισία, αντιμετωπίζοντας το διαφορετικό με ρατσισμό… Ο νεκρός έφηβος Αλμπέρτ, ο «πιο όμορφος» του χωριού με πατέρα που αυτοκτόνησε πριν χρόνια, καθώς και χαρακτηριστικές φιγούρες από τον περίγυρό του, αποτυπώνουν γλαφυρά το ζοφερό περιβάλλον που έζησε τη σύντομη ζωή του και την έχασε τόσο αποτρόπαια…
Ξεκινώντας από τα θετικά (+) της παράστασης και καταρχάς από το έργο για το οποίο θα εκφράσουμε παρακάτω ενστάσεις, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε την έξυπνη δομή του ως μονόλογος, καθώς μέσα από έναν ηθοποιό ανέδειξε πολλαπλούς διαφορετικούς χαρακτήρες, δίνοντας την αίσθηση πολυπρόσωπου έργου με σύνθετη πλοκή και αναδρομές στο χρόνο… Επίσης εκτιμήσαμε το γεγονός ότι συνδύασε στη φόρμα του τον ρεαλισμό, τη σκληρότητα, την ωμή γλώσσα των χωριανών, παράλληλα με λυρική, συναισθηματική και ενίοτε ποιητική διάθεση, σε μια καλοδουλεμένη μετάφραση με ζωντανό, άμεσο λόγο και επιπλέον υπαινικτικό, όπου αφήνονται να εννοηθούν πολύ περισσότερα από όσα εκφράζονται λεκτικά…
Στο κομμάτι της σκηνοθεσίας από τη Ζωή Ξανθοπούλου, παρότι εντοπίσαμε αδυναμίες, σε γενικές γραμμές θα χαρακτηρίζαμε τη δουλειά της αξιοπρεπή, εστιασμένη στον λόγο και την ερμηνεία, για χάρη των οποίων «υποβάθμισε» την θεατρικότητα όπως θα δούμε στη συνέχεια… Ωστόσο βρήκαμε αρκετά εμπνευσμένη την σχεδόν «αδιόρατη» μετάβαση στις εναλλαγές χαρακτήρων,όπου με μικρές μετατοπίσεις στο χώρο και ανάλαφρες αλλαγές φωτισμών, ο ηθοποιός υποδυόταν διαφορετικά πρόσωπα χωρίς μεταμορφώσεις, απλά προσαρμόζοντας κατάλληλα τα εκφραστικά του μέσα… Πέραν αυτού η πρωτότυπη μουσική και το τραγούδι έδεσαν πολύ αρμονικά με το κλίμα, ενώ αναδείχθηκαν τα ζητούμενα του έργου όσον αφορά στον ζοφερό μικρόκοσμο ενός ασφυκτικού περιβάλλοντος, που κάτω από πλαστό καθωσπρεπισμό και υποκρισία καλύπτει ανομολόγητες ενοχές, τραύματα, απορρίψεις…
Σίγουρα η ερμηνεία του ταλαντούχου Αργύρη Ξάφη είναι το δυνατότερο χαρτί της παράστασης, ερμηνεύοντας έναν «πολυπρόσωπο» μονόλογο που απαιτούσε ενσάρκωση επτά ετερόκλητων χαρακτήρων: του ευαίσθητου εφήβου Αλμπέρτ, της καταπιεσμένης μητέρας του, της καθηγήτριας- ερωμένης, του πρώην αφεντικού του αυτόχειρα πατέρα του, μιας εκδιδόμενης τρανς, δυο συγχωριανών… Αντικειμενικά, ένα υποκριτικό επίτευγμα το οποίο υπηρέτησε με συνέπεια, επαγγελματισμό, ευελιξία, άλλοτε με κυνισμό κι άλλοτε με συναίσθημα, έχοντας δουλέψει χαρακτηριστικές λεπτομέρειες στην κινησιολογία και εκφορά του λόγου κατά τις «μεταμορφώσεις» και δίνοντας σε όλους τους ρόλους μια σκοτεινή αίσθηση «ψυχικήςπαρακμής», χωρίς ωστόσο να αποφύγει κάποιες στερεοτυπικές αποδόσεις…
Κι εδώ ερχόμαστε στις ενστάσεις (–) ξεκινώντας από ένα έργο που όχι μόνο δεν έχει τίποτα καινούργιο να πειεπί της ουσίας σε θέματα χιλιοειπωμένα από καιρό, αλλά επιπλέον το κάνει περιλαμβάνοντας όλα τα σχετικά κλισέ και με περιττή φλυαρία, οδηγώντας πολύ γρήγορα σε απώλεια του ενδιαφέροντος… Όσα πραγματεύεται για τις παθογένειες κλειστών κοινωνιών με αφορμή τη διαφορετικότητα και σεξουαλικότητα έχουν ήδη ειπωθεί με άπειρους τρόπους σε σημείο εξάντλησης και όταν η προσέγγιση δεν προχωρά στα «ενδότερα» ή δεν αναδεικνύει αθέατες πτυχές ή δεν αγγίζει βαθύτερες χορδές παρά αρκείται σε στερεοτυπικές επιφανειακές μαρτυρίες, τί ενδιαφέρον μπορεί να έχει σήμερα; Πόσο ελκυστικό μπορεί να είναι πχ. η ζωή μιας περιθωριοποιημένης τρανς που εκδίδεται στη «διασταύρωση» του χωριού και οι νοικοκύρηδες που την επισκέπτονται παριστάνοντας τους κήρυκες ηθικής; Οπότε αντιλαμβανόμαστε ότι ο ανέμπνευστος, φλύαρος τίτλος δεν είναι τυχαίος, αλλά άκρως ενδεικτικός του αντίστοιχου περιεχομένου…
Σχετικά με τη σκηνοθεσία, το πρώτο που μας έλειψε ήταν το ανύπαρκτο σκηνικό με κάποια «αμήχανα» υποτυπώδη αντικείμενα άνευ λειτουργικής χρήσης, ενώ το διαρκές σκοτάδι ως κυριολεκτική «μετάφραση» της σκοτεινής ατμόσφαιρας κούρασε, όπως επίσης και η επίπεδη επανάληψη των εναλλαγών χωρίς κάποια διαφοροποίηση ή ευφάνταστο εύρημα ή στοιχειώδη ανατροπή να τονώσει την πολύτιμη θεατρικότητακαι να σπάσει τη προβλέψιμη μονοτονία…Επιπλέον υπήρξαν στιγμές με χάσματα επιφέροντας ρωγμές στον ρυθμό ή διακοπές για να… πιει νερό ο ηθοποιός, δίνοντας την αίσθηση χαλαρής πρόβας που διέλυε στιγμιαία την ατμόσφαιρα και το συναίσθημα, ενώ η σκηνοθετική καθοδήγηση τον οδήγησε συχνά σε κλισέ, στυλιζαρισμένες ερμηνείες… Τέλος βρήκαμε εντελώς άστοχη, αυθαίρετη και εκτός κλίματος την επιλογή να κατέβει στα μέσα της παράστασης στην πλατεία για να «επικοινωνήσει» χιουμοριστικά με το κοινό και να βγάλει… σέλφι, ξενίζοντας με την ακατανόητη κίνηση…
Εν ολίγοις (=) είναι αλήθεια ότι παρά το τετριμμένο θέμα του έργου, εντοπίσαμε κάποια καλά στοιχεία στη λιτή σκηνοθεσία και κυρίως στην άξια ερμηνεία, ωστόσο επιβεβαιώσαμε ακόμα μια φορά την αμετροέπεια των δελτίων τύπου όσον αφορά υπερεκτιμημένες παραστάσεις…
Βαθμολογία: 5,5 στα 10