Είδε και σχολιάζει η Πίτσα Στασινοπούλου για την Κουλτουρόσουπα
Είχαμε πολλούς λόγους να περιμένουμε με αδημονία τη συγκεκριμένη παράσταση, καθώς τόσο το δυνατό, απρόβλεπτο θέμα της, όσο και οι καταξιωμένοι συντελεστές της με διακεκριμένα εύσημα, παρείχαν εγγυήσεις για μια ξεχωριστή θεατρική εμπειρία, που δεν θα χάναμε για κανέναν λόγο… και αυτό ακριβώς κάναμε σπεύδοντας στο θέατρο Αριστοτέλειον για την παράσταση «Καρδιά του σκύλου» του Ρώσου συγγραφέα Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, σε σκηνοθεσία Έφης Μπίρμπα, που μαζί με τον Άρη Σερβετάλη στον πρωταγωνιστικό ρόλο, επιμελήθηκαν επίσης τη θεατρική διασκευή- δραματουργία του λογοτεχνικού έργου…
Όπου ένας φιλόδοξος επιστήμονας στην μετεπαναστατική Ρωσία επιχειρεί ένα πρωτοποριακό, ρηξικέλευθο πείραμα, χρησιμοποιώντας ως πειραματόζωο έναν αδέσποτο, κακοποιημένο σκύλο στον οποίο εμφυτεύει ανθρώπινα όργανα – την υπόφυση και τα γεννητικά όργανα ενός άτυχου νεαρού- σκοπεύοντας να δημιουργήσει έναν νέο, ελεγχόμενο «τύπο» ανθρώπου… Ωστόσο, παρατηρώντας τον σταδιακό εξανθρωπισμό του σκύλου, διαπιστώνει ότι το πρώην άκακο ζώο μεταμορφώνεται σε ένα αγριεμένο, αναιδές, άξεστο, κυνικό ανθρωποειδές, που ενώ διατηρεί τα αρχέγονα ένστικτα της καταγωγής του, αδυνατεί να προσαρμοστεί στις κοινωνικές επιταγές του περιβάλλοντος, προκαλώντας τεράστια προβλήματα στον περίγυρο και στον δημιουργό του, που βλέπει το πείραμα να καταρρέει και το δημιούργημά του εκτός ελέγχου…
Πρόκειται για ένα εμπνευσμένο έργο (+) με δυνατή αλληγορία, που αν σκεφτεί κανείς ότι γράφηκε το 1925- και απαγορεύτηκε από τη λογοκρισία μέχρι το 1987!- αντιλαμβάνεται τη βαθιά σημειολογία των νοημάτων του, που ενώ «αποδομούν» ευφυώς και με στοιχεία χιούμορτα πολιτικά και κοινωνικά ήθη μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, ταυτόχρονα ανταποκρίνονται διαχρονικά σε μεγάλα υπαρξιακά- φιλοσοφικά ζητήματα σε σχέση με την ανθρώπινη φύση, τον ρόλο της επιστήμης, τη σχέση εξουσιαστή- εξουσιαζόμενου, τη βιοηθική κλπ. Πολύ δε περισσότερο στη σύγχρονη εποχή των ποικίλων στρεβλώσεων όπου η ανθρώπινη οντότητα καθίσταται άβουλο υποχείριο ανεξέλεγκτων τεχνολογικών ή επιστημονικών εξελίξεωνχωρίς δυνατότητα αυτενέργειας, ευνουχίζοντας την ελεύθερη βούληση, την ατομικότητα, την κριτική σκέψη… Ο πυρήνας του έργου εστιάζει μέσω ενός υπερβατικού συγγραφικού ευρήματος στην αλλοτρίωση του ατόμου, που εδώ με τη μορφή του βίαια μεταλλαγμένου σκύλου Σάρικ σε Σάρικοφ, καλείται να απαρνηθεί την αυθεντική του φύση και να υποταχθεί σε αφύσικες συνθήκες…
Μια έντεχνα καλυμμένη και συνάμα καυστική κριτική στην ακραία καταπίεση που ακολούθησε τα χρόνια της Ρωσικής Επανάστασης, όπου επιπλέον αναδύθηκε το όραμα της διαμόρφωσης του νέου «σοβιετικού ανθρώπου», ως ένα ρεαλιστικό μοντέλο υποταγμένου πολίτη στις επιταγές του καθεστώτος…Αυτό κυρίως καυτηριάζει ο Μπουλγκάκοφ στο βιβλίο του με την αλληγορία ενός σκύλου που οι τεχνοκράτες μετατρέπουν πειραματικά σε ελεγχόμενο υποχείριο χωρίς ωστόσο επιτυχία, καθώς η σκυλίσια φύση του δεν «ξεχνά» πχ. να κυνηγάει γάτες και ενώ στην αυθεντική ζωώδη του κατάσταση διήγε αρμονικά και ειρηνικά με το περιβάλλον, μετά την παρά φύσιν, βίαιη επέμβαση επαναστατεί κάτω από την τεχνητή ανθρώπινη μορφή εκδηλώνοντας «αντικοινωνική» συμπεριφορά, όπως ακριβώς το βιασμένο, αλλοτριωμένο, καταπιεσμένο άτομο… Ένα βαθιά πολιτικό κείμενο με διαχρονική ουσία, που συνδυάζει ρεαλισμό, σουρεαλιστική φαντασία, κοινωνική κριτική, φιλοσοφικό στοχασμό, καυστική σάτιρα, υπαρξιακά ερωτήματα, πυροδοτώντας «γερή» τροφή για σκέψη…
Περνώντας στο σκηνοθετικό εγχείρημα της Έφης Μπίρμπα και πέραν κάποιων αδυναμιών που θα επισημάνουμε παρακάτω, δεν μπορούμε να μην αποδώσουμε εύσημα για το εμπνευσμένο, συμπαγές, σχεδόν ονειρικό σύμπαν μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος που έπλασε επί σκηνής, επενδύοντας όπως πάντα σε ελκυστικό πολυσύνθετο θέαμα, ικανό να δεσμεύει τις αισθήσεις και να δικαιώνει υποδειγματικά τη θεατρικότητα… Στο πληρέστατο και άκρως φροντισμένο σκηνικό περιβάλλον, η σκηνή χωρίστηκε στη μέση, με το μισό τμήμα να αναπαριστά ένα εξοπλισμένο ιατρικό εργαστήριο με ψυχρούς μπλε τόνους και το άλλο μισό να αποτυπώνει ένα αστικό σαλόνι εποχής με γήινα χρώματα, έχοντας ανάμεσά τους έναν επιδαπέδιο περιστρεφόμενο κύκλο που ανάλογα με την εξέλιξη «ενέπλεκε» συμβολικά τα δύο μέρη, καλυμμένα σε όλη την οροφή με πλήθος από λευκές φωτιστικές σφαίρες, σε ένα εικαστικό σύνολο με συμβολισμούς και επιτυχή μείξη κλασικού- σύγχρονου… Ταυτόχρονα στην οθόνη προβάλλονταν κινηματογραφημένα ή σε ζωντανό χρόνο στιγμιότυπα της παράστασης, προσφέροντας δυνατό οπτικό ερέθισμα και ιδιαίτερη έμφαση σε κομβικά σημεία, εξυπηρετώντας παράλληλα την οικονομία της σκηνοθεσίας και την άνετη θέαση των απομακρυσμένων θεατών…
Σε όλη σχεδόν τη διάρκεια τα δρώμενα συνόδευε ατμοσφαιρική κλασική μουσική πιάνου– με Λιστ, Μπαχ ή τη φωνή της Κάλλας- και όχι τυχαία, καθότι ο επιστήμονας λάτρης της όπερας, ενώ οι φωτισμοί ακολούθησαν μελετημένα τις διακυμάνσεις της πλοκής… Μέσα λοιπόν σε αυτό το ιδιαίτερο και ευφάνταστο σκηνοθετικό πλαίσιο, συνδυάστηκαν αρμονικά η ρεαλιστική πραγματικότητα με τη σουρεαλιστική υπέρβαση, τα ήθη της εποχής με την έκβαση του τολμηρού πειράματος, τα κοινωνικά ζητούμενα με τις ανάγκες της ανθρώπινης φύσης, ενώ αναδείχθηκαν οι συγκρούσεις σε σχέση με την επιβολή της εξουσίας ή προβληματισμοί περί κρίσιμων ορίων… Ένα αναμφίβολα δύσκολο και «ογκώδες» εγχείρημα, τόσο σε επίπεδο πυκνότητας περιεχομένου, όσο και σε πρακτικό υλοποίησης λόγω πολυσύνθετης ιδιαιτερότητας, που ωστόσο η δημιουργός με ανάλογα αξιέπαινα δείγματα γραφής, χειρίστηκε εμπνευσμένα με επαγγελματισμό, γνώση, φροντίδα, αισθητική και κυρίως έντονη θεατρικότητα, βασισμένη αφενός στο πληθωρικό θέαμα κι αφετέρου στην εντυπωσιακή σωματικότητα- πλην κάποιων παρατηρήσεων…
Στο ερμηνευτικό κομμάτι τώρα, δεν γίνεται να μην υποκλιθούμε στο χαρισματικό ταλέντο του Άρη Σερβετάλη, που είναι αδύνατο να φανταστούμε άλλον σε έναν τόσο ιδιαίτερο, επίπονο ρόλο υψηλών απαιτήσεων…πρόκειται για ένα ακόμη ρεσιτάλ υποκριτικής, σηκώνοντας στους ώμους του το κύριο βάρος της παράστασης και καταθέτοντας μια ερμηνεία – υπόδειγμα, τυπωμένη ανεξίτηλα στη μνήμη… Με πλέον δυνατό του σημείο τη σωματική έκφραση, εξελιγμένη πλέον σε άρτιο επίπεδο, ανέδειξε θεαματικά μέσω της κινησιολογίας τον «χαρακτήρα» ενός ανθρώπου- σκύλου, αναπαριστώντας με εξαιρετική ακρίβεια και πλαστικότητα τις κινήσεις του ζώου ανάλογα με την ψυχολογία του, αλλά και την σταδιακή μεταμόρφωσή του, παλινδρομώντας με απίστευτη ευελιξία και πειστικότητα ανάμεσα στη θλιβερή παραίτηση, την πραότητα, την ανεξικακία ενός πεινασμένου, πονεμένου ζωντανού και την επιθετικότητα, τον κυνικό σαρκασμό, την τραχύτητα ενός αγροίκου ανθρώπου, που αφήνει να διαφανεί υπόγεια η σύγχυση ταυτότητας και αισθημάτων απέναντι στον δημιουργό- «πατερούλη»… Ένας σύνθετος υποκριτικός άθλος πολλαπλών επιπέδων, προορισμένος μόνο για υπερταλαντούχους εργασιομανείς…
Δίπλα του ο Αργύρης Πανταζάρας στον ρόλο του καθηγητή, παρότι η βαριά σκιά του Σερβετάλη ήταν μοιραίο να θαμπώνει τον περίγυρο, εντούτοις στάθηκε επάξια, με δυναμισμό, κύρος, σοβαρότητα, πείσμα,ένταση, ενσαρκώνοντας θαυμάσια τον υπερφίαλο επιστήμονα με τις ουτοπικές φιλοδοξίες… Αποτελεσματικοί επίσης, αν και η δραματουργία δεν πρόσφερε δυνατότητες ατομικής ανάδειξης, οι υπόλοιποι του θιάσου- Μιχάλης Θεοφάνους, Σπύρος Δέτσικας, Ηλέκτρα Νικολούζου, Χαρά- ΜάταΓιαννάτου και Αλεξάνδρα Καζάζου– στους περιφερειακούς ρόλους βοηθών ή μπολσεβίκων της τοπικής συνέλευσης, που εν είδει συγκροτημένου «χορού» μετείχαν καταλυτικά στα δρώμενα εκπροσωπώντας το κοινωνικό περιβάλλον επί κομμουνιστικού καθεστώτος…
Όσον αφορά στις παρατηρήσεις μας (-) καταρχάς θα επισημάνουμε ότι σε κάποια σημεία το κείμενο πλατείασε και δεδομένης της πυκνότητάς του, ίσως κατά τη διασκευή όφειλε να «ξελαφρώσει» από παραπανίσια ώστε να «αναπνέει» στον προφορικό λόγο… Πολύ δε περισσότερο που σε όλα σχεδόν τα ηχογραφημένα κομμάτια,λόγω κάκιστης ακουστικής ή ηχοληψίας χάσαμε το σύνολο σχεδόν των λεγομένων, πασχίζοντας με κόπο να κατανοήσουμε από τα συμφραζόμενα, διότι επιπλέον η συνεχής μουσική κάλυψη δυσκόλευε την προσπάθεια και παράλληλα με την επαναληπτικότητα υποβάθμισε την ωραία δυναμική της…
Επίσης βρήκαμε κάπως τραβηγμένα σε ένταση ή διάρκεια κάποια στιγμιότυπα, όπως πχ. το κυνηγητό της γάτας κ.α., με υπερβολικές φωνές και περιττή φασαρία, ενίοτε ενοχλητικά… Τέλος, ενώ τα κοστούμια του ανθρωπόσκυλου και των γιατρών υπήρξαν απολύτως ταιριαστά, δεν κατανοούμε γιατί επιλέχθηκαν γυναικεία «αριστοκρατικά» επί εποχής Τσάρων για τους υπηρέτες και μπολσεβίκους, ερχόμενα σε πλήρη αντίθεση με την κοινωνική τους τάξη τη δεδομένη ιστορική περίοδο…
Συνοψίζοντας (=) και κρατώντας συνειδητά στο περιθώριο τις όποιες ενστάσεις μας για λόγους δικαιοσύνης, θα σταθούμε στην βαθιά ουσία ενός αλληγορικού κειμένου, τις σπουδαίες αρετές μιας εμπνευσμένης σκηνοθεσίας και το ρεσιτάλ ερμηνείας ενός χαρισματικού ηθοποιού, συνθέτοντας μια αξιοθαύμαστη, ποιοτική παράσταση…
Βαθμολογία: 7,2/ 10
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΝ
«Καρδιά του Σκύλου» του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ.
Ο Άρης Σερβετάλης μιλά στην Κουλτουρόσουπα, εδώ
Ο Ρώσος καθηγητής Πρεομπραζένσκι, ένας αριστοκράτης επιστήμονας, επιχειρεί να μεταμορφώσει έναν αδέσποτο σκύλο σε άνθρωπο. Αλλά τα αποτελέσματα είναι απρόβλεπτα. Το πείραμα δεν έχει την αναμενόμενη έκβαση, καθώς ο σκύλος Σάρικ μετατρέπεται σταδιακά σε άνθρωπο αγροίκο που διαλύει τη γαλήνη της καθημερινότητας και θέτει σε κίνδυνο την κοινωνική θέση και την επιστημονική υπόσταση του δημιουργού του αντικατοπτρίζοντας τα χειρότερα χαρακτηριστικά της «νέας» κοινωνίας.
Σκηνοθεσία: Έφη Μπίρμπα. Ερμηνεύουν: Άρης Σερβετάλης Αργύρης Πανταζάρας, Ηλέκτρα Νικολούζου, Μιχάλης Θεοφάνους, Χαρά-Μάτα Γιαννάτου, Αλεξάνδρα Καζάζου, Σπύρος Δέτσικας.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη 20:00 Πέμπτη, Παρασκευή 21:00 Σάββατο 18:00 και 21:00 Κυριακή 20:00 (ΠΑΡΑΤΑΣΗ έως 11/05)
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ