Είδε και σχολιάζει η Άννια Κανακάρη για την Κουλτουρόσουπα
Έναν σφοδρό, απαγορευμένο έρωτα πραγματεύεται η νέα παραγωγή του ΚΘΒΕ «Ρωμαίος και Αννέτα», που παρακολουθήσαμε στο Μικρό Θέατρο της Μονής Λαζαριστών, σε μετάφραση Αλέξη Σολομού και σκηνοθεσία Άννας Φόνσου.
Το έργο γράφτηκε το 1945 και είναι ένα από τα πολλά θεατρικά έργα του σημαντικού Γάλλου συγγραφέα Ζαν Ανούιγ. Ο τίτλος του είναι προφανώς εμπνευσμένος από το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, η υπόθεση του όμως δεν έχει καμία σχέση με το πασίγνωστο δράμα, εκτός βέβαια το ότι αφορά σε έναν εξίσου μεγάλο έρωτα.
ΥΠΟΘΕΣΗ
Ο Φρέντερικ, ένας μορφωμένος νέος της ανώτερης τάξης, με την μητέρα του, επισκέπτονται το πατρικό σπίτι της αρραβωνιαστικιάς του Τζούλιας, για να γνωρίσουν την οικογένεια της. Εκεί συναντούν τον πατέρα της, έναν απένταρο μεσήλικα που ενδιαφέρεται μόνο για την καλοπέρασή του, τον πρόσφατα χωρισμένο αδελφό της Λουκιανό, μονίμως μεθυσμένο που αδυνατεί να συνειδητοποιήσει ότι η γυναίκα του τον απάτησε και την μικρότερη αδελφή της Τζούλιας, την Αννέτα, μια νεαρή ανεξάρτητη κοπέλα, ένα ελεύθερο πνεύμα, που ζει χωρίς κανόνες και περιορισμούς. Κι ενώ η συνάντηση δεν εξελίσσεται με τον καλύτερο τρόπο, καθώς καμία οικογένεια δεν συμπαθεί την άλλη, ο Φρέντερικ και η Αννέτα ερωτεύονται παράφορα και ξεκινούν έναν παράνομο δεσμό, με τραγικές συνέπειες για το ερωτευμένο ζευγάρι…
Το κείμενο του Ζαν Ανούιγ, σε μετάφραση του Αλέξη Σολομού, συγκαταλέγεται αναμφίβολα στα θετικά (+) στοιχεία της παράστασης.
Πρόκειται για ένα ρομαντικό δράμα, μια ωδή στον ανεκπλήρωτο έρωτα, στο πανίσχυρο αυτό συναίσθημα, που ξεπερνά τη λογική, που μπορεί να χαρίσει στιγμές πάθους, τρυφερότητας, αλλά και αφόρητου πόνου, θλίψης και απογοήτευσης,οδηγώντας συχνά τους ανθρώπους σε ολέθριες επιλογές. Ο συγγραφέας με λόγο ποιητικό, με ρομαντισμό και τρυφερότητα, εστιάζει στον συναισθηματικό κόσμο των ηρώων, σκιαγραφώντας με αρκετή πληρότητα – περισσότερο στην αρχή του έργου – όλους τους χαρακτήρες του δράματος και εμποτίζει, παράλληλα, το έργο με δόσεις χιούμορ ώστε να ελαφρύνει την ατμόσφαιρα όταν τείνει να βαραίνει αρκετά. Ταυτόχρονα, θίγει ποικίλα ζητήματα όπως την υποταγή στους άγραφους κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς, την θέση της γυναίκας στην οικογένεια και την κοινωνία γενικότερα, την ελευθεριότητα στις σεξουαλικές σχέσεις κ.α.
Σκηνοθετικά η Άννα Φόνσου προσέγγισε με σεβασμό το κείμενο του Γάλλου συγγραφέα. Στο ίδιο έργο (σε μετάφραση και πάλι του Αλέξη Σολομού), είχε πρωταγωνιστήσει πριν από χρόνια, οπότε το γνώριζε πολύ καλά και, όπως είχε δηλώσει, ήταν όνειρό της να το σκηνοθετήσει. Έστησε λοιπόν μια αρκετά ενδιαφέρουσα, γλυκιά και τρυφερή παράσταση με πολλές συγκινητικές αλλά και χιουμοριστικές σκηνές, με ρυθμό και συνοχή, χωρίς να καταφύγει σε ιδιαίτερα σκηνοθετικά ευρήματα. Σημαντική στο όλο αποτέλεσμα υπήρξε η συμβολή του όμορφου σκηνικού της Δανάης Πανά που δημιούργησε επιτυχημένα την αίσθηση μιας παραλιακής κατοικίας με τα μεγάλα παράθυρά της να δίνουν πρόσβαση στην οθόνη,στο πίσω μέρος της σκηνής, όπου προβάλλονταν κινούμενες εικόνες από θάλασσα. Πρωτότυπη επίσης επιλογή αποτέλεσαν οι τίτλοι αρχής και τέλους, που προβλήθηκαν στην οθόνη,οι οποίοι σαφώς παρέπεμπαν σε κινηματογραφική ταινία.
Ερμηνευτικά οι πρωταγωνιστές της παράστασης αποτέλεσαν ένα άρτια δεμένο σύνολο, με καλή χημεία μεταξύ τους, που ερμήνευσαν τους ρόλους τους με σκηνική άνεση, αποδεικνύοντας τις υποκριτικές τους ικανότητες.
Ο Κωνσταντίνος Χατζησάββας, πάντα εξαιρετικός στις εμφανίσεις του, απέδωσε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον ρόλο του Λουκιανού, έναν ρόλο με αρκετά χιουμοριστικά στοιχεία και σαφώς ξεχώρισε με την παρουσία του. Ο Νίκος Νικολάου, ως πατέρας της Αννέτας, ένας εμπειρότατος ηθοποιός, με την επιβλητική του παρουσία και την υπέροχη φωνή του είχε μια επίσης πολύ καλή εμφάνιση. Η Έφη Δρόσου, στον ρόλο της μητέρας του Φρέντερικ, είχε μια μεστή ερμηνεία χωρίς υπερβολές και εντάσεις. Πολύ καλή η εμφάνιση του Γεράσιμου Σοφιανού που ως Φρέντερικ, ερμήνευσε με φυσικότητα και άνεση επί σκηνής τον σφόδρα ερωτευμένο νέο που δεν δίστασε να σχετιστεί με την αδελφή της αρραβωνιαστικιάς του. Εξίσου καλές αποδόσεις από την Αίγλη Κατσίκη στον ρόλο της Τζούλιας και την Χρύσα Ζαφειριάδου στον ρόλο της Αννέτας, που απέδωσαν πειστικά τις δύο ερωτευμένες, με τον ίδιο νέο, αδελφές. Η ερμηνεία τους είχε βάθος, έλεγχο και ενέργεια και εύκολα κέρδισαν το ενδιαφέρον και την προσοχή του κοινού. Υποστηρικτικά στον ρόλο του ταχυδρόμου ο Δημήτρης Τσιλινίκος είχε μια επίσης αξιοπρεπή εμφάνιση.
Όσον αφορά στις ενδυματολογικές επιλογές της Δανάης Πανά, ήταν σε πλήρη αρμονία με το σκηνικό και απόλυτα συμβατές με την ηλικία και την προσωπικότητα των χαρακτήρων. Οι δε ατμοσφαιρικοί φωτισμοί του Στέλιου Τζολόπουλου, ενέτειναν την συγκινησιακή φόρτιση δημιουργώντας επιπλέον ατμόσφαιρα. Η μουσική επένδυση της παράστασης, τέλος, από τον Γιώργο Ανδρέου, με αποσπάσματα από την σουίτα εγχόρδων “Αθανασία”, ενέτεινε σημαντικά το συναίσθημα, την συγκίνηση και την τρυφερότητα που κυριαρχούσε στην ατμόσφαιρα.
Και ενώ πρόκειται για μια καλοστημένη και προσεγμένη, κατά τα άλλα, παράσταση, έχουμε να παρατηρήσουμε (-) το εξής: Ενώ το θέμα του έργου είναι ο μεγάλος και σφοδρότατος έρωτας μεταξύ του Φρεντερίκ και της Αννέτας, εντούτοις, το μέγεθος των συναισθημάτων τους δεν φθάνει στο κοινό. Παρόλη την πετυχημένη παρουσίαση των χαρακτήρων, η αρχή της σχέσης τους φαντάζει μετέωρη και η εξέλιξη της μοιάζει αρκετά επιφανειακή. Η υπόθεσηδεν εκτυλίσσεται με τρόπο που να δικαιολογεί την ανάπτυξη του μεγάλου έρωτα, επιπέδου «Ρωμαίου και Ιουλιέτας», που πιθανόν οραματίστηκε ο Ζαν Ανουίγ και σε καμία περίπτωση το τραγικό τους τέλος. Ο έρωτας τους, με τον τρόπο που αποδόθηκε, δυστυχώς δεν μας έπεισε και σίγουρα δεν μας συγκλόνισε. Όχι τουλάχιστον όσο περιμέναμε…
Συμπερασματικά (=) παρακολουθήσαμε μια γλυκιά και τρυφερή παράσταση, με αρκετές δόσεις χιούμορ, που μιλά για τον ανεκπλήρωτο έρωτα και το πόσο καταστροφικός μπορεί να αποβεί…
Βαθμολογία:
5,9/10