Φυσικά και θα φύγει σαν κλέφτης το παιδί, εδώ που τα λέμε- κάν’ του μήνυση! Τι είναι αυτή η ζωή, τέλος πάντων, πέραν από κλεψιές, λωποδυσίες, παραχαράξεις και επώδυνα ακάλυπτες επιταγές;
Γράφει ο Μανώλης Ιωαννίδης για την Κουλτουρόσουπα
Μαντώ – Στοιχηματίζω
Η διαγνωστική ομάδα
Για το τραγούδι-διάγνωση συνεργάστηκε δυνατή ομάδα. Μαντώ στα φωνητικά, στίχοι Γιώργος Μίτσιγκας, μουσική Κώστας Χαριτοδιπλωμένος.
Για τη Μαντώ, θα πω μόνο ότι αν και δε γνωρίζω πολλά της τραγούδια, καταλαβαίνω ότι κάνει πρω-τα-θλη-τι-σμό στην τέχνη των φωνητικών. Είναι απ’ τους επαγγελματίες που το δικαιολογούν το επάγγελμα που συμπληρώνουν, όταν κάνουν φορολογική δήλωση. Τι φάση με μερικούς- κουρδιστήρια τους τάιζαν οι γονείς τους; Για τον Γιώργο Μίτσιγκα είμαι ένοχος για άγνοια του έργου του- μα γνωρίζω αυτήν του τη διάγνωση και αυτό είναι κάτι. Για τον Κώστα Χαριτοδιπλωμένο θα αναφέρω ότι εκτός απ’ τα ζηλευτά ποπ χιτ του την ανεπανάληπτη δεκαετία των 80s’, έχει ίσως το πιο αξιοζήλευτο επώνυμο στην ελληνική σόου μπίζνα.
Οι βραδιάτικες αποφάσεις είναι οι πιο ζουμερές. Σπανίως σοφές, κάπως απεγνωσμένες, ένα τσικ αδέσποτες και επιμελώς απροβάριστες- ζουμερές! Γιατί η φθορά που ‘χει υποστεί το Εγώ, από μια παγερά αδιάφορη πραγματικότητα, έχει κάτσει στον πάτο ενός μισοάδειου, χυμένου ποτηριού και αναδύεται προς τα πάνω όλο το κατακάθι, απαιτώντας μια εκκεντρικότητα σ’ έναν καμβά που αποκοιμιέται κοιτώντας τον εαυτό του.
Αυτά τα ξαφνικά, κιόλας, τι ωραία που ‘ναι… Μια έμπνευση, ένας έρωτας, ένας χωρισμός, ένα καρδιακό επεισόδιο- τα ξαφνικά είναι τα πιο ωραία παγόβουνα πάνω στα οποία λικνίζονται πάντων ειδών Τιτανικοί. Και προφανώς το «ξαφνικά» του ενός ισούται με το «αρκετή υπομονή έκανα» του άλλου. Φαίνεται, λοιπόν, τι ωραία που συμβαδίζατε, χρυσό μου, σε μια σχέση που μάλλον θα γραφόταν καλύτερα με άλφα στην πρώτη συλλαβή. Είναι όπως εκείνα τα βίντεο που τεστάρουν την προσοχή και σου λένε «πρόσεξε να καταλάβεις ποιος δολοφόνησε τον φίκο», οπότε προσέχεις τον φίκο και δεν έχεις καταλάβει τις υπόλοιπες είκοσι πέντε αλλαγές που ‘χουν γίνει, ενώ οι προβολείς σου ήταν στραμμένοι αλλού.
Φυσικά και θα φύγει σαν κλέφτης το παιδί, εδώ που τα λέμε- κάν’ του μήνυση! Τι είναι αυτή η ζωή, τέλος πάντων, πέραν από κλεψιές, λωποδυσίες, παραχαράξεις και επώδυνα ακάλυπτες επιταγές; Πώς λέει κι ένα ποίημα, για άλλη περίσταση, αλλά και σχετικό: αν σ’ αγαπούν να μάθουν να στο λένε, κι αν δε στο πουν να μάθεις να το κλέβεις. Τι να κάνουμε δηλαδή που όποιος αδυνατεί να κλέβει και να ξεγελά σ’ αυτήν τη ζωή, είναι καταδικασμένος σε μια ύπαρξη στερημένη από χρώματα, οσμές και συγκίνηση… Άλλωστε, τα ‘χει πει κι ο Άγιος Όσκαρ ο Άγριος: Οι μέτριοι καλλιτέχνες δανείζονται, οι σπουδαίοι κλέβουν. Τι θέλουμε να είμαστε τίποτα τριτοδεύτερες, χτικιάρες; Βέβαια ο ίδιος Άγιος είπε ότι πρέπει να είμαστε ο εαυτός μας, γιατί όλοι οι άλλοι ρόλοι είναι πιασμένοι. Ευτυχώς, να λέτε μερικοί. Αλλιώς θα κοβόσασταν στις οντισιόν.
Παρεκβαίνω. Και καλά κάνω. Αλλά παρεκβαίνω. Anyway, γιατί να πει «γεια» κιόλας το παλικάρι; Οι χαιρετισμοί κοστίζουν σε χρόνο και σε αίσθημα (αλλά κυρίως χρόνο) και δεν έχουμε άλλο από δαύτο για του λόγου σας. Ας αφήσουμε τα προσχήματα- οι σωστοί εραστές εύχονται καλό ψόφο στους πρώην παρτενέρ τους και τους περιμένουν στην κόλαση.
Επίσης, η μετάνοια είναι για τους τολμηρούς κι απ’ αυτούς δε νομίζω ότι έχει πολλούς το κατάστημα (της ζωής). Αυτή η βεβαιότητα μάλιστα της απόλυτης σημαντικότητάς μας στο μικροσύμπαν του πρώην μας, πολύ μου αρέσει. Κάθε υπέρβλακας (ή απλώς, εραστής) θεωρεί ότι έχει αντικαταστήσει τον ήλιο κι όλα τα ουράνια σώματα παντοτινά, στην ύπαρξη του αγαπητικού του. Ότι ο άλλος, ας πούμε, θα μετράει τον χρόνο πριν και μετά την έλευση μας. Θα κάνει τάματα και προσευχές, όντας πλέον μακριά απ’ τη γη της επαγγελίας, να βρεθεί πάλι φυλακισμένος σε αυτή.
Γιατί η δική σου η αγάπη (δε βάζω εισαγωγικά, γιατί σέβομαι τα εισαγωγικά και δε θέλω να τα ευτελίζω), είναι μοναδική κι ανεπανάληπτη και αυτόφωτη και κοσμοϊστορική και δεν υπάρχει πιθανότητα άλλος να μπορεί να πουλήσει τα ίδια, σε καλύτερη τιμή ή έστω με καλύτερο περιτύλιγμα… Έχεις μονοπώλιο το εμπόριο της αυθεντικής αγάπης κι όλα τ’ άλλα είναι κακέκτυπα που ο καημένος πρώην θ’ αγοράζει όσο όσο, αναπολώντας σε…
Αν παίρναμε τα σοβαρά πράγματα της ζωής, λίγο πιο αστεία, ίσως να είχαμε τις πιθανότητες με το μέρος μας σε μια ρουλέτα που και στημένη να μην είναι, πολλές φορές τη στήνουμε μην τυχόν και καταφέρουμε να ζήσουμε καλά.
Το πόσο τα λατρεύω αυτά τα στοιχήματα και τις προβλέψεις τύπου συγκαλυμμένες κατάρες, δε λέγεται… Το ρεφραίν αυτό δεν ξέρω αν μπορούμε να το απομονώσουμε απ’ το περιβάλλον του και να αναγνωρίσουμε την ιδιοφυΐα του. Παρόλα αυτά ξεγυμνώνει τους εραστές και δείχνει το ειλικρινές, ευτελές και ζωώδες πρόσωπο του κάθε πεινασμένου κανίβαλου, που μόλις του πήραν το αγαπημένο πιάτο απ’ το τραπέζι. Αυτός επειδή δε μπορεί να ουρλιάξει (μπροστά σε άλλους), κρατάει τα προσχήματα (σ’ άδειο θέατρο παίζεται η δωρεάν παράσταση) και καταριέται τον εραστή που τολμά να απομακρυνθεί απ’ τις δαγκάνες του… ε, εννοώ, αγκάλες του.
Έτσι, ο πρώην κάτοχος του νοήματος της ζωής, αποκαθηλώνεται πιο γρήγορα κι από άγαλμα πολιτικού επαναστάτη σε πρώην σοβιετική χώρα.
Αυτή η ειλικρινής πεποίθηση ότι σαν κι εμάς πουθενά, είναι η πιο φτηνή και δημοφιλής κολόνια που αγοράζουν όλοι όσοι δεν έχουν τον απαραίτητο προϋπολογισμό να στολιστούν με πιο περίτεχνες. Βάζει τα καλά του ο πατέρας περιμένοντας τον άσωτο γιο, ενώ ο δεύτερος, στην περίπτωσή μας, έχει ξεκαθαρίσει ότι δε θ’ αφήσει κραιπάλη για κραιπάλη ανέπαφη.
Κι αγκαλιές βρίσκονται καινούριες και φιλιά βρίσκονται καινούρια και παντού βρίσκονται αντικαταστάτες που μπορούν να κάνουν ό,τι εμείς, και καλύτερα. Κράτα τα λεφτάκια σου και μην ποντάρεις σε άλογα κουτσά που όχι κούρσα δε βγάζουν αλλά είναι ικανά να ποδοπατήσουν και τον αναβάτη τους. Αν η απώλεια της αξιοπρέπειας δεν κοστίζει, η απώλεια των χρημάτων απ’ αυτά τα σκιώδη στοιχήματα ίσως να σε ταράξει παραπάνω και να σε κάνει να καταλάβεις ότι όλοι γεννιόμαστε τζογαδόροι, απλώς οι περισσότεροι πρέπει να μάθουμε πότε να το κόβουμε.
Και φτάνουμε στην απελπισία… Που γεννοβολάει οράματα και φαντασιοπληξίες μιας κι ο ασθενής δε μπορεί να ακουμπήσει την δηλητηριώδη γι’ αυτόν ατμόσφαιρα. Στρέφεται λοιπόν σε ένα απαραίτητο ντοπάρισμα από ναρκισσιστικές ονειρώξεις και σενάρια μεγαλείου, όπου η ερωτική του παντοδυναμία είναι τόσο αναπόφευκτη όσο ήταν και η μεγαλεξανδρινή επέλαση του Thanos στη Γη.
Άκουσον, άκουσον- ότι θα είναι τόσο καταιγιστική η απώλεια, τόσο πρωτόγνωρη και δυσβάσταχτη που θα αλητεύει τα βράδια ο καημένος, ζητιανεύοντας λίγη παρηγοριά, μήπως και κάνουν κατάπαυση του πυρός τα μέσα του. Τι ευτυχισμένοι που είναι οι ερωτευμένοι- δεν έχουν καθρέφτες να συνειδητοποιήσουν τη γελοιότητα, τη ρευστότητα και την τυχαιότητα των πεποιθήσεών τους. Παράλληλα διαθέτουν και το ακαταλόγιστο, οπότε τα μαργαριτάρια τους πρέπει οι υπόλοιποι να τα συλλέγουμε χωρίς γέλωτες ή επικρίσεις. Σκληρό. Για εμάς.
Τα εγγενώς νυχτόβια πλάσματα, κιόλας, μια χαρά παρηγοριά βρίσκουν σε άλλα νυχτόβια πλάσματα. Πρόσκαιρη ή μη, η παρηγοριά πωλείται σε τιμές ευκαιρίας απ’ αυτούς που κατανοούν την παροδικότητα της ευχαρίστησης. Οπότε την καρδιά του τώρα δε στην ανοίγει που να χτυπάς μέχρι να σπάσεις τα χέρια σου. Άλλαξε και κλειδαριές, οπότε μη κάνεις τον κόπο να δοκιμάσεις τα παλιά κλειδιά, που την άνοιγαν τότε. Στου κουφού την πόρτα… βασικά, άσ’ τον κουφό στην ησυχία του, τι βαράς στα καλά του καθουμένου, σε φώναξε ο κουφός να πας σπίτι του;! Η καρδιά του έτσι κι αλλιώς έχει άλλη νοικάρισσα (με νοίκι φθηνό), οπότε ψάξε αλλού κρυψώνες και κρησφύγετα.
Τα μυστικά του θα τα μοιράζεται αλλού. Σιγουριά θα νιώθει με άλλους «συνομιλητές». Η πατρίδα χάθηκε, το χωριό εάλω. Και άλλη μια: δε χρωστάει τίποτα, κανείς, σε κανέναν. Βάρβαροι δεν υπάρχουν, και τα περισσότερα που συμβαίνουν είναι αυτά που έπρεπε να συμβούν. Κι όποιος ζητάει δικαιοσύνη στο μεγαλύτερο κρεατοφαγικό φαγοπότι έβερ (i.e. έρωτα), είναι επειδή κάηκε η γούνα του και ψάχνει αποζημίωση για ν’ αγοράσει καινούρια.
Νευρωτικός στοχαστής για τον έρωτα και τίποτα άλλο
– Οι αποδόσεις δίνουν… ότι σε ξέχασε ήδη.
– Το μόνο σίγουρο στοίχημα- η ζωή συνεχίζεται (κι ο επόμενος κύκλος προμηνύεται χειρότερος).
– Όπως έλεγε κι ένας φίλος μου: Είμαι εθισμένος να κλέβω. Κυρίως, εντυπώσεις.
– Ο Χάτσικο τουλάχιστον ήταν τρισχαριτωμένος, όταν περίμενε. Εσείς;