Γράφει η Πίτσα Στασινοπούλου για την Κουλτουρόσουπα.
Το ανωτέρω ερώτημα- δίλημμα επανέρχεται στις θεατρικές μας κουβέντες με φίλο που ισχυρίζεται ότι από τη στιγμή που ο συγγραφέας παραδίδει το έργο του για να γίνει παράσταση, αυτονόητα παραιτείται οποιουδήποτε δικαιώματος «ανάμειξης» και μόνο ο σκηνοθέτης ως κατεξοχήν υπεύθυνος έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο επ΄ αυτού, σύμφωνα με το θεατρικό του όραμα… που σημαίνει ότι ο συγγραφέας οφείλει να παραδώσει «εν λευκώ» το κείμενό του στα χέρια του σκηνοθέτη να το χειριστεί κατά το δοκούν χωρίς δυνατότητα παρέμβασης, εφόσον εμπιστεύτηκε τον ίδιο και τη δουλειά του… Μια άποψη με αρκετά επιχειρήματα υπέρ της, ωστόσο καθόλου απόλυτη αν μιλήσουμε με όρους δικαιοσύνης, δεοντολογίας και όχι μόνο…

Όσο αξιοσέβαστος δημιουργός είναι ο σκηνοθέτης, άλλο τόσο είναι αυτονόητα ο συγγραφέας και μάλιστα της «πρωτογενούς παραγωγής», παρέχων την πρώτη ύλη…
Βεβαίως η λέξη – κλειδί βρίσκεται στην έννοια της εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο καθοριστικών συντελεστών στη φάση της συνεργασίας και ανάλογα με τις συγκυρίες της καλλιτεχνικής τους «συνάντησης», ήτοι ποιος απευθύνθηκε σε ποιον… αν δηλαδή ήταν ο συγγραφέας που αναζήτησε σκηνοθέτη για να μεταφέρει το πόνημά του στη σκηνή, που σημαίνει ότι ο δεύτερος εμπιστεύθηκε τη γραφή του πρώτου για να εμπνευστεί ή (το πλέον σύνηθες) όταν ο σκηνοθέτης επιλέγει το έργο μεταξύ πολλών επειδή το βρήκε ενδιαφέρον και εν προκειμένω ο συγγραφέας καλείται να τον εμπιστευτεί ότι θα το σεβαστεί δίνοντας την έγκρισή του… Αυτά βέβαια στο αρχικό «αναγνωριστικό» στάδιο της γνωριμίας λίγο πριν δώσουν τα χέρια και συμφωνήσουν «προχωράμε», όπου όλα μοιάζουν ειδυλλιακά…
Και εφόσον η αρχική εμπιστοσύνη επιβεβαιωθεί έμπρακτα με αμοιβαίο σεβασμό εκατέρωθεν και αρμονική συνεργασία- όπως συμβαίνει κατά πλειοψηφία- όλα κυλούν ομαλά, καθώς αμφότεροι έχουν δικαιωματικά λόγο στο τελικό αποτέλεσμα, ωστόσο με συμφωνημένα όρια… ότι προφανώς ο σκηνοθέτης ως «ηγέτης» της παράστασης θα έχει τον τελικό λόγο επί σκηνής, καθότι φέρει πρωτίστως την ευθύνη, γνωρίζει το αντικείμενο της δουλειάς του, νοιάζεται για την επιτυχή έκβαση, μεταφέρει ένα προσωπικό καλλιτεχνικό όραμα κλπ. και σε αυτά τα πλαίσια δικαιούται σαφώς να παρέμβει σε σημεία του κειμένου πχ. να αλλάξει εκφράσεις ή να συμπτύξει το περιεχόμενο ή να επεξεργαστεί τη δραματοποίηση ή να πειράξει τους διαλόγους για την θεατρικότητα ή να προσθέσει κάτι επίκαιρο ή να αναδείξει οτιδήποτε θεωρεί ενδιαφέρον κλπ… Ωστόσο ιδανικά σε συνεργασία με τον συγγραφέα, ο οποίος έχει εμπιστευτεί το έργο του υποτίθεται σε «καλά χέρια» και ο ίδιος κατέχει μεν τη συγγραφική τέχνη αλλά όχι την θεατρική με τις ιδιαίτερες απαιτήσεις που αγνοεί…

Συγγραφέας μπορεί να υπάρξει χωρίς σκηνοθέτη, αλλά σκηνοθέτης χωρίς συγγραφέα αδύνατο, εκτός αν περιοριστεί σε βουβές περφόρμανς άνευ κειμένου…
Πρόκειται κατ’ ουσίαν για μια άτυπη μεταξύ τους σύμβαση που υπαγορεύει κατανόηση, σεβασμό και αναγνώριση της δουλειάς καθενός με οριοθετημένα πλαίσια και κοινό στόχο το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα… Διότι μη ξεχνάμε, ότι ναι μεν «εν αρχή ην ο λόγος» που αποτελεί το θεμέλιο πάνω στο οποίο θα οικοδομηθεί μια παράσταση, αλλά όπως δεν μπορεί να υπάρξει οικοδόμημα χωρίς θεμέλια, έτσι δεν μπορούν να υπάρχουν και θεμέλια αχρείαστα στο κενό χωρίς λόγο ύπαρξης… Διότι όταν ο συγγραφέας γράφει θεατρικό έργο, αυτονόητα δεν το προορίζει για τις σελίδες ενός βιβλίου αλλά για τη σκηνή κι αυτό θα υλοποιηθεί μόνο με τη συμβολή του σκηνοθέτη που κατέχει τις συνθήκες δραματοποίησης, οι οποίες πιθανότατα απουσιάζουν από το γραπτό και πρέπει να εφευρεθούν από αυτόν, αντικαθιστώντας τη συγγραφική φαντασία με σκηνοθετική… άρα είναι λογικό στη σκηνική μεταφορά να έχει κυρίαρχο λόγο, σεβαστό από τον συγγραφέα, δεδομένου του κοινού στόχου της θεατρικής αποδοχής…
Τα προβλήματα ανακύπτουν όταν στην πορεία εντοπίζεται «ασυμφωνία χαρακτήρων» και ο… γάμος τινάζεται στον αέρα! Όπου είτε ο συγγραφέας παρεμβαίνει ανεξέλεγκτα σε χωράφια που αγνοεί εμποδίζοντας τη θεατρική πράξη, είτε αντιθέτως (και συνηθέστατα) διαπιστώνει ότι είναι αποκλεισμένος από κάθε δικαίωμα άποψης για τον χειρισμό του κειμένου του και το βλέπει να ξεφεύγει κατά πολύ από μια στοιχειώδη «δραματουργική επεξεργασία», φτάνοντας να αλλοιώνεται όχι μόνο η δομή ή ο χαρακτήρας, αλλά ακόμα και το πνεύμα ή ο στόχος του, καθώς πιθανότατα εμπιστεύτηκε λάθος άνθρωπο… Διότι ναι, είναι κατανοητό να δεχθεί τις αλλαγές που απαιτούν οι θεατρικές συνθήκες για τη σκηνική μεταφορά, αλλά όχι σε σημείο να προκύψει τελικά… άλλο έργο από αυτό που έγραψε! Με διαφορετικό νόημα, αγνώριστους χαρακτήρες, άλλη πλοκή, άλλη εστίαση, άλλη φόρμα κλπ. βάζοντας την υπογραφή του σε κάτι ξένο που πλέον δεν εκπροσωπεί αυτόν αλλά τον σκηνοθέτη (και) συγγραφικά!

Προφανώς ο συγγραφέας θα δεχθεί τις αλλαγές που απαιτούν οι θεατρικές συνθήκες για τη σκηνική μεταφορά, αλλά όχι σε σημείο να προκύψει τελικά … άλλο έργο από αυτό που έγραψε!
Ο οποίος σκηνοθέτης είναι μοιραίο να ασκεί εξουσία στους συντελεστές μιας παράστασης ως φέρων κατεξοχήν την ευθύνη της, αλλά προφανώς μέχρις ενός ορίου ώστε η ηγεσία- εξουσία του να μην καθίσταται φασιστική, προσβλητική, ισοπεδωτική κλπ. έναντι οποιουδήποτε συνεργάτη… είτε είναι ηθοποιός ή σκηνογράφος ή ενδυματολόγος ή φωτιστής ή ηχολήπτης ή πρωτίστως ο συγγραφέας που του παρέχει το βασικό, πρωταρχικό υλικό για να δημιουργήσει και χωρίς αυτό ο ίδιος δεν έχει καν λόγο ύπαρξης για την άσκηση του επαγγέλματός του…Συγγραφέας μπορεί να υπάρξει χωρίς σκηνοθέτη, αλλά σκηνοθέτης χωρίς συγγραφέα αδύνατο, εκτός αν περιοριστεί σε βουβές περφόρμανς άνευ κειμένου… Οπότε όσο αξιοσέβαστος δημιουργός είναι ο σκηνοθέτης, άλλο τόσο είναι αυτονόητα ο συγγραφέας και μάλιστα της «πρωτογενούς παραγωγής», άρα ιδιαίτερα καθοριστικός και κρίσιμος κι άρα διπλά άξιος σεβασμού, καθώς χωρίς πρώτη ύλη πώς είναι δυνατόν να παραχθεί προϊόν;;Κι αν αλλοιώσεις την (όποια) πρώτη ύλη σε βαθμό «μη αναγνωρισιμότητας», πώς περιμένεις αξιόπιστο (τουλάχιστον) προϊόν;;
Βεβαίως υπάρχει και η περίπτωση συγγραφέων με τυφλή εμπιστοσύνη άνευ όρων σε σκηνοθέτες που θαυμάζουν, παραχωρώντας το πνευματικό τους δημιούργημα με το σχόλιο «πάρτο και κάντο ό,τι θέλεις!» και το εννοούν απόλυτα… Ή η περίπτωση συγγραφέων κλασικών ή μη που έχουν αποδημήσει κι εκεί ο υπερφίαλος σκηνοθέτης θεωρεί ότι μπορεί να τους… αλλάξει τα φώτα χωρίς καμιά πρακτική συνέπεια… Ή η ιδανική περίπτωση του «δύο σε ένα», όπου οι δύο ιδιότητες ταυτίζονται και το ίδιο πρόσωπο που γράφει το έργο ταυτόχρονα το σκηνοθετεί, παρεμβαίνοντας όσο επιθυμεί αποκλειστικά στον… εαυτό του και οι όποιες πιθανές ρήξεις αφορούν σε προσωπική διαδικασία, αντιμετωπίζοντας τον καθρέφτη του…

Η λέξη- κλειδί βρίσκεται στην έννοια της εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο κορυφαίων συντελεστών, υπαγορεύοντας αυτονόητα σεβασμό στο έργο κάθε δημιουργού…
Όταν όμως πρόκειται για δύο διαφορετικούς δημιουργούς που συμβάλλουν εξίσου στο αποτέλεσμα με άρρηκτη σχέση, ο αμοιβαίος σεβασμός και δη σε πολιτιστική παραγωγή, θα έπρεπε να θεωρείται αδιαμφισβήτητη προϋπόθεση και τα όρια καθενός να τίθενται ως απαράβατες κόκκινες γραμμές του τύπου «μέχρι εδώ σου επιτρέπω να παρέμβεις σκηνοθέτη ή συγγραφέα και πέραν αυτού ΔΕΝ συναινώ, διαφορετικά σημαίνει ότι ο ίδιος ΔΕΝ σέβομαι τον εαυτό μου και το έργο μου»…Τόσο απλά εν τέλει τα περίπλοκα…