Είδε και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα.
.
Προσερχόμενος στο θέατρο, αριστερά στο Αριστοτέλειον έπαιζε Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι από ιδιωτικό αθηναϊκό θίασο και αριστερά στο Βασιλικό, Καπουτζίδη από το ΚΘΒΕ… Το πρώτο ήταν, «Το όνειρο ενός γελοίου» και το άλλο «Όποιος Θέλει να χωρίσει να σηκώσει το χέρι του…»… Όσο κι αν ακουγόταν οξύμωρο έτσι είχαν τα πράγματα το βράδυ της περασμένης Τετάρτης όπου μια τεράστια ουρά περίμεναν καρτερικά να ταχτοποιηθούν στις θέσεις τους φαντάζομαι …αδημονώντας να δουν το πόνημα του σελέμπριτι ηθοποιού, συγγραφέα και σκηνοθέτη. Τουλάχιστον για μας, δεν άργησαν να επιβεβαιωθούν όλες μα όλες οι ανησυχίες καθώς στα πρώτα 15 λεπτά… μας είχαν ζώσει τα φίδια από το θεατρικό έκτρωμα που έπαιρνε σάρκα και οστά στην δεύτερη κρατική σκηνή…

Όπου… μια αφελής 4Οάρα τύφλα στο μεθύσι και σκασμένη από τα «κερατιάτικα» του άνδρα της (σα να λέμε ο κόσμος το΄χει τούμπανο κι αυτή κρυφό καμάρι…) βρίσκει απάγκιο δύο τα ξημερώματα στη λεσβία κολλητή της ενώ επίκειται γάμος μιας άλλης φίλης που δεν θα αργήσει να’ ρθει καθώς αυτό το βράδυ το σικάτο διαμέρισμα θα μεταμορφωθεί σε κέντρο διερχομένων. Έτσι, με πολλά κεσάτια θα ξεμυτίσει ο γκέι συγκάτοικος από τη Νέα Υόρκη (πολύ sic) που τα βρήκε μπαστούνια με τον δικό του αλλά δεν χολοσκά, το Tinder να΄ναι καλά, και όλως τυχαίως και η νύφη που μια μέρα πριν τον γάμο ταλανίζεται αν θα πάει στην εκκλησία χωρίς ωστόσο να έχει ιδιαίτερες ενοχές που τα «φορά» στο μέλλοντα σύζυγο από παλιά αγάπη. Φυσικά και δαύτος, κάποια ώρα κάποια στιγμή, το ξημέρωμα δηλαδή… θα την αναζητήσει γιατί κάποιος, κάτι του σφύριξε κι έρχεται να ρωτήσει…
Σαφώς δεν θα μπορούσε να λείψει και ο γκόμενος της νύφης ο οποίος Λονδίνο – Θεσσαλονίκη ένα τσιγάρο δρόμος, διεκδικεί με άγριες διαθέσεις τον παλιό του έρωτα, αλλά και μια μάνα που το παίζει στη συνέχεια «κουράγιο» καθώς (τι πρωτότυπο) μαθαίνει ξάφνου (το πως άγνωστο) μεγάλωσε μια κόρη που της βγήκε λεσβία και είναι η μέρα και στιγμή τα τραύματα που δεν επουλώθηκαν τότε να λυθούν ενώπιων όλων. Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά τα τραγελαφικά ως κερασάκι στην τούρτα το σπίτι πλημμυρίζει για να καταφτάσει ένας μάτσο υδραυλικός που θα ξεβουλώσει τρύπες και θα ανακαλύψει τον έρωτα της ζωής του… για να ζήσουν στην βραζιλιάνικη σαπουνόπερα όλοι καλά και εμείς, όπου φύγει φύγει…

Το πόνημα, για τον ίδιο μια «ευρωπαϊκή κωμωδία» που μιλά για τις ανθρώπινες σχέσεις και …αναδεικνύει …προβληματισμούς και …κοινωνικά ζητήματα, όπως για παράδειγμα ένας πασπαρτού Άδωνις Γεωργιάδης να σουλατσάρει ως ανέκδοτο, ή πώς να γίνω ινφλουένσερ για να τα κονομάω, ή πώς εύκολα βρίσκω γκόμενο στα σόσιαλ αλλά και τι πλάκα έχει η ανταλλαγή dickpik, εντέλει καθόλου δεν διαφέρει από άλλες σαχλαμάρες που κυριολεκτικά με το περιεχόμενό τους ντροπιάζουν το θέατρο και γράφτηκαν από Έλληνες που πέρα από σελέμπριτι «καλλιτέχνες» έχουν το θράσος να λέγονται και θεατρικοί συγγραφείς.
Ξεχνά κανείς που μια φορά και ένα καιρό σαλτάραμε βλέποντας στο θέατρο Κήπου το …τσίρκο της Δήμητρας Παπαδοπούλου στο «Ο Παππούς έχει πίεση», κανά δυο φορές με έργα του Θοδωρή Αθερίδη επιζητώντας πότε να΄ρθει το διάλειμμα για φυγή, ή κάποια του Απόστολου Ρήγα που με τα τσιριχτά τους μας τρυπούσαν τ’ αυτιά, με αλησμόνητο του είδους «Οι Φόνισσες της Παπαδιαμάντη»… Να θυμηθούμε κι άλλα; Ένα τρισάθλιο που τιτλοφορούνταν «Ένα εξοχικό… παρακαλώ», ή το «Γαμπροί για πούλημα» των Ρέππα – Παπαθανασίου στο Ράδιο Σίτυ… καλά του Μουτσινά δεν βλεπόντουσαν, όπως και ένα καλοκαιρινό βράδυ με Μάλφα – Σκιαδαρέση στην… «Άγρια Δύση»…

Μακρύς και φιρμάτος ο κατάλογος με κοινό γνώρισμα σε όλα αυτά το εξεζητημένο των χαρακτήρων, το στόρι που τα χει όλα και συμφέρει, υπερβολή στις αντιδράσεις, βροχή από φαιδρές συμπτώσεις, πάντα ένα ενοχικό δίκαιο και για το τέλος ένα εύκολο χάπι εντ με θεαματικό πάντα τρόπο για να πέσει χοντρό χειροκρότημα. Όμως ένα είναι το ζητούμενο, τα ταμεία, με την μαρκίζα κεντρικών θεάτρων να στολίζουν φωτογενή τηλεοπτικά –κυρίως- πρόσωπα ως κράχτες και να΄ναι αυτά η πρώτη επιλογή των ταλαίπωρων (;) θεατών που θέλουν ένα βράδυ να πάνε θέατρο.

Σε αυτού του τύπου τις ευτελείς θεατρικές παραστάσεις κορυφαία θέση έχει πια και το «Όποιος θέλει να χωρίσει να σηκώσει το χέρι του» του προβεβλημένου μέσω τηλεοπτικών και όχι μόνο εμφανίσεων, Γιώργου Καπουτζίδη. Που με όλα τα εμπορικά κλισέ, με ανούσιες κραυγές και φλυαρίες, μπόλικο μελό, βαρετές επαναλήψεις, προκαλώντας άλλοτε εκνευρισμό κι άλλοτε νύστα, θέλησε να εισχωρήσει και στο θέατρο γράφοντας μια μπαρούφα την οποία πρωτο-παρουσίασε πριν τρία χρόνια στην Αθήνα, όπου ποτέ δεν έπαιξε (σπανίζει άλλωστε και ως άλλος Παπακαλιάτης…αυτό κάτι σημαίνει), αλλά το σκηνοθέτησε όπως και εδώ. Και παρότι έφαγε την αθηναϊκή του κρυάδα με δεκάδες κακές εντυπώσεις που εξέφραζαν μέσω κοινωνικών δικτύων θεατές, άλλο τόσο και από το αναμεταξύ τους σινάφι, μυαλό τελικά δεν έβαλε και ούτε καν προσπάθησε να μπαλώσει τις κακοτεχνίες, από ένα συνεχές άτεχνο και φλύαρο μπες βγες, στάσου κάγκελο όταν μιλάνε άλλοι, περίμενε σαν αγγούρι να΄ρθει η σειρά σου, κοίτα σαν χάνος το ταβάνι… καθώς το στοιχείο της βαρεμάρας από τα πρώτα κιόλας λεπτά, εκφράζει το προφανές: πως πέρα από φρικτός θεατρικός συγγραφέας είναι και ένας κακός σκηνοθέτης, τελεία.
Μεγάλη εντύπωση πάντως μου προκαλεί η περίπτωση Γιάννης Παρασκευόπουλος. Πως δηλαδή ο δημιουργός των αλησμόνητων «Νέων Μορφών», των σπουδαίων πρωτοποριακών παραστάσεων, των συνδέσεων με Φεστιβάλ του εξωτερικού, της σχεδόν αριστουργηματικής «Οικογενειακής γιορτής», ένας καλλιεργημένος και σοβαρός δημιουργός, να υπογράφει ως βοηθός σκηνοθέτη. Δυο τινά: ή οι όποιες προτάσεις του δεν ακούμπησαν τον φιρμάτο, ή αντιλαμβανόμενος το αίσχος συμπορεύτηκε μαζί του γιατί τίποτα δεν σωζόταν. Ένας επιπλέον πιθανός λόγος να τον επέβαλε ο Πελτέκης γνωρίζοντας την ανικανότητα του πρώτου για να κρατήσει τα προσχήματα… Όπως και να’ χει παραμένει μυστήριο η συμμετοχή του.

Και περνώντας στις …ερμηνείες έρχονται τα εγκεφαλικά… Ειλικρινά, χρόνια είχα να δω τόσο μα τόσο μαζεμένες φρικτές ερμηνείες που η τελευταία ερασιτεχνική ομάδα μπροστά τους θα διεκδικούσε Οσκαρ. Λες και μάζεψαν όλους τους ατάλαντους του Κρατικού (η αλήθεια είναι πως έχει μπόλικους εκεί μέσα και τζάμπα τους πληρώνουμε) να’ ρθουν να αποτελειώσουν ένα θεατρικό σκουπίδι. Κάποιοι ελαφρώς διασώζονται αλλά με τέτοιο κείμενο και με τέτοια σκηνοθεσία ήταν σα να’ πεσε κατάρα στα κεφάλια τους και όση προσπάθεια κι αν κατέβαλλαν τους κατάπιε το …αριστούργημα του Καπουτζίδη. Η Χρύσα Τουμανίδου με τις υπερβολές του πιοτού και την γενικότερη τρέλα και μπρίο της, έχει μια ροή που προκαλεί εντάσεις, γέλιο και σχετική δράση άρα το προσπαθεί, άλλο τόσο και η σοβαρή της παρέας Ελευθερία Αγγελίτσα, αλλά υπόσταση του χαρακτήρα, η κρυφολεσβία που λέγαμε, θα φανεί από το πρώτο μισό και μετά και λόγω αβανταδόρικου ρόλου απλά επιβιώνει ο Γιάννης Τσεμπερλίδης ως υδραυλικός.

Από εκεί και πέρα άνοιξε η παιδική χαρά, κοπιάστε να τους δείτε…
Άψυχη και επιδερμική η νύφη Μαριάννα Πουρέγκα, παντελώς αδιάφορος και άχρωμος ο Νίκος Κουσούλης στον ρόλο του γκέι και κυριολεκτικά απαράδεκτοι, μα εντελώς ψεύτικοι Γιώργος Παπαδάκος και Γιάννης Γκρέζιος, που ειλικρινά σκεφτόμουν ότι ο τελευταίος θεατής να ανέβαινε στη σκηνή καλύτερα θα έπαιζε, πιστέψτε με. Είναι θλιβερό έως εξοργιστικό να συναντάς και μάλιστα σε κρατική σκηνή τόσο αδιανόητο ερασιτεχνισμό, όταν σε καθαυτού ερασιτεχνικές ομάδες έχουμε δει αστεράκια, κι είναι μοιραίο να αναρωτιέσαι αρχικά με ποια κριτήρια τους επέλεξαν και δευτερευόντως γιατί τους άφησαν χωρίς καθοδήγηση στο έλεος της αταλαντοσύνης τους να κοιτούν αμήχανα το ταβάνι… Μέγα μυστήριο το (ευφυές) μυαλό του σκηνοθέτη κι άντε να βρεις εξηγήσεις..

Όσο για την πρώην κυρία της Πειραματικής Σκηνής Έφη Σταμούλη, στον μικρό και αδιάφορο ρόλο που της ανατέθηκε περιφέρονταν άναρχα και άχαρα με μπλαζέ ύφος, διδακτισμό, μια ακατανόητη υπεροψία άνευ λόγου και αιτίας και αρκετό εκνευρισμό στον τόνο της φωνής. Σαφώς και καταγράφεται στα πρακτικά ως η χειρότερη εμφάνιση της καριέρας της σ’ ένα έργο του συρμού και αυτή της η επιλογή αναρωτιέμαι πόσο περήφανη την κάνει. Της χρεώνουμε έναν ακόμα λόγο, πως σε ένα ρηχό τιποτένιο κείμενο οι αθηναίες επώνυμες πρωταγωνίστριες που έχουν φάει με το κουτάλι το σανίδι για να επιβληθούν και να διασωθούν από την πανωλεθρία πασάρουν μανιέρα, προσωπικότητα, ομορφιά αν διαθέτουν και τσαγανό για να κερδίζουν το κοινό. Δεν το αντιλήφθηκε και διόλου προσπάθησε να το διαχειριστεί καθώς η αδυναμία, η ανικανότητα και η αδιαφορία της ήταν εμφανής και φυσικά καταστροφική, γιατί προφανώς πιστεύει πως συμμετέχει σε μοντέρνα παράσταση του Σαίξπηρ… Με δυο λόγια υπήρξε μια τραγική καρικατούρα που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ.

Αυτό λοιπόν το τερατούργημα είναι σε παραγωγή του Κρατικού θεάτρου Βορείου Ελλάδος και με τα λεφτά των Ελλήνων πολιτών παρουσιάζεται στην κεντρική σκηνή και όχι φερ’ ειπείν στο απέναντι ιδιωτικό θέατρο που λέγαμε στην αρχή από κάποιο αθηναϊκό θίασο επώνυμων πρωταγωνιστών. Να με συμπαθάτε φίλτατε Αστέριε Πελτέκη, διευθυντά του ΚΘΒΕ, όχι δεν εντάσσεται στο «Θέατρο με όλους, θέατρο για όλους», πώς να το κάνουμε… και δεν ανοίγουμε τις πόρτες μας σε οποιονδήποτε που μπορεί να τα φέρει, ενώ δεν δικαιολογείται η άγνοια όταν παρουσιάστηκε επί 2 έτη στην Αθήνα. Το ακόμη χειρότερο όταν αυτόν τον «οποιοδήποτε» τον παίρνουμε πακέτο… Δεν συνάδει με τους σκοπούς μιας κρατικής σκηνής που θέλει να πρεσβεύει τον πολιτισμό και σε καμία περίπτωση αυτό το σκουπίδι δεν προσφέρει καλλιτεχνική ποιότητα. Ούτε βεβαίως χάριν του ταμείου και στο βωμό του χρήματος θυσιάζονται τα πάντα όλα! Την ψηφίζω ως την χειρότερη παράσταση των 60 χρόνων του ΚΘΒΕ.

Εν ολίγοις (=) Πολιτισμικό σοκ στον «βαθύ πυρήνα» του ΚΘΒΕ από το άθλιο Καπουτζιδέικο πόνημα με παντελώς ερασιτεχνικές αποδόσεις, τόσο που να απορείς για τα ..πτυχία τους! Όχι, αυτή η σάχλα ολκής δεν καταπίνεται και δεν γίνεται να έχει την υπογραφή της δεύτερης κρατικής σκηνής, παρά τα sold out…
Βαθμολογία:
ΜΗΔΕΝ στα 10
ΒΑΣΙΛΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ
«Οποιος θέλει να χωρίσει να σηκώσει το χέρι του» του Γιώργου Καπουτζίδη.
Κωμωδία

Ένας ανομολόγητος έρωτας που κρατάει είκοσι χρόνια. Ένας γάμος που διαλύεται από μία απιστία. Κι ένας άλλος που αναβάλλεται επ’ αόριστον, αλλά κανείς δεν τολμά να το πει στον γαμπρό. Ένας πρώην, ένας νυν, αναρίθμητα ραντεβού μέσω ίντερνετ κι ένα σπίτι που όσο περνά η ώρα… πλημμυρίζει. Κυριολεκτικά.
.
Σκηνοθεσία: Γιώργος Καπουτζίδης.
Ερμηνεύουν: Ελευθερία Αγγελίτσα, Χρύσα Τουμανίδου, Μαριάννα Πουρέγκα, Νίκος Κουσούλης, Γιώργος Παπαδάκος, Γιάννης Γκρέζιος, Έφη Σταμούλη, Γιάννης Τσεμπερλίδης.
Ημερες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη 4/01: 18.00 & 21:00, Πέμπτη 5/01: 21:00, Παρασκευή 6/01: 21:00, Σάββατο 7/01: 18.00 & 21:00, Κυριακή 8/01: 19.00. Από 11/01.2023: Τετάρτη 18:00 & 21:00, Πέμπτη 21:00, Παρασκευή 21:00, Σάββατο 18:00 & 21:00, Κυριακή 19:00 (έως 5 Μαρτίου)