Ο δεύτερος μήνας του έτους κατά το Γρηγοριανό Hμερολόγιο είναι ο κουτσός Φεβρουάριος ή Φλεβάρης, ο Κουτσοφλέβαρος, με 28 ημέρες στα κοινά έτη και 29 στα δίσεκτα, κάθε τέσσερα χρόνια (χρονολογίες που διαιρούνται ακριβώς με το 4, όπως 2008, 2012, 2016 κ.ο.κ.).
«Κύριο χαρακτηριστικό των εορτών αυτών είναι η μεταμφίεση (μασκαράδες, καρναβάλια), το γλέντι, οι βωμολοχίες και τα σκώμματα, που σκοπό έχουν να ξυπνήσουν τις δυνάμεις της γονιμότητας. Αρχίζουν με το Τριώδιο, κορυφώνονται τις Αποκριές (την Κυριακή της Κρεοφάγου και, κυρίως, της Τυρινής) και τερματίζονται την Καθαρή Δευτέρα, με έξοδο στο ύπαιθρο, με φαγοπότι και “σαρακοστιανά” (λαγάνες, δηλαδή άζυμα, παστά ψάρια, ταραμά, τουρσιά, φρέσκα κρεμμυδάκια και σκόρδα), με χορούς και χαρταετούς».
— Χριστόφορος Μηλιώνης
Δρόμος της Πάτρας στολισμένος κατά τη διάρκεια του Πατρινού καρναβαλιού
Πατρινό καρναβάλι: Οι μικροί εν δράσει
Η αρχή του Τριωδίου αναγγελλόταν με πυροβολισμούς και με ταμπούρλα και γινόταν ιδιαίτερα αισθητή την Τσικνοπέμπτη. Όπως αναφέρει ο Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης,
«την Τσικνοπέμπτη, σφάζονται σε πολλά μέρη τα χοιρινά, κυρίως στη νότια Ελλάδα και σε ορισμένα νησιά. Το Σάββατο όμως της ίδιας εβδομάδας, καθώς και τα δύο επόμενα Σάββατα, της Τυρινής και εκείνο της πρώτης εβδομάδας της Σαρακοστής, των Αγίων Θεοδώρων, είναι αφιερωμένα στη μνήμη των πεθαμένων. Στα Ψυχοσάββατα αυτά φαίνεται ότι συνεχίζεται αρχαία συνήθεια, αν λάβουμε υπόψη ότι στα Ανθεστήρια, που τελούνταν στην αρχαία Αθήνα την ίδια περίπου εποχή που σήμερα είναι οι Αποκριές, η τρίτη ημέρα, οι Χύτροι, ήταν ημέρα των ψυχών, με προσφορές πανσπερμίας στους νεκρούς και σπονδές από νερό πάνω στους τάφους».
— Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης
Στα Ψυχοσάββατα οι ψυχές κάθονται επάνω στα δέντρα και τα βλαστάρια του αμπελιού, γι’ αυτό δεν κόβουν ως τότε βλαστάρια, μήπως πέσουν οι ψυχές που είναι καθισμένες επάνω σε αυτά και κλάψουν. Σύμφωνα με τον Γεώργιο Δημητροκάλλη, «τούτο το κάθισμα των ψυχών πάνω στα δέντρα έχει ρίζες προχριστιανικές, κι έχουμε παραστάσεις αρχαίες, κι ακόμα και χριστιανικές, κι ας μην το ‘χει στις διδαχές του ο χριστιανισμός. Αυτό γιατί αυτές οι δοξασίες είναι πανάρχαιες και οικουμενικές, αποκαλούν μάλιστα των φύλλων του δάσους το θρόισμα, ψυχοθρόισμα, μουρμούρισμα των ψυχών».
Τα έθιμα της Αποκριάς έχουν όμως πολλές προεκτάσεις πέρα από τον ανανεωτικό, γόνιμο και θρησκευτικό χαρακτήρα τους. Όμως αναφέρει ο Λευτέρης Αλεξάκης, «ιδιαίτερα η τελευταία μεγάλη Αποκριά (της Τυρινής) δίνει την ευκαιρία να αναζωογονηθούν και να ενισχυθούν οι οικογενειακοί και γενικότερα οι συγγενικοί δεσμοί, να εκφραστεί ο σεβασμός των νεοτέρων προς τους ηλικιωμένους, ιδιαίτερα των νυφάδων προς τα πεθερικά, να σμίξουν απομακρυσμένοι συγγενείς και να περάσουν ευχάριστα λίγο πριν από τη μεγάλη νηστεία της Σαρακοστής».
Αλλά και η επόμενη ημέρα, η Καθαρά Δευτέρα, παρ’ όλα τα νηστίσιμα φαγητά της, δεν είναι παρά «μία προέκταση της αποκριάτικης περιόδου, με κύρια στοιχεία την αθυροστομία, τα αλληλοπειράγματα, τα σκώμματα, τη σάτιρα, που σε κανέναν δεν προκαλούν ενόχληση, αλλά, αντίθετα, όλοι τα επιδιώκουν, για το καλό», όπως αναφέρει ο Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης. Κι έτσι με γέλιο και τραγούδια και το πέταγμα χαρταετών αποχαιρετούσαν την Αποκριά: «Επέρασε η Αποκριά με λύρες με παιχνίδια/ και μπήκε η Σαρακοστή μ’ ελιές και με κρομμύδια» και «Τ’ ακούτε τι παράγγειλε η Καθαρή Δευτέρα;/ Πεθαίν’ ο Κρέας, πέθανε, ψυχομαχάει ο Τύρος/ σηκώνει ο Πράσος την ουρά κι ο Κρέμμυδος τα γένεια/ Μπαλώστε τα σακούλια σας, τροχίστε τα λεπίδια/ στον τρανό τον πλάτανο να μάσουμε Στεκούλα».
Φωτογραφικό υλικό