Είδε η
και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
.
Στα πλαίσια του θεσμού «Ανοικτή σκηνή της πόλης 2023», παρακολουθήσαμε στο θέατρο Άνετοντην «Μηχανή Κάφκα», την νέα παραγωγή του Θεάτρου Πρόταση, σε σκηνοθεσία Στέλιου Βραχνή και διασκευή Κωνσταντίνου Αβράμη.
Η παράσταση είναι βασισμένη στην «Σωφρονιστική Αποικία» του Φραντς Κάφκα, ένα από τα γνωστότερα έργα του Τσέχου λογοτέχνη, που γράφτηκε τον Οκτώβριο του 1914. Ο συγγραφέας, σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση εκείνη την εποχή, μεταφέρει στο έργο του τις ανησυχίες και τους φόβους του μπροστά στην φρίκη του Α’ παγκοσμίου πολέμου και την διαρκώς αυξανόμενη και με μηχανικά μέσα πλέον ασκούμενη βία. Η διήγηση μας μεταφέρει σε μια γαλλική αποικία στον Νότιο Ειρηνικό, μια σωφρονιστική αποικία, όπου οι αποικιοκρατικές δυνάμεις εκτόπιζαν τους εγκληματίες και τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Ο ίδιος ο Κάφκα δεν είχε επισκεφτεί ποτέ ένα τέτοιο μέρος. Οι γνώσεις του προέρχονται από το έργο του νομικού Robert Heindl, ο οποίος στο βιβλίο του «Το ταξίδι μου στις σωφρονιστικές αποικίες (1912)», καταθέτει πολύτιμες μαρτυρίες για τα συστήματα απονομής δικαιοσύνης αλλά και τις συνθήκες διαβίωσης των εκεί κρατουμένων.

Η υπόθεση
Καταδικασμένος σε θάνατο, χωρίς να προηγηθεί δίκη, χωρίς να του έχει δοθεί η ευκαιρία να υπερασπίσει τον εαυτό του, χωρίς να γνωρίζει καλά – καλά το έγκλημα για το οποίο τιμωρείται, ένας άνθρωπος οδηγείται προς εκτέλεση. Μαζί του ένας αξιωματικός που παρουσιάζει «εκστασιασμένος» τον τρόπο λειτουργίας της μηχανής βασανιστηρίων που θα χρησιμοποιηθεί, προσπαθώντας να πείσει για την τελειότητα της όλης διαδικασίας. Πρόκειται για ένα πρωτότυπο μηχάνημα στο οποίο δένουν γυμνό τον κατάδικο από τα χέρια, τα πόδια και τον λαιμό, τον φιμώνουν για να μη φωνάξει ή να μην δαγκώσει την γλώσσα του και στη συνέχεια, για δώδεκα ώρες, εγγράφουν την ποινή του, πάνω στο σώμα του, με μεταλλικές ακίδες, μέχρι αυτός να ξεψυχήσει αργά και βασανιστικά. Η εκτέλεση, σκληρή και απάνθρωπη, συμπίπτει με την παρουσίαση της φονικής μηχανής σε δύο ευρωπαίες επισκέπτριες, μάρτυρες και κριτές του ανθρώπινου παραλογισμού…

Η «Σωφρονιστική αποικία» θεωρείται ένα από τα καλύτερα έργα του Κάφκα (+), για κάποιους ακόμη καλύτερο και από την φημισμένη «Μεταμόρφωση». Πρόκειται για ένα κατά βάση πολιτικό έργο,βίαιο και σκοτεινό που προκαλεί την σκέψη, εκβιάζει προβληματισμούς και ξεγυμνώνει βολεμένα συναισθήματα και κοιμισμένες συνειδήσεις. Η πλοκή εκτυλίσσεται σε ένα αγχώδες και εφιαλτικό περιβάλλον, που κυριαρχεί η βία και ο παραλογισμός. Άνθρωποι – γρανάζια ενός ολοκληρωτικού συστήματος, εκτελούν απάνθρωπες εντολές χωρίς δισταγμό και υπερασπίζονται την αρρωστημένη ιδέα τους για απονομή «δικαιοσύνης». Άλλοι, θεατές των φρικαλεοτήτων, παρακολουθούν από απόσταση ασφαλείας και μένουν απαθείς μπροστά στην ωμή βία, παρόλο που θεωρητικά την καταδικάζουν. Πρωταγωνιστής της υπόθεσης το «μηχάνημα» που, ως ψυχρός εκτελεστής, διαλύει κάθε ιδέα δικαιοσύνης και ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Ο συγγραφέας ξεκινά την ιστορία απότομα, αφήνοντας πολλά σημεία κενά και ανεξήγητα. Δίνει την εντύπωση ότι το μεγαλύτερο μέρος της υπόθεσης έχει ήδη ειπωθεί και παρουσιάζει μόνο το ζοφερό τέλος της, στο οποίο και επιλέγει να εστιάσει. Είναι ένα τέλος απαισιόδοξο, όπου ο άνθρωπος δεν νικά, αλλά μένει παγιδευμένος στο παράλογο σύστημα που τον καταπίνει. Πλήθος τα ερωτήματα που τίθενται, και βασανιστικά: Δικαιολογείται η θανατική ποινή; Ποιο σύστημα απονομής δικαιοσύνης θεωρείται δίκαιο; Ποια η ευθύνη όλων ημών που γνωρίζουμε αλλά παραμένουμε θεατές μπροστά στην αδικία;
Η δύναμη του κειμένου βρίσκεται στις συγκλονιστικές περιγραφές που σοκάρουν για την ωμότητα και την βιαιότητα τους αλλά και στην συνειδητοποίηση του πόσο οικείες έχουν πλέον γίνει τέτοιες σκηνές στον καθένα μας.
Ο νεαρός και πολυτάλαντος σκηνοθέτης Στέλιος Βραχνής επιλέγει να μεταφέρει επί σκηνής ένα έργο πρόκληση, προσεγγίζοντας το με σεβασμό και με μια οπτική νεωτεριστική και αρκετά πρωτότυπη. Καταρχάς, επιλέγει να «μοιράσει» την δράση του έργου ανάμεσα στην σκηνή όπου εκτυλίσσεται η εκτέλεση της θανατικής ποινής και στον εξώστη όπου τοποθετεί τις γυναικείες παρουσίες της παράστασης, μπροστά σε δύο μικρόφωνα, να παρατηρούν και να σχολιάζουν τα όσα συμβαίνουν. Στα ίδια σημεία τοποθετεί και τους θεατές, δηλαδή ένα μέρος τους περιμετρικά στην σκηνή και τους υπόλοιπους στον εξώστη, αφήνοντας άδεια την πλατεία. Μια τολμηρή επιλογή, που δημιούργησε αρχικά μια αναστάτωση, καθώς η είσοδος στην αίθουσα και στις θέσεις που τελικά θα καθόμασταν καθυστέρησε αρκετά.
Αυτό που πρέπει να αναγνωρίσουμε στον σκηνοθέτη είναι ότι, παρά τις αδυναμίες της προσέγγισης του που αναφέρονται στην συνέχεια, δημιουργεί επιτυχώς την αγχωτική ατμόσφαιρα που χαρακτηρίζει τα έργα του Κάφκα και αναπαριστά με ρεαλισμό τις σκηνές βασανισμού, μετατρέποντας όλον τον χώρο του θεάτρου σε μια αποικιακή φυλακή, όπου κυριαρχεί το παράλογο, η βία και μια διεστραμμένη ιδέα του τρόπου απόδοσής της δικαιοσύνης.
Το σκηνικό της παράστασης, δια χειρός του ίδιου του σκηνοθέτη, αν και αρκετό λιτό, προσέδωσε χαρακτήρα στην παράσταση. Η μαύρη κατά βάση, γυαλιστερή κάλυψη του δαπέδου, έδωσε έναν φουτουριστικό τόνο στην σκηνή, τοποθετώντας την δράση σε ένα απροσδιόριστο μελλοντικό χρόνο. Την εικόνα συμπλήρωναν ελάχιστα αντικείμενα που παρέπεμπαν στις βασανιστικές πρακτικές. Στην ίδια λογική κινήθηκαν και τα κοστούμια, μαύρες ολόσωμες φόρμες, σαφής αναφορά σε ένα στρατοκρατούμενο καθεστώς.
Η μουσική ένδυση της παράστασης από τον Άρη Παραπούρα, όπως και οι φωτισμοί του Σωτήρη Ρουμελιώτη κινήθηκαν σε ικανοποιητικά επίπεδα, εστιάζοντας στην δημιουργία μιας σκοτεινής και αγχωτικής ατμόσφαιρας.

Στα θετικά στοιχεία θα συμπεριλάβουμε και τις ερμηνείες των ηθοποιών.
Οι Πάνος Αναγνωστόπουλος, Στέφανος Zγούρι και Απόστολος Λινάρδος, οι τρεις ηθοποιοί στους ανδρικούς ρόλους επί σκηνής, υποδύθηκαν με ενθουσιασμό, ένταση και πάθος τους τρεις συμμετέχοντες στην εκτέλεση της θανατικής ποινής. Με δυνατές σωματικές ερμηνείες, αρκετά εκφραστικές, μετέφεραν ικανοποιητικά την δραματικότητα των στιγμών που αναπαριστούσαν, τον πόνο, την απόγνωση και τον παραλογισμό των όσων διαδραματίζονταν.
Οι Χαρά Σβάνου και Μαίρη Λιόλιου, που κατά το μεγαλύτερο μέρος της παράστασης βρίσκονταν στον εξώστη απαγγέλλοντας στατικά, μπροστά από τα μικρόφωνά τους, έναν καταιγισμό περιγραφών και σοκαριστικών αφηγήσεων, ήταν εξαιρετικές στις ερμηνείες τους. Με καθαρό λόγο, περισσή εκφραστικότητα, δυναμισμό και επιτηδευμένη αφέλεια, ενσάρκωσαν με παραστατικότητα και ερμηνευτική άνεση τις δύο επισκέπτριες που ενώ απορρίπτουν την βία και την εκμετάλλευση, αποκαλύπτουν σταδιακά το πόσο εθισμένες είναι σε αυτές, διατυπώνοντας απόψεις και σκέψεις που σοκάρουν.

Ως προς τις αδυναμίες (-) της σκηνοθεσίας θα πρέπει να αναφέρουμε τα εξής: Παρόλα τα θετικά στοιχεία που προαναφέρονται, το αποτέλεσμα δεν έχει την αναμενόμενη βαρύτητα, τον αναμενόμενο συναισθηματικό, κυρίως, αντίκτυπο στο κοινό. Αυτό οφείλεται σε έναν βαθμό στην προσπάθεια να διατηρηθεί αμείωτη η αγχωτική, βαριά ατμόσφαιρα του κειμένου σε όλη την διάρκεια της παράστασης, στερώντας τον θεατή όχι μόνο από μια ευκαιρία χαλάρωσης αλλά και κυρίως από την δυνατότητα εμπέδωσης της ουσίας του κειμένου. Επιπλέον, η κορύφωση της υπόθεσης έρχεται αρκετά νωρίς, με συνέπεια την απώλεια του ρυθμού μετά τα μισά της παράστασης και την αποδυνάμωση των αρχικών συναισθημάτων και εντυπώσεων. Ενώ η ωμή βία συγκλονίζει και τα πάθη και οι περιγραφές σοκάρουν, εντούτοιςο πόνος, η αδικία και η παράνοια της υπόθεσης δεν συντροφεύουν το κοινό κατά την αποχώρηση του μετά το τέλος της παράστασης, τουλάχιστον όχι στον βαθμό που θα περιμέναμε.
Επιπλέον η υπερπροσπάθεια να θιγούν όσο το δυνατόν περισσότερα θέματα, με αναφορές σε διάφορα γνωστά περιστατικά βίας, με καταιγισμούς ασύνδετων μεταξύ τους πληροφοριών, εικόνων και αφηγήσεων, πλήττει σημαντικά την δομή και την σαφήνεια του κειμένου.
Συμπερασματικά (=) παρά την πρωτοτυπία και τα επιμέρους δυνατά σημεία της, η επίγευση της συγκεκριμένης παράστασης δεν ήταν η αναμενόμενη. Αυτό που πήραμε μαζί μας φεύγοντας ήταν η βαριά, στενάχωρη ατμόσφαιρά της και όχι όλα όσα θα μπορούσε να προσφέρει η συνειδητοποίηση του βαθύτερου νοήματος του καφκικού έργου.
Βαθμολογία:
6,3/10
.
-Κ-
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν έως 14/05/2023 στην Θεσσαλονίκη, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 12α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2023