Διάβασε και σχολιάζει η Μαρία Διαμαντοπούλου.
Όταν ακούμε τη λέξη «χωριό», οι περισσότεροι σκεφτόμαστε κάτι θετικό. Παιδικά χρόνια για πολλούς, φύση, αθωότητα, άνθρωποι του μόχθου και της απλότητας, αλληλεγγύη και συγγένεια. Πολλοί αναπολούν το χωριό που έζησαν ως έναν χαμένο παράδεισο, χαμένοι οι ίδιοι σε ένα μικρό διαμέρισμα στην πόλη, λιωμένοι στις μυλόπετρες των υποχρεώσεων και της καθημερινότητας. Οι υπόλοιποι ,ακόμα και αν δεν έχουν ζήσει σε χωριό, αυτόματα το συνδέουν με κάτι θετικό, συλλογικό και γραφικό. Παραδόσεις που πρέπει να επιβιώσουν, οικογένεια και ενότητα, η χαρά του να ανήκεις κάπου και να έχεις ρίζες. Είναι, όμως, μόνο αυτά;
Η συλλογή διηγημάτων «Κόμπο στον κόμπο» της Δήμητρας Λουκά έρχεται να φωτίσει μια άλλη, ζοφερή πραγματικότητα. Να τη φωτίσει με προσοχή, ελάχιστα, για να μη δούμε όλη τη φρίκη. Να μη δούμε την τρομακτική πλευρά του χωριού, της μικρής, κλειστής κοινωνίας που κρύβει μυστικά, ντροπές και θανάτους.
,

.
Τα διηγήματα διαδραματίζονται στην ελληνική ύπαιθρο, κυρίως στην Ήπειρο, σε μια φύση άγρια, σε μια γη ποτισμένη με αίμα πολέμων και παθών, στα χρόνια του Εμφυλίου και αργότερα. Πρόκειται για ιστορίες που μας τις διηγούνται διάφορα πρόσωπα, παιδιά και ενήλικες, σε πρώτο πρόσωπο. Ιστορίες που σου παγώνουν το αίμα: σκληρότητα, βία, ανάγκη για επιβίωση που σκιάζει όλα τα άλλα. Με σκηνικό το χωριό, οι ήρωες εξομολογούνται τα ανείπωτα, δείχνοντάς μας μια ωμή, αμείλικτη πλευρά της επαρχίας. Η νύφη που γνωρίζει την απόλυτη κακοποίηση ,οι γονείς που σκοτώνουν το ίδιο τους το παιδί για τα χρήματα, η αιμομιξία, η μάνα που κρύβει το παράλυτο παιδί της ,φονιάδες για οικονομικούς ή λόγους τιμής, συναντούν τις ιστορίες για νεράιδες, στοιχειά και νεκραναστημένους …Όλα, όμως, είναι ρεαλιστικά και πιστευτά. Όλα θα μπορούσαν να έχουν συμβεί. Στο χωριό, τα όρια μεταξύ φυσικού και υπερφυσικού, ζωής και θανάτου είναι πιο δυσδιάκριτα και χαλαρά… Οι κόμποι λύνονται, όπως και οι γλώσσες που μας διηγούνται τα βάσανά τους. Πέρα, όμως, από αυτά, οι ήρωες γίνονται μικροί φιλόσοφοι, φέρνοντάς μας αντιμέτωπους με τις αλήθειες της ζωής. Μπορεί γράμματα να μην ξέρανε πολλά, αλλά γνώριζαν το δίκαιο και το άδικο, το καλό και το κακό.
Διαβάστε το : Οι σελίδες ρέουν καθώς οι ήρωες είναι χειμαρρώδεις στις διηγήσεις τους! Δεν υπάρχουν περιττές λεπτομέρειες, στολίδια και ωραιοποιήσεις. Ωμά και ρεαλιστικά, με τρόπο που θυμίζει Παπαδιαμάντη, χωρίς υποκριτική νοσταλγία, η συγγραφέας μας παρουσιάζει το χωριό στις πραγματικές του διαστάσεις, αλλά με τρόπο που δεν τρομάζει, που θυμίζει παραμύθι. Σκοτεινό μεν, αλλά αληθινό και δυνατό, με ήρωες ανθρώπους που επιβίωσαν από σκληρές δοκιμασίες, σε σκληρές εποχές. Σε κάποια σημεία, νομίζουμε ότι πρόκειται για αφηγήσεις από δημοτικά τραγούδια: τα ρευστά όρια πάνω και κάτω κόσμου ,η χρήση ντοπιολαλιάς, που δεν γίνεται ακαταλαβίστικη και κουραστική. Αντίθετα, μας προκαλεί να διαβάσουμε όλες τις ιστορίες μονοκοπανιά, νομίζοντας ότι οι ήρωες κάθονται απέναντί μας.
Μη το διαβάσετε : αν έχετε εξιδανικεύσει την ελληνική επαρχία, θέλετε να ξεχάσετε τις πληγές της Κατοχής και του Εμφυλίου και σας κουράζει ο ωμός ρεαλισμός. Εδώ, τα πράγματα λέγονται στα ίσια, με το όνομά τους, ακόμα και αν δεν αρέσουν ή δε συμφέρουν.
Βαθμολογία:
3,9/5
.
-Πληροφορίες για το βιβλίο θα βρείτε εδώ
.
Φωτογραφικό υλικό