Στη Σικελία των μέσων του αιώνα, δύο εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι συναντιούνται και αναπτύσσουν μια ιδιαίτερη σχέση. Η νεαρή Κοντσέττα Βιτάλε, ένα δεκαεπτάχρονο κορίτσι του ιταλικού νότου και ο Λούκα Ντε Ματέις, αστυνόμος και πολέμιος της Μαφίας, αναπτύσσουν μια σχέση πατέρα και κόρης, όταν η νεαρή Κοντσέττα προσλαμβάνεται ως καθαρίστρια στο αστυνομικό τμήμα. Ο Λούκα δένεται συναισθηματικά με τη νεαρή κοπέλα και θυμάται τη δική του ρημαγμένη οικογένεια, ενώ η Κοντσέττα εισπράττει από το Λούκα την προσοχή και την καθοδήγηση που της λείπει από τη δική της. Ο ιταλικός νότος είναι δύσκολο μέρος για να ζεις, κυρίως αν είσαι γυναίκα : ακραίες πατριαρχικές αντιλήψεις, προσκόλληση σε απαρχαιωμένες απόψεις, θρησκοληψία, αμορφωσιά.

Η Κοντσέττα δε δέχεται να ζήσει έτσι και κάνει μια απέλπιδα προσπάθεια να αποφύγει τη μοίρα των γυναικών στα μέρη της. Η ζωή, όμως, έχει άλλα σχέδια. Η δολοφονία του Λούκα θα αλλάξει τα πάντα. Μέσα από παράλληλη αφήγηση, ο Λούκα και η Κοντσέττα απλώνουν τις ζωές τους μπροστά μας : το παρελθόν και το παρόν τους, ζοφερά , κλειστοφοβικά, αλλά και με στιγμές τρυφερότητας, φτιάχνοντας έναν ιδιαίτερο πίνακα της Σικελίας. Ο Λούκα, πάλι, ξεφεύγει από το στερεότυπο του σκληρού αστυνομικού, έχοντας ιδιαίτερες ευαισθησίες (αγαπά τη μουσική και τα πουλιά) και αποφασίζοντας να βοηθήσει την Κοντσέττα να ξεφύγει από τη μοίρα της. Καταγράφει τις σκέψεις του, τις μοιράζεται μαζί μας , αποκαλύπτοντας μας μία ιδιαίτερα συμπαθητική περσόνα, πολύ μακριά από την εικόνα και το χαρακτήρα του “μπάτσου”.

Τι μου άρεσε: σπάνια αισθάνομαι τόση συμπάθεια για ήρωες βιβλίου. Ο Λούκα και η Κοντσέττα σκιαγραφούνται με πολλή φροντίδα, επιμέλεια και τρυφερότητα, παρουσιάζοντάς μας τα μύχια της σκέψης και των συναισθημάτων τους. Κανείς τους δεν το παίζει υπερήρωας, ομολογούν τις ανασφάλειες, τα λάθη, τις αποτυχίες τους, με μία συγκινητική αθωότητα. Τόσο ο σκληρός αστυνομικός, όσο και η ανήλικη κοπελίτσα καθρεφτίζουν τη σικελική ψυχή: θάρρος, σκληρότητα , αλλά και αντοχή, ευαισθησία και ανυπότακτο, ελεύθερο πνεύμα. Ακόμα και αν αυτό τους φέρει στο γκρεμό. Μέσα από τις διηγήσεις τους, χτίζεται ολοζώντανα ένα ιδιαίτερο σκηνικό ανθρώπων και τόπων, τόσο πειστικό, ώστε δυσκολεύεσαι να πιστέψεις ότι δεν έχει γραφτεί από άτομο ιταλικής καταγωγής! Διαβάζοντας το βιβλίο, γίνεσαι μέρος του σκληροτράχηλου σκηνικού του ιταλικού νότου, που αποδίδεται τόσο αριστοτεχνικά από μια ελληνική πένα!

Όσον αφορά το αόρατο χέρι της ιταλικής Μαφίας, είναι παρόν, αλλά δεν αποτελεί βασικό άξονα της ιστορίας. Δεν πρόκειται να διαβάσετε “άλλη μια ιστορία για τη Μαφία”.Υποβόσκει,βέβαια, στο παρασκήνιο, δίνοντας το απαραίτητο χρώμα στην αφήγηση και κινώντας τη μοίρα του Λούκα (δολοφονείται από τη Μαφία),αλλά και της Κοντσέττα, που βιάζεται από ένα μέλος της.
Τι δε μου άρεσε: η τεχνική της παράλληλης αφήγησης γίνεται κάπως κουραστική, ωστόσο σώζεται από τη μικρή έκταση του βιβλίου. Θα ήθελα, επίσης, ένα διαφορετικό, πιο αισιόδοξο τέλος, αν και η συγγραφέας βαδίζει πιστά στα χνάρια του ρεαλισμού…
.

.
Βαθμολογία:
3,5/5