Η ποιητική αύρα στο «Πατησίων & Στουρνάρα γωνία» και τα σημεία των καιρών… Eίδαμε & Σχολιάζουμε
Η πρώτη μεγάλη έκπληξη της βραδιάς ήταν το αδιαχώρητο στο θέατρο Μ. Μερκούρη, όπου μεταφέρθηκαν στην αίθουσα όσες καρέκλες υπήρχαν διαθέσιμες, σε σημείο να μη πέφτει καρφίτσα και να γίνεται το σώσε! Τρίβαμε τα μάτια… Δεύτερη έκπληξη- αυτή τη φορά με διπλή ανάγνωση, η εξέλιξη της παράστασης που ουδόλως θα χαρακτηρίζαμε θεατρική, ωστόσο έξοχα ποιητική δεμένη με άφθονη μουσική… Μιλάμε για την περφόρμανς «Πατησίων και Στουρνάρα γωνία» σε κείμενα και σκηνοθεσία Θοδωρή Γκόνη, όπου το μεγαλύτερο μέρος καλύφθηκε από τις μουσικές συνθέσεις του Γιώργου Ανδρέου. Και οι εκπλήξεις δεν σταματούν εδώ, ακολούθησε και άλλη προς το μέσον της παράστασης, που θα δούμε στη συνέχεια…
Η ποιοτική/ ποιητική παράσταση (+) που παρακολουθήσαμε θα μπορούσε ίσως να αποδοθεί συνοπτικά ως «λογοτεχνικό αναλόγιο» με έντονη παρουσία ζωντανής μουσικής. Πιο περιγραφικά, το λεκτικό κομμάτι καλύφθηκε από οκτώ μονολόγους με απλή μορφή αφήγησης ή ανάγνωσης, όπου στο πρώτο μέρος – τιτλοδοτημένο ως «Καρόλου Ντηλ & Τσιμισκή» – ήταν αφιερωμένοι σε χαρακτηριστικές γυναικείες μορφές- ιστορικές ή λογοτεχνικές- σαν τη «Δούκισσα της Πλακεντίας», τη «Ζωή την Πορφυρογέννητη», την «Σαραντανού» κλπ., ενώ στο (άτυπο) δεύτερο, οι αφηγήσεις επεκτάθηκαν σε ευρύτερο, βαθιά στοχαστικό πεδίο… Όπου η καταξιωμένη πέννα του Θ. Γκόνη και τούτη τη φορά, «ζωγράφισε» υπέροχα κείμενα, με τον έξοχα ποιητικό και λυρικό του λόγο, ικανό να αγγίζει βαθιά, να συγκινεί και να ευφραίνει, να ερεθίζει το νου, να ταξιδεύει, προσφέροντας μικρά λεκτικά διαμάντια. Και προβάλλοντας μέσα από κομμάτια ιστορικών βιογραφιών, εκείνες τις «ρωγμές» που αναδεικνύουν το ανθρώπινο και ευάλωτο πρόσωπο της ηρωίδας, τις μικρές και μεγάλες στιγμές της, με μια διάθεση «απόδοσης δικαιοσύνης».
Τους 4 εκ των 8 μονολόγων απέδωσε η εκπληκτική Ελένη Κοκκίδου, που ό,τι κι αν πούμε για το περίσσιο ταλέντο της συγκεκριμένης ηθοποιού θα είναι λίγο και οφείλουμε εδώ να ευχαριστήσουμε την τηλεόραση που την έκανε πρόσφατα γνωστή στο ευρύ κοινό. Εν προκειμένω, χωρίς την παραμικρή σκηνοθεσία, χωρίς καν να κινηθεί, με μόνα εργαλεία την εκφορά του λόγου και τα χέρια, κατάφερε μέσα από τις γεμάτες συναίσθημα αφηγήσεις της, να χρωματίσει τόσο ζωντανά και παραστατικά τον λόγο, που έμοιαζε θαρρείς ολοκληρωμένος ρόλος, χωρίς να του λείπει τίποτα! Χάρισμα το λένε και μάλιστα από τα σπάνια… Από το οποίο πολλά μπορεί να διδαχθεί δίπλα της η νεαρή ηθοποιός (στη θέση της Μυρτώς Γκόνη αλλά δυστυχώς το όνομά της δεν αναφέρεται) που αφηγήθηκε επιτυχημένα δύο μονολόγους, καθώς έχει όλα τα προσόντα να εξελιχθεί σε καλή επαγγελματία. Τέλος, δυο μικρότερες, ολιγόλεπτες και λιτότατες παρεμβάσεις έκανε ο ίδιος ο Θ. Γκόνης, χωρίς να φιλοδοξεί βέβαια σε υποκριτικές επιδόσεις.
Στο σύνολο κυριάρχησαν η μουσική και τα τραγούδια του Γιώργου Ανδρέου, με το τον ίδιο στο πιάνο και συνοδεία τσέλου από τον Μιχάλη Πορφύρη. Στο πρώτο μισό της παράστασης, ήταν ισοδύναμα μοιρασμένα τα αφηγηματικά και μουσικά μέρη εναλλάξ, ενώ στο υπόλοιπο μισό οι αφηγήσεις περιορίστηκαν και οι μουσικές ερμηνείες ανέλαβαν τον πρώτο ρόλο. Πρόκειται για πρωτότυπες και «ανέκδοτες» επίσημα συνθέσεις που συνοδεύουν αποκλειστικά την παράσταση, με το ιδιαίτερο ύφος του συνθέτη, άλλοτε λυρικό και μελαγχολικό, άλλοτε ρυθμικό κι απρόβλεπτο, όπου μεταξύ τους ξεχωρίσαμε κάποια δυνατά κομμάτια – με τη σφραγίδα των υπέροχων στίχων του Θ. Γκόνη- ερμηνευμένα αριστοτεχνικά από δύο σπουδαίες φωνές μεγάλων δυνατοτήτων. Της Γιώτας Νέγκα και της Κορίνας Λεγάκη, που έδωσαν ένα έξοχο ρεσιτάλ ερμηνείας σε απαιτητικά και δύσκολα στην εκτέλεση τραγούδια, προκαλώντας θαυμασμό για την απίστευτη ακρίβεια στην απόδοση, αλλά ταυτόχρονα και ανατριχίλα για το συναίσθημα που απέπνεαν η τόσο μεστή, βαθιά και ζεστή φωνή της Γ. Νέγκα, όσο και η λαμπερή σαν κρύσταλλο της Κ. Λεγάκη.
Σε επίπεδο σκηνοθεσίας του Θ. Γκόνη, ομολογούμε ότι μας έλειψε παντελώς (–) η θεατρικότητα, καθότι το όλο στήσιμο στηρίχθηκε στην απόλυτη λιτότητα, προκειμένου να αναδειχθούν προφανώς χωρίς περισπασμούς η μουσική και ο λόγος στα πρότυπα ενός «αναλογίου» και μέσα σε μια «ποιητική» ατμόσφαιρα. Στην οποία συνέβαλε σημαντικά το εύστοχο εύρημα των σκιών πίσω από ένα πανώ που κάλυπτε το βάθος της σκηνής και έπαιρναν θέση οι δύο ηθοποιοί και δύο ερμηνεύτριες, περνώντας διαδοχικά από τη σκιά του παρασκηνίου, στο φως του προσκήνιου, όπως συνέβαλαν και οι επιτυχημένοι φωτισμοί με τις διακυμάνσεις τους. Ωστόσο η πλήρης στατικότητα, η τόσο τυπική «είσοδος – έξοδος», η παντελής απουσία δραματοποίησης, το μονότονα επαναλαμβανόμενο μοτίβο «αφήγηση – τραγούδι», δεν μπορούν να δικαιολογήσουν για μια παράσταση το δεύτερο συνθετικό του όρου «μουσικοθεατρική», όπως δηλώνεται.
Και πιθανότατα σε αυτή την «παρεξήγηση» οφείλεται η… τρίτη έκπληξη της βραδιάς. Διότι αρκετοί θεατές, που επιπλέον δεν έλαβαν γνώση ή δεν διάβασαν ίσως προσεκτικά το δελτίο τύπου, περίμεναν μια κλασική παράσταση παρόμοιου ύφους, με συνέπεια να απογοητευτούν και κάπου στα μισά να αρχίσουν ομαδικές αποχωρήσεις, σηκώνοντας ολόκληρες σειρές για να φύγουν και δημιουργώντας αναστάτωση εν ώρα παράστασης – διάρκειας μιάμισης ώρας. Πολύ δε περισσότερο οι ώριμες ηλικίες – σημαντικό κομμάτι του κοινού- που πιθανότατα προσήλθαν περιχαρείς να δουν την αγαπημένη «Βουλίτσα» της «Μουρμούρας» σε κάτι πάνω – κάτω αντίστοιχο και μάλλον εκεί αποδίδουμε και την απρόσμενη κοσμοσυρροή, Η δύναμη της τηλεόρασης και μάλιστα μετά από μια μεγάλη επιτυχία, όπως και να το κάνουμε, είναι καταλυτική κι άντε να ξεκολλήσεις το μυαλό κάποιων από στερεότυπα…
Προφανώς κατανοείς το δικαίωμα για αποχώρηση του δυσαρεστημένου θεατή, κατανοείς ακόμα και τις αυθόρμητες αρνητικές αντιδράσεις του, ωστόσο είναι λυπηρό να συμβαίνει την ώρα που ο καλλιτέχνης καταθέτει αυθεντική τέχνη και ψυχή και ασεβές για τον συν – θεατή που δεν συμμερίζεται τα ίδια αισθήματα και παρακολουθεί προσηλωμένος. Είναι σοβαρή έλλειψη, όχι μόνο θεατρικής, αλλά γενικότερης αγωγής, για να το πω κομψά και δεν επεκτείνομαι σε γραφικές λεπτομέρειες. Απλά θλίβεσαι για κάποιους που αντιμετωπίζουν το θέατρο με τόσο αγοραίο τρόπο, λες και βρίσκονται χαλαρά στη λαϊκή…
Καταλήγοντας(=) δεν επιθυμούμε να αξιολογήσουμε βαθμολογικά το εγχείρημα συγκρίνοντάς το με κλασικές θεατρικές ή μουσικοθεατρικές παραστάσεις, θα το αδικήσουμε και δεν του αξίζει. Κι αυτό γιατί πρόκειται για κάτι διαφορετικό με ποιητική αύρα και αυθεντική καλλιτεχνική αξία που απευθύνεται σε αυτούς που μπορούν να την εκτιμήσουν…
Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση της Δευτέρας 20/2 ΕΔΩ
#Κουλτουρόσουπα #kulturosupa #Θεατρομανία #Είδαμε και σχολιάζουμε #ΠίτσαΣτασινοπούλου #ΔημοτικόΘέατροΚαλαμαριάς #ΠατησίωνΚαιΣτουρνάραΓωνία #ΘοδωρήςΓκόνης #ΓιώργοςΑνδρέου #ΕλένηΚοκκίδου
Φωτογραφικό υλικό